Yorgos
Member
- Μηνύματα
- 9.998
- Likes
- 52.644
- Επόμενο Ταξίδι
- Umhlanga
- Ταξίδι-Όνειρο
- Περού τότε, τώρα, πάντα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Προσδοκίες
- Σιγκαπούρη short stop
- 24 ώρες στο Auckland
- Και stopover (Nadi, Fiji) και layover (Νουμέα, Νέα Καληδονία)
- Wallis & Futuna (βασικά Wallis)
- Wallis & Futuna II
- Wallis & Futuna III
- Photos Wallis & Futuna
- Δεύτερο stopover στο Nadi
- Τόνγκα
- Photos Τόνγκα
- Τόνγκα ΙΙ
- Νέα Ζηλανδία
- Νέα Ζηλανδία - Βόρειο Νησί
- Photos New Zealand Βόρειο Νησί
- Tongariro trek
- Ουέλινγκτον
- Abel Tasman National Park
- Photos Wellington - Abel Tasman
- Νέα Ζηλανδία - Νότιο Νησί
- Photos New Zealand - Νότιο Νησί
- Παγετώνας Franz Josef
- Νέα Ζηλανδία - Νότιο Νησί ΙΙ
- Νέα Ζηλανδία - Νότιο Νησί ΙΙΙ
- Milford Sound
- Dunedin
- Photos New Zealand Νότιο Νησί ΙΙ
- Photos Franz Josef by krekouzas
- Αυστραλία (για μια μέρα κι από σπόντα)
- Βανουάτου
- Νήσος Tanna
- Νήσος Tanna II
- Photos Tanna by krekouzas
- Photos Tanna II
- Port Vila
- Νησί Efate
- Photos Efate
- Νησί Pentecost
- Photos Pentecost
- Νησί Pentecost II
- Pentecost by krekouzas
- Νησί Espiritu Santo
- Νησί Espiritu Santo II
- Τρεκ Espiritu Santo
- Νησί Espiritu Santo III
- Photos Espiritu Santo
- World War II tour
- Photos World War II tour
- Νησί Espiritu Santo IV
- Νησί Espiritu Santo V
- Photos Espiritu Santo III
- Νησί Espiritu Santo VI
- Αξιολόγηση Βανουάτου
- Επιστροφή στη Νέα Ζηλανδία
- Photos Hobbiton
- Αξιολόγηση Νέας Ζηλανδίας - Επίλογος
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8: Τόνγκα
Το Τόνγκα είναι ένα αρχιπέλαγος στον Ειρηνικό, με (υπερ)μπόλικα νησάκια, ορισμένα με εκατοντάδες χιλιόμετρα απόσταση μεταξύ τους. Με μόλις κάτι παραπάνω από 100.000 κατοίκους, δεν έχει πολύ τουρισμό κι είναι από τα σχετικά ξεχασμένα κομμάτια της ηπείρου. Ο όποιος τουρισμός έρχεται κυρίως για τις παραλίες του νησιωτικού συμπλέγματος Vava'u, όπου κάποιους μήνες του χρόνου έχει κανείς την ευκαιρία να κολυμπήσει και με φάλαινες.
Το κεντρικό νησί είναι το Tongatapu, όπου βρίσκεται και η πρωτεύουσα Nuku'alofa, στην οποία θα προσγειωνόμουν. Χάρη στις φανταστικές αλλαγές των αεροπορικών εταιρειών, θα περνούσα μόλις 3 βράδια στη χώρα, άρα όλα στο κεντρικό νησί, μακριά από τα highlights, αν και για να είμαι ειλικρινής για μένα το βασικό αξιοθέατο θα ήταν τα αρχαία του Tongatapu, οπότε είχα και τις σχετικές προσδοκίες.
Προσγειώθηκα στις 18.05 και το αεροδρόμιο μου φάνηκε μινιατούρα. Είχα κάνει κράτηση σε ένα χόστελ για τις τρεις βραδιές κι υποτίθεται πως θα ερχόντουσαν να με πάρουν, αλλά δεν εμφανίστηκε κανείς. Τελικά τους πήρα τηλέφωνο μέσω Skype και μου είπαν να πάρω όποιον ταξιτζή βρω και ότι θα τον πλήρωναν εκείνοι. Η διαδρομή ήταν unimpressive, τα σπίτια πάντως τα είδα σε αρκετά καλή κατάσταση ενώ από τα πρώτα δυο χιλιόμετρα έκανε μπαμπ ότι μιλάμε για βαθιά θρησκευόμενη περιοχή, με εκκλησίες κάθε τρεις και λίγο, καθώς και ταμπέλες που ωθούν τον αναγνώστη στον ορθό δρόμο (του Θεού δηλαδή). Ο οποίος Θεός είχε φροντίσει να ρίξει και μια βροχάρα κι όλα ήταν λασπωμένα και μουντά.
Το Village Backpackers βρίσκεται σε ένα λασπωμένο στενάκι της Nuku'alofa, όπου με υποδέχτηκε μια ευγενής κυρία. Το δωμάτιό μου ήταν μια ενδιαφέρουσα περίπτωση πρέπει να πω: Έμπαινες στις κοινές τουαλέτες και ΠΙΣΩ από τους νιπτήρες τους υπήρχε μια πόρτα, που ήταν το δωμάτιό μου, δηλαδή τέσσερα φύλλα κόντρα πλακέ για τοίχους, έναν ανεμιστήρα σε μια καρέκλα, καθόλου κλιματισμό, κανένα παράθυρο και "το ίντερνέτ μας δε λειτουργεί από τον τελευταίο τυφώνα". Εντάξει, με 72€ για τρία βράδια δεν περίμενα και κάτι πολύ καλύτερο για 3 βράδια σε αυτές τις μάλλον ακριβές νησιωτικές χώρες, αλλά νομίζω ότι ΚΑΤΙ καλύτερο γινόταν. Είχε και βαθμολογία 10 τρομάρα του, μάλλον λόγω της αξιαγάπητης κυριούλας και του πολύ basic αλλά με μάλλον ενδιαφέρον μενού εστιατορίου που φιλοξενούσε στο ισόγειο. Τέλος πάντων, τους είπα πως θα μείνω το πρώτο βράδυ, αλλά χωρίς ίντερνετ δεν ήθελα να μείνω παραπάνω, έτσι που αλλάζουν τα ωράρια των πτήσεων σε αυτά τα μέρη μην είμαι και εκτός επικοινωνίας.
Βγήκα να περπατήσω. Η πρωτεύουσα δεν έδινε την αίσθηση πόλης, μάλλον δυο δρόμοι με σχετική πυκνότητα χαμηλών μάλιστα κτιρίων κι από κει και πέρα μάλλον προάστιο χωριού θύμιζε. Πεινούσα σα λύκος. Κατέληξα στο Friends' Cafe, όπου καταβρόχθισα μια εξαιρετική σούπα καρύδας που θύμιζε ταϊλανδέζικη Thom Ka, συνδέθηκα και στο διαδίκτυο κι έκλεισα δωμάτιο για την επομένη σε κάποιο Tonga Holiday Villa, όπου θα είχα και "free wifi" σε μια πόλη με internet cafes, δείγμα πως αυτό δεν είναι και τρομερά συνηθισμένο. Είχε νυχτώσει, δεν είχα και πολλά να κάνω, ξανάβρεξε, οπότε επέστρεψα ανάμεσα στα κόντρα πλακέ μου κι έγραψα το ημερολόγιο που διαβάζετε. Καμιά φορά και οι κενές μέρες ή νύχτες χρήσιμες είναι.
Ξύπνησα και πεινούσα. Κατέληξα πάλι στο Friends Cafe, βασικά για το ίντερνετ, όπου το πρωινό ήταν ακριβό και ο χυμός ήταν από συσκευασμένο αναψυκτικό τύπου Amita, απογοητευτικόν για τροπικό μέρος. Μπαίνοντας όμως στο διαδίκτυο διαπίστωσα πως το κατάλυμα που είχα κλείσει για σήμερα νοίκιαζε και μηχανάκια και -μια που είχα και ίντερνετ στο Friends- κάλεσα μέσω Skype την κυριούλα ιδιοκτήτρια, που μου είπε πως ναι, ήταν διαθέσιμο και η ενοικίασή του κόστιζε το αντίτιμο των 20€/ημέρα, καθόλου άσχημα. Επέστρεψα λοιπόν στο Backpackers, ακύρωσα την εκεί κράτησή μου, άφησα κι ένα φιλοδώρημα στην κυριούλα που με ξεπροβόδισε χαμογελώντας και τη φράση "να έρχεσαι να τρως εδώ!" και της υποσχέθηκα πως θα το κάνω. Μου φώναξε κι ένα ταξί και τελικώς βρήκα αυτό το Tonga Holiday Villa, που βρίσκεται σε λιγότερο κεντρικό σημείο της Tongatapu, αλλά είχε κατατοπιστικές ταμπέλες. Εκεί με υποδέχθηκε η Φιτζιανή γειτόνισσα, που μου έδειξε το απλό δωμάτιό μου, το πεντακάθαρο εξωτερικό μπάνιο και τη σαλονάρα με την κουζίνα της μονοκατοικίας. Μου έδειξε και το μηχανάκι, το νοίκιασα κι έφυγα! Ήταν και καλός ο καιρός κι έφυγα όλο ενθουσιασμό. Δε θα κρατούσε για πολύ (ο καλός καιρός, όχι ο ενθουσιασμός).
Φυσικά στην έξοδο από την πόλη χάθηκα, κι ας είναι μια σταλιά. Μου πήρε πάνω από μία ώρα να εξέλθω, χάρη στις μαγικές μου προσανατολιστικές ικανότητες: πρέπει να ρώτησα τρεις φορές ...στο ίδιο σημείο για το πώς κατευθύνομαι στο Cook's landing site, αλλά τουλάχιστον μπλέχτηκα στα πίσω (λασπωμένα και φτωχικά) στενά της πόλης, όπου τα παιδάκια ήταν κάτι παραπάνω από χαρούμενα να με βλέπουν και να με χαιρετούν, δεν είναι και καθημερινότητα οι τουρίστες, πολύ λιγότερο πάνω σε μηχανάκια. Πέρασα κι από πολλούς πάγκους με χταπόδια, μύδια, φρούτα, ενώ μου έκαναν εντύπωση και τα άπειρα γουρουνάκια που τρέχουν σε όλο το νησί ελεύθερα, συμπεριλαμβανομένων των fishing pigs, που είναι ακριβώς αυτό: γουρουνάκια που έχουν μάθει να "ψαρεύουν" όταν αποσύρεται η παλίρροια και τρώνε ό,τι βρουν, από κανένα άμοιρο ψαράκι μέχρι καβούρια.
Τα κατάφερα και βγήκα από την πόλη, μέγα κατόρθωμα. Από κει και πέρα δεν είναι εύκολο να χαθείς (αν και το κατάφερα κι αυτό!) βασικά υπάρχει ένας περιφερειακός δρόμος που πηγαίνει γύρω-γύρω το νησί (που όλη του η περίμετρος δεν πρέπει να είναι πάνω από 100 χιλιόμετρα) κι ένας εσωτερικός. Έφτασα και στο σημείο απόβασης του αγαπημένου μου Captain Cook, που πάντως βασικά ήταν μια τσιμεντένια πλατφόρμα με μια επιγραφή. Αλλά είπαμε, η ιστορική σημασία ήταν μεγαλύτερη της οπτικής θελκτικότητας.
Επόμενη στάση ήταν οι μεγαλιθικοί τάφοι, που τους περίμενα πώς και πώς. Λοιπόν... Είναι μεγαλιθικοί. Και είναι τάφοι. Αυτάαααα. Δεν ξέρω τι άλλο να πω, θυμίζουν κάτι σα ζιγκουράτ με τεράστιες πέτρες. Είχε και μια ενημερωτική πινακίδα αλλά έμεινα ανενημέρωτος, αφού δεν ομιλώ Τονγκανικά ο αδαής. Ξέρω να σας πω ότι είναι του 11ου αιώνα και ότι σε απόσταση βολής από τον αρχαιολογικό χώρο είχε ένα σπιτάκι, στο πλυσταριό του οποίου δύο κοριτσάκια έκαναν μπουγάδα. Τους τάφους μάλλον δεν τους επισκέπτεται και κανείς, πλην ενός συμπαθούς σκύλου με μεταβολισμό κροκόδειλου, δε σηκωνόταν με τίποτε.
Απ όπου περνούσα πάντως, έβλεπα ντόπιους να μου χαμογελούν και να μου γνέφουν όλο καλοσύνη. Η πρώτη εντύπωση από τους Τονγκανούς είναι πως είναι υπέρβαροι (ειμαι επιεικής...), συνεχώς τρώνε (δύσκολο να πετύχεις κάποιον που να μη μασουλάει κάτι) και ότι όλο παίζουν, από πλατσουρίσματα στο νερό μέχρι γκαζές. Το στρες δεν κάνει θραύση στη χώρα, θαρρώ.
Ο ουρανός πια είχε γίνει απειλητικός: μαύρα σύννεφα κι ένας κρύος αέρας προμήνυαν ότι θα γινόμουν μούσκεμα, αλλά πλησίαζα πια το πιο ποθητό από τα αξιοθέατα του νησιού, το Ha' Amonga a Maui, γνωστό και ως Trilithon, γνωστό και ως "Stonehenge του Νότιου Ειρηνικού". Με δεδομένο ότι το Stonehedge της Βόρειας Ευρώπης εμένα με συγκλόνισε, πήγα με προσδοκίες συγκλονισμού. Πρέπει να έχεις μεγάλη αδυναμία (κοινώς: μεγάλο βλήμα!) με την αρχαιολογία για το συγκρίνεις με το Stonehenge, αλλά ως βλήμα που είμαι, το βρήκα αρκετά ατμοσφαιρικό: μια μυστηριώδης πύλη από τρία όλα κι όλα μενίρ, χωρίς γουρουνάκια γύρω γύρω, και τα δύο ενδείξεις ότι πέρασε ο Οβελίξ από δω. Κι άφησε και συγγενείς αν κρίνω από τη χοντρούλα στην είσοδο του φράχτη που υποτίθεται πως οριοθετεί τον αρχαιολογικό χώρο.
-Είστε η κυρία που εισπράττει το εισιτήριο; ρώτησα
- Μπα, εγώ κανά σουβενίρ πουλάω, απάντησε η χοντρούλα, αλλά δεν περνάει και κανείς, θα τα μαζέψω να φύγω, θα βρέξει.
- Σε ποιον πληρώνω; ρώτησα
- Α, δεν έρχεται αυτός εκτός κι αν έρθει κανέναν κρουαζιερόπλοιο, αλλά αυτό είναι σπάνιο, απάντησε βγάζοντας το μουσαμά από τα σκαλιστά που πουλούσε, μπας και δελεαστώ, που δεν...
Μπήκα λοιπόν στον αρχαιολογικό χώρο, που βασικά είναι η τρίλιθη πύλη που λέγαμε, αποτελούμενη από κοραλλιογενείς πέτρες των 40 τόνων, και ένα τεράστιο μενίρ, το Esi Makafakinanga, που δεν είναι σαφές τι ακριβώς εξυπηρετούσε. Πλησίασα, προσπαθώντας να "καταλάβω" το μνημείο. Τι να ήταν όλο αυτό; Πύλη σε παλάτι; Τάφος; Τα τεράστια δέντρα τριγύρω και το γκαζόν του έδιναν μια μυστηριώδη ρουστίκ εμφάνιση, ενώ ο σκοτεινός ουρανός και ο ξαφνικός αέρας που με έκανε να ανατριχιάσω πρόσθεσαν μια spooky εσάνς. Σε καμία περίπτωση δεν ικανοποίησε τις προσδοκίες μου, αλλά χάρηκα που το είδα.
Άρχισε να ψιχαλίζει. Πλησιάσα τη σουβενιροπωλήτρια, έκατσα κάτω από το παράπηγμα από φύλλα φοίνικα και της έπιασα την κουβέντα, ελπίζοντας ότι θα κοπάσει η βροχή. Είναι 23 χρονών, μου είπε προσφέροντάς μου ένα τσιγάρο, και στο ερώτημά μου γιατί έχει προφορά από τη Νέα Ζηλανδία μου απάντησε τρία χρόνια εκεί. "Ωραία ήταν, εδώ δεν έχει δουλειές. Βέβαια κι εκεί που έχει, στα τρώνε οι λογαριασμοί, εδώ είναι πιο χαλαρά, αλλά τελικά προτιμούσα τη Νέα Ζηλανδία. Βέβαια τώρα έκανα παιδί και θα μείνω εδώ. Είχα οικογένεια εκεί κι ήταν εύκολη η προσαρμογή, άλλωστε ποιος Τονγκανός δεν έχει οικογένεια σε Αυστραλία ή Νέα Ζηλανδία; Εμείς είμαστε 9 αδέλφια!", είπε όλο ενθουσιασμό και στενοχωρέθηκε που δεν έχω κάνει παιδιά.
Σταμάτησε η ψιχάλα, αλλά στο βάθος ακόμη πιο σκούρα σύννεφα έρχονταν κατά πάνω μου. Αποφάσισα να καβαλήσω το μηχανάκι κι όποιον πάρει ο χάρος. "Μην πάρεις τον απέξω δρόμο!", μου είπε η κοπελίτσα, αλλά δεν την άκουσα.
Πάντως κι ο εξωτερικός δρόμος δε βλέπει καθόλου θάλασσα, σε λίγα σημεία είναι παραλιακός. Υποθέτω πως έχει να κάνει με τα τσουνάμι. Η επόμενη στάση ήταν το σπήλαιο Anahulu, για το οποίο είχα διαβάσει πως έχει χαριτωμένους σταλακτίτες και μια εσωτερική λίμνη στην οποία μπορεί κανείς να κολυμπήσει. Για κάποιο λόγο το διαχειρίζεται ένα ιδιωτικό πρακτορείο, το οποίο πρακτικά σημαίνει πως στο πάρκινγκ του (όπου το μόνο παρκαρισμένο όχημα ήταν το δικό μου) σε περιμένει ένας νεαρός, που με 15$ Νέας Ζηλανδίας (σόρι, δεν είχα σε τοπικό νόμισμα), σε καθοδηγεί στο εσωτερικό του. Όντως χαριτωμένο ήταν, αλλά είχα αρχίσει να καταλαβαίνω γιατί το Tongapatu χρησιμοποιείται καθαρά ως μεταβατικός σταθμός για άλλα νησιά... από όσους χρησιμοποιείται κιόλας. Δεν είναι προορισμός που στέκεται μόνος του. Από την άλλη η έλλειψη τουρισμού είναι πολύ ευχάριστη. Για παράδειγμα στην έξοδο του σπηλαίου είχε μια όμορφη παραλία, εντελώς ερημική. Αν ο καιρός ήταν καλύτερος ίσως ακόμη και γω να παρασυρόμουν και να έκανα μπάνιο.
Συνέχισα την οδήγηση, αλλά η βροχή πια δυνάμωσε. Έγινα μούσκεμα, δεν έβλεπα με τα γυαλιά μου και ο εσωτερικός δρόμος που πήρα γέμισε λάσπη. Περιέργως, ένιωθα πολύ ωραία. Βρισκόμουν στο μέσο του πουθενά, είχα μια πολύ ωραία αίσθηση ελευθερίας, έβγαλα τα γυαλιά μου και συνέχισα την οδήγηση μούσκεμα, ανάμεσα σε κάτι περίεργους φοίνικες που συνέχιζαν για χιλιόμετρα και κάπως μετρίαζαν τον όγκο νερού που προσγειωνόταν στο κεφάλι μου. Μετά από αρκετά χιλιόμετρα χωρίς ίχνος ανθρώπινης παρουσίας, άρχισα να περνάω από απλά χωριουδάκια όπου παιδάκια κι ενήλικες τσίριζαν ενθουσιασμένοι που περνούσα από κει. Εν τέλει βρήκα και το τιμημένο 3-headed-palm, που είναι ένας φοίνικας με τρία κεφάλια... duh! Το ηλικιωμένο ζευγαρι που ζούσε σε μια καλύβα 50 μέτρα από το "αξιοθέατο", δε γνώριζε καν την ύπαρξή του...
Επέστρεψα στη Nuku'alofa για να φάω μεσημεριανό, να στεγνώσω και να δω αν μπορώ να συνεχίσω αν κόψει η βροχή. Έφαγα κάτι πολύ τοπικό στο Friends και πάλι (είχε Ευρωλίγκα ρε παιδιά, έπρεπε να μπω στο ίντερνετ...) και η βροχή σταμάτησε, οπότε συνέχισα, αυτή τη φορά δυτικά της πρωτεύουσας, συναπαντώντας μια θάλασσα από παιδιά με γαλάζιες στολές, αφού σχολούσαν τα σχολεία εκείνη την ώρα. Πόσα παιδιά κάνουν οι Τονγκανοί;
Προορισμός μου αυτή τη φορά ήταν το tsunami rock, μακριά από τους ας τους πούμε κεντρικούς δρόμους, σε κάτι χωματόδρομους που είχαν γεμίσει λάσπη. Σε κάποια φάση παράτησα το μηχανάκι στις λάσπες και συνέχισα με τα πόδια. Ο βράχος ήταν αρκετά εντυπωσιακός και με τροπική βλάστηση πάνω του, ενώ επιτέλους μια επεξηγηματική πινακίδα στα Αγγλικά έριχνε φως τόσο στους μύθους που συνοδεύουν τα διάφορα ονόματά του (από το ότι τον πέταξε κάποιος γίγαντας από γειτονικό νησί για να κάνει τους κόκορες του Tongapatu να σωπάσουν, μέχρι κάτι για ένα κανίβαλο που ήθελε να φάει μια κοπελίτσα), μέχρι την επιστημονική εξήγηση των γεωλόγων πως πρόκειται για το αποτέλεσμα υποθαλάσσιας έκρηξης ηφαιστείου και μετακίνησης από το βυθό της θάλασσας λόγω τσουνάμι. Το πραγματικό χάιλάιτ πάντως ήταν η διαδρομή μέχρι εκεί, μακριά από τον πολιτισμό, καβάλα σε ένα ταπεινό μηχανάκι "forza".
Το Blowhole ήταν αυτό που είναι όλα τα ομώνυμα σημεία: ένα βραχώδες παραλιακό τοπίο όπου σκάνε τα κύματα με δύναμη, αλλά ήταν πολύ ήσυχο κι ατμοσφαιρικό κι επιτέλους είχε σταματήσει κι η βροχή για τα καλά. Μου απέμενε το σημείο απόβασης του Abel Tasman, που είχε μια όμορφη επεξηγηματική πινακίδα, που εξηγούσε ότι ο Ολλανδός θαλασσοπόρος βρήκε τους Τονγκανούς φιλικούς, χοντρούληδες, καφετούληδες και "εθισμένους στην κλοπή", μόνιμο παράπονο και του Κάπταιν Κουκ, που εκνευριζόταν που κάθε φορά που ανέβαινε κάποιος στο πλοίο του, ανακάλυπτε ότι του είχαν βουτήξει κι από κάποιο αντικείμενο, πράγμα που υποδήλωνε έλλειψη ειλικρίνειας για τους Βρετανούς, αλλά ήταν καθημερινό χόμπι για τους κατοίκους της Ωκεανίας.
Μου απέμενε να δω τα flying foxes, που δεν είχα καταλάβει τι ακριβώς είναι και δεν τα έβρισκα, παρότι ήμουν στο σημείο που υποτίθεται πως συχνάζουν. Ρώτησα μια κοπελίτσα και μου είπε πως "είναι κάτι μεγάλα μαύρα πουλιά που μοιάζουν με το... πώς το λένε.... κάτσε να δεις... μμ... α , με το Batman μοιάζουν!". Χαχα, οκ, τις είδα και τις νυχτεριδάρες και γύρισα μούσκεμα αλλά ευχαριστημένος στο σπίτι.
Εκεί συνάντησα τον Michael, έναν ενδιαφέροντα Αυστραλό που δουλεύει στο Νότιο Ειρηνικό σε θέματα πρόληψης φυσικών καταστροφών κι ένα ζευγαράκι Γερμανών που πήραν ένα χρόνο off για να κάνουν το γύρο του κόσμου, αλλά δεν είχαν ξεκαθαρίσει πού ακριβώς θα πήγαιναν και ταξίδευαν και με απίστευτα αργό ρυθμό. Κάτσαμε στην κουζίνα, τα είπαμε μαγειρεύοντας και τους έδωσα τα... φώτα μου για χώρες διαφορετικές, ιδιαίτερες, μοναδικές. Μετά από δύο ώρες συζήτησης και... σημειώσεων (αγαπάμε Γερμανούς, μεθοδικοί σε όλα), αναπροσάρμοσαν τα σχέδιά τους ώστε να πάνε σε Τουρκμενιστάν, Βόρειο Κορέα και Ιράν. Καλά το πάνε!
Το Τόνγκα είναι ένα αρχιπέλαγος στον Ειρηνικό, με (υπερ)μπόλικα νησάκια, ορισμένα με εκατοντάδες χιλιόμετρα απόσταση μεταξύ τους. Με μόλις κάτι παραπάνω από 100.000 κατοίκους, δεν έχει πολύ τουρισμό κι είναι από τα σχετικά ξεχασμένα κομμάτια της ηπείρου. Ο όποιος τουρισμός έρχεται κυρίως για τις παραλίες του νησιωτικού συμπλέγματος Vava'u, όπου κάποιους μήνες του χρόνου έχει κανείς την ευκαιρία να κολυμπήσει και με φάλαινες.
Το κεντρικό νησί είναι το Tongatapu, όπου βρίσκεται και η πρωτεύουσα Nuku'alofa, στην οποία θα προσγειωνόμουν. Χάρη στις φανταστικές αλλαγές των αεροπορικών εταιρειών, θα περνούσα μόλις 3 βράδια στη χώρα, άρα όλα στο κεντρικό νησί, μακριά από τα highlights, αν και για να είμαι ειλικρινής για μένα το βασικό αξιοθέατο θα ήταν τα αρχαία του Tongatapu, οπότε είχα και τις σχετικές προσδοκίες.
Προσγειώθηκα στις 18.05 και το αεροδρόμιο μου φάνηκε μινιατούρα. Είχα κάνει κράτηση σε ένα χόστελ για τις τρεις βραδιές κι υποτίθεται πως θα ερχόντουσαν να με πάρουν, αλλά δεν εμφανίστηκε κανείς. Τελικά τους πήρα τηλέφωνο μέσω Skype και μου είπαν να πάρω όποιον ταξιτζή βρω και ότι θα τον πλήρωναν εκείνοι. Η διαδρομή ήταν unimpressive, τα σπίτια πάντως τα είδα σε αρκετά καλή κατάσταση ενώ από τα πρώτα δυο χιλιόμετρα έκανε μπαμπ ότι μιλάμε για βαθιά θρησκευόμενη περιοχή, με εκκλησίες κάθε τρεις και λίγο, καθώς και ταμπέλες που ωθούν τον αναγνώστη στον ορθό δρόμο (του Θεού δηλαδή). Ο οποίος Θεός είχε φροντίσει να ρίξει και μια βροχάρα κι όλα ήταν λασπωμένα και μουντά.
Το Village Backpackers βρίσκεται σε ένα λασπωμένο στενάκι της Nuku'alofa, όπου με υποδέχτηκε μια ευγενής κυρία. Το δωμάτιό μου ήταν μια ενδιαφέρουσα περίπτωση πρέπει να πω: Έμπαινες στις κοινές τουαλέτες και ΠΙΣΩ από τους νιπτήρες τους υπήρχε μια πόρτα, που ήταν το δωμάτιό μου, δηλαδή τέσσερα φύλλα κόντρα πλακέ για τοίχους, έναν ανεμιστήρα σε μια καρέκλα, καθόλου κλιματισμό, κανένα παράθυρο και "το ίντερνέτ μας δε λειτουργεί από τον τελευταίο τυφώνα". Εντάξει, με 72€ για τρία βράδια δεν περίμενα και κάτι πολύ καλύτερο για 3 βράδια σε αυτές τις μάλλον ακριβές νησιωτικές χώρες, αλλά νομίζω ότι ΚΑΤΙ καλύτερο γινόταν. Είχε και βαθμολογία 10 τρομάρα του, μάλλον λόγω της αξιαγάπητης κυριούλας και του πολύ basic αλλά με μάλλον ενδιαφέρον μενού εστιατορίου που φιλοξενούσε στο ισόγειο. Τέλος πάντων, τους είπα πως θα μείνω το πρώτο βράδυ, αλλά χωρίς ίντερνετ δεν ήθελα να μείνω παραπάνω, έτσι που αλλάζουν τα ωράρια των πτήσεων σε αυτά τα μέρη μην είμαι και εκτός επικοινωνίας.
Βγήκα να περπατήσω. Η πρωτεύουσα δεν έδινε την αίσθηση πόλης, μάλλον δυο δρόμοι με σχετική πυκνότητα χαμηλών μάλιστα κτιρίων κι από κει και πέρα μάλλον προάστιο χωριού θύμιζε. Πεινούσα σα λύκος. Κατέληξα στο Friends' Cafe, όπου καταβρόχθισα μια εξαιρετική σούπα καρύδας που θύμιζε ταϊλανδέζικη Thom Ka, συνδέθηκα και στο διαδίκτυο κι έκλεισα δωμάτιο για την επομένη σε κάποιο Tonga Holiday Villa, όπου θα είχα και "free wifi" σε μια πόλη με internet cafes, δείγμα πως αυτό δεν είναι και τρομερά συνηθισμένο. Είχε νυχτώσει, δεν είχα και πολλά να κάνω, ξανάβρεξε, οπότε επέστρεψα ανάμεσα στα κόντρα πλακέ μου κι έγραψα το ημερολόγιο που διαβάζετε. Καμιά φορά και οι κενές μέρες ή νύχτες χρήσιμες είναι.
Ξύπνησα και πεινούσα. Κατέληξα πάλι στο Friends Cafe, βασικά για το ίντερνετ, όπου το πρωινό ήταν ακριβό και ο χυμός ήταν από συσκευασμένο αναψυκτικό τύπου Amita, απογοητευτικόν για τροπικό μέρος. Μπαίνοντας όμως στο διαδίκτυο διαπίστωσα πως το κατάλυμα που είχα κλείσει για σήμερα νοίκιαζε και μηχανάκια και -μια που είχα και ίντερνετ στο Friends- κάλεσα μέσω Skype την κυριούλα ιδιοκτήτρια, που μου είπε πως ναι, ήταν διαθέσιμο και η ενοικίασή του κόστιζε το αντίτιμο των 20€/ημέρα, καθόλου άσχημα. Επέστρεψα λοιπόν στο Backpackers, ακύρωσα την εκεί κράτησή μου, άφησα κι ένα φιλοδώρημα στην κυριούλα που με ξεπροβόδισε χαμογελώντας και τη φράση "να έρχεσαι να τρως εδώ!" και της υποσχέθηκα πως θα το κάνω. Μου φώναξε κι ένα ταξί και τελικώς βρήκα αυτό το Tonga Holiday Villa, που βρίσκεται σε λιγότερο κεντρικό σημείο της Tongatapu, αλλά είχε κατατοπιστικές ταμπέλες. Εκεί με υποδέχθηκε η Φιτζιανή γειτόνισσα, που μου έδειξε το απλό δωμάτιό μου, το πεντακάθαρο εξωτερικό μπάνιο και τη σαλονάρα με την κουζίνα της μονοκατοικίας. Μου έδειξε και το μηχανάκι, το νοίκιασα κι έφυγα! Ήταν και καλός ο καιρός κι έφυγα όλο ενθουσιασμό. Δε θα κρατούσε για πολύ (ο καλός καιρός, όχι ο ενθουσιασμός).
Φυσικά στην έξοδο από την πόλη χάθηκα, κι ας είναι μια σταλιά. Μου πήρε πάνω από μία ώρα να εξέλθω, χάρη στις μαγικές μου προσανατολιστικές ικανότητες: πρέπει να ρώτησα τρεις φορές ...στο ίδιο σημείο για το πώς κατευθύνομαι στο Cook's landing site, αλλά τουλάχιστον μπλέχτηκα στα πίσω (λασπωμένα και φτωχικά) στενά της πόλης, όπου τα παιδάκια ήταν κάτι παραπάνω από χαρούμενα να με βλέπουν και να με χαιρετούν, δεν είναι και καθημερινότητα οι τουρίστες, πολύ λιγότερο πάνω σε μηχανάκια. Πέρασα κι από πολλούς πάγκους με χταπόδια, μύδια, φρούτα, ενώ μου έκαναν εντύπωση και τα άπειρα γουρουνάκια που τρέχουν σε όλο το νησί ελεύθερα, συμπεριλαμβανομένων των fishing pigs, που είναι ακριβώς αυτό: γουρουνάκια που έχουν μάθει να "ψαρεύουν" όταν αποσύρεται η παλίρροια και τρώνε ό,τι βρουν, από κανένα άμοιρο ψαράκι μέχρι καβούρια.
Τα κατάφερα και βγήκα από την πόλη, μέγα κατόρθωμα. Από κει και πέρα δεν είναι εύκολο να χαθείς (αν και το κατάφερα κι αυτό!) βασικά υπάρχει ένας περιφερειακός δρόμος που πηγαίνει γύρω-γύρω το νησί (που όλη του η περίμετρος δεν πρέπει να είναι πάνω από 100 χιλιόμετρα) κι ένας εσωτερικός. Έφτασα και στο σημείο απόβασης του αγαπημένου μου Captain Cook, που πάντως βασικά ήταν μια τσιμεντένια πλατφόρμα με μια επιγραφή. Αλλά είπαμε, η ιστορική σημασία ήταν μεγαλύτερη της οπτικής θελκτικότητας.
Επόμενη στάση ήταν οι μεγαλιθικοί τάφοι, που τους περίμενα πώς και πώς. Λοιπόν... Είναι μεγαλιθικοί. Και είναι τάφοι. Αυτάαααα. Δεν ξέρω τι άλλο να πω, θυμίζουν κάτι σα ζιγκουράτ με τεράστιες πέτρες. Είχε και μια ενημερωτική πινακίδα αλλά έμεινα ανενημέρωτος, αφού δεν ομιλώ Τονγκανικά ο αδαής. Ξέρω να σας πω ότι είναι του 11ου αιώνα και ότι σε απόσταση βολής από τον αρχαιολογικό χώρο είχε ένα σπιτάκι, στο πλυσταριό του οποίου δύο κοριτσάκια έκαναν μπουγάδα. Τους τάφους μάλλον δεν τους επισκέπτεται και κανείς, πλην ενός συμπαθούς σκύλου με μεταβολισμό κροκόδειλου, δε σηκωνόταν με τίποτε.
Απ όπου περνούσα πάντως, έβλεπα ντόπιους να μου χαμογελούν και να μου γνέφουν όλο καλοσύνη. Η πρώτη εντύπωση από τους Τονγκανούς είναι πως είναι υπέρβαροι (ειμαι επιεικής...), συνεχώς τρώνε (δύσκολο να πετύχεις κάποιον που να μη μασουλάει κάτι) και ότι όλο παίζουν, από πλατσουρίσματα στο νερό μέχρι γκαζές. Το στρες δεν κάνει θραύση στη χώρα, θαρρώ.
Ο ουρανός πια είχε γίνει απειλητικός: μαύρα σύννεφα κι ένας κρύος αέρας προμήνυαν ότι θα γινόμουν μούσκεμα, αλλά πλησίαζα πια το πιο ποθητό από τα αξιοθέατα του νησιού, το Ha' Amonga a Maui, γνωστό και ως Trilithon, γνωστό και ως "Stonehenge του Νότιου Ειρηνικού". Με δεδομένο ότι το Stonehedge της Βόρειας Ευρώπης εμένα με συγκλόνισε, πήγα με προσδοκίες συγκλονισμού. Πρέπει να έχεις μεγάλη αδυναμία (κοινώς: μεγάλο βλήμα!) με την αρχαιολογία για το συγκρίνεις με το Stonehenge, αλλά ως βλήμα που είμαι, το βρήκα αρκετά ατμοσφαιρικό: μια μυστηριώδης πύλη από τρία όλα κι όλα μενίρ, χωρίς γουρουνάκια γύρω γύρω, και τα δύο ενδείξεις ότι πέρασε ο Οβελίξ από δω. Κι άφησε και συγγενείς αν κρίνω από τη χοντρούλα στην είσοδο του φράχτη που υποτίθεται πως οριοθετεί τον αρχαιολογικό χώρο.
-Είστε η κυρία που εισπράττει το εισιτήριο; ρώτησα
- Μπα, εγώ κανά σουβενίρ πουλάω, απάντησε η χοντρούλα, αλλά δεν περνάει και κανείς, θα τα μαζέψω να φύγω, θα βρέξει.
- Σε ποιον πληρώνω; ρώτησα
- Α, δεν έρχεται αυτός εκτός κι αν έρθει κανέναν κρουαζιερόπλοιο, αλλά αυτό είναι σπάνιο, απάντησε βγάζοντας το μουσαμά από τα σκαλιστά που πουλούσε, μπας και δελεαστώ, που δεν...
Μπήκα λοιπόν στον αρχαιολογικό χώρο, που βασικά είναι η τρίλιθη πύλη που λέγαμε, αποτελούμενη από κοραλλιογενείς πέτρες των 40 τόνων, και ένα τεράστιο μενίρ, το Esi Makafakinanga, που δεν είναι σαφές τι ακριβώς εξυπηρετούσε. Πλησίασα, προσπαθώντας να "καταλάβω" το μνημείο. Τι να ήταν όλο αυτό; Πύλη σε παλάτι; Τάφος; Τα τεράστια δέντρα τριγύρω και το γκαζόν του έδιναν μια μυστηριώδη ρουστίκ εμφάνιση, ενώ ο σκοτεινός ουρανός και ο ξαφνικός αέρας που με έκανε να ανατριχιάσω πρόσθεσαν μια spooky εσάνς. Σε καμία περίπτωση δεν ικανοποίησε τις προσδοκίες μου, αλλά χάρηκα που το είδα.
Άρχισε να ψιχαλίζει. Πλησιάσα τη σουβενιροπωλήτρια, έκατσα κάτω από το παράπηγμα από φύλλα φοίνικα και της έπιασα την κουβέντα, ελπίζοντας ότι θα κοπάσει η βροχή. Είναι 23 χρονών, μου είπε προσφέροντάς μου ένα τσιγάρο, και στο ερώτημά μου γιατί έχει προφορά από τη Νέα Ζηλανδία μου απάντησε τρία χρόνια εκεί. "Ωραία ήταν, εδώ δεν έχει δουλειές. Βέβαια κι εκεί που έχει, στα τρώνε οι λογαριασμοί, εδώ είναι πιο χαλαρά, αλλά τελικά προτιμούσα τη Νέα Ζηλανδία. Βέβαια τώρα έκανα παιδί και θα μείνω εδώ. Είχα οικογένεια εκεί κι ήταν εύκολη η προσαρμογή, άλλωστε ποιος Τονγκανός δεν έχει οικογένεια σε Αυστραλία ή Νέα Ζηλανδία; Εμείς είμαστε 9 αδέλφια!", είπε όλο ενθουσιασμό και στενοχωρέθηκε που δεν έχω κάνει παιδιά.
Σταμάτησε η ψιχάλα, αλλά στο βάθος ακόμη πιο σκούρα σύννεφα έρχονταν κατά πάνω μου. Αποφάσισα να καβαλήσω το μηχανάκι κι όποιον πάρει ο χάρος. "Μην πάρεις τον απέξω δρόμο!", μου είπε η κοπελίτσα, αλλά δεν την άκουσα.
Πάντως κι ο εξωτερικός δρόμος δε βλέπει καθόλου θάλασσα, σε λίγα σημεία είναι παραλιακός. Υποθέτω πως έχει να κάνει με τα τσουνάμι. Η επόμενη στάση ήταν το σπήλαιο Anahulu, για το οποίο είχα διαβάσει πως έχει χαριτωμένους σταλακτίτες και μια εσωτερική λίμνη στην οποία μπορεί κανείς να κολυμπήσει. Για κάποιο λόγο το διαχειρίζεται ένα ιδιωτικό πρακτορείο, το οποίο πρακτικά σημαίνει πως στο πάρκινγκ του (όπου το μόνο παρκαρισμένο όχημα ήταν το δικό μου) σε περιμένει ένας νεαρός, που με 15$ Νέας Ζηλανδίας (σόρι, δεν είχα σε τοπικό νόμισμα), σε καθοδηγεί στο εσωτερικό του. Όντως χαριτωμένο ήταν, αλλά είχα αρχίσει να καταλαβαίνω γιατί το Tongapatu χρησιμοποιείται καθαρά ως μεταβατικός σταθμός για άλλα νησιά... από όσους χρησιμοποιείται κιόλας. Δεν είναι προορισμός που στέκεται μόνος του. Από την άλλη η έλλειψη τουρισμού είναι πολύ ευχάριστη. Για παράδειγμα στην έξοδο του σπηλαίου είχε μια όμορφη παραλία, εντελώς ερημική. Αν ο καιρός ήταν καλύτερος ίσως ακόμη και γω να παρασυρόμουν και να έκανα μπάνιο.
Συνέχισα την οδήγηση, αλλά η βροχή πια δυνάμωσε. Έγινα μούσκεμα, δεν έβλεπα με τα γυαλιά μου και ο εσωτερικός δρόμος που πήρα γέμισε λάσπη. Περιέργως, ένιωθα πολύ ωραία. Βρισκόμουν στο μέσο του πουθενά, είχα μια πολύ ωραία αίσθηση ελευθερίας, έβγαλα τα γυαλιά μου και συνέχισα την οδήγηση μούσκεμα, ανάμεσα σε κάτι περίεργους φοίνικες που συνέχιζαν για χιλιόμετρα και κάπως μετρίαζαν τον όγκο νερού που προσγειωνόταν στο κεφάλι μου. Μετά από αρκετά χιλιόμετρα χωρίς ίχνος ανθρώπινης παρουσίας, άρχισα να περνάω από απλά χωριουδάκια όπου παιδάκια κι ενήλικες τσίριζαν ενθουσιασμένοι που περνούσα από κει. Εν τέλει βρήκα και το τιμημένο 3-headed-palm, που είναι ένας φοίνικας με τρία κεφάλια... duh! Το ηλικιωμένο ζευγαρι που ζούσε σε μια καλύβα 50 μέτρα από το "αξιοθέατο", δε γνώριζε καν την ύπαρξή του...
Επέστρεψα στη Nuku'alofa για να φάω μεσημεριανό, να στεγνώσω και να δω αν μπορώ να συνεχίσω αν κόψει η βροχή. Έφαγα κάτι πολύ τοπικό στο Friends και πάλι (είχε Ευρωλίγκα ρε παιδιά, έπρεπε να μπω στο ίντερνετ...) και η βροχή σταμάτησε, οπότε συνέχισα, αυτή τη φορά δυτικά της πρωτεύουσας, συναπαντώντας μια θάλασσα από παιδιά με γαλάζιες στολές, αφού σχολούσαν τα σχολεία εκείνη την ώρα. Πόσα παιδιά κάνουν οι Τονγκανοί;
Προορισμός μου αυτή τη φορά ήταν το tsunami rock, μακριά από τους ας τους πούμε κεντρικούς δρόμους, σε κάτι χωματόδρομους που είχαν γεμίσει λάσπη. Σε κάποια φάση παράτησα το μηχανάκι στις λάσπες και συνέχισα με τα πόδια. Ο βράχος ήταν αρκετά εντυπωσιακός και με τροπική βλάστηση πάνω του, ενώ επιτέλους μια επεξηγηματική πινακίδα στα Αγγλικά έριχνε φως τόσο στους μύθους που συνοδεύουν τα διάφορα ονόματά του (από το ότι τον πέταξε κάποιος γίγαντας από γειτονικό νησί για να κάνει τους κόκορες του Tongapatu να σωπάσουν, μέχρι κάτι για ένα κανίβαλο που ήθελε να φάει μια κοπελίτσα), μέχρι την επιστημονική εξήγηση των γεωλόγων πως πρόκειται για το αποτέλεσμα υποθαλάσσιας έκρηξης ηφαιστείου και μετακίνησης από το βυθό της θάλασσας λόγω τσουνάμι. Το πραγματικό χάιλάιτ πάντως ήταν η διαδρομή μέχρι εκεί, μακριά από τον πολιτισμό, καβάλα σε ένα ταπεινό μηχανάκι "forza".
Το Blowhole ήταν αυτό που είναι όλα τα ομώνυμα σημεία: ένα βραχώδες παραλιακό τοπίο όπου σκάνε τα κύματα με δύναμη, αλλά ήταν πολύ ήσυχο κι ατμοσφαιρικό κι επιτέλους είχε σταματήσει κι η βροχή για τα καλά. Μου απέμενε το σημείο απόβασης του Abel Tasman, που είχε μια όμορφη επεξηγηματική πινακίδα, που εξηγούσε ότι ο Ολλανδός θαλασσοπόρος βρήκε τους Τονγκανούς φιλικούς, χοντρούληδες, καφετούληδες και "εθισμένους στην κλοπή", μόνιμο παράπονο και του Κάπταιν Κουκ, που εκνευριζόταν που κάθε φορά που ανέβαινε κάποιος στο πλοίο του, ανακάλυπτε ότι του είχαν βουτήξει κι από κάποιο αντικείμενο, πράγμα που υποδήλωνε έλλειψη ειλικρίνειας για τους Βρετανούς, αλλά ήταν καθημερινό χόμπι για τους κατοίκους της Ωκεανίας.
Μου απέμενε να δω τα flying foxes, που δεν είχα καταλάβει τι ακριβώς είναι και δεν τα έβρισκα, παρότι ήμουν στο σημείο που υποτίθεται πως συχνάζουν. Ρώτησα μια κοπελίτσα και μου είπε πως "είναι κάτι μεγάλα μαύρα πουλιά που μοιάζουν με το... πώς το λένε.... κάτσε να δεις... μμ... α , με το Batman μοιάζουν!". Χαχα, οκ, τις είδα και τις νυχτεριδάρες και γύρισα μούσκεμα αλλά ευχαριστημένος στο σπίτι.
Εκεί συνάντησα τον Michael, έναν ενδιαφέροντα Αυστραλό που δουλεύει στο Νότιο Ειρηνικό σε θέματα πρόληψης φυσικών καταστροφών κι ένα ζευγαράκι Γερμανών που πήραν ένα χρόνο off για να κάνουν το γύρο του κόσμου, αλλά δεν είχαν ξεκαθαρίσει πού ακριβώς θα πήγαιναν και ταξίδευαν και με απίστευτα αργό ρυθμό. Κάτσαμε στην κουζίνα, τα είπαμε μαγειρεύοντας και τους έδωσα τα... φώτα μου για χώρες διαφορετικές, ιδιαίτερες, μοναδικές. Μετά από δύο ώρες συζήτησης και... σημειώσεων (αγαπάμε Γερμανούς, μεθοδικοί σε όλα), αναπροσάρμοσαν τα σχέδιά τους ώστε να πάνε σε Τουρκμενιστάν, Βόρειο Κορέα και Ιράν. Καλά το πάνε!
Attachments
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
Last edited by a moderator: