Yorgos
Member
- Μηνύματα
- 9.955
- Likes
- 52.359
- Επόμενο Ταξίδι
- Umhlanga
- Ταξίδι-Όνειρο
- Περού τότε, τώρα, πάντα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Προσδοκίες
- Σιγκαπούρη short stop
- 24 ώρες στο Auckland
- Και stopover (Nadi, Fiji) και layover (Νουμέα, Νέα Καληδονία)
- Wallis & Futuna (βασικά Wallis)
- Wallis & Futuna II
- Wallis & Futuna III
- Photos Wallis & Futuna
- Δεύτερο stopover στο Nadi
- Τόνγκα
- Photos Τόνγκα
- Τόνγκα ΙΙ
- Νέα Ζηλανδία
- Νέα Ζηλανδία - Βόρειο Νησί
- Photos New Zealand Βόρειο Νησί
- Tongariro trek
- Ουέλινγκτον
- Abel Tasman National Park
- Photos Wellington - Abel Tasman
- Νέα Ζηλανδία - Νότιο Νησί
- Photos New Zealand - Νότιο Νησί
- Παγετώνας Franz Josef
- Νέα Ζηλανδία - Νότιο Νησί ΙΙ
- Νέα Ζηλανδία - Νότιο Νησί ΙΙΙ
- Milford Sound
- Dunedin
- Photos New Zealand Νότιο Νησί ΙΙ
- Photos Franz Josef by krekouzas
- Αυστραλία (για μια μέρα κι από σπόντα)
- Βανουάτου
- Νήσος Tanna
- Νήσος Tanna II
- Photos Tanna by krekouzas
- Photos Tanna II
- Port Vila
- Νησί Efate
- Photos Efate
- Νησί Pentecost
- Photos Pentecost
- Νησί Pentecost II
- Pentecost by krekouzas
- Νησί Espiritu Santo
- Νησί Espiritu Santo II
- Τρεκ Espiritu Santo
- Νησί Espiritu Santo III
- Photos Espiritu Santo
- World War II tour
- Photos World War II tour
- Νησί Espiritu Santo IV
- Νησί Espiritu Santo V
- Photos Espiritu Santo III
- Νησί Espiritu Santo VI
- Αξιολόγηση Βανουάτου
- Επιστροφή στη Νέα Ζηλανδία
- Photos Hobbiton
- Αξιολόγηση Νέας Ζηλανδίας - Επίλογος
Μέχρι και muffin είχε το πρωινό, επιτέλους. Αξιοπρεπέστατο το Beachfront για τα δεδομένα Βανουάτου, να τα λέμε αυτά.
Το βανάκι της τουριστικής εταιρείας ήρθε στην ώρα του. Απορήσαμε που έφεραν ένα ολόκληρο βαν για μας, αφού δεν κάναμε στάση σε κάποιο άλλο κατάλυμα. Μετά από 20 λεπτά όμως μας μεταφόρτωσαν σε ένα ντάτσουν με άλλο ένα ζευγάρι, ο τύπος Αυστραλός και η γυναίκα του Αμερικανοαυστριακή, τα είχαν τα χρονάκια τους. Η διαδρομή που κάναμε στην καρότσα ήταν φοβερά άβολη, αλλά είμαστε συνηθισμένοι σε αυτά. Φτάσαμε σε κάποιο είδους καμπ με σκηνές όπου μας έκαναν μια πρώτη ενημέρωση για το τρεκ.
Σύμφωνα με την κοπελίτσα λοιπόν, το καθαρό περπάτημα στη ζούγκλα θα είχε διάρκεια μιάμισης ώρας, μετά θα είχε αναγκαστικά κολύμπι (με σωσίβιο, αλλιώς ο Κρεκούζας δε θα είχε έρθει στην εκδρομή αφού δεν ξέρει να κολυμπάει ο άνθρωπος) και canyoning, μετά ξανά-μανά τρεκ και μετά σπηλιές. Η αλήθεια είναι πως, αφού είχα διαβάσει οως η εκδρομή συστήνεται και για γυναίκες και για παιδιά, δεν ανέμενα κάποιο σοβαρό βαθμό δυσκολίας. Η πρόγνωση καιρού έλεγε πως ίσως έβρεχε, αλλά δε με απασχόλησε και πολύ ενώ καθησυχαστική ήταν και η παραίνεση να πάρουμε μαζί μας τις σαγιονάρες μας και τις φωτογραφικές μας μηχανές, αφού “αν τις έχετε ψηλά στα χέρια σας δε θα έχετε θέμα”. Υπογράψαμε και το σχετικό disclaimer, σύμφωνα με το οποίο δε θα επιρρίπταμε ευθύνη στην εταιρεία τρεκ για πιθανά ατυχήματα, και φύγαμε.
Ακολούθησε νέα διαδρομή στην καρότσα του ντάτσουν για 70 λεπτά αυτή τη φορά, που μου έσπασε τη μέση και γενικά είμαι συνηθισμένος σε τέτοιου είδους ιστορίες, σίγουρα επρόκειτο για μια από τις τοπ-10 χειρότερες διαδρομές off road διαδρομές των δέκα τελευταίων ετών. Φτάσαμε σε ένα απίστευτα ξεχασμένο χωριό με καλύβες, ένα γυμνό παιδάκι που έπαιζε μέσα στις λάσπες με ένα μπαλάκι του τένις και ντόπιους που έπαθαν πλάκα με τις φωτογραφίες που του έβγαλε με την polaroid ο Κώστας. Περιμέναμε λίγο μέχρι να έρθουν και οι υπόλοιποι τρέκερς, για να διαπιστώσουμε πως συνολικά θα ήμασταν 8 νοματαίοι.
Πλέον μας έβαλαν σε τζιπ και λίγα λεπτά αργότερα φτάσαμε στη “γέφυρα από μπαμπού” που ήταν και το σημείο εκκίνησης. Για κακή μας τύχη, είχε βρέξει και γλιστρούσε απίστευτα, ήταν δύσκολο να κάνεις πάνω από 4-5 βήματα χωρίς να γλιστρήσεις, αλλά τουλάχιστον είχε σταματήσει η ψιχάλα. Λίγο κράτησε η χαρά μας... Τέλος πάντων, μετά από λίγο περπάτημα φτάσαμε στο επόμενο χωριό, όπου μας ανακοίνωσαν... ότι εκεί ήταν αφετηρία! Μας έδωσαν σωσίβια-γιλέκα και αφήσαμε τις τσάντες μας. Με βαριά καρδιά άφησα και την κάμερά μου και το κινητό, μου έφτανε μια απώλεια ήδη στο Wallis & Futuna. O καλός καπετάνιος όμως Κρεκούζας είχε φυσικά το απαραίτητο αδιάβροχο γκατζετάκι, κινητό, gopro δεν ξέρω και γω τι, για τον Κρεκούζα μιλάμε, 15 κιλά σάκο με 8 κιλά γκάτζετ, 6 κιλά σοκολάτες και tim tam και 1 κιλό ρούχα, δεν υπάρχει ο τύπος.
Έβαλα τρεις μπάρες δημητριακών στην τσέπη μου και φύγαμε, εφησυχασμένος ότι θα έβγαζε φωτογραφίες ο Κρεκούζας, αν και τρομερές ελπίδες ότι θα δούμε κάτι το ανεπανάληπτο δεν είχα.
Αρχίσαμε να ανεβαίνουμε πλαγιές, να κατεβαίνουμε, να σκαρφαλώνουμε βράχια, να πέφτουμε σε λάσπες, να διασχίζουμε ποτάμια και φυσικά έκανε την παρουσία του κι ο Μέρφι κι έριξε μια απίστευτη καταποντή, η οποία ως διοπτροφόρο (κοινώς “γυαλάκια”) με δυσκόλεψε περισσότερο, αφού δεν έβλεπα και πολλά. Έπεφτα συνέχεια κι είχα μείνει τελευταίος, αν κι αυτό είχε και τα θετικά του αφού είχα κάποια δευτερόλεπτα παραπάνω και το πεδίο να θαυμάσω το μεγαλείο της φύσης γύρω μου.Η φύση οργίαζε, τα χρώματα και η βλάστηση ήταν φοβερή, αλλά το τρεκ ήταν εξαιρετικά δύσκολο με τη λάσπη και τις πέτρες να εναλλάσσονται και τα παπούτσια να ζυγίζουν κιλά λόγω της ποσότητας νερού. Καλά εκείνη που μου είχε πει να πάμε με τις σαγιονάρες ήταν για κρέμασμα στην κεντρική πλατεία του Luganville... αν υπάρχει τέτοια πλατεία.
Μπροστά μου ο 67χρονος Τζεφ έπεσε πολύ άσχημα, αλλά σηκώθηκε κανονικότατα, σκληρό καρύδι ο τύπος. Σε κάποια φάση το παπούτσι μου μπήκε όλο μέσα στη λάσπη κι όταν προσπάθησα να βγάλω το πόδι μου έχασα το παπούτσι, αλλά τελικά το βρήκα λίγο πιο κάτω. Μετά από δύο ώρες ηρωικής ταλαιπωρίας φτάσαμε και το Millenium Cave, στο εσωτερικό του οποίου τουλάχιστον δεν έβρεχε.Μας έδωσαν από έναν ντόπιο οδηγό στο σπήλαιο, που φορούσαν φωτάκια στο μέτωπο και θα μας βοηθούσαν ώστε να μη σκοτωθούμε. Ειλικρινά αν κάποιος πάθαινε μια ρήξη συνδέσμων στον αστράγαλο δεν ξέρω πώς θα μας έβγαζαν έξω αυτοί οι άνθρωποι, για την έξοδο έπρεπε κανείς να σκαρφαλώσει κοτρόνες και μετά να περπατήσει στην πιο γλιστερή λάσπη που έχω δει ποτέ μου. Ο δικός μου οδηγός λεγόταν Τσάρλι κι ήταν απίθανος: υπομονετικός, ήξερε κυριολεκτικά κάθε πέτρα και στο πρόσωπό του δεν είδε τίποτε άλλο παρά καλοσύνη κι ένα μόνιμο χαμόγελο. Λόγω της βροχής, το ρυάκι στη σπηλιά είχε μετατραπεί σε ποτάμι, αλλά οι τύποι ήξεραν σε κάθε βήμα να σου πουν “εδώ είναι πιο βαθύ, βάλε το πόδι σου εκεί, έχει μια επίπεδη πέτρα, πρόσεχε, έχει χαλίκια μετά την πέτρα” κλπ. Περιηγηθήκαμε μισή ώρα στο τεράστιο σπήλαιο μέσα στο ημίφως με νυχτερίδες, πτώσεις, στραμπουλήγματα, τριζόνια, αλλά η έξοδος ήταν μεγάλο κλου, φοβερό τοπίο.
Στην έξοδο του σπηλαίου είχε σταματήσει η πολλή βροχή κι αποφασίστηκε πως θα κάναμε στάση για κολατσιό. Μόνο που σχεδόν κανείς δεν είχε φέρει, οπότε οι ηρωικοί οδηγοί μοιράστηκαν τα σάντουίτς τους με τους τρέκερς, ενώ εγώ θυμήθηκα ότι είχαν απομείνει δύο ηρωικές μπάρες στην τσέπη της βερμούδας μου. Μια χαρά τρώγονταν, παρότι είχαν γίνει μούσκεμα.
“Και τώρα το canyoning!” ανέκραξε όλο ενθουσιασμό ο Τσάρλι. Βόγκηξα, μην ξέροντας τι να περιμένω. Ε, ήταν απίστευτο, από τα πιο όμορφα τοπία που έχω δει στη ζωή μου: το ποτάμι κατέληγε σε ένα στενό φαράγγι, από πάνω μας ατέλειωτες φυλλωσιές, γύρω πέτρινοι τοίχοι και στη μέση ένα ποτάμι με πέτρες τις οποίες έπρεπε να σκαρφαλώνουμε και να ξαναπέφτουμε στο ποτάμι μέχρι τις επόμενες κοτρόν, όλα αυτά εν μέσω φοβερής τροπικής βλάστησης. Σε κάποιο σημείο οι πολλές πέτρες τελείωσαν και μας είπαν... να αφεθούμε στο ποτάμι. Ξάπλωνες δηλαδή, επέπλεες λόγω γιλέκου-σωσιβίου και...το ρεύμα σε έπαιρνε ενώ απολάμβανες το θέαμα της βλάστησης από πάνω, με τη βροχή να έχει σταματήσει πια και τον ήλιο να ξεπροβάλλει από τις φυλλωσιές. Δύσκολο να το περιγράψω, αλλά ο @Krekouzas έχει βιντεάκια. Σα να μην έφταναν τα καταπράσινα τοιχία, ανά λίγα μέτρα είχε και φοβερούς φυσικούς καταρράκτες. Σκεφτόμουν ότι αν όλη αυτή η περιπέτεια με την απίστευτη φύση βρισκόταν σε καμία Νέα Ζηλανδία, θα ήταν παγκοσμίως γνωστός προορισμός, με τρελό μάρκετινγκ και influencers ανά τον κόσμο, τσάρτερ Κινέζων και survivor να γυρίζονται. Αντίθετα, όλο αυτό το απολαμβάναμε μόνοι μας, επιπλέοντας λίγα μέτρα μακριά από τον κόσμο. Εκπληκτικό Βανουάτου, εκπληκτικό.
Μετά από τα ατελείωτα ρεύματα ήρθε η ώρα της ατελείωτης ανάβασης με ξύλινες σκάλες, κοτρώνες, σκοινιά, ειλικρινά ήθελα να ξέρω πώς θα τα έβγαζαν πέρα τα γυναικόπαιδα ή κάποιος με σαγιονάρες σε μέρα με τόση βροχή και λάσπη. Η φύση και πάλι οργίαζε, μέχρι που πήραμε το λασπωμένο και γλιστερό μονοπάτι της επιστροφής για τα ντάτσουν. Ανεβήκαμε στην καρότσα ξεθεωμένοι αλλά τόσο ικανοποιημένοι και δεν ήμασταν και οι μόνοι. Συγκινημένος ο Τζεφ μου είπε πως είναι πολύ περήφανος που τα κατάφερε και πως “νομίζω πως είναι το τελευταίο τρεκ που θα κάνω στη ζωή μου, αλλά και το καλύτερο”.
Τα τραντάγματα μιάμισης ώρας στην καρότσα μας διέλυσαν. Ακόμη και κει όμως, πέρα από τη φύση, διακρίναμε έναν εγκαταλελειμμένο αεροδιάδρομο, προφανώς κατάλοιπο του Δευτέρου Παγκοσμίου, στο μοναδικό κομμάτι με υπολείμματα ασφάλτου.
Επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο διαλυμένοι, γδαρμένοι, πιασμένοι, μουσκεμένοι αλλά και απόλυτα ευτυχισμένοι για όλο αυτό που ζήσαμε, από τα καλύτερα τρεκ όλων των εποχών. Προσωπικά το βάζω εύκολα στο τοπ-10 (καλή ιδέα κι ένα ποστ για τα καλύτερα τρεκ που έχουμε κάνει ποτέ). Κάναμε ντους, δώσαμε τα εντελώς λασπωμένα ρούχα και παπούτσια μας για πλύσιμο και πήγαμε για δείπνο στο εστιατόριο του Beachfront, που μας φάνηκε ελαφρώς υποτιμημένο, αλλά δεν είχαμε κουράγιο να βγούμε από το κατάλυμα και η θέα της ήσυχης θάλασσας ήταν ό,τι έπρεπε για να κλείσει η ημέρα.
Δυστυχώς φωτογραφίες από την όλη περιπέτεια δε διαθέτω, έχει όμως ο @Krekouzas, τον οποίο και περικαλώ να εμφανισθεί.
Η αλήθεια είναι ότι πηγαίναμε χαλαροί, έστω και αγουροξυπνημένοι (εγώ κοιμόμουν 3 ώρες λόγω πλέι οφ και διαφοράς ώρας).
Και το χωριό απ' όπου ξεκίνησε η περιπέτεια.
Το βανάκι της τουριστικής εταιρείας ήρθε στην ώρα του. Απορήσαμε που έφεραν ένα ολόκληρο βαν για μας, αφού δεν κάναμε στάση σε κάποιο άλλο κατάλυμα. Μετά από 20 λεπτά όμως μας μεταφόρτωσαν σε ένα ντάτσουν με άλλο ένα ζευγάρι, ο τύπος Αυστραλός και η γυναίκα του Αμερικανοαυστριακή, τα είχαν τα χρονάκια τους. Η διαδρομή που κάναμε στην καρότσα ήταν φοβερά άβολη, αλλά είμαστε συνηθισμένοι σε αυτά. Φτάσαμε σε κάποιο είδους καμπ με σκηνές όπου μας έκαναν μια πρώτη ενημέρωση για το τρεκ.
Σύμφωνα με την κοπελίτσα λοιπόν, το καθαρό περπάτημα στη ζούγκλα θα είχε διάρκεια μιάμισης ώρας, μετά θα είχε αναγκαστικά κολύμπι (με σωσίβιο, αλλιώς ο Κρεκούζας δε θα είχε έρθει στην εκδρομή αφού δεν ξέρει να κολυμπάει ο άνθρωπος) και canyoning, μετά ξανά-μανά τρεκ και μετά σπηλιές. Η αλήθεια είναι πως, αφού είχα διαβάσει οως η εκδρομή συστήνεται και για γυναίκες και για παιδιά, δεν ανέμενα κάποιο σοβαρό βαθμό δυσκολίας. Η πρόγνωση καιρού έλεγε πως ίσως έβρεχε, αλλά δε με απασχόλησε και πολύ ενώ καθησυχαστική ήταν και η παραίνεση να πάρουμε μαζί μας τις σαγιονάρες μας και τις φωτογραφικές μας μηχανές, αφού “αν τις έχετε ψηλά στα χέρια σας δε θα έχετε θέμα”. Υπογράψαμε και το σχετικό disclaimer, σύμφωνα με το οποίο δε θα επιρρίπταμε ευθύνη στην εταιρεία τρεκ για πιθανά ατυχήματα, και φύγαμε.
Ακολούθησε νέα διαδρομή στην καρότσα του ντάτσουν για 70 λεπτά αυτή τη φορά, που μου έσπασε τη μέση και γενικά είμαι συνηθισμένος σε τέτοιου είδους ιστορίες, σίγουρα επρόκειτο για μια από τις τοπ-10 χειρότερες διαδρομές off road διαδρομές των δέκα τελευταίων ετών. Φτάσαμε σε ένα απίστευτα ξεχασμένο χωριό με καλύβες, ένα γυμνό παιδάκι που έπαιζε μέσα στις λάσπες με ένα μπαλάκι του τένις και ντόπιους που έπαθαν πλάκα με τις φωτογραφίες που του έβγαλε με την polaroid ο Κώστας. Περιμέναμε λίγο μέχρι να έρθουν και οι υπόλοιποι τρέκερς, για να διαπιστώσουμε πως συνολικά θα ήμασταν 8 νοματαίοι.
Πλέον μας έβαλαν σε τζιπ και λίγα λεπτά αργότερα φτάσαμε στη “γέφυρα από μπαμπού” που ήταν και το σημείο εκκίνησης. Για κακή μας τύχη, είχε βρέξει και γλιστρούσε απίστευτα, ήταν δύσκολο να κάνεις πάνω από 4-5 βήματα χωρίς να γλιστρήσεις, αλλά τουλάχιστον είχε σταματήσει η ψιχάλα. Λίγο κράτησε η χαρά μας... Τέλος πάντων, μετά από λίγο περπάτημα φτάσαμε στο επόμενο χωριό, όπου μας ανακοίνωσαν... ότι εκεί ήταν αφετηρία! Μας έδωσαν σωσίβια-γιλέκα και αφήσαμε τις τσάντες μας. Με βαριά καρδιά άφησα και την κάμερά μου και το κινητό, μου έφτανε μια απώλεια ήδη στο Wallis & Futuna. O καλός καπετάνιος όμως Κρεκούζας είχε φυσικά το απαραίτητο αδιάβροχο γκατζετάκι, κινητό, gopro δεν ξέρω και γω τι, για τον Κρεκούζα μιλάμε, 15 κιλά σάκο με 8 κιλά γκάτζετ, 6 κιλά σοκολάτες και tim tam και 1 κιλό ρούχα, δεν υπάρχει ο τύπος.
Έβαλα τρεις μπάρες δημητριακών στην τσέπη μου και φύγαμε, εφησυχασμένος ότι θα έβγαζε φωτογραφίες ο Κρεκούζας, αν και τρομερές ελπίδες ότι θα δούμε κάτι το ανεπανάληπτο δεν είχα.
Αρχίσαμε να ανεβαίνουμε πλαγιές, να κατεβαίνουμε, να σκαρφαλώνουμε βράχια, να πέφτουμε σε λάσπες, να διασχίζουμε ποτάμια και φυσικά έκανε την παρουσία του κι ο Μέρφι κι έριξε μια απίστευτη καταποντή, η οποία ως διοπτροφόρο (κοινώς “γυαλάκια”) με δυσκόλεψε περισσότερο, αφού δεν έβλεπα και πολλά. Έπεφτα συνέχεια κι είχα μείνει τελευταίος, αν κι αυτό είχε και τα θετικά του αφού είχα κάποια δευτερόλεπτα παραπάνω και το πεδίο να θαυμάσω το μεγαλείο της φύσης γύρω μου.Η φύση οργίαζε, τα χρώματα και η βλάστηση ήταν φοβερή, αλλά το τρεκ ήταν εξαιρετικά δύσκολο με τη λάσπη και τις πέτρες να εναλλάσσονται και τα παπούτσια να ζυγίζουν κιλά λόγω της ποσότητας νερού. Καλά εκείνη που μου είχε πει να πάμε με τις σαγιονάρες ήταν για κρέμασμα στην κεντρική πλατεία του Luganville... αν υπάρχει τέτοια πλατεία.
Μπροστά μου ο 67χρονος Τζεφ έπεσε πολύ άσχημα, αλλά σηκώθηκε κανονικότατα, σκληρό καρύδι ο τύπος. Σε κάποια φάση το παπούτσι μου μπήκε όλο μέσα στη λάσπη κι όταν προσπάθησα να βγάλω το πόδι μου έχασα το παπούτσι, αλλά τελικά το βρήκα λίγο πιο κάτω. Μετά από δύο ώρες ηρωικής ταλαιπωρίας φτάσαμε και το Millenium Cave, στο εσωτερικό του οποίου τουλάχιστον δεν έβρεχε.Μας έδωσαν από έναν ντόπιο οδηγό στο σπήλαιο, που φορούσαν φωτάκια στο μέτωπο και θα μας βοηθούσαν ώστε να μη σκοτωθούμε. Ειλικρινά αν κάποιος πάθαινε μια ρήξη συνδέσμων στον αστράγαλο δεν ξέρω πώς θα μας έβγαζαν έξω αυτοί οι άνθρωποι, για την έξοδο έπρεπε κανείς να σκαρφαλώσει κοτρόνες και μετά να περπατήσει στην πιο γλιστερή λάσπη που έχω δει ποτέ μου. Ο δικός μου οδηγός λεγόταν Τσάρλι κι ήταν απίθανος: υπομονετικός, ήξερε κυριολεκτικά κάθε πέτρα και στο πρόσωπό του δεν είδε τίποτε άλλο παρά καλοσύνη κι ένα μόνιμο χαμόγελο. Λόγω της βροχής, το ρυάκι στη σπηλιά είχε μετατραπεί σε ποτάμι, αλλά οι τύποι ήξεραν σε κάθε βήμα να σου πουν “εδώ είναι πιο βαθύ, βάλε το πόδι σου εκεί, έχει μια επίπεδη πέτρα, πρόσεχε, έχει χαλίκια μετά την πέτρα” κλπ. Περιηγηθήκαμε μισή ώρα στο τεράστιο σπήλαιο μέσα στο ημίφως με νυχτερίδες, πτώσεις, στραμπουλήγματα, τριζόνια, αλλά η έξοδος ήταν μεγάλο κλου, φοβερό τοπίο.
Στην έξοδο του σπηλαίου είχε σταματήσει η πολλή βροχή κι αποφασίστηκε πως θα κάναμε στάση για κολατσιό. Μόνο που σχεδόν κανείς δεν είχε φέρει, οπότε οι ηρωικοί οδηγοί μοιράστηκαν τα σάντουίτς τους με τους τρέκερς, ενώ εγώ θυμήθηκα ότι είχαν απομείνει δύο ηρωικές μπάρες στην τσέπη της βερμούδας μου. Μια χαρά τρώγονταν, παρότι είχαν γίνει μούσκεμα.
“Και τώρα το canyoning!” ανέκραξε όλο ενθουσιασμό ο Τσάρλι. Βόγκηξα, μην ξέροντας τι να περιμένω. Ε, ήταν απίστευτο, από τα πιο όμορφα τοπία που έχω δει στη ζωή μου: το ποτάμι κατέληγε σε ένα στενό φαράγγι, από πάνω μας ατέλειωτες φυλλωσιές, γύρω πέτρινοι τοίχοι και στη μέση ένα ποτάμι με πέτρες τις οποίες έπρεπε να σκαρφαλώνουμε και να ξαναπέφτουμε στο ποτάμι μέχρι τις επόμενες κοτρόν, όλα αυτά εν μέσω φοβερής τροπικής βλάστησης. Σε κάποιο σημείο οι πολλές πέτρες τελείωσαν και μας είπαν... να αφεθούμε στο ποτάμι. Ξάπλωνες δηλαδή, επέπλεες λόγω γιλέκου-σωσιβίου και...το ρεύμα σε έπαιρνε ενώ απολάμβανες το θέαμα της βλάστησης από πάνω, με τη βροχή να έχει σταματήσει πια και τον ήλιο να ξεπροβάλλει από τις φυλλωσιές. Δύσκολο να το περιγράψω, αλλά ο @Krekouzas έχει βιντεάκια. Σα να μην έφταναν τα καταπράσινα τοιχία, ανά λίγα μέτρα είχε και φοβερούς φυσικούς καταρράκτες. Σκεφτόμουν ότι αν όλη αυτή η περιπέτεια με την απίστευτη φύση βρισκόταν σε καμία Νέα Ζηλανδία, θα ήταν παγκοσμίως γνωστός προορισμός, με τρελό μάρκετινγκ και influencers ανά τον κόσμο, τσάρτερ Κινέζων και survivor να γυρίζονται. Αντίθετα, όλο αυτό το απολαμβάναμε μόνοι μας, επιπλέοντας λίγα μέτρα μακριά από τον κόσμο. Εκπληκτικό Βανουάτου, εκπληκτικό.
Μετά από τα ατελείωτα ρεύματα ήρθε η ώρα της ατελείωτης ανάβασης με ξύλινες σκάλες, κοτρώνες, σκοινιά, ειλικρινά ήθελα να ξέρω πώς θα τα έβγαζαν πέρα τα γυναικόπαιδα ή κάποιος με σαγιονάρες σε μέρα με τόση βροχή και λάσπη. Η φύση και πάλι οργίαζε, μέχρι που πήραμε το λασπωμένο και γλιστερό μονοπάτι της επιστροφής για τα ντάτσουν. Ανεβήκαμε στην καρότσα ξεθεωμένοι αλλά τόσο ικανοποιημένοι και δεν ήμασταν και οι μόνοι. Συγκινημένος ο Τζεφ μου είπε πως είναι πολύ περήφανος που τα κατάφερε και πως “νομίζω πως είναι το τελευταίο τρεκ που θα κάνω στη ζωή μου, αλλά και το καλύτερο”.
Τα τραντάγματα μιάμισης ώρας στην καρότσα μας διέλυσαν. Ακόμη και κει όμως, πέρα από τη φύση, διακρίναμε έναν εγκαταλελειμμένο αεροδιάδρομο, προφανώς κατάλοιπο του Δευτέρου Παγκοσμίου, στο μοναδικό κομμάτι με υπολείμματα ασφάλτου.
Επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο διαλυμένοι, γδαρμένοι, πιασμένοι, μουσκεμένοι αλλά και απόλυτα ευτυχισμένοι για όλο αυτό που ζήσαμε, από τα καλύτερα τρεκ όλων των εποχών. Προσωπικά το βάζω εύκολα στο τοπ-10 (καλή ιδέα κι ένα ποστ για τα καλύτερα τρεκ που έχουμε κάνει ποτέ). Κάναμε ντους, δώσαμε τα εντελώς λασπωμένα ρούχα και παπούτσια μας για πλύσιμο και πήγαμε για δείπνο στο εστιατόριο του Beachfront, που μας φάνηκε ελαφρώς υποτιμημένο, αλλά δεν είχαμε κουράγιο να βγούμε από το κατάλυμα και η θέα της ήσυχης θάλασσας ήταν ό,τι έπρεπε για να κλείσει η ημέρα.
Δυστυχώς φωτογραφίες από την όλη περιπέτεια δε διαθέτω, έχει όμως ο @Krekouzas, τον οποίο και περικαλώ να εμφανισθεί.
Η αλήθεια είναι ότι πηγαίναμε χαλαροί, έστω και αγουροξυπνημένοι (εγώ κοιμόμουν 3 ώρες λόγω πλέι οφ και διαφοράς ώρας).
Και το χωριό απ' όπου ξεκίνησε η περιπέτεια.
Attachments
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
-
42 bytes Προβολές: 0
Last edited by a moderator: