delmem2233
Member
- Μηνύματα
- 392
- Likes
- 4.199
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Κεφάλαιο 2
- Κεφάλαιο 3
- Κεφάλαιο 4
- Κεφάλαιο 5
- Κεφάλαιο 6
- Κεφάλαιο 7
- Κεφάλαιο 8
- Κεφάλαιο 9
- Κεφάλαιο 10
- Κεφάλαιο 11
- Κεφάλαιο 12
- Κεφάλαιο 13
- Κεφάλαιο 14
- Κεφάλαιο 15
- Κεφάλαιο 16
- Κεφάλαιο 17
- Κεφάλαιο 18
- Κεφάλαιο 19
- Κεφάλαιο 20
- Κεφάλαιο 21
- Κεφάλαιο 22
- Κεφάλαιο 23
- Κεφάλαιο 24
- Κεφάλαιο 25
- Κεφάλαιο 26
- Κεφάλαιο 27
- Κεφάλαιο 28
- Κεφάλαιο 29
- Κεφάλαιο 30
- Κεφάλαιο 31
- Κεφάλαιο 32
- Κεφάλαιο 33
- Κεφάλαιο 34
- Κεφάλαιο 35
- Κεφάλαιο 36
Αισίως, ημέρα 88η στη Μαλαισία, παραμονές πτήσης για Ταϊβάν. Ένας απολογισμός αυτών των τριών μηνών, φαντάζει ενδεδειγμένος. Κι επειδή δε θέλω να... μαγαρίσω μία τέτοια “ευοίωνη” μέρα (το “88” μοιάζει με το κινέζικο εικονόγραμμα της “διπλής ευτυχίας”, με λίγη φαντασία βλέπεις δύο χαμογελαστούς ανθρώπους με τα χέρια απλωμένα στα πλάγια, σαν να θέλουν να σε αγκαλιάσουν. Θα πήγαινα στοίχημα ότι οι πολύ-πολύ περισσότεροι εδώ, αν όχι όλοι, ξέρετε ότι μόνο τυχαία δε διάλεξαν οι Κινέζοι σαν ώρα και ημερομηνία έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων “τους” τις οκτώ και οκτώ λεπτά, 8 Αυγούστου -ογδόου- του 2008), θα μείνω στα θετικά, σε εκείνα που “κάνοντας ταμείο”, με κάνουν να αισθάνομαι ότι καλά έκανα και επέστρεψα εδώ τον Μάρτιο, με σκοπό να μείνω μέχρι -τουλάχιστον- τον Δεκέμβριο...
Προειδοποίηση: λόγω του... απολογιστικού χαρακτήρα της σημερινής ανάρτησης, είμαι βέβαιος ότι θα ξεφύγω από τα... χωροταξικά περιθώρια που μου έχω αυτοεπιβάλλει.
Χωρίς να ακολουθώ κάποια αυστηρή σειρά, εκείνο που μόλις μου πέρασε από το μυαλό, προφανώς επειδή η γειτόνισσα μαγειρεύει, είναι το πόσο λατρεύω το φαγητό εδώ. Αν διάβαζε αυτές τις γραμμές κάποιος που με γνωρίζει καλά, θα αναρωτιόταν αν είμαι πράγματι εγώ εκείνος που γράφει αυτές τις αράδες. Γιατί; Επειδή ένα απολαυστικό πιάτο ποτέ δεν ήταν στο top των προτεραιοτήτων/ενδιαφερόντων μου. Κατά κανόνα, τρώω αν κι όταν πεινάσω, ό,τι και όσο μου είναι αρκετό για να μου κορέσει την πείνα. Προφανώς απολαμβάνω κάποια φαγητά περισσότερο από άλλα, προφανώς όταν ταξιδεύω το θεωρώ ευκαιρία και... καλοδεχούμενη ταξιδιωτική “υποχρέωση” να δοκιμάζω ντόπιες λιχουδιές, όμως δεν είμαι τύπος που ξυπνάει το πρωί και σκέφτεται τι θα φάει το μεσημέρι, και τι θα τσιμπήσει το βράδυ. Στη Μαλαισία όμως, είμαι τέτοιος τύπος. Η ποικιλία (η οποία δεν επιδέχεται αμφισβήτηση) και η ποιότητα (κατ' εμέ. Αυτό, ναι, σηκώνει αμφισβήτηση, μια και πρόκειται για κάτι εντελώς υποκειμενικό) του φαγητού εδώ, είναι πραγματικά “περίπτωση”. Κι όσο... απλοϊκό και αφελές ίσως κι αν φαντάζει σε κάποιους, το παράπλευρο μπόνους τού αν είσαι σε μία χώρα στην οποία ΛΑΤΡΕΥΕΙΣ το φαγητό της, είναι ότι μπορείς να αρχίσεις ένα γεύμα με σκοτούρες στο μυαλό, και 10-15 λεπτά αργότερα, με το στομάχι γεμάτο και το στόμα σου να έχει μόλις φιλοξενήσει όργιο γεύσεων, να σηκωθείς από το τραπέζι με τις προ δεκαλέπτου... “σκοτουράρες”, να φαντάζουν πλέον “σκοτουρίτσες”...
Στη Μαλαισία αισθάνομαι ότι... “δεν κουράζεται το μάτι”. Εξηγούμαι: περπατάς σε έναν τυχαίο δρόμο, και μέσα σε δύο λεπτά θα δεις ελαφρώς σκουρόχρωμους Malays, ανοιχτόχρωμους “Κινέζους” (τα εισαγωγικά συνήθως τα παραλείπω, το σωστό όμως είναι “Μαλαισιανοί κινεζικής καταγωγής”, όχι “Κινέζοι”), σχεδόν μαύρους “Ινδούς” (μια και οι περισσότεροι κατάγονται από τη νοτιοανατολική Ινδία, το Tamil Nadu), ο καθένας με το... στιλάκι του (στο ντύσιμο και στη συμπεριφορά), ο καθένας με τη γλώσσα του. Κι αν είσαι στο κέντρο της Κουάλα Λούμπουρ, είναι βέβαιο ότι πάνω στο τρίλεπτο θα έχεις δει και “Δυτικούς”, αλλά και λογιών-λογιών Άραβες, από Λιβανέζους μέχρι Σαουδάραβες. Κοιτάς δεξιά και βλέπεις ένα παλιό κινέζικο μαγαζί-κατοικία, από αυτά που στο ισόγειο λειτουργεί κατάστημα, συχνά φαγάδικο, και πίσω/πάνω είναι τα δωμάτια των μελών της οικογένειας. Κοιτάς αριστερά και βλέπεις έναν “πιο πολύχρωμο, ούτε το ουράνιο τόξο” ινδουιστικό ναό. Κοιτάς ευθεία και βλέπεις ένα ξύλινο σπίτι πάνω σε στύλους, σπίτια που αποτελούν σήμα κατατεθέν των “kampung”, των “χωριών” των Malays, τα βρίσκεις όμως ακόμα και σε απόσταση αναπνοής από το κέντρο της Κουάλα Λούμπουρ. Κοιτάς δε ψηλά, και βλέπεις έναν εντυπωσιακό ουρανοξύστη. Και δίπλα του έναν άλλο. Κι άλλον, κι άλλον, κι άλλον... Δε “βαριέται” το μάτι στη Μαλαισία. Άποψή μου.
Λατρεύω το πόσο “affordable” είναι. Αν δεν είσαι πολύ-πολύ επιλεκτικός στο πού τρως, αν είσαι εντάξει με το να φας εκεί που τρώνε και οι περισσότεροι Μαλαισιανοί, μπορείς άνετα να χαρείς τρία γεύματα την ημέρα “έξω”, χωρίς να δώσεις πάνω από πέντε ευρώ. Εννοώ πέντε ευρώ ΚΑΙ για τα τρία γεύματα (ένα για πρωινό, από δύο για μεσημεριανό και βραδινό), όχι ΑΠΟ ΠΕΝΤΕ για κάθε ένα. Οι μετακινήσεις κοστίζουν ελάχιστα, πολλά -σημαντικά, για μένα- μικροπράγματα (από αυτά που με κάνουν να αισθάνομαι όμορφα) επίσης κοστίζουν ελάχιστα (το να πας σε μία πισίνα και να περάσεις ένα δίωρο μέσα στο νερό, να πας να παίξεις ποδόσφαιρο ή... μπάντμιντον
, να πας ένα σινεμά με το ζευγάρι σου, να μπεις στο αμάξι και να κάνεις μία εκδρομή χωρίς να σε “πονάει” το κόστος της βενζίνης). Ακόμη και τα νοίκια είναι πολύ προσιτά, αν βάλεις λίγο νερό στο κρασί σου και συμβιβαστείς με “δευτεροκλασάτη” γειτονιά. Μεγάλη υπόθεση το να μη μετράς μέχρι και το τελευταίο κέρμα στην τσέπη σου...
Μου αρέσει, με εξιτάρει, το ότι πρόκειται για “εξωτική” χώρα. Εκατό μέτρα από το σπίτι μας, πάνω σε δέντρα, ζουν πίθηκοι(!). Δάσος ακριβώς βόρεια και ανατολικά από εκεί που ζούμε, είναι γεμάτο από... τεράστιες σαύρες που αν δεν είναι στενοί συγγενείς του Δράκου του Κομόντο, τότε είναι απλά μακρινοί συγγενείς του. Όταν βρέχει, ΒΡΕΧΕΙ (σε ενάμιση μήνα στην Κουάλα Λούμπουρ, σε ενάμιση μήνα εν μέσω της υποτίθεται λιγότερο βροχερής περιόδου του χρόνου, βρέχει όσο βρέχει ΟΛΟ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ στη Θεσσαλονίκη, και φανταστείτε τη βροχή να είναι σχετικά σύντομη, το απόγευμα, βαρβάτη-βαρβάτη, όχι πολύωρο χαλαρό ψιλόβροχο). Ομολογώ ότι αρκετές φορές με έχω πιάσει απλά να στέκομαι κάπου (στεγνά, προστατευμένος) και να χαζεύω τον... κατακλυσμό. Πολλές φορές έχει συμβεί να είναι τόσο έντονη η βροχή που με το ζόρι να μπορώ να δω μέχρι την απέναντι πλευρά του δρόμου!
Πέφτω στα γόνατα και ευχαριστώ τη Μαλαισία για το πόσο βολική είναι στο να στήσεις το... αρχηγείο σου εδώ, και να “καλύψεις” ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Ασία, την Άπω Ανατολή, ακόμα και την Ινδία και την Αυστραλία, “πατώντας” στη γεωγραφική θέση της, στο πόσο prime air hub είναι η Κουάλα Λούμπουρ, και, θέλοντας και μη, στην “I love to hate you” Air Asia, η οποία παρά τα μύρια όσα στραβά της, κάνει πράξη αυτό που λέει το βασικό μότο της, “now everyone can fly”. Με τα δικά μου οικονομικά δεδομένα, αν δεν ήταν η Air Asia, δε θα είχα πάει στην Κίνα, στο Βιετνάμ, δε θα είχα πάει δεύτερη φορά στην Ινδονησία, δε θα πετούσα αύριο για Ταϊβάν και τέλη Ιουνίου για Φιλιππίνες, ούτε θα σχεδίαζα ταξίδι στην Κορέα και στην Ιαπωνία (μεταξύ άλλων). Η -εκνευριστική- αλήθεια, να γράφεται...
Εν τέλει, με... λυτρώνει το ότι ζώντας εδώ, μου επιτρέπει να μην είμαι στην Ελλάδα. Το γράφω με στενοχώρια, κι όχι με “είμαι ελεύθερος σαν τον άνεμο, είμαι πολίτης του κόσμου και το κραυγάζω” διάθεση. Πολλές φορές με έχω πιάσει να σκέφτομαι ότι θα ήθελα να ήμουν... “φυσιολογικός”, να ζούσα ακόμα στη Θεσσαλονίκη, να είχα την ευχάριστη και αξιοπρεπώς αμειβόμενη δουλειά μου, να νοικιάζω το στουντιάκι μου, να έχω το αμαξάκι μου, να πηγαίνω για χάζι και για ψώνια στο Cosmos στα ρεπό μου, να έχω τους γνωστούς μου, φυσικά τους καημένους τους γονείς μου, ίσως και μία σχέση, να αρκούμαι με ένα-δύο σύντομα ταξιδάκια τον χρόνο, και να είμαι “καλά με τον εαυτό μου” ζώντας έτσι. Δυστυχώς, μόνο ένα μικρό μέρος της ενήλικης ζωής μου το πέρασα νιώθοντας ικανοποίηση για το ότι η ζωή μου ήταν έτσι στη Θεσσαλονίκη. Ειδικά από το 2003 και μετά, δε με χωρούσε ο τόπος. Τη Θεσσαλονίκη και γενικά την Ελλάδα την αγαπάω, ποτέ δεν τις θεώρησα... υπεύθυνες για την κακή “σχέση μας”, ποτέ δεν είπα ότι “η Θεσσαλονίκη είναι το πρόβλημα”, πάντα έλεγα ότι το “εγώ, ο Δημήτρης, στη Θεσσαλονίκη, αυτό είναι το πρόβλημα”, και δυστυχώς δεν μπορώ να φανταστώ πώς μπορώ να αλλάξω μυαλά στο συγκεκριμένο ζήτημα. Τουλάχιστον τώρα έχω... κάνει την ειρήνη μου με το ότι δε μου είναι γραφτό να είμαι ευτυχισμένος ζώντας εκεί, κι αρκούμαι στα καλά της “από μακριά κι αγαπημένοι” σχέσης μου με τους γονείς μου και την πόλη-χώρα μου...
Σας ευχαριστώ όοοολους πάαααρα πολύ για την παρέα που μου κρατήσατε αυτούς τους τρεις μήνες. Έχοντας διαπρέψει σαν μέλος του travelstories τέσσερα χρόνια τώρα στο να... δίνω μια στην καρδάρα και να χύνω όλο το γάλα στα καλά καθούμενα, δεν αποκλείω το να μη συνεχίσω να γράφω από τη Μαλαισία μετά την επιστροφή μου από Ταϊβάν και Φιλιππίνες. Ούτως ή άλλως, με 22-23 κείμενα σε τρεις μήνες, για τα... αφερέγγυα δεδομένα μου, έχω ξεπεράσει τον εαυτό μου. Παρακαλώ όμως τα παιδιά που ασχολούνται με τα του σάιτ, να μην αποσύρουν την ιστορία από τις “σε εξέλιξη”. Αν τέλη Ιουλίου, όταν επιστρέψω στην ΚΛ, αισθανθώ ότι η ιστορία τα... έφαγε τα ψωμιά της, θα τους ενημερώσω για να τη... “στείλουν”.
Όσο για την Ταϊβάν και τις Φιλιππίνες, σκέφτομαι από το να αρχίσω ξεχωριστή ιστορία για κάθε χώρα, για να το κάνω πιο εύκολο στους μελλοντικούς επισκέπτες να βρουν στοιχεία για τη χώρα που τους ενδιαφέρει, μέχρι το να γράψω μόνο ένα “συνοπτικό” κείμενο για κάθε χώρα σε αυτήν εδώ την ιστορία (για να δικαιολογήσω και την ύπαρξη των λέξεων “Ταϊβάν” και “Φιλιππίνες” στον τίτλο). Όπως πάντα, ανάλογα με τα κέφια...
Ταξιδιάρικοι χαιρετισμοί από τη... γαστριμαργικός παράδεισος, diverse, affordable, εξωτική, ιδανική ταξιδιωτική βάση, και λυτρωτικά μακρινή από την Ελλάδα, Μαλαισία.
Προειδοποίηση: λόγω του... απολογιστικού χαρακτήρα της σημερινής ανάρτησης, είμαι βέβαιος ότι θα ξεφύγω από τα... χωροταξικά περιθώρια που μου έχω αυτοεπιβάλλει.
Χωρίς να ακολουθώ κάποια αυστηρή σειρά, εκείνο που μόλις μου πέρασε από το μυαλό, προφανώς επειδή η γειτόνισσα μαγειρεύει, είναι το πόσο λατρεύω το φαγητό εδώ. Αν διάβαζε αυτές τις γραμμές κάποιος που με γνωρίζει καλά, θα αναρωτιόταν αν είμαι πράγματι εγώ εκείνος που γράφει αυτές τις αράδες. Γιατί; Επειδή ένα απολαυστικό πιάτο ποτέ δεν ήταν στο top των προτεραιοτήτων/ενδιαφερόντων μου. Κατά κανόνα, τρώω αν κι όταν πεινάσω, ό,τι και όσο μου είναι αρκετό για να μου κορέσει την πείνα. Προφανώς απολαμβάνω κάποια φαγητά περισσότερο από άλλα, προφανώς όταν ταξιδεύω το θεωρώ ευκαιρία και... καλοδεχούμενη ταξιδιωτική “υποχρέωση” να δοκιμάζω ντόπιες λιχουδιές, όμως δεν είμαι τύπος που ξυπνάει το πρωί και σκέφτεται τι θα φάει το μεσημέρι, και τι θα τσιμπήσει το βράδυ. Στη Μαλαισία όμως, είμαι τέτοιος τύπος. Η ποικιλία (η οποία δεν επιδέχεται αμφισβήτηση) και η ποιότητα (κατ' εμέ. Αυτό, ναι, σηκώνει αμφισβήτηση, μια και πρόκειται για κάτι εντελώς υποκειμενικό) του φαγητού εδώ, είναι πραγματικά “περίπτωση”. Κι όσο... απλοϊκό και αφελές ίσως κι αν φαντάζει σε κάποιους, το παράπλευρο μπόνους τού αν είσαι σε μία χώρα στην οποία ΛΑΤΡΕΥΕΙΣ το φαγητό της, είναι ότι μπορείς να αρχίσεις ένα γεύμα με σκοτούρες στο μυαλό, και 10-15 λεπτά αργότερα, με το στομάχι γεμάτο και το στόμα σου να έχει μόλις φιλοξενήσει όργιο γεύσεων, να σηκωθείς από το τραπέζι με τις προ δεκαλέπτου... “σκοτουράρες”, να φαντάζουν πλέον “σκοτουρίτσες”...
Στη Μαλαισία αισθάνομαι ότι... “δεν κουράζεται το μάτι”. Εξηγούμαι: περπατάς σε έναν τυχαίο δρόμο, και μέσα σε δύο λεπτά θα δεις ελαφρώς σκουρόχρωμους Malays, ανοιχτόχρωμους “Κινέζους” (τα εισαγωγικά συνήθως τα παραλείπω, το σωστό όμως είναι “Μαλαισιανοί κινεζικής καταγωγής”, όχι “Κινέζοι”), σχεδόν μαύρους “Ινδούς” (μια και οι περισσότεροι κατάγονται από τη νοτιοανατολική Ινδία, το Tamil Nadu), ο καθένας με το... στιλάκι του (στο ντύσιμο και στη συμπεριφορά), ο καθένας με τη γλώσσα του. Κι αν είσαι στο κέντρο της Κουάλα Λούμπουρ, είναι βέβαιο ότι πάνω στο τρίλεπτο θα έχεις δει και “Δυτικούς”, αλλά και λογιών-λογιών Άραβες, από Λιβανέζους μέχρι Σαουδάραβες. Κοιτάς δεξιά και βλέπεις ένα παλιό κινέζικο μαγαζί-κατοικία, από αυτά που στο ισόγειο λειτουργεί κατάστημα, συχνά φαγάδικο, και πίσω/πάνω είναι τα δωμάτια των μελών της οικογένειας. Κοιτάς αριστερά και βλέπεις έναν “πιο πολύχρωμο, ούτε το ουράνιο τόξο” ινδουιστικό ναό. Κοιτάς ευθεία και βλέπεις ένα ξύλινο σπίτι πάνω σε στύλους, σπίτια που αποτελούν σήμα κατατεθέν των “kampung”, των “χωριών” των Malays, τα βρίσκεις όμως ακόμα και σε απόσταση αναπνοής από το κέντρο της Κουάλα Λούμπουρ. Κοιτάς δε ψηλά, και βλέπεις έναν εντυπωσιακό ουρανοξύστη. Και δίπλα του έναν άλλο. Κι άλλον, κι άλλον, κι άλλον... Δε “βαριέται” το μάτι στη Μαλαισία. Άποψή μου.
Λατρεύω το πόσο “affordable” είναι. Αν δεν είσαι πολύ-πολύ επιλεκτικός στο πού τρως, αν είσαι εντάξει με το να φας εκεί που τρώνε και οι περισσότεροι Μαλαισιανοί, μπορείς άνετα να χαρείς τρία γεύματα την ημέρα “έξω”, χωρίς να δώσεις πάνω από πέντε ευρώ. Εννοώ πέντε ευρώ ΚΑΙ για τα τρία γεύματα (ένα για πρωινό, από δύο για μεσημεριανό και βραδινό), όχι ΑΠΟ ΠΕΝΤΕ για κάθε ένα. Οι μετακινήσεις κοστίζουν ελάχιστα, πολλά -σημαντικά, για μένα- μικροπράγματα (από αυτά που με κάνουν να αισθάνομαι όμορφα) επίσης κοστίζουν ελάχιστα (το να πας σε μία πισίνα και να περάσεις ένα δίωρο μέσα στο νερό, να πας να παίξεις ποδόσφαιρο ή... μπάντμιντον
Μου αρέσει, με εξιτάρει, το ότι πρόκειται για “εξωτική” χώρα. Εκατό μέτρα από το σπίτι μας, πάνω σε δέντρα, ζουν πίθηκοι(!). Δάσος ακριβώς βόρεια και ανατολικά από εκεί που ζούμε, είναι γεμάτο από... τεράστιες σαύρες που αν δεν είναι στενοί συγγενείς του Δράκου του Κομόντο, τότε είναι απλά μακρινοί συγγενείς του. Όταν βρέχει, ΒΡΕΧΕΙ (σε ενάμιση μήνα στην Κουάλα Λούμπουρ, σε ενάμιση μήνα εν μέσω της υποτίθεται λιγότερο βροχερής περιόδου του χρόνου, βρέχει όσο βρέχει ΟΛΟ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ στη Θεσσαλονίκη, και φανταστείτε τη βροχή να είναι σχετικά σύντομη, το απόγευμα, βαρβάτη-βαρβάτη, όχι πολύωρο χαλαρό ψιλόβροχο). Ομολογώ ότι αρκετές φορές με έχω πιάσει απλά να στέκομαι κάπου (στεγνά, προστατευμένος) και να χαζεύω τον... κατακλυσμό. Πολλές φορές έχει συμβεί να είναι τόσο έντονη η βροχή που με το ζόρι να μπορώ να δω μέχρι την απέναντι πλευρά του δρόμου!
Πέφτω στα γόνατα και ευχαριστώ τη Μαλαισία για το πόσο βολική είναι στο να στήσεις το... αρχηγείο σου εδώ, και να “καλύψεις” ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Ασία, την Άπω Ανατολή, ακόμα και την Ινδία και την Αυστραλία, “πατώντας” στη γεωγραφική θέση της, στο πόσο prime air hub είναι η Κουάλα Λούμπουρ, και, θέλοντας και μη, στην “I love to hate you” Air Asia, η οποία παρά τα μύρια όσα στραβά της, κάνει πράξη αυτό που λέει το βασικό μότο της, “now everyone can fly”. Με τα δικά μου οικονομικά δεδομένα, αν δεν ήταν η Air Asia, δε θα είχα πάει στην Κίνα, στο Βιετνάμ, δε θα είχα πάει δεύτερη φορά στην Ινδονησία, δε θα πετούσα αύριο για Ταϊβάν και τέλη Ιουνίου για Φιλιππίνες, ούτε θα σχεδίαζα ταξίδι στην Κορέα και στην Ιαπωνία (μεταξύ άλλων). Η -εκνευριστική- αλήθεια, να γράφεται...
Εν τέλει, με... λυτρώνει το ότι ζώντας εδώ, μου επιτρέπει να μην είμαι στην Ελλάδα. Το γράφω με στενοχώρια, κι όχι με “είμαι ελεύθερος σαν τον άνεμο, είμαι πολίτης του κόσμου και το κραυγάζω” διάθεση. Πολλές φορές με έχω πιάσει να σκέφτομαι ότι θα ήθελα να ήμουν... “φυσιολογικός”, να ζούσα ακόμα στη Θεσσαλονίκη, να είχα την ευχάριστη και αξιοπρεπώς αμειβόμενη δουλειά μου, να νοικιάζω το στουντιάκι μου, να έχω το αμαξάκι μου, να πηγαίνω για χάζι και για ψώνια στο Cosmos στα ρεπό μου, να έχω τους γνωστούς μου, φυσικά τους καημένους τους γονείς μου, ίσως και μία σχέση, να αρκούμαι με ένα-δύο σύντομα ταξιδάκια τον χρόνο, και να είμαι “καλά με τον εαυτό μου” ζώντας έτσι. Δυστυχώς, μόνο ένα μικρό μέρος της ενήλικης ζωής μου το πέρασα νιώθοντας ικανοποίηση για το ότι η ζωή μου ήταν έτσι στη Θεσσαλονίκη. Ειδικά από το 2003 και μετά, δε με χωρούσε ο τόπος. Τη Θεσσαλονίκη και γενικά την Ελλάδα την αγαπάω, ποτέ δεν τις θεώρησα... υπεύθυνες για την κακή “σχέση μας”, ποτέ δεν είπα ότι “η Θεσσαλονίκη είναι το πρόβλημα”, πάντα έλεγα ότι το “εγώ, ο Δημήτρης, στη Θεσσαλονίκη, αυτό είναι το πρόβλημα”, και δυστυχώς δεν μπορώ να φανταστώ πώς μπορώ να αλλάξω μυαλά στο συγκεκριμένο ζήτημα. Τουλάχιστον τώρα έχω... κάνει την ειρήνη μου με το ότι δε μου είναι γραφτό να είμαι ευτυχισμένος ζώντας εκεί, κι αρκούμαι στα καλά της “από μακριά κι αγαπημένοι” σχέσης μου με τους γονείς μου και την πόλη-χώρα μου...
Σας ευχαριστώ όοοολους πάαααρα πολύ για την παρέα που μου κρατήσατε αυτούς τους τρεις μήνες. Έχοντας διαπρέψει σαν μέλος του travelstories τέσσερα χρόνια τώρα στο να... δίνω μια στην καρδάρα και να χύνω όλο το γάλα στα καλά καθούμενα, δεν αποκλείω το να μη συνεχίσω να γράφω από τη Μαλαισία μετά την επιστροφή μου από Ταϊβάν και Φιλιππίνες. Ούτως ή άλλως, με 22-23 κείμενα σε τρεις μήνες, για τα... αφερέγγυα δεδομένα μου, έχω ξεπεράσει τον εαυτό μου. Παρακαλώ όμως τα παιδιά που ασχολούνται με τα του σάιτ, να μην αποσύρουν την ιστορία από τις “σε εξέλιξη”. Αν τέλη Ιουλίου, όταν επιστρέψω στην ΚΛ, αισθανθώ ότι η ιστορία τα... έφαγε τα ψωμιά της, θα τους ενημερώσω για να τη... “στείλουν”.
Όσο για την Ταϊβάν και τις Φιλιππίνες, σκέφτομαι από το να αρχίσω ξεχωριστή ιστορία για κάθε χώρα, για να το κάνω πιο εύκολο στους μελλοντικούς επισκέπτες να βρουν στοιχεία για τη χώρα που τους ενδιαφέρει, μέχρι το να γράψω μόνο ένα “συνοπτικό” κείμενο για κάθε χώρα σε αυτήν εδώ την ιστορία (για να δικαιολογήσω και την ύπαρξη των λέξεων “Ταϊβάν” και “Φιλιππίνες” στον τίτλο). Όπως πάντα, ανάλογα με τα κέφια...
Ταξιδιάρικοι χαιρετισμοί από τη... γαστριμαργικός παράδεισος, diverse, affordable, εξωτική, ιδανική ταξιδιωτική βάση, και λυτρωτικά μακρινή από την Ελλάδα, Μαλαισία.