Klair
Member
- Μηνύματα
- 2.502
- Likes
- 31.366
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ
- Βυτίνα-Όρος Μαίναλο-Χιονοδρομικό Κέντρο-Αλωνίσταινα
- Νυμφασία-Λεβίδι
- Ελάτη-Στεμνίτσα
- Ελληνικό-Λούσιος ποταμός-Αρχαία Γόρτυνα
- Καρύταινα: Το Τολέδο της Ελλάδας!
- Όρος Σαϊτάς
- Βυζαντινός ναός Παναγίας Λεβιδίου και Αρχαιολογικός Χώρος Ορχομενού
- Ναός Αγίας Φωτεινής Μαντινείας
- Και μετά ήρθε ο "Λέανδρος"!
- Βλαχέρνα-Κάστρο Μπεζενίκου-Παναγία Καταφυγιώτισσα-Μονή Αγίας Ελεούσας-Όρος Καστανιά-Μονή Παναγίας της Βλαχέρνας.
- Σαν σήμερα η μάχη στο Λεβίδι, 14 Απριλίου 1821.
- Μαγούλιανα: Ο εξώστης της Αρκαδίας ή μήπως ολόκληρης της Πελοποννήσου;
- Βαλτεσινίκο: Ο τόπος με τα πολλά νερά!
- Μονή Αγίου Νικολάου Βαλτεσινίκου και Μυγδαλιά
- Αρχαιολογικός Χώρος Αρχαίας Μαντινείας
- Κοντοβάζαινα: Το κεφαλοχώρι με τα πολλά νερά και τα όμορφα πλατάνια
- Δήμητρα-Μουριά-Τεχνητή Λίμνη Λάδωνα-Λάδωνας ποταμός
- Λάστα: Το χωριό με μόνιμο αριθμό κατοίκων όσα τα δάχτυλα του ενός χεριού!
- Λαγκάδια: Το "κρεμαστό" χωριό με την πέτρινη ομορφιά!
- Λίμνη Τάκα
- Τεγέα: Αλέα-Αρχαιολογικό Μουσείο-Ναός Αλέας Αθηνάς-Αρχαιολογικό Πάρκο-Στάδιο
- Βούρβουρα: Το σιωπηλό χωριό με την παρθένα φύση
- Δάρα: Η Χώρα των Νάσων (Νησιών)
- Το Δάρα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας
- Το Δάρα μετά την Απελευθέρωση από τον Τουρκικό ζυγό
- Δάρα: Έθιμα και παραδόσεις
- Δάρα: Η μετάβαση από Δήμο σε Κοινότητα και η μετανάστευση
- Το Δάρα και ο Πόλεμος του 1940
- Το Δάρα και ο Εμφύλιος Πόλεμος
- Το Δάρα μετά τον Εμφύλιο και στα χρόνια της Δικτατορίας
- Το Δάρα και ο ζωοδότης κάμπος του
- Το Δάρα και το νερό
- Το μικρό Δάρα της Αυστραλίας
- Το Δάρα και το Μουσείο Λαϊκού Πολιτισμού
- Το Δάρα ζει στους ρυθμούς του Αστέρα Ραχούλας
- Κανδήλα-Ιερά Μονή Παναγίας της Κανδήλας-Πηγή Σίντζι
- Λίμνη-Χωτούσα-Αρχαιολογικός Χώρος Καφυών
- Λιμποβίσι-Αρκουδόρεμα-Χρυσοβίτσι: Στα λημέρια του Κολοκοτρώνη
- Πιάνα: Η κατοικία του Θεού Πάνα
- Ζάτουνα: Το χωριό πέρα από το ποτάμι
- Ζυγοβίστι: Το χωριό όπου η ιστορία δεν ξαπόστασε ακόμα-Ο τόπος των Αθανάτων
- Κάψια-Σπήλαιο Κάψια-Πηγή του Πανός-Μηλιά-Ιερό Ιππίου Ποσειδώνος
- Μονή Αιμυαλών
- Βαλτεσινίκο-Μονή Αγίου Νικολάου-Μονή Φιλοσόφου-Ζάτουνα
- Βλαχορράπτης-Γεφύρι Κούκου-Καταρράκτης Βρόντου
- Βυζίκι-Κάστρο της Άκοβας-Ιερά Μονή Ευαγγελισμού
- Ροεινό αντί για Ορεινό
- Βλόγγος: Το ησυχαστήριο της Αρκαδίας
Κοντοβάζαινα: Το κεφαλοχώρι με τα πολλά νερά και τα όμορφα πλατάνια
Στις 29 Μαΐου 2021 ξεκίνησα για μια νέα εξόρμηση στην Αρκαδία. Στόχος αυτήν τη φορά ήταν το κεφαλοχώρι Κοντοβάζαινα, της πρώην επαρχίας Γορτυνίας, στα βορειοδυτικά του Νομού Αρκαδίας, που απλώνεται αμφιθεατρικά στις πλαγιές του Αφροδισίου όρους και είναι χαρακτηρισμένο σαν παραδοσιακός οικισμός.
Τα πολλά παραδοσιακά πέτρινα σπίτια, τα πέτρινα γεφύρια, οι λιθόκτιστες εκκλησίες και βρύσες αποτελούν αξιόλογα δείγματα της τοπικής αρχιτεκτονικής και χαρακτηρίζουν την ταυτότητα του χωριού. Η πρόσβαση στην Κοντοβάζαινα γίνεται με αρκετούς και διαφορετικούς τρόπους:
Από το Δάρα που βρισκόμουν εγώ βόλευε η δεύτερη επιλογή. Έτσι ακολούθησα τον ιστορικό οδικό άξονα 111 με κατεύθυνση προς Πάτρα.
EO Τρίπολης-Πάτρας (111)
Φτάνοντας στο χωριό Πάος έστριψα αριστερά στην Επαρχιακή Οδό Άνω Κλειτορίας-Κοντοβάζαινας. Τα πρώτα χιλιόμετρα τρέχουν μέσα σε έναν κάμπο και ο δρόμος είναι τόσο στενός που θυμίζει περισσότερο φαρδύ μονοπάτι παρά Επαρχιακή Οδό. Απαιτείται λοιπόν προσοχή, αφού δύσκολα περνούν ταυτόχρονα 2 αντιθέτως κινούμενα αυτοκίνητα.
Επαρχιακή Οδός Άνω Κλειτορίας-Κοντοβάζαινας
Στη συνέχεια αρχίζει να ελίσσεται και να ανηφορίζει το Αφροδίσιο όρος. Η διαδρομή είναι μαγευτική και θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί "ειδική" για το ράλι Ακρόπολις, αφού τα 8 με 10 ανηφορικά χιλιόμετρα, απαρτίζονται μόνο από συνεχόμενες φουρκέτες.
Κατά καιρούς ακούγονται διάφορα από οδηγούς, που έτυχε να διασχίσουν αυτόν τον δρόμο, ιδίως τον χειμώνα όταν βρέχει και παράλληλα επικρατεί πυκνή ομίχλη, η οποία κάνει την ορατότητα πολύ περιορισμένη. Η αλήθεια είναι ότι κοιτώντας κάτω το χάος σε πιάνει ένα σφίξιμο στο στομάχι και το όλο σκηνικό σου αφήνει την αίσθηση ότι οδηγείς στον πιο τρομακτικό και επικίνδυνο δρόμο της Αρκαδίας. Ομολογώ ότι βρισκόμουν στην τσίτα και είχα μεγάλη υπερένταση, μέχρι που έφτασα στην κορυφή του βουνού, στο σημείο που ο χάρτης αναγράφει ως: Saint Peter Kontovajena pass.
Ένα μικρό πλάτωμα σχηματίζεται στα δεξιά και εδώ σταμάτησα το αυτοκίνητο. Στην πλαγιά του όρους σώζονται τα ερείπια του αρχαίου ιερού της Ερικύνης Αφροδίτης. Κατά την αρχαιότητα το ιερό αυτό υπήρξε κέντρο λατρείας αλλά και μαντείο.
Από μακριά το πρώτο που ξεχωρίζει είναι ένας μικρός ναός αφιερωμένος στον Άγιο Πέτρο, ο οποίος είναι χτισμένος μέσα στον αρχαιολογικό χώρο και πάνω στο ιερό της αρχαίας θεάς. Άλλη μια καταπάτηση και ασέλγεια της χριστιανικής θρησκείας εις βάρος του αρχαίου κάλλους.
Κατηφόρισα σε ένα μονοπατάκι και βρέθηκα μπροστά από την πόρτα της περιφραγμένης περιοχής. Την άνοιξα και μπήκα στον αρχαιολογικό χώρο. Οι ανασκαφές έφεραν στο φως το Τελεστήριο, ένα τμήμα της θεμελίωσης του ναού, ο οποίος ήταν μάλιστα και μεγάλων διαστάσεων, Ιεροφυλάκιο, αλλά και σύστημα μεταφοράς νερού για ομαδικά λουτρά.
Το Τριπλούν Οίκημα χρησιμοποιούνταν ως εργαστήριο και κοιτώνες και ήταν αυτό που διέθετε σύστημα μεταφοράς νερού από την κοντινή πηγή για τα ομαδικά λουτρά.
Το Τέμενος και το Τελεστήριο βρίσκονται βορειοδυτικά και εδώ πραγματοποιούνταν η λατρεία της θεάς. Τα κτίρια αυτά περιβάλλονται από Τείχος.
Εδώ τοποθετείται η γέννηση της Λαδωγενούς Αφροδίτης (ὅτι ἐπὶ τῷ ἐν Ἀρκαδίᾳ ποταμῷ Λάδωνι ἐγεννήθη). Όσο για το Ερικύνη πρόκειται για αστρονομικό επίθετο της Αφροδίτης, καθώς ο ιερός χώρος αποτελούσε μάλλον και Αστεροσκοπείο, όπου γινόταν η μελέτη της κίνησης του ερυθρού πλανήτη. Πάνω από τον αρχαιολογικό χώρο, επί του δρόμου, υπάρχει σήμερα πετρόκτιστη βρύση. Αυτή η πηγή προφανώς τροφοδοτούσε με νερό τα λουτρά του Τριπλού Οικοδομήματος.
Αφού βρήκα την πόρτα ανοιχτή έριξα και μια ματιά στο εσωτερικό του μικρού ναού.
Πριν εγκαταλείψω το ιερό της Ερικύνης Αφροδίτης, ακολούθησα με το βλέμμα μου τη φιδίσια διαδρομή, να κατηφορίζει τώρα πια το Αφροδίσιο όρος. Αυτά τα 4 χιλιόμετρα θα με οδηγούσαν στη συνέχεια στην Κοντοβάζαινα.
Πριν μπω στο χωριό συνάντησα πάνω στον δρόμο τον ναό του Αγίου Νικολάου, ο οποίος είναι μια λιθόκτιστη, μονόκλιτη Βασιλική, που χτίστηκε το 1826, κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821.
Τα πρώτα πέτρινα κτίρια έκαναν την εμφάνισή τους, δίνοντάς μου μια μικρή γεύση για τη συνέχεια.
Η περιοχή της Κοντοβάζαινας είναι ως επί το πλείστον ορεινή. Το χωριό χωρίζεται στα δύο από μια ρεματιά μέσα στην οποία ρέει ένας παραπόταμος του Λάδωνα ποταμού. Το πέτρινο γεφύρι, η καταπράσινη ρεματιά, τα ψηλά πλατάνια και το ειδυλλιακό, σκιερό τοπίο με έκαναν να σταματήσω για λίγη ώρα.
Η γνωριμία μου με το χωριό ξεκίνησε από τη δυτική πλευρά του οικισμού. Αυτή είναι η πρώτη γειτονιά που δημιουργήθηκε και ονομαζόταν Φραγκομαχαλάς. Σήμερα αποτελεί τη συνοικία του Αγίου Γεωργίου. Σε αυτήν βρίσκεται και το αρχοντικό των Λαμπρόπουλων. Ο Παναγιώτης Λαμπρόπουλος, ο γενάρχης, καταγόταν από την Κοντοβάζαινα και διατηρούσε το μοναδικό μπακάλικο-ψιλικατζίδικο του χωριού. Ο Ξενοφών Λαμπρόπουλος, μαζί με τον αδελφό του Βασίλη, το 1906 ίδρυσαν το γνωστό πολυκατάστημα "Αφοί Λαμπρόπουλοι" στο κέντρο της Αθήνας, το οποίο έχει γράψει τη δική του μεγάλη ιστορία. Εμείς οι παλαιότεροι έχουμε άριστες μνήμες από αυτό το υπερκατάστημα και σίγουρα θυμόμαστε το γνωστό σλόγκαν "Διαλέγουν πριν από σας-για σας".
Οι Λαμπρόπουλοι δεν ήταν οι μόνοι με καταγωγή από την Κοντοβάζαινα. Ο σπουδαίος ποιητής Τάσος Λειβαδίτης καταγόταν επίσης, από την πλευρά του πατέρα του, από το χωριό αλλά και ο Νίκος Δούρος, ο ιδρυτής της εταιρείας dur, η οποία παράγει, εμπορεύεται και εξάγει προϊόντα ανδρικής ένδυσης, καταγόταν από την Κοντοβάζαινα.
Ανηφορικά σκαλιά με οδήγησαν στα ψηλά του μαχαλά του Αγίου Γεωργίου.
Καταπληκτικά πέτρινα σπίτια, είναι χτισμένα ακόμα και πάνω στο βραχώδες έδαφος, ενσωματώνοντας τα φυσικά βράχια στο κορμί των κτιρίων. Το χωριό έχει διατηρήσει σε μεγάλο βαθμό τον αρχιτεκτονικό του χαρακτήρα. Το ορεινό ανάγλυφο της Κοντοβάζαινας, το πετρώδες έδαφος, το κλίμα της περιοχής, η εύκολη άντληση της πέτρας ως οικοδομικό υλικό, και η ύπαρξη άφθονης ξυλείας από τα δέντρα, ήταν οι καθοριστικοί παράγοντες που διαμόρφωσαν τη μορφή του οικισμού.
Ακολούθησα την οδό Λαμπροπούλου και κάποια στιγμή έφτασα στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου που οικοδομήθηκε το 1830.
Κάθισα κάτω από την πολύ πλούσια σκιά μιας μουριάς και δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από τον απέναντι μαχαλά του χωριού, στον οποίο κάνει αισθητή την παρουσία του ο πέτρινος ναός της Αγίας Τριάδας.
Όπως περιπλανιόμουν στα ανηφορικά σοκάκια άκουσα δυνατές ομιλίες, χωρίς όμως να έχω οπτική επαφή με την ομήγυρη των ανθρώπων, από την οποία προέρχονταν οι ανταλλαγές απόψεων και οι κουβέντες. Ξαφνικά εμφανίστηκα μπροστά τους και τότε όλοι μαζί ταυτόχρονα, σταμάτησαν να συνομιλούν, και γύρω στα 7 με 8 ζευγάρια μάτια στράφηκαν καταπάνω μου. Λογική αντίδραση, αφού ένας άγνωστος εισβολέας, με μια φωτογραφική μηχανή να κρέμεται στον λαιμό του και με ένα κινητό στα χέρια, εμφανίστηκε από το πουθενά μπροστά τους. Τους απηύθυνα πρώτη έναν εγκάρδιο χαιρετισμό και στη συνέχεια ακολούθησε η γνωστή στιχομυθία που συνοδεύει τέτοιες περιστάσεις.
-"Από πού είσαι και τι κάνεις στο χωριό μας";
-"Μένω στην Αθήνα, αλλά έχω καταγωγή από του Δάρα και ήρθα να γνωρίσω το όμορφο χωριό σας".
Τότε ένα πλατύ χαμόγελο ζωγραφίστηκε στα πρόσωπά τους και οι κουβέντες τους έγιναν ακόμα πιο φιλικές και εγκάρδιες. Μάλιστα άρχισαν να με ρωτούν για διάφορα πρόσωπα του χωριού και αν η "Δροσιά" (η ταβέρνα στον Δαρέϊκο κάμπο) λειτουργεί ακόμα.
Κατηφόρισα και βγήκα στον κεντρικό δρόμο που διατρέχει το χωριό.
Τώρα είχα ακόμη καλύτερη θέα προς την κατάφυτη ρεματιά και τον απέναντι μαχαλά. Πλατάνια, ελιές, αμυγδαλιές, κισσοί και ένα σωρό λουλουδιασμένες αυλές αποτελούν τη χλωρίδα της Κοντοβάζαινας.
Αμέτρητοι κατάφυτοι κήποι και περιβόλια εμπλουτίζουν και περιστοιχίζουν τα όμορφα σπίτια του χωριού. Ακόμη και ο κεντρικός δρόμος στολίζεται από καλά στοιχισμένες και λουλουδιασμένες γλάστρες. Μια πανδαισία χρωμάτων και αρωμάτων σε τυλίγει σε κάθε σου βήμα.
Έπιασα την κατηφόρα και βρέθηκα κάτω στη ρεματιά. Ο ήλιος κρύφτηκε από τα πυκνά φυλλώματα των δέντρων και μια δροσιά με χτύπησε στο πρόσωπο, από τον μικρό καταρράκτη που σχηματίζεται κάτω από το γεφύρι, που ενώνει τους δύο μαχαλάδες. Οι δύο αντικριστοί συνοικισμοί της Κοντοβάζαινας χωρίζονται από τον παραπόταμο του Λάδωνα και επικοινωνούν μεταξύ τους με γεφύρια.
Είχε έρθει η ώρα να ανηφορίσω τα τσιμεντένια σκαλιά και να εξερευνήσω τον δεύτερο μαχαλά του χωριού, ο οποίος επεκτάθηκε αργότερα, στην απέναντι όχθη του ποταμού και ονομαζόταν Κοτρωνάκια. Σήμερα αποτελεί τη συνοικία της Αγίας Τριάδας, αφού στην κορυφή της, δεσπόζει η ομώνυμη εκκλησία.
Σαν έφτασα ψηλά στον οικισμό της Αγίας Τριάδας κοιτάζοντας απέναντι, μου κόπηκε η ανάσα, από την ομορφιά του χωριού. Απίστευτες εικόνες κάλλους φυλάκισε ο φωτογραφικός μου φακός από την κορυφή του δεύτερου μαχαλά.
Και μόλις σταμάτησα να ακούω το κλικ της φωτογραφικής μηχανής, μέσα στην απόλυτη ησυχία, έφτασαν στα αυτιά μου πεντακάθαρα οι συνομιλίες της παρέας, που είχα συναντήσει πριν λίγο, κάτω από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στον απέναντι συνοικισμό. Ακούγονταν οι διάλογοι και μάλιστα μπορούσες να ξεχωρίσεις και κάμποσες λέξεις. Τελικά κατάλαβα πως, ό,τι συμβαίνει στον έναν οικισμό, αμέσως το μαθαίνει και ο άλλος. Τίποτα δε μένει κρυφό στην Κοντοβάζαινα.
Έφτασα στον ναό της Αγίας Τριάδας και τον περιεργάστηκα για λίγη ώρα.
Η βόλτα σε αυτόν τον μαχαλά ήταν ακόμα πιο απολαυστική και πιο αυθεντική. Εδώ συνάντησα πανέμορφα πέτρινα σπίτια να ορθώνονται στην πλαγιά του βουνού και να θυμίζουν στον επισκέπτη την αίγλη και την ακμή αλλοτινών εποχών. Ολόκληρα πέτρινα συγκροτήματα στέκουν ακόμα όρθια, αγέρωχα και ανυπότακτα, στην αδιάκοπη δούλεψη του χρόνου.
Ξεδοντιάρες πόρτες χασκογελάνε χαιρέκακα, έχοντας εξοικειωθεί μαζί του, αρνούμενες να παραδοθούν και να λυγίσουν κάτω από τις ασφυκτικές πιέσεις του
ενώ ξύλινα χαγιάτια και μπαλκόνια, μπορεί να καμπούριασαν από τα χρόνια που βαραίνουν τις πλάτες τους, αλλά δεν υποκύπτουν, δεν παραδίδονται στον χρόνο-κλέφτη, που καθημερινά τριγυρίζει παντού και όλα τα παλιώνει και τα φθείρει. Όχι, όλα αυτά τα αρχοντικά αρνούνται να γίνουν σωρός από πέτρες και σκόνη. Για πόσο όμως ακόμα;
Τι άλλο να πω για τα ανηφορικά σοκάκια, για τις αυλές και τους κήπους αυτού του γνήσιου και αυθεντικού οικισμού; Πραγματική μαγεία!!
Επέστρεψα κάτω στη ρεματιά και περπάτησα κάμποσο δίπλα στο ποτάμι.
Όταν συνάντησα ένα στενό, ανηφορικό πέρασμα, κουκουλωμένο από εύρωστο καταπράσινο κισσό το ακολούθησα
και βρέθηκα ξανά στον κεντρικό δρόμο, ο οποίος συγκεντρώνει τα λιγοστά μαγαζιά και καφενεία του χωριού. Ο δρόμος αυτός διανοίχτηκε το 1903, επί πρωθυπουργίας Δεληγιάννη, όταν δόθηκαν τα κονδύλια για αυτό το έργο. Έτσι από τότε εγκαταστάθηκαν μόνιμα τα μπακάλικα και τα καφενεία κατά μήκος του δρόμου. Χτίστηκαν ακόμα διώροφα σπίτια, στα οποία το ισόγειο ήταν το κατάστημα και ο όροφος η κατοικία. Δεν κάθισα πουθενά για φαγητό, γλυκό ή αναψυκτικό, αλλά μπήκα στο αυτοκίνητο και συνέχισα για το επόμενο αξιοθέατο που είχα στο πρόγραμμα.
Όρισα στο GPS Μονή της Παναγίας της Κλειβωκάς και ξεκίνησα. Όμως για ακόμα μια φορά ο πλοηγός στάθηκε πολύ κατώτερος των περιστάσεων, δηλαδή κουκουρούκου, άλλα ντ' άλλων, λάθη και πάλι λάθη. Αλλού ήταν το μοναστήρι, αλλού με οδήγησε αυτός. Το είχα πάρει όμως το μάθημά μου από την προηγούμενη φορά στη Μυγδαλιά, που έψαχνα τον ναό της Αφροδίτης, και έτσι μετά το πρώτο λάθος αγνόησα το GPS και γύρισα στον κεντρικό δρόμο του χωριού ρωτώντας μια κοπέλα στο καφέ. Εκείνη μου είπε, ότι θα βγω από το χωριό ακολουθώντας τον κεντρικό δρόμο (Κοντοβάζαινας-Λαμπείας) με κατεύθυνση προς το χωριό Βούτση. Όταν συναντήσω το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής, θα δω στα αριστερά έναν χωματόδρομο, και θα τον ακολουθήσω για να οδηγηθώ στο μοναστήρι. Τώρα μάλιστα, απλά και κατανοητά πράγματα, όχι τα αλαμπουρνέζικα του πλοηγού, που με οδηγούσε σε εντελώς αντίθετη και λάθος κατεύθυνση.
Αφήνοντας πίσω μου τα τελευταία σπίτια του χωριού συνάντησα μια βρύση υπερπαραγωγή. Την ξακουστή Χλιάβρυση, με τα κιονόκρανα και την αετωματική απόληξη.
Έφτασα μετά από λίγο σε μια διασταύρωση. Μια ταμπέλα έγραφε: Βελημάχι 12, Καρδαρίτσι 14, Παραλογγοί 21 και έδειχνε δεξιά. Μια άλλη μικρή ταμπελίτσα έδειχνε αριστερά, προς έναν κατηφορικό χωματόδρομο, και έγραφε: Ιερά Μονή Παναγίας Κλειβωκάς.
Έστριψα λοιπόν αριστερά ακολουθώντας τον χωματόδρομο. Μετά από λίγο συνάντησα μια ψηλή περίφραξη με πόρτα, η οποία ήταν ανοιχτή, οπότε συνέχισα. Δεν είχα προλάβει να κάνω λίγα μέτρα, στον στενό κατηφορικό δρόμο, όταν είδα ένα αγροτικό αυτοκίνητο το οποίο έσερνε μια ρυμουλκούμενη καρότσα, να ανηφορίζει. Δε χωρούσαμε, εννοείται, να περάσουμε και οι δύο. Ευτυχώς, λίγα μέτρα πίσω μου υπήρχε χώρος και έτσι κάνοντας όπισθεν καταφέραμε να απεγκλωβιστούμε. Χαιρετηθήκαμε, αυτός συνέχισε για πάνω και εγώ για κάτω. Τι το 'θελα; Κάθε μέτρο που κατηφόριζα προς το φαράγγι, 100 φορές μετάνιωνα την ώρα και τη στιγμή που αποφάσισα να συνεχίσω προς το μοναστήρι. Ο δρόμος χωρούσε μόνο ένα όχημα, ήταν απίστευτα κατηφορικός, με φουρκέτες στροφές. Τι θα γινόταν αν συναντούσα κι άλλο αυτοκίνητο να ανεβαίνει; Δεν υπήρχε ούτε πόντος χώρου, για να κάνεις στην άκρη. Από κάτω το χάος της ρεματιάς χωρίς κανένα προστατευτικό κάγκελο. Κάγκελο; Μα τι λέω η αφελής; Ποιο κάγκελο; Ένα θρίλερ, μέρα-μεσημέρι, παιζόταν έξω από το χωριό Κοντοβάζαινα και πάνω από ένα κατάφυτο και άγριο φαράγγι. Δεν είχα άλλη επιλογή, έπρεπε πλέον να συνεχίσω μέχρι τέλους. Είχα φρικάρει εντελώς. Μόνη κι έρημη στην ερημιά. Αν συνέβαινε το οτιδήποτε, ούτε πουλί πετούμενο δε θα με έβρισκε, όχι άνθρωπος. Κάποια στιγμή, ως εκ θαύματος, συνάντησα ένα μικρό άνοιγμα στα δεξιά του δρόμου και σταμάτησα εκεί. Σκέφτηκα ότι ήταν το μοναδικό σημείο, στο οποίο κάνοντας μανούβρα, θα μπορούσα να γυρίσω πίσω. Μάλιστα είδα, ότι ο δρόμος μπροστά μου στένευε ακόμα περισσότερο, ήταν φαγωμένος αριστερά προς τη χαράδρα από τις βροχές, και δύο σιδερένια κολωνάκια ήταν τοποθετημένα στην άκρη του χάους, προειδοποιώντας ότι το σημείο εκείνο ήταν ιδιαιτέρως επικίνδυνο. Δεν υπήρχε καμία, μα καμία περίπτωση, να ρισκάρω περνώντας από αυτό το στενό πέρασμα με το αυτοκίνητο.
Με έτρωγε όμως η περιέργεια και το σαράκι του ταξιδευτή. Και αν το μοναστήρι απέχει λίγο ακόμα και το χάσω τζάμπα και βερεσέ; Έφτασα τόσο χαμηλά, να τα παρατήσω τώρα;
Κλείδωσα το αυτοκίνητο και ξεκίνησα να περπατάω με τα πόδια. Υπήρχε μια στροφούλα και ήθελα να δω, τι μπορεί να συμβαίνει μετά από αυτήν. Πίστευα ότι θα μπορούσα να έχω μια εικόνα για τη συνέχεια του δρόμου. Αν έβλεπα, ότι το μοναστήρι δε φαίνεται πουθενά, και ότι ο δρόμος συνεχίζει να κατηφορίζει ακόμα πιο βαθιά στο φαράγγι, θα γύριζα πίσω τώρα που μπορούσα. Στάθηκα όμως απίστευτα τυχερή, γιατί μόλις διέσχισα τη στροφούλα που μου έκρυβε τη θέα, αντίκρισα μπροστά μου ένα μεγάλο πλάτωμα να κρέμεται πάνω από το φαράγγι και μια θεόρατη, πέτρινη σκάλα να τραβάει την ανηφόρα, γαντζωμένη πάνω στον απρόσιτο βράχο, φτάνοντας στα 200 μέτρα ύψος από τη βάση της. Είχα φτάσει επιτέλους στο μοναστήρι της Παναγίας της Κλειβωκάς. Ίλιγγος σε καταλαμβάνει κοιτώντας κάτω προς το αχανές φαράγγι. Νομίζεις ότι αιωρείσαι πάνω από την άβυσσο.
Η Μονή κοσμείται από την πανάρχαια και ανεκτίμητης αξίας εικόνα της Παναγίας. Η εικόνα αυτή, κατά παράδοση, είναι μια από τις 12 που έχει φιλοτεχνήσει ο ίδιος ο ευαγγελιστής Λουκάς. Η Μονή ονομάζεται και Παναγία η Ζωναρίτισσα και είναι χτισμένη στην είσοδο μιας σπηλιάς, η οποία στο σύνολό της είναι ανεξερεύνητη. Η εικόνα βρέθηκε κάτω στη ρεματιά, σε σημείο που στην αρχαιότητα υπήρχε ιερό της θεάς Δήμητρας, πάνω στα ερείπια του οποίου χτίστηκε μοναστήρι, που καταστράφηκε πιθανότατα κατά την απόβαση του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο (1825-1828).
Οι κάτοικοι της περιοχής που ήξεραν καλά τα κατατόπια και τις κρυψώνες μετέφεραν την εικόνα στη σπηλιά όπου και την έκρυψαν. Έτσι λοιπόν χτίστηκε το μοναστήρι της Κλειβωκάς το οποίο πάντα λειτούργησε σαν γυναικεία μονή. Σήμερα υπάρχει μόνο μια μοναχή, η οποία ζει εδώ από το 1953.
Edit: Μετά λύπης πληροφορήθηκα από τον @vasiliss ότι η μοναχή δε βρίσκεται πια στη ζωή.
Μια ταμπέλα έγραφε ότι το μοναστήρι είναι επισκέψιμο μέχρι τις 13:00 και ότι το απογευματινό ωράριο ξεκινάει στις 16:00. Εγώ βρισκόμουν έξω από τη Μονή στις 15:15, οπότε ήθελα τρία ολόκληρα τέταρτα, μέχρι την έναρξη του απογευματινού ωραρίου. Δεν είχα την πολυτέλεια να περιμένω τόση ώρα, οπότε επέστρεψα στο αυτοκίνητο και ξεκίνησα τη διαδικασία επιστροφής. Για να σας δώσω να καταλάβετε, πόσο ανηφορικός και δύσκολος είναι ο δρόμος, αρκεί να σας πω, ότι τον ανέβηκα όλον με πρώτη ταχύτητα στο αυτοκίνητο, γεγονός που δεν μου έχει συμβεί ποτέ ξανά στην οδηγική μου ζωή.
Δεν ήθελα με τίποτα, μετά από αυτήν τη σοκαριστική εμπειρία, να επιστρέψω στο Δάρα ακολουθώντας ξανά την "ειδική" του ράλι Ακρόπολις, δηλαδή την Επαρχιακή Οδό Άνω Κλειτορίας-Κοντοβάζαινας, η οποία με είχε οδηγήσει το πρωί στην Κοντοβάζαινα. Έψαξα για εναλλακτικές διαδρομές και ξεκίνησα ξανά για το χωριό. Πριν την είσοδό μου σε αυτό σταμάτησα για να πάρω μια πανοραμική φωτογραφία.
Διέσχισα ξανά την Κοντοβάζαινα, άφησα πίσω μου τη συνοικία της Αγίας Τριάδας
και ακολουθώντας την Επαρχιακή Οδό Κοντοβάζαινας-Τροπαίων, έβαλα στόχο τη Δήμητρα, το χωριό του Δήμου Γορτυνίας, που βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του Νομού Αρκαδίας. Η επίσκεψή μου στην Κοντοβάζαινα έκλεισε με τον καλύτερο τρόπο, αφού και αυτή η διαδρομή, μου χάρισε πανέμορφες πανοραμικές εικόνες του χωριού, με τα πολλά νερά και τα όμορφα πλατάνια.
Στις 29 Μαΐου 2021 ξεκίνησα για μια νέα εξόρμηση στην Αρκαδία. Στόχος αυτήν τη φορά ήταν το κεφαλοχώρι Κοντοβάζαινα, της πρώην επαρχίας Γορτυνίας, στα βορειοδυτικά του Νομού Αρκαδίας, που απλώνεται αμφιθεατρικά στις πλαγιές του Αφροδισίου όρους και είναι χαρακτηρισμένο σαν παραδοσιακός οικισμός.
Τα πολλά παραδοσιακά πέτρινα σπίτια, τα πέτρινα γεφύρια, οι λιθόκτιστες εκκλησίες και βρύσες αποτελούν αξιόλογα δείγματα της τοπικής αρχιτεκτονικής και χαρακτηρίζουν την ταυτότητα του χωριού. Η πρόσβαση στην Κοντοβάζαινα γίνεται με αρκετούς και διαφορετικούς τρόπους:
- Από Τρίπολη (μέσω Βυτίνας-Λαγκαδίων-Τροπαίων-Βάχλιας-Δήμητρας).
- Από Τρίπολη-Πάτρα (μέσω της Εθνικής Οδού 111).
- Από Πύργο (μέσω της Εθνικής Οδού Τρίπολης-Αρχαίας Ολυμπίας-Πύργου).
Από το Δάρα που βρισκόμουν εγώ βόλευε η δεύτερη επιλογή. Έτσι ακολούθησα τον ιστορικό οδικό άξονα 111 με κατεύθυνση προς Πάτρα.

EO Τρίπολης-Πάτρας (111)
Φτάνοντας στο χωριό Πάος έστριψα αριστερά στην Επαρχιακή Οδό Άνω Κλειτορίας-Κοντοβάζαινας. Τα πρώτα χιλιόμετρα τρέχουν μέσα σε έναν κάμπο και ο δρόμος είναι τόσο στενός που θυμίζει περισσότερο φαρδύ μονοπάτι παρά Επαρχιακή Οδό. Απαιτείται λοιπόν προσοχή, αφού δύσκολα περνούν ταυτόχρονα 2 αντιθέτως κινούμενα αυτοκίνητα.

Επαρχιακή Οδός Άνω Κλειτορίας-Κοντοβάζαινας
Στη συνέχεια αρχίζει να ελίσσεται και να ανηφορίζει το Αφροδίσιο όρος. Η διαδρομή είναι μαγευτική και θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί "ειδική" για το ράλι Ακρόπολις, αφού τα 8 με 10 ανηφορικά χιλιόμετρα, απαρτίζονται μόνο από συνεχόμενες φουρκέτες.



Κατά καιρούς ακούγονται διάφορα από οδηγούς, που έτυχε να διασχίσουν αυτόν τον δρόμο, ιδίως τον χειμώνα όταν βρέχει και παράλληλα επικρατεί πυκνή ομίχλη, η οποία κάνει την ορατότητα πολύ περιορισμένη. Η αλήθεια είναι ότι κοιτώντας κάτω το χάος σε πιάνει ένα σφίξιμο στο στομάχι και το όλο σκηνικό σου αφήνει την αίσθηση ότι οδηγείς στον πιο τρομακτικό και επικίνδυνο δρόμο της Αρκαδίας. Ομολογώ ότι βρισκόμουν στην τσίτα και είχα μεγάλη υπερένταση, μέχρι που έφτασα στην κορυφή του βουνού, στο σημείο που ο χάρτης αναγράφει ως: Saint Peter Kontovajena pass.
Ένα μικρό πλάτωμα σχηματίζεται στα δεξιά και εδώ σταμάτησα το αυτοκίνητο. Στην πλαγιά του όρους σώζονται τα ερείπια του αρχαίου ιερού της Ερικύνης Αφροδίτης. Κατά την αρχαιότητα το ιερό αυτό υπήρξε κέντρο λατρείας αλλά και μαντείο.

Από μακριά το πρώτο που ξεχωρίζει είναι ένας μικρός ναός αφιερωμένος στον Άγιο Πέτρο, ο οποίος είναι χτισμένος μέσα στον αρχαιολογικό χώρο και πάνω στο ιερό της αρχαίας θεάς. Άλλη μια καταπάτηση και ασέλγεια της χριστιανικής θρησκείας εις βάρος του αρχαίου κάλλους.

Κατηφόρισα σε ένα μονοπατάκι και βρέθηκα μπροστά από την πόρτα της περιφραγμένης περιοχής. Την άνοιξα και μπήκα στον αρχαιολογικό χώρο. Οι ανασκαφές έφεραν στο φως το Τελεστήριο, ένα τμήμα της θεμελίωσης του ναού, ο οποίος ήταν μάλιστα και μεγάλων διαστάσεων, Ιεροφυλάκιο, αλλά και σύστημα μεταφοράς νερού για ομαδικά λουτρά.
Το Τριπλούν Οίκημα χρησιμοποιούνταν ως εργαστήριο και κοιτώνες και ήταν αυτό που διέθετε σύστημα μεταφοράς νερού από την κοντινή πηγή για τα ομαδικά λουτρά.






Το Τέμενος και το Τελεστήριο βρίσκονται βορειοδυτικά και εδώ πραγματοποιούνταν η λατρεία της θεάς. Τα κτίρια αυτά περιβάλλονται από Τείχος.





Εδώ τοποθετείται η γέννηση της Λαδωγενούς Αφροδίτης (ὅτι ἐπὶ τῷ ἐν Ἀρκαδίᾳ ποταμῷ Λάδωνι ἐγεννήθη). Όσο για το Ερικύνη πρόκειται για αστρονομικό επίθετο της Αφροδίτης, καθώς ο ιερός χώρος αποτελούσε μάλλον και Αστεροσκοπείο, όπου γινόταν η μελέτη της κίνησης του ερυθρού πλανήτη. Πάνω από τον αρχαιολογικό χώρο, επί του δρόμου, υπάρχει σήμερα πετρόκτιστη βρύση. Αυτή η πηγή προφανώς τροφοδοτούσε με νερό τα λουτρά του Τριπλού Οικοδομήματος.

Αφού βρήκα την πόρτα ανοιχτή έριξα και μια ματιά στο εσωτερικό του μικρού ναού.


Πριν εγκαταλείψω το ιερό της Ερικύνης Αφροδίτης, ακολούθησα με το βλέμμα μου τη φιδίσια διαδρομή, να κατηφορίζει τώρα πια το Αφροδίσιο όρος. Αυτά τα 4 χιλιόμετρα θα με οδηγούσαν στη συνέχεια στην Κοντοβάζαινα.


Πριν μπω στο χωριό συνάντησα πάνω στον δρόμο τον ναό του Αγίου Νικολάου, ο οποίος είναι μια λιθόκτιστη, μονόκλιτη Βασιλική, που χτίστηκε το 1826, κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821.


Τα πρώτα πέτρινα κτίρια έκαναν την εμφάνισή τους, δίνοντάς μου μια μικρή γεύση για τη συνέχεια.

Η περιοχή της Κοντοβάζαινας είναι ως επί το πλείστον ορεινή. Το χωριό χωρίζεται στα δύο από μια ρεματιά μέσα στην οποία ρέει ένας παραπόταμος του Λάδωνα ποταμού. Το πέτρινο γεφύρι, η καταπράσινη ρεματιά, τα ψηλά πλατάνια και το ειδυλλιακό, σκιερό τοπίο με έκαναν να σταματήσω για λίγη ώρα.






Η γνωριμία μου με το χωριό ξεκίνησε από τη δυτική πλευρά του οικισμού. Αυτή είναι η πρώτη γειτονιά που δημιουργήθηκε και ονομαζόταν Φραγκομαχαλάς. Σήμερα αποτελεί τη συνοικία του Αγίου Γεωργίου. Σε αυτήν βρίσκεται και το αρχοντικό των Λαμπρόπουλων. Ο Παναγιώτης Λαμπρόπουλος, ο γενάρχης, καταγόταν από την Κοντοβάζαινα και διατηρούσε το μοναδικό μπακάλικο-ψιλικατζίδικο του χωριού. Ο Ξενοφών Λαμπρόπουλος, μαζί με τον αδελφό του Βασίλη, το 1906 ίδρυσαν το γνωστό πολυκατάστημα "Αφοί Λαμπρόπουλοι" στο κέντρο της Αθήνας, το οποίο έχει γράψει τη δική του μεγάλη ιστορία. Εμείς οι παλαιότεροι έχουμε άριστες μνήμες από αυτό το υπερκατάστημα και σίγουρα θυμόμαστε το γνωστό σλόγκαν "Διαλέγουν πριν από σας-για σας".
Οι Λαμπρόπουλοι δεν ήταν οι μόνοι με καταγωγή από την Κοντοβάζαινα. Ο σπουδαίος ποιητής Τάσος Λειβαδίτης καταγόταν επίσης, από την πλευρά του πατέρα του, από το χωριό αλλά και ο Νίκος Δούρος, ο ιδρυτής της εταιρείας dur, η οποία παράγει, εμπορεύεται και εξάγει προϊόντα ανδρικής ένδυσης, καταγόταν από την Κοντοβάζαινα.
Ανηφορικά σκαλιά με οδήγησαν στα ψηλά του μαχαλά του Αγίου Γεωργίου.



Καταπληκτικά πέτρινα σπίτια, είναι χτισμένα ακόμα και πάνω στο βραχώδες έδαφος, ενσωματώνοντας τα φυσικά βράχια στο κορμί των κτιρίων. Το χωριό έχει διατηρήσει σε μεγάλο βαθμό τον αρχιτεκτονικό του χαρακτήρα. Το ορεινό ανάγλυφο της Κοντοβάζαινας, το πετρώδες έδαφος, το κλίμα της περιοχής, η εύκολη άντληση της πέτρας ως οικοδομικό υλικό, και η ύπαρξη άφθονης ξυλείας από τα δέντρα, ήταν οι καθοριστικοί παράγοντες που διαμόρφωσαν τη μορφή του οικισμού.




Ακολούθησα την οδό Λαμπροπούλου και κάποια στιγμή έφτασα στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου που οικοδομήθηκε το 1830.


Κάθισα κάτω από την πολύ πλούσια σκιά μιας μουριάς και δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από τον απέναντι μαχαλά του χωριού, στον οποίο κάνει αισθητή την παρουσία του ο πέτρινος ναός της Αγίας Τριάδας.

Όπως περιπλανιόμουν στα ανηφορικά σοκάκια άκουσα δυνατές ομιλίες, χωρίς όμως να έχω οπτική επαφή με την ομήγυρη των ανθρώπων, από την οποία προέρχονταν οι ανταλλαγές απόψεων και οι κουβέντες. Ξαφνικά εμφανίστηκα μπροστά τους και τότε όλοι μαζί ταυτόχρονα, σταμάτησαν να συνομιλούν, και γύρω στα 7 με 8 ζευγάρια μάτια στράφηκαν καταπάνω μου. Λογική αντίδραση, αφού ένας άγνωστος εισβολέας, με μια φωτογραφική μηχανή να κρέμεται στον λαιμό του και με ένα κινητό στα χέρια, εμφανίστηκε από το πουθενά μπροστά τους. Τους απηύθυνα πρώτη έναν εγκάρδιο χαιρετισμό και στη συνέχεια ακολούθησε η γνωστή στιχομυθία που συνοδεύει τέτοιες περιστάσεις.
-"Από πού είσαι και τι κάνεις στο χωριό μας";
-"Μένω στην Αθήνα, αλλά έχω καταγωγή από του Δάρα και ήρθα να γνωρίσω το όμορφο χωριό σας".
Τότε ένα πλατύ χαμόγελο ζωγραφίστηκε στα πρόσωπά τους και οι κουβέντες τους έγιναν ακόμα πιο φιλικές και εγκάρδιες. Μάλιστα άρχισαν να με ρωτούν για διάφορα πρόσωπα του χωριού και αν η "Δροσιά" (η ταβέρνα στον Δαρέϊκο κάμπο) λειτουργεί ακόμα.
Κατηφόρισα και βγήκα στον κεντρικό δρόμο που διατρέχει το χωριό.


Τώρα είχα ακόμη καλύτερη θέα προς την κατάφυτη ρεματιά και τον απέναντι μαχαλά. Πλατάνια, ελιές, αμυγδαλιές, κισσοί και ένα σωρό λουλουδιασμένες αυλές αποτελούν τη χλωρίδα της Κοντοβάζαινας.


Αμέτρητοι κατάφυτοι κήποι και περιβόλια εμπλουτίζουν και περιστοιχίζουν τα όμορφα σπίτια του χωριού. Ακόμη και ο κεντρικός δρόμος στολίζεται από καλά στοιχισμένες και λουλουδιασμένες γλάστρες. Μια πανδαισία χρωμάτων και αρωμάτων σε τυλίγει σε κάθε σου βήμα.






Έπιασα την κατηφόρα και βρέθηκα κάτω στη ρεματιά. Ο ήλιος κρύφτηκε από τα πυκνά φυλλώματα των δέντρων και μια δροσιά με χτύπησε στο πρόσωπο, από τον μικρό καταρράκτη που σχηματίζεται κάτω από το γεφύρι, που ενώνει τους δύο μαχαλάδες. Οι δύο αντικριστοί συνοικισμοί της Κοντοβάζαινας χωρίζονται από τον παραπόταμο του Λάδωνα και επικοινωνούν μεταξύ τους με γεφύρια.

Είχε έρθει η ώρα να ανηφορίσω τα τσιμεντένια σκαλιά και να εξερευνήσω τον δεύτερο μαχαλά του χωριού, ο οποίος επεκτάθηκε αργότερα, στην απέναντι όχθη του ποταμού και ονομαζόταν Κοτρωνάκια. Σήμερα αποτελεί τη συνοικία της Αγίας Τριάδας, αφού στην κορυφή της, δεσπόζει η ομώνυμη εκκλησία.

Σαν έφτασα ψηλά στον οικισμό της Αγίας Τριάδας κοιτάζοντας απέναντι, μου κόπηκε η ανάσα, από την ομορφιά του χωριού. Απίστευτες εικόνες κάλλους φυλάκισε ο φωτογραφικός μου φακός από την κορυφή του δεύτερου μαχαλά.


Και μόλις σταμάτησα να ακούω το κλικ της φωτογραφικής μηχανής, μέσα στην απόλυτη ησυχία, έφτασαν στα αυτιά μου πεντακάθαρα οι συνομιλίες της παρέας, που είχα συναντήσει πριν λίγο, κάτω από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στον απέναντι συνοικισμό. Ακούγονταν οι διάλογοι και μάλιστα μπορούσες να ξεχωρίσεις και κάμποσες λέξεις. Τελικά κατάλαβα πως, ό,τι συμβαίνει στον έναν οικισμό, αμέσως το μαθαίνει και ο άλλος. Τίποτα δε μένει κρυφό στην Κοντοβάζαινα.
Έφτασα στον ναό της Αγίας Τριάδας και τον περιεργάστηκα για λίγη ώρα.


Η βόλτα σε αυτόν τον μαχαλά ήταν ακόμα πιο απολαυστική και πιο αυθεντική. Εδώ συνάντησα πανέμορφα πέτρινα σπίτια να ορθώνονται στην πλαγιά του βουνού και να θυμίζουν στον επισκέπτη την αίγλη και την ακμή αλλοτινών εποχών. Ολόκληρα πέτρινα συγκροτήματα στέκουν ακόμα όρθια, αγέρωχα και ανυπότακτα, στην αδιάκοπη δούλεψη του χρόνου.




Ξεδοντιάρες πόρτες χασκογελάνε χαιρέκακα, έχοντας εξοικειωθεί μαζί του, αρνούμενες να παραδοθούν και να λυγίσουν κάτω από τις ασφυκτικές πιέσεις του


ενώ ξύλινα χαγιάτια και μπαλκόνια, μπορεί να καμπούριασαν από τα χρόνια που βαραίνουν τις πλάτες τους, αλλά δεν υποκύπτουν, δεν παραδίδονται στον χρόνο-κλέφτη, που καθημερινά τριγυρίζει παντού και όλα τα παλιώνει και τα φθείρει. Όχι, όλα αυτά τα αρχοντικά αρνούνται να γίνουν σωρός από πέτρες και σκόνη. Για πόσο όμως ακόμα;


Τι άλλο να πω για τα ανηφορικά σοκάκια, για τις αυλές και τους κήπους αυτού του γνήσιου και αυθεντικού οικισμού; Πραγματική μαγεία!!




Επέστρεψα κάτω στη ρεματιά και περπάτησα κάμποσο δίπλα στο ποτάμι.

Όταν συνάντησα ένα στενό, ανηφορικό πέρασμα, κουκουλωμένο από εύρωστο καταπράσινο κισσό το ακολούθησα

και βρέθηκα ξανά στον κεντρικό δρόμο, ο οποίος συγκεντρώνει τα λιγοστά μαγαζιά και καφενεία του χωριού. Ο δρόμος αυτός διανοίχτηκε το 1903, επί πρωθυπουργίας Δεληγιάννη, όταν δόθηκαν τα κονδύλια για αυτό το έργο. Έτσι από τότε εγκαταστάθηκαν μόνιμα τα μπακάλικα και τα καφενεία κατά μήκος του δρόμου. Χτίστηκαν ακόμα διώροφα σπίτια, στα οποία το ισόγειο ήταν το κατάστημα και ο όροφος η κατοικία. Δεν κάθισα πουθενά για φαγητό, γλυκό ή αναψυκτικό, αλλά μπήκα στο αυτοκίνητο και συνέχισα για το επόμενο αξιοθέατο που είχα στο πρόγραμμα.
Όρισα στο GPS Μονή της Παναγίας της Κλειβωκάς και ξεκίνησα. Όμως για ακόμα μια φορά ο πλοηγός στάθηκε πολύ κατώτερος των περιστάσεων, δηλαδή κουκουρούκου, άλλα ντ' άλλων, λάθη και πάλι λάθη. Αλλού ήταν το μοναστήρι, αλλού με οδήγησε αυτός. Το είχα πάρει όμως το μάθημά μου από την προηγούμενη φορά στη Μυγδαλιά, που έψαχνα τον ναό της Αφροδίτης, και έτσι μετά το πρώτο λάθος αγνόησα το GPS και γύρισα στον κεντρικό δρόμο του χωριού ρωτώντας μια κοπέλα στο καφέ. Εκείνη μου είπε, ότι θα βγω από το χωριό ακολουθώντας τον κεντρικό δρόμο (Κοντοβάζαινας-Λαμπείας) με κατεύθυνση προς το χωριό Βούτση. Όταν συναντήσω το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής, θα δω στα αριστερά έναν χωματόδρομο, και θα τον ακολουθήσω για να οδηγηθώ στο μοναστήρι. Τώρα μάλιστα, απλά και κατανοητά πράγματα, όχι τα αλαμπουρνέζικα του πλοηγού, που με οδηγούσε σε εντελώς αντίθετη και λάθος κατεύθυνση.
Αφήνοντας πίσω μου τα τελευταία σπίτια του χωριού συνάντησα μια βρύση υπερπαραγωγή. Την ξακουστή Χλιάβρυση, με τα κιονόκρανα και την αετωματική απόληξη.


Έφτασα μετά από λίγο σε μια διασταύρωση. Μια ταμπέλα έγραφε: Βελημάχι 12, Καρδαρίτσι 14, Παραλογγοί 21 και έδειχνε δεξιά. Μια άλλη μικρή ταμπελίτσα έδειχνε αριστερά, προς έναν κατηφορικό χωματόδρομο, και έγραφε: Ιερά Μονή Παναγίας Κλειβωκάς.
Έστριψα λοιπόν αριστερά ακολουθώντας τον χωματόδρομο. Μετά από λίγο συνάντησα μια ψηλή περίφραξη με πόρτα, η οποία ήταν ανοιχτή, οπότε συνέχισα. Δεν είχα προλάβει να κάνω λίγα μέτρα, στον στενό κατηφορικό δρόμο, όταν είδα ένα αγροτικό αυτοκίνητο το οποίο έσερνε μια ρυμουλκούμενη καρότσα, να ανηφορίζει. Δε χωρούσαμε, εννοείται, να περάσουμε και οι δύο. Ευτυχώς, λίγα μέτρα πίσω μου υπήρχε χώρος και έτσι κάνοντας όπισθεν καταφέραμε να απεγκλωβιστούμε. Χαιρετηθήκαμε, αυτός συνέχισε για πάνω και εγώ για κάτω. Τι το 'θελα; Κάθε μέτρο που κατηφόριζα προς το φαράγγι, 100 φορές μετάνιωνα την ώρα και τη στιγμή που αποφάσισα να συνεχίσω προς το μοναστήρι. Ο δρόμος χωρούσε μόνο ένα όχημα, ήταν απίστευτα κατηφορικός, με φουρκέτες στροφές. Τι θα γινόταν αν συναντούσα κι άλλο αυτοκίνητο να ανεβαίνει; Δεν υπήρχε ούτε πόντος χώρου, για να κάνεις στην άκρη. Από κάτω το χάος της ρεματιάς χωρίς κανένα προστατευτικό κάγκελο. Κάγκελο; Μα τι λέω η αφελής; Ποιο κάγκελο; Ένα θρίλερ, μέρα-μεσημέρι, παιζόταν έξω από το χωριό Κοντοβάζαινα και πάνω από ένα κατάφυτο και άγριο φαράγγι. Δεν είχα άλλη επιλογή, έπρεπε πλέον να συνεχίσω μέχρι τέλους. Είχα φρικάρει εντελώς. Μόνη κι έρημη στην ερημιά. Αν συνέβαινε το οτιδήποτε, ούτε πουλί πετούμενο δε θα με έβρισκε, όχι άνθρωπος. Κάποια στιγμή, ως εκ θαύματος, συνάντησα ένα μικρό άνοιγμα στα δεξιά του δρόμου και σταμάτησα εκεί. Σκέφτηκα ότι ήταν το μοναδικό σημείο, στο οποίο κάνοντας μανούβρα, θα μπορούσα να γυρίσω πίσω. Μάλιστα είδα, ότι ο δρόμος μπροστά μου στένευε ακόμα περισσότερο, ήταν φαγωμένος αριστερά προς τη χαράδρα από τις βροχές, και δύο σιδερένια κολωνάκια ήταν τοποθετημένα στην άκρη του χάους, προειδοποιώντας ότι το σημείο εκείνο ήταν ιδιαιτέρως επικίνδυνο. Δεν υπήρχε καμία, μα καμία περίπτωση, να ρισκάρω περνώντας από αυτό το στενό πέρασμα με το αυτοκίνητο.
Με έτρωγε όμως η περιέργεια και το σαράκι του ταξιδευτή. Και αν το μοναστήρι απέχει λίγο ακόμα και το χάσω τζάμπα και βερεσέ; Έφτασα τόσο χαμηλά, να τα παρατήσω τώρα;
Κλείδωσα το αυτοκίνητο και ξεκίνησα να περπατάω με τα πόδια. Υπήρχε μια στροφούλα και ήθελα να δω, τι μπορεί να συμβαίνει μετά από αυτήν. Πίστευα ότι θα μπορούσα να έχω μια εικόνα για τη συνέχεια του δρόμου. Αν έβλεπα, ότι το μοναστήρι δε φαίνεται πουθενά, και ότι ο δρόμος συνεχίζει να κατηφορίζει ακόμα πιο βαθιά στο φαράγγι, θα γύριζα πίσω τώρα που μπορούσα. Στάθηκα όμως απίστευτα τυχερή, γιατί μόλις διέσχισα τη στροφούλα που μου έκρυβε τη θέα, αντίκρισα μπροστά μου ένα μεγάλο πλάτωμα να κρέμεται πάνω από το φαράγγι και μια θεόρατη, πέτρινη σκάλα να τραβάει την ανηφόρα, γαντζωμένη πάνω στον απρόσιτο βράχο, φτάνοντας στα 200 μέτρα ύψος από τη βάση της. Είχα φτάσει επιτέλους στο μοναστήρι της Παναγίας της Κλειβωκάς. Ίλιγγος σε καταλαμβάνει κοιτώντας κάτω προς το αχανές φαράγγι. Νομίζεις ότι αιωρείσαι πάνω από την άβυσσο.


Η Μονή κοσμείται από την πανάρχαια και ανεκτίμητης αξίας εικόνα της Παναγίας. Η εικόνα αυτή, κατά παράδοση, είναι μια από τις 12 που έχει φιλοτεχνήσει ο ίδιος ο ευαγγελιστής Λουκάς. Η Μονή ονομάζεται και Παναγία η Ζωναρίτισσα και είναι χτισμένη στην είσοδο μιας σπηλιάς, η οποία στο σύνολό της είναι ανεξερεύνητη. Η εικόνα βρέθηκε κάτω στη ρεματιά, σε σημείο που στην αρχαιότητα υπήρχε ιερό της θεάς Δήμητρας, πάνω στα ερείπια του οποίου χτίστηκε μοναστήρι, που καταστράφηκε πιθανότατα κατά την απόβαση του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο (1825-1828).
Οι κάτοικοι της περιοχής που ήξεραν καλά τα κατατόπια και τις κρυψώνες μετέφεραν την εικόνα στη σπηλιά όπου και την έκρυψαν. Έτσι λοιπόν χτίστηκε το μοναστήρι της Κλειβωκάς το οποίο πάντα λειτούργησε σαν γυναικεία μονή. Σήμερα υπάρχει μόνο μια μοναχή, η οποία ζει εδώ από το 1953.
Edit: Μετά λύπης πληροφορήθηκα από τον @vasiliss ότι η μοναχή δε βρίσκεται πια στη ζωή.

Μια ταμπέλα έγραφε ότι το μοναστήρι είναι επισκέψιμο μέχρι τις 13:00 και ότι το απογευματινό ωράριο ξεκινάει στις 16:00. Εγώ βρισκόμουν έξω από τη Μονή στις 15:15, οπότε ήθελα τρία ολόκληρα τέταρτα, μέχρι την έναρξη του απογευματινού ωραρίου. Δεν είχα την πολυτέλεια να περιμένω τόση ώρα, οπότε επέστρεψα στο αυτοκίνητο και ξεκίνησα τη διαδικασία επιστροφής. Για να σας δώσω να καταλάβετε, πόσο ανηφορικός και δύσκολος είναι ο δρόμος, αρκεί να σας πω, ότι τον ανέβηκα όλον με πρώτη ταχύτητα στο αυτοκίνητο, γεγονός που δεν μου έχει συμβεί ποτέ ξανά στην οδηγική μου ζωή.
Δεν ήθελα με τίποτα, μετά από αυτήν τη σοκαριστική εμπειρία, να επιστρέψω στο Δάρα ακολουθώντας ξανά την "ειδική" του ράλι Ακρόπολις, δηλαδή την Επαρχιακή Οδό Άνω Κλειτορίας-Κοντοβάζαινας, η οποία με είχε οδηγήσει το πρωί στην Κοντοβάζαινα. Έψαξα για εναλλακτικές διαδρομές και ξεκίνησα ξανά για το χωριό. Πριν την είσοδό μου σε αυτό σταμάτησα για να πάρω μια πανοραμική φωτογραφία.

Διέσχισα ξανά την Κοντοβάζαινα, άφησα πίσω μου τη συνοικία της Αγίας Τριάδας

και ακολουθώντας την Επαρχιακή Οδό Κοντοβάζαινας-Τροπαίων, έβαλα στόχο τη Δήμητρα, το χωριό του Δήμου Γορτυνίας, που βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του Νομού Αρκαδίας. Η επίσκεψή μου στην Κοντοβάζαινα έκλεισε με τον καλύτερο τρόπο, αφού και αυτή η διαδρομή, μου χάρισε πανέμορφες πανοραμικές εικόνες του χωριού, με τα πολλά νερά και τα όμορφα πλατάνια.




Last edited: