Klair
Member
- Μηνύματα
- 2.502
- Likes
- 31.366
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ
- Βυτίνα-Όρος Μαίναλο-Χιονοδρομικό Κέντρο-Αλωνίσταινα
- Νυμφασία-Λεβίδι
- Ελάτη-Στεμνίτσα
- Ελληνικό-Λούσιος ποταμός-Αρχαία Γόρτυνα
- Καρύταινα: Το Τολέδο της Ελλάδας!
- Όρος Σαϊτάς
- Βυζαντινός ναός Παναγίας Λεβιδίου και Αρχαιολογικός Χώρος Ορχομενού
- Ναός Αγίας Φωτεινής Μαντινείας
- Και μετά ήρθε ο "Λέανδρος"!
- Βλαχέρνα-Κάστρο Μπεζενίκου-Παναγία Καταφυγιώτισσα-Μονή Αγίας Ελεούσας-Όρος Καστανιά-Μονή Παναγίας της Βλαχέρνας.
- Σαν σήμερα η μάχη στο Λεβίδι, 14 Απριλίου 1821.
- Μαγούλιανα: Ο εξώστης της Αρκαδίας ή μήπως ολόκληρης της Πελοποννήσου;
- Βαλτεσινίκο: Ο τόπος με τα πολλά νερά!
- Μονή Αγίου Νικολάου Βαλτεσινίκου και Μυγδαλιά
- Αρχαιολογικός Χώρος Αρχαίας Μαντινείας
- Κοντοβάζαινα: Το κεφαλοχώρι με τα πολλά νερά και τα όμορφα πλατάνια
- Δήμητρα-Μουριά-Τεχνητή Λίμνη Λάδωνα-Λάδωνας ποταμός
- Λάστα: Το χωριό με μόνιμο αριθμό κατοίκων όσα τα δάχτυλα του ενός χεριού!
- Λαγκάδια: Το "κρεμαστό" χωριό με την πέτρινη ομορφιά!
- Λίμνη Τάκα
- Τεγέα: Αλέα-Αρχαιολογικό Μουσείο-Ναός Αλέας Αθηνάς-Αρχαιολογικό Πάρκο-Στάδιο
- Βούρβουρα: Το σιωπηλό χωριό με την παρθένα φύση
- Δάρα: Η Χώρα των Νάσων (Νησιών)
- Το Δάρα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας
- Το Δάρα μετά την Απελευθέρωση από τον Τουρκικό ζυγό
- Δάρα: Έθιμα και παραδόσεις
- Δάρα: Η μετάβαση από Δήμο σε Κοινότητα και η μετανάστευση
- Το Δάρα και ο Πόλεμος του 1940
- Το Δάρα και ο Εμφύλιος Πόλεμος
- Το Δάρα μετά τον Εμφύλιο και στα χρόνια της Δικτατορίας
- Το Δάρα και ο ζωοδότης κάμπος του
- Το Δάρα και το νερό
- Το μικρό Δάρα της Αυστραλίας
- Το Δάρα και το Μουσείο Λαϊκού Πολιτισμού
- Το Δάρα ζει στους ρυθμούς του Αστέρα Ραχούλας
- Κανδήλα-Ιερά Μονή Παναγίας της Κανδήλας-Πηγή Σίντζι
- Λίμνη-Χωτούσα-Αρχαιολογικός Χώρος Καφυών
- Λιμποβίσι-Αρκουδόρεμα-Χρυσοβίτσι: Στα λημέρια του Κολοκοτρώνη
- Πιάνα: Η κατοικία του Θεού Πάνα
- Ζάτουνα: Το χωριό πέρα από το ποτάμι
- Ζυγοβίστι: Το χωριό όπου η ιστορία δεν ξαπόστασε ακόμα-Ο τόπος των Αθανάτων
- Κάψια-Σπήλαιο Κάψια-Πηγή του Πανός-Μηλιά-Ιερό Ιππίου Ποσειδώνος
- Μονή Αιμυαλών
- Βαλτεσινίκο-Μονή Αγίου Νικολάου-Μονή Φιλοσόφου-Ζάτουνα
- Βλαχορράπτης-Γεφύρι Κούκου-Καταρράκτης Βρόντου
- Βυζίκι-Κάστρο της Άκοβας-Ιερά Μονή Ευαγγελισμού
- Ροεινό αντί για Ορεινό
- Βλόγγος: Το ησυχαστήριο της Αρκαδίας
Ζυγοβίστι: Το χωριό όπου η ιστορία δεν ξαπόστασε ακόμα-Ο τόπος των Αθανάτων
Βρισκόμουν στο Δάρα από τις 10 Αυγούστου του 2023 απολαμβάνοντας δροσερές μέρες και ακόμα δροσερότερες νύχτες δραπετεύοντας, επιτέλους, από τους παρατεταμένους καύσωνες της Αθήνας, αλλά και από την υπερβολική ζέστη της Αστυπάλαιας στην οποία βρέθηκα για διακοπές μιας εβδομάδας το αμέσως προηγούμενο διάστημα. Φτάνοντας από την Αθήνα στο χωριό, η διαφορά στη θερμοκρασία έγινε αισθητή από την πρώτη κιόλας στιγμή, αφού το πρώτο βράδυ που πήγαμε για φαγητό στη Νυμφασία χρειάστηκε να ρίξω στην πλάτη μου μια ελαφριά ζακετούλα. Τί ευτυχία!

Τα γλέντια και τα πανηγύρια έδιναν κι έπαιρναν σε όλα τα χωριά της Αρκαδίας το τριήμερο του Δεκαπεντάγουστου. Στο δικό μου χωριό πραγματοποιήθηκε φέτος το 11ο αντάμωμα των Δαραίων το οποίο είχε αναβληθεί λόγω Covid και καραντίνας. Έτσι, τούτη τη χρονιά η προσέλευση ήταν μεγαλειώδης και ο κόσμος πάρα πολύς. Οι λιγοστοί μόνιμοι κάτοικοι είχαν χρόνια να δουν όλα τα σπίτια του χωριού ανοιχτά και γεμάτα με ανθρώπους. Ήρθαν απόδημοι από την Αμερική, από την Αυστραλία, από ευρωπαϊκά κράτη, αλλά και από διάφορα μέρη της Ελλάδας. Έγινε τριήμερο τρικούβερτο γλέντι στο χωριό και μάλιστα τη Δευτέρα 14-8-2023 πραγματοποιήθηκε η επίσημη παρουσίαση της νεοσυσταθείσας ποδοσφαιρικής ομάδας του Δάρα με το όνομα «Αετός».



Έμεινα στο χωριό συνολικά 17 ημέρες. Μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα κόσμος πήγε και ήρθε στο σπίτι, έμεινα και εντελώς μόνη για λίγο, και φυσικά έγιναν πολλές βόλτες και εξορμήσεις σε αγαπημένα μέρη και χωριά της Αρκαδίας τα οποία έχω, ήδη, περιγράψει στα προηγούμενα κεφάλαια αυτής της ιστορίας. Όμως, πραγματοποίησα και μια solo εκδρομή σε έναν καινούριο προορισμό και για αυτόν θα σας μιλήσω σε αυτήν την ανάρτηση.
Ξεκίνησα, λοιπόν, από το Δάρα, στις 24 Αυγούστου του 2023, με σκοπό να επισκεφτώ για πρώτη φορά το Ζυγοβίστι, έναν από τους πιο ορεινούς οικισμούς της Πελοποννήσου ο οποίος έχει κηρυχθεί παραδοσιακός και είναι χτισμένος σε υψόμετρο 1.160 μέτρων. Οι ερμηνείες που δίνονται για την ονομασία του χωριού είναι δύο. Σύμφωνα με την πρώτη, η λέξη είναι σύνθετη και αποτελείται από τη λέξη «Ζυγός» (ελληνική) και τη λέξη «βίστι» (σλάβικη), που σημαίνει «Θέα από ψηλά» ή «Χωρίον όπισθεν του όρους».
Ο μεγαλύτερος μελετητής τοπωνυμιών, ο Γερμανός Max Vasmer, στο βιβλίο του «Die Slaven in Griechenland» (Βερολίνο, 1941) δηλώνει πως η λέξη προέρχεται από το βουλγαρικό «Zvegoviste» που σημαίνει «Καμένη γη» και από την ελληνική λέξη «Ζυγός» που, σύμφωνα με την παράδοση, κατά την ίδρυση του χωριού έθαψαν στη γη δύο βόδια με τον ζυγό τους (Πηγή πληροφοριών: Ζυγοβίστι: Εδώ ξεπήδησαν οι «Αθάνατοι» του Κολοκοτρώνη - στο Καρφί).
Οι πρώτοι κάτοικοι και ιδρυτές του χωριού ήταν οι Κovτoγιαvvαίoι, οι οποίοι ήρθαν από το χωριό των Αιμυαλών της Μεσσηνίας, στα τέλη του 16ου αιώνα, για να γλιτώσουν από τους Τούρκους.

Φτάνοντας στη Δημητσάνα, σταμάτησα στο γνωστό view point για τις απαραίτητες φωτογραφίες. Είναι ένα σημείο που πάντα, όσες φορές κι αν περάσω, με τραβά σαν μαγνήτης αναγκάζοντάς με να σταματήσω για να θαυμάσω το υπέροχο θέαμα που προσφέρει το ξαπλωμένο στους λόφους χωριό με τα πανέμορφα πετρόχτιστα σπίτια. Πρέπει στη συλλογή μου να έχω φωτογραφίες της Δημητσάνας από αυτό το spot όλες τις εποχές του χρόνου και, σχεδόν, όλες τις ώρες της ημέρας.



Διέσχισα την πολύβουη και αρχοντική Δημητσάνα και μόλις 2,5 χιλιόμετρα μετά, αφήνοντας την Επαρχιακή Οδό Κάτω Δαβιάς-Δημητσάνας, έστριψα αριστερά αρχίζοντας την ανάβαση Δημητσάνας-Ζυγοβιστίου, και όταν λέω ανάβαση το εννοώ με τον «αυτοκινητιστικό» όρο της λέξης, αφού αυτό το κομμάτι του δρόμου αποτελεί «πίστα» αγώνων αυτοκινήτων.


Μάλιστα, στις 22 και 23 Ιουλίου του 2023 το Αθλητικό Σωματείο Start Line, διοργάνωσε την 22η Ανάβαση Δημητσάνας-Ζυγοβιστίου, η οποία αποτέλεσε τον τρίτο γύρο του Κυπέλλου Αναβάσεων της Νότιας Ελλάδας με 69 αγωνιζόμενους να δίνουν το «παρών» σε έναν αγώνα που ήταν μια γιορτή για τον μηχανοκίνητο αθλητισμό της χώρας μας. Στο αγωνιστικό κομμάτι, η 22η Ανάβαση Δημητσάνας-Ζυγοβιστίου συγκέντρωσε 69 συμμετοχές (όπως προείπα), γεγονός που ανέβασε το θέαμα και τον συναγωνισμό κατακόρυφα.
Να και η «πίστα» όπως τη φωτογράφισα από ψηλά, λίγο πριν την άφιξή μου στο Ζυγοβίστι.



Το Ζυγοβίστι είχε σημαντικό ρόλο κατά την Επανάσταση του 1821, καθώς οι κάτοικοί του ήταν από τους πρώτους που ακολούθησαν τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη ο οποίος τους χρησιμοποίησε ως σωματοφύλακές του με την ονομασία «Αθάνατο Σώμα». Πριν την είσοδο του χωριού με υποδέχτηκε το πρωτότυπο µαρµάρινο µνηµείο, ένα ανοιχτό βιβλίο, µε τα ονόµατα όλων των Ζυγοβιστινών αγωνιστών που είχε στο «πλάι του» ο Γέρος του Μοριά. Σταμάτησα στην άκρη και κατέβηκα από το αυτοκίνητο για να διαβάσω μερικά από τα ονόματα των «Αθανάτων».

Σύμφωνα με τον ιστορικό Φωτάκο «ουδέποτε ο εχθρός είδε τα νώτα των Αθανάτων».

Το γλυπτό αυτό μαρμάρινο βιβλίο μεταφέρθηκε με τιμές αρχηγού κράτους, συνοδευόμενο από άγημα. Το μνημείο φιλοτέχνησε ο Νικόλαος Αρμακόλας και είναι κατασκευασμένο από λευκό μάρμαρο Θάσου. Λόγω του μεγέθους του (4 μ. ύψος, 3,60 μ. πλάτος, 0,70 μ. πάχος και βάρος 25 τόνοι) το μνημείο μπήκε στο βιβλίο με τα «Ρεκόρ Γκίνες» ως το μεγαλύτερο μαρμάρινο βιβλίο του κόσμου. Το μνημείο-βιβλίο περιλαμβάνει 24 σελίδες-όσα και τα γράμματα της ελληνικής αλφαβήτου-και στο κεντρικό του άνοιγμα είναι χαραγμένα τα ονόματα 197 Ζυγοβιστινών Αγωνιστών της φρουράς του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη (Πηγή πληροφοριών: Ζυγοβίστι: Εδώ ξεπήδησαν οι «Αθάνατοι» του Κολοκοτρώνη - στο Καρφί).


Λίγα, μόλις, βήματα με έφεραν στην άκρη της μικρής πλατείας, πάνω από χάος του φαραγγιού. Άφησα το βλέμμα μου να ταξιδέψει μακριά, στις κατάφυτες πλαγιές του Μαινάλου, αλλά και στις αλλεπάλληλες οροσειρές της Πελοποννήσου οι οποίες ήταν «βαμμένες» στις αποχρώσεις του γκρι και του μπλε, καθώς χάνονταν στα βαθιά πέρατα του ορίζοντα.


Παραδίπλα στέκεται, από το 1638, το μικρό εκκλησάκι του Αη Νικόλα.



Μπήκα στο αυτοκίνητο και ξεκίνησα για το κέντρο του χωριού.

Αντικρίζοντας τα πρώτα σπίτια με πλημμύρισαν θετικές εντυπώσεις για το Ζυγοβίστι. Με κυρίαρχο στοιχείο την πέτρα και με τα κατακόκκινα κεραμίδια τους, τα οικοδομήματα του χωριού, μου επιβεβαίωσαν με το «καλημέρα σας» την απόφαση σύμφωνα με την οποία το Ζυγοβίστι έχει χαρακτηριστεί παραδοσιακός οικισμός. Φευγαλέα το μάτι μου, καθώς πλέον κατηφόριζα τον θεόστενο κεντρικό δρόμο, είδε μια επιγραφή αναρτημένη πάνω σε ένα υπέροχο πέτρινο σπίτι που έγραφε: πρώην ταβέρνα των Ασίκηδων-έτος 1748. Από εδώ θα ξεκινήσω τη βόλτα μου, σκέφτηκα, αφού αυτή η επιγραφή γαργάλισε ακαριαία την περιέργειά μου.
Βρήκα ένα σημείο, λίγο πιο κάτω από την Πλατεία, και πάρκαρα το αυτοκίνητο. Ξεκίνησα να περπατάω, συναντώντας στα αριστερά μου την όμορφη Πλατεία, αλλά για την ώρα την προσπέρασα αφού είχα δώσει ραντεβού με την πανέμορφη πρώην ταβέρνα των Ασίκηδων. Στάθηκα μόνο για να φωτογραφίσω το πέτρινο Κοινοτικό Γραφείο.

Έφτασα έξω από το πανέμορφο σπίτι που παλαιότερα βρισκόταν η ταβέρνα των Ασίκηδων (1748). Οι Ασίκηδες είναι οι περιπλανώμενοι καλλιτέχνες της τουρκικής Ανατολής και ένα από τα κατεξοχήν σύμβολα της λαϊκής μουσικής παράδοσης, η οποία αναπτύσσεται από τον 13ο αιώνα στην ευρύτερη οθωμανική επικράτεια. Οι Ασίκηδες, καταγόμενοι κυρίως από την ύπαιθρο και τα χωριά της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Τουρκίας, συνήθως κουρδικής ή ιρακινής καταγωγής, προέρχονται, στην πλειονότητά τους, από τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα.
Η ιδιότητα του Ασίκη ταυτίζεται με αυτήν του οργανοπαίχτη, του ερμηνευτή παραδοσιακών τραγουδιών και του λαϊκού ποιητή, ενώ η τέχνη του είναι σε μεγάλο βαθμό αυτοσχεδιαστική. Τα τραγούδια γράφονται αναφορικά με τη ζωή και τους προβληματισμούς του εκάστοτε Ασίκη δημιουργού και καλύπτουν μια πλειάδα θεμάτων ατομικού και κοινωνικού χαρακτήρα, όπως ο έρωτας, ο θάνατος, η ξενιτιά, η ζωή στη φύση, η θρησκεία, η φιλία και η κοινωνία. Σημαντική επιρροή στη δημιουργία της ασίκικης ποίησης και μουσικής ασκούν, επίσης, οι παραδόσεις της υπαίθρου, οι γιορτές, τα νομαδικά γλέντια, και οι λαϊκές αφηγήσεις.

Η λέξη Ασίκης (Aşık) σημαίνει εραστής, ερωτευμένος και ετυμολογικά προέρχεται από την τούρκικη λέξη aşk, που σημαίνει αγάπη ή έρωτας. Ωστόσο, ο έρωτας του Ασίκη μουσικού δεν αφορά μόνο στον καθαρά συναισθηματικό και σαρκικό έρωτα, αλλά αναπτύσσεται σαν μια καθολικότητα, εκφράζοντας, επίσης, την αγάπη για ζωή και ελευθερία, τη λατρεία της φύσης και του κόσμου, εν γένει.

Απέναντι από την πρώην ταβέρνα των Ασίκηδων υπάρχει και δεύτερο μνημείο πεσόντων.

Το Ζυγοβίστι με είχε εντυπωσιάσει! Τί όμορφο χωριό, μονολογούσα και ακόμη δεν είχα δει τίποτα. Χάθηκα μέσα στις γειτονιές και τα πέτρινα δρομάκια του.




Τράβηξα την ανηφόρα για να δω από κοντά την Πάνω Βρύση.


Στο διάβα μου είδα κήπους με δέντρα, κισσούς και άλλα αναρριχώμενα φυτά να αγκαλιάζουν ολόγυρα τα σπίτια με τις κόκκινες στέγες, είδα το παιχνίδι του ήλιου με τα σύννεφα, άλλοτε να κρύβεται και άλλοτε να εξαπολύει ολόχρυσα φωτόσπαθα προς την αρκαδική γη, είδα καλλιέργειες και μποστάνια δίπλα από τις ταπεινές κατοικίες των ντόπιων, είδα και μοναχικές επαύλεις να πνίγονται από τη βλάστηση και τα δέντρα.






Έφτασα μέχρι την Κάτω Βρύση, στην άκρη του χωριού. Είδα τον δρόμο να συνεχίζει, ανηφορίζοντας προς την κατάφυτη πλαγιά, αλλά αποφάσισα να μην συνεχίσω παραπέρα. Το υπόλοιπο χωριό με περίμενε να το εξερευνήσω και είχα μεγάλη περιέργεια και ανυπομονησία να το κάνω γιατί ήμουν, ήδη, κατενθουσιασμένη μαζί του.

Λιθόστρωτα καλντερίμια και στενά σοκάκια στροβιλίζονται ανάμεσα από τα παραδοσιακά πετρόχτιστα σπίτια σε όλες τις γειτονιές του Ζυγοβιστίου. Σε ένα τέτοιο σοκάκι, με πλατιά σκαλιά, βρέθηκα στη συνέχεια το οποίο, διανθισμένο με την ευωδιαστή μυρωδιά των νυχτολούλουδων, με οδήγησε στο γραφικότερο και πιο αγαπημένο μου σημείο.

Ένα πέτρινο καλντερίμι, ο πέτρινος τοίχος ενός σπιτιού, ένα λιτό πράσινο φαναράκι, ένα ποδήλατο σε ζωντανό πορτοκαλί-τόσο όσο χρειάζεται για να πάρει χρώμα το σκηνικό-και στο βάθος να μισοφαίνεται ο πέτρινος όγκος της εκκλησίας, ήταν τα υλικά που χρειάστηκαν για να μείνω αποσβολωμένη, χαζεύοντας για ώρα, αυτό το θείο δώρο που μου προσέφερε το χωριό αναγκάζοντάς με να αφήσω την καρδιά μου για πάντα εκεί.

Όταν δε, είδα τον ηλικιωμένο Ζυγοβιστινό να σέρνει σκυφτός τα βήματά του στο στενό, σκέφτηκα πως αυτό το πλάνο θα μπορούσε να είναι, κάλλιστα, βγαλμένο από κινηματογραφική ταινία.

Αυτό το όμορφο σοκάκι με έβγαλε στην Πλατεία των Αθανάτων. Η κεντρική Πλατεία ξεχωρίζει για τη γραφικότητά της, έχοντας έναν μεγάλο πλάτανο στο κέντρο της και φυσικά οφείλει το όνομά της στο Σώμα των σωματοφυλάκων του Κολοκοτρώνη.


Ένα δεύτερο κινηματογραφικό σκηνικό ξεδιπλώθηκε μπροστά μου. Γραφικά ταβερνάκια απλώνουν τα τραπεζάκια τους στη μεγάλη Πλατεία. Καρό, κοκκινόασπρα τραπεζομάντιλα ενισχύουν τη γραφικότητα, θυμίζοντάς σου εικόνες από πικ νικ σε ξέφωτα με πράσινο χορτάρι περιτριγυρισμένα από άγρια βλάστηση. Το ξέφωτο-πλατεία υπάρχει, η πλούσια και άγρια βλάστηση σε κυκλώνει ολόγυρα, έτοιμο το σκηνικό για να ευχαριστηθεί ο επισκέπτης τα εδέσματα που προσφέρουν οι λιγοστές ταβέρνες του χωριού.

Ξένος κόσμος, πάντως, δεν καθόταν στα μαγαζιά. Μόνο ντόπιοι. Χαιρέτησα δυό-τρεις και αμέσως με κάλεσαν στο τραπέζι για να με κεράσουν. Τους ευχαρίστησα θερμά, αλλά αρνήθηκα ευγενικά την πρόσκληση. Τους είπα ότι χρειάζομαι χρόνο για να δω λεπτομερώς το όμορφο χωριό τους. Εννοείται, όπως συμβαίνει πάντα στις επαφές μου με τους κατοίκους των χωριών που επισκέπτομαι, ότι έδωσα πληροφορίες για την καταγωγή μου και τη σχέση μου με την Αρκαδία. Πήρα πολλές φωτογραφίες της Πλατείας μη μπορώντας να χορτάσω το όμορφο σκηνικό.
Στην άκρη της στέκεται ο ναός της Μεταµόρφωσης του Σωτήρα. Όπως έχω, ήδη, αναφέρει
οι πρώτoι κάτoικoι και ιδρυτές τoυ χωριού ήταv oι Κovτoγιαvvαίoι, πoυ ήρθαv στα τέλη τoυ 16oυ αιώvα από τo χωριό τωv Αιμυαλώv της Μεσσηνίας, για να απoφύγoυv τις διώξεις τωv Τoύρκωv, αλλά και τις αρπαγές τωv πειρατώv της Αλγερίας πoυ ρήμαζαv, τότε, τα παράλια της Πελoπovvήσoυ. Οι Κovτoγιαvαίoι, μεταξύ άλλων, έχτισαv και πoλλές εκκλησίες. Στην κεντρική Πλατεία του χωριού, το 1630, έχτισαν την πρώτη τους εκκλησία. Στον χώρο αυτό, σήμερα, βρίσκεται ο μητροπολιτικός ναός που είναι αφιερωμένος στη Μεταμόρφωση του Σωτήρα και ο οποίος, σύμφωνα με την παράδοση, χτίστηκε μέσα σε 40 ημέρες, το 1810. Έχει ωραίο τοιχογραφικό διάκοσμο, θαυμάσιο ξυλόγλυπτο τέμπλο και ενδιαφέρουσες εικόνες. Εδώ, βρίσκεται και ένας πολυέλαιος, από το σαράι τoυ Χoυρσίτ Πασά, λάφυρo τωv Ζυγoβιστιvώv κατά την άλωση της Τρίπολης, το 1821.

Ένα στενό και ανηφορικό καλντερίμι, στο πλάι της εκκλησίας,

με οδήγησε σε μια άλλη γειτονιά. Ωραίες εικόνες έφτασαν και από εδώ στα μάτια μου και τις απαθανάτισα ευθύς αμέσως.




Προχώρησα για να συναντήσω το «βαρύ πυροβολικό» του Ζυγοβιστίου, δηλαδή τα πιο σημαντικά του αξιοθέατα που είναι το Δημοτικό Σχολείο και το Καποδιστριακό Σχολείο Ζυγοβιστίου. Από μακριά, αντίκρισα πρώτα το Δημοτικό Σχολείο. Σαν είδα, όμως, τη στέγη του «ξηλωμένη» κατάλαβα ότι το Λαογραφικό Μουσείο που στεγάζεται εντός του είναι κλειστό.


Πλησίασα στην αυλόπορτα και διάβασα μια ξεθωριασμένη χειρόγραφη «ταμπέλα» που έγραφε:

Εκνευρίστηκα και θύμωσα με την προχειρότητα της επιγραφής, αλλά και με την απόφαση να ξεκινήσουν τα έργα ανάπλασης Αυγουστιάτικα. Μουρμουρίζοντας χαμηλόφωνα, τα ‘χωνα στους αρμόδιους: «Καλά βρε σαΐνια, μέσα στον Αύγουστο που όλα τα χωριά είναι πλημμυρισμένα από κόσμο θυμηθήκατε την ανακαίνιση; Αν δεν έρθει τώρα ο επισκέπτης να δει τα αξιοθέατα του χωριού σας και να ενισχύσει την τοπική οικονομία, πότε θα το κάνει;
Έξω από το Σχολείο, στην άκρη του δρόμου, υπήρχαν στοιβαγμένα τα υλικά για τις εργασίες και όλη η στέγη ήταν, ήδη, χαλασμένη.

Στο Δημοτικό Σχολείο του Ζυγοβιστίου, που σταμάτησε να λειτουργεί το 1979, εκτίθενται εξαιρετικά τεκμήρια του Ζυγοβιστινού σπιτιού και των αγροτικών εργασιών, καθρεφτίζοντας έτσι την καθημερινή ζωή στο χωριό.


Συνέχισα τον δρόμο μου για το επόμενο αξιοθέατο. Στο κάτω μέρος του χωριού ορθώνεται το Καποδιστριακό Σχολείο το οποίο χτίστηκε το 1828 και λειτούργησε μέχρι το 1957. Έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο μνημείο. Ήταν από τα πρώτα σχολεία που χτίστηκαν στην Ελλάδα μετά την Επανάσταση του 1821 και μεταξύ εκείνων των λίγων σχολείων στα οποία εφαρμόστηκε, η πρωτοπόρα για την εποχή, «αλληλοδιδακτική» μέθοδος.
Για να φτάσω στον αυλόγυρο του Σχολείου κατηφόρισα μερικά φαρδιά, τσιμεντένια σκαλοπάτια. Στην άκρη της πέτρινης μάντρας, δυό-τρεις συκιές πλημμύριζαν τον αέρα με τη χαρακτηριστική τους μυρωδιά. Είχα πολύ καιρό να αισθανθώ αυτήν την οσμή και μου ξύπνησαν αναμνήσεις από τα παιδικά καλοκαίρια μου στο Δάρα όταν ολόκληρες συμμορίες παιδιών εφορμούσαμε μέσα στους κήπους των σπιτιών σκαρφαλώνοντας στις συκιές για να κόψουμε σύκα. Τη φαγούρα στα πόδια και στα χέρια από το συκόγαλα τη θυμάμαι ακόμα.

Άνοιξα τη σιδερένια πόρτα και μπήκα στον κήπο του Καποδιστριακού Σχολείου. Ένα δέος το ένιωσα, για να είμαι ειλικρινής. Πήρα λίγες φωτογραφίες και αποχώρησα.



Ανεβαίνοντας, ξανά, τα σκαλιά

και προχωρώντας λίγα μόλις βήματα, συνάντησα ένα τεράστιο πουρνάρι στον κορμό του οποίου κρέμεται η καμπανούλα της μικρής εκκλησιάς.

Πάνω, λοιπόν, από το Καποδιστριακό Σχολείο βρίσκεται το ιστορικό εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη, μονόκλιτη βασιλική, χτισμένο το 1643. Αυτό το εκκλησάκι, καθώς και ο Άγιος Νικόλαος (στην είσοδο του χωριού-αναφέρθηκα σε αυτόν στην αρχή της αφήγησης), είναι τα παλαιότερα εκκλησιαστικά μνημεία του Ζυγοβιστίου που χρονολογούνται από την περίοδο της πρώτης εποίκησης του χωριού.

Όμως, η περιοχή είναι γνωστή και από την αρχαιότητα. Ο Παυσανίας αναφέρει στα Αρκαδικά του ότι εδώ υπήρξε ο τάφος της Καλλιστώς και το Ιερό της Καλλίστης Αρτέμιδος. Μέσα στο πέρασμα των αιώνων οι ντόπιοι διατηρούν μέχρι σήμερα τα ήθη και τα έθιμά τους και μάλιστα φέτος τον Αύγουστο (9-8-2023) η ερασιτεχνική ομάδα Ζυγοβιστινών, με την επιμέλεια του θεατρολόγου-μουσειολόγου Γιώργου Σιούλα, αναβίωσαν τον παραδοσιακό γάμο στο Ζυγοβίστι. Το έθιμο τελέστηκε στον προαύλιο χώρο του Λαογραφικού Μουσείου.
Η υπέροχη κάτω γειτονιά του χωριού, με τα όμορφα πέτρινα σπίτια και την άγρια βλάστηση με κράτησε αρκετή ώρα κοντά της.


Ξαναπήρα τις ανηφοριές συναντώντας το σπίτι όπου έζησαν ο σχολάρχης Βελισσάριος Παπαγεωργίου με τη σύζυγό του Βαρβάρα.


Το πιστοποιημένο μονοπάτι Menalon Trail περνάει μέσα από το χωριό και ακολούθησα την ανηφορική πορεία του.



Κατέληξα, ξανά, στην Πλατεία Αθανάτων μπροστα από το πέτρινο κτίριο στο οποίο στεγάζεται η ταβέρνα Ζυγοβιστινό Στέκι. Γλάστρες με φουντωτές ορτανσίες στόλιζαν τον εξωτερικό χώρο του μαγαζιού και το ιερό της πέτρινης εκκλησίας. Δε χόρταινα να ρουφάω εικόνες και μυρωδιές!



Δεν ήθελα να φύγω από το χωριό, παρόλο που στο πρόγραμμά μου είχα εντάξει και την επίσκεψη στη Μονή Αιμυαλών. Τριγύρισα λίγο ακόμα στην Πλατεία και στη συνέχεια τρύπωσα σε μια άλλη γειτονιά. Μπορεί το Ζυγοβίστι να μην είναι από τα φημισμένα χωριά της Αρκαδίας, αλλά εμένα με εντυπωσίασε με την απλότητα και την ομορφιά του. Και μόνο που έχει το προνόμιο να ατενίζει την Πελοπόννησο από τόσο ψηλά αξίζει την επίσκεψη. Η γραφικότητά του, η αρχιτεκτονική του, τα πέτρινα σπίτια του, οι κόκκινες στέγες του, τα αμέτρητα πλακόστρωτα σοκάκια του και η οργιώδης βλάστησή του σε κάνουν να αναφωνείς: ένα χωριό πραγματική ζωγραφιά!







Το Ζυγοβίστι είναι ένας τόπος που κουβαλάει μεγάλη ιστορία ποτισμένη με αίμα και ζυμωμένη με ένδοξους αγώνες που έδωσαν ατρόμητοι άνδρες πολεμώντας στο πλευρό του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη για την ελευθερία. Εκείνο που μπόρεσα να καταλάβω από την επίσκεψή μου στο χωριό είναι ότι οι κάτοικοι αγαπούν τον τόπο τους προσπαθώντας να διατηρήσουν αναλλοίωτη την αυθεντικότητα των κτιρίων και να κρατήσουν άσβηστες τις ένδοξες μνήμες των παλαιότερων χρόνων. Με αυτές τις σκέψεις επέστρεψα στο αυτοκίνητο για την αναχώρησή μου. Όταν έφτασα στον κεντρικό δρόμο η ώρα ήταν 19:30. Δεν προλάβαινα να επισκεφτώ τη Μονή Αιμυαλών αφού το μοναστήρι κλείνει για το κοινό στις 20:00. Έτσι, συνέχισα για το ομορφότερο χωριό (κατά τη γνώμη μου) της Αρκαδίας, τη Στεμνίτσα. Άφησα το αυτοκίνητο στο δημόσιο parking και ακολούθησα μια ανηφορική διαδρομή που δεν είχα ξανακάνει. Συνεχώς ανέβαινα σκαλιά μέχρι που έφτασα στην εκκλησία της Παναγιάς.



Από εκεί τράβηξα για το Κάστρο. Ήθελα να προλάβω το ηλιοβασίλεμα και να πάρω πανοραμικές φωτογραφίες του χωριού φωτισμένο με τις γλυκές αποχρώσεις του ροζ, του πορτοκαλί και του χρυσαφένιου κίτρινου.





Έκλεισα τη solo εξόρμησή μου με ένα ωραιότατο δείπνο στην ταβέρνα του Σαρακινιώτη που βρίσκεται στην Πλατεία του χωριού και βγάζει τραπεζάκια στα πόδια του πετρόχτιστου Ρολογιού. Η επιστροφή μου στο Δάρα έγινε, αργά το βράδυ, μέσω Δημητσάνας και καθόλη τη διάρκεια του ταξιδιού συνάντησα ελάχιστα, μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού, αυτοκίνητα. Περισσότερες ήταν οι αλεπούδες που ξεπετάγονταν στον δρόμο μου παρά τα οχήματα. Α! είδα και ένα τσακάλι! Πέρασε τρέχοντας από τη μια πλευρά του δρόμου στην άλλη. Ευτυχώς που είχα χαμηλή ταχύτητα και πρόλαβα να φρενάρω εγκαίρως. Αυτά είχα να διηγηθώ για την ώρα. Μέχρι την επόμενη φορά, καλούς δρόμους να έχουμε παιδιά!
Last edited: