psilos3
Member
- Μηνύματα
- 7.095
- Likes
- 56.053
- Επόμενο Ταξίδι
- ;
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Φολέγανδρος
- Αντίπαρος
- Αντίπαρος ΙΙ
- Αμοργός
- Αμοργός ΙΙ
- Αμοργός ΙΙΙ
- Σίκινος
- Αστυπάλαια
- Αστυπάλαια ΙΙ
- Σέριφος
- Σχοινούσα - Μικρές Κυκλάδες
- Ηρακλειά - Μικρές Κυκλάδες
- Δονούσα - Μικρές Κυκλάδες
- Κίμωλος
- Ανάφη
- Σκύρος
- Χάλκη
- Λειψοί
- Λειψοί ΙΙ
- Λέρος
- Πάτμος
- Αγαθονήσι
- Τήλος
- Νίσυρος
- Σύμη
- Τέλενδος
- Κάλυμνος
- Ψέριμος
- Φούρνοι Κορσέων
- Παλαιό Τρίκερι Μαγνησίας
- Τριζόνια Φωκίδας
- Θηρασιά - Κυκλάδες
- Αρκιοί & Μάραθος Δωδεκανήσων
- Κάτω Κουφονήσι - Μικρές Κυκλάδες
- Αντι Επιλόγου
- Άγιος Ευστράτιος
- Καστελλόριζο (Μεγίστη)
- Φολέγανδρος ΙΙ
- Φούρνοι Κορσέων ΙΙ
- Θύμαινα Κορσέων
- Οινούσσες
- Ψαρά
- Κάσος
- Κάρπαθος
- Σαρία Δωδεκανήσου
- Αρκιοί
- Σαμοθράκη
- Κύθηρα (Τσιρίγο)
- Αντικύθηρα (Τσιριγότο)
- Ικαρία
- Ικαρία ΙΙ
- Γαύδος
- Μεγανήσι Ιονίου
- Αλόννησος
- Αμοργός ΙV
- Λέρος ΙV
- Λειψοί ΙΙΙ
- Παξοί
Κίμωλος
Επίσκεψη : Αύγουστος 2015
Διάρκεια: 3 μέρες
Το να φτάσει κανείς στη Κίμωλο από τη Θεσσαλονίκη και σχετικά ανώδυνα, αποτελεί πεδίο άσκησης επί χάρτου. Δε ξέρω πως, είχαμε αποφασίσει να ξεκινήσουμε από εκεί τις διακοπές μας τον Αύγουστο του 2015, έτσι αφού εξαντλήσαμε όλα τα σενάρια φτάσαμε ένα Σάββατο πρωί μέσω Μήλου, αφού πρώτα πήραμε το πλοίο από τη Σαντορίνη στην οποία και είχαμε διανυκτερεύσει. Από τη Μήλο είναι το συνηθέστερο πέρασμα του φέρρυ, γι’ αυτό και πολλοί προτιμούν τη Κίμωλο σαν ημερήσια, όχι όμως εμείς που κάτι τέτοια διαμαντάκια των Κυκλάδων μας εξάπτουν τη φαντασία.
Μέρα πρώτη - άφιξη:
Κάπως έτσι φτάσαμε στο λιμάνι της «Ψάθης» νωρίς το μεσημεράκι, με το πραγματικό στολίδι της Κιμώλου, το λεγόμενο «Χωριό» να φαίνεται επιβλητικό ακριβώς από πάνω.
Πήραμε το τοπικό λεωφορείο για να φτάσουμε στο κατάλυμα, το οποίο ήταν ότι φθηνότερο μπορέσαμε να βρούμε. Είναι λίγα τα καταλύματα στο νησί, και δεν αξίζει να μείνει κανένας εκτός χωριού, οπότε πρέπει να κάνει αρκετά νωρίτερα τη κράτηση του.
Δε καθυστερήσαμε και πολύ να βγούμε στο δρόμο (καθώς δεν υπήρχε εκείνη την ώρα δρομολόγιο) προκειμένου να επισκεφτούμε κάποια παραλία για μπάνιο. Κατηφορίσαμε μες τον ήλιο με τα πόδια ως την Αλυκή και την ομώνυμη παραλία:
Και καταλήξαμε αφού δε μας συγκίνησε το «Καλαμίτσι»
στην απλή και όμορφη παραλία της «Μπονάτσας». Πεντακάθαρη, με σκιά από τα δεντράκια, αποτελεί προορισμό για όσους κάνουν ελεύθερο κάμπινγκ στο νησί, που ομολογουμένως δεν ήταν και τόσοι πολλοί σε σχέση με άλλα.
Αφού συντονιστήκαμε με το λεωφορείο, ανεβήκαμε αμέσως προς το «Χωριό» με σκοπό να το δούμε στα πιο ενδότερα του, και να τσιμπήσουμε κάτι πίνοντας μπύρες. Δικαίως λέγονται πολλά για την ομορφιά αυτού του μέρους, το οποίο είναι από αυτά που συνηθίζεις και αγαπάς από τις πρώτες στιγμές:
Αμιγώς κυκλαδίτικος τόπος, ακόμα ένας από αυτούς που ντρέπεσαι να πατήσεις με παπούτσια.
Οι κάτοικοι του νησιού δίνουν το καλύτερο τους εαυτό και σέβονται απόλυτα το τόπο τους, κάτι που καταλαβαίνεις πολύ εύκολα από το πόσο όμορφος, προσεγμένος και καθαρός είναι:
Περάσαμε αρκετά υπέροχα στενάκια:
Και γυρίσαμε προς το δωμάτιο:
Το βράδυ όλος ο κόσμος συγκεντρώνεται στη πλατεία του χωριού και στα τριγύρω μαγαζιά, όπου πίνουν τα τσιπουράκια τους και συζητούν. Εμείς πως θα μπορούσαμε να διαφοροποιηθούμε;
Μέρα δεύτερη:
Το άλλο πρωί ξυπνήσαμε ευδιάθετοι και ξεκινήσαμε από βόλτα στο χωριό και πρωινό:
Είχαμε αποφασίσει να πάρουμε το λεωφορείο από την άλλη στάση, προς την έξοδο του χωριού, κατευθυνόμενοι εκείνη τη μέρα προς μια ακόμα πασίγνωστη υπέροχη παραλία των Κυκλάδων, τα «Πράσα». Τι να πρωτοπεί κανείς γι’ αυτή τη μοναδικής ομορφιάς παραλία με τα απίστευτα χρώματα;
Χρώματα τα οποία προκύπτουν από την άμμο και τα πετρώματα της κιμωλίας. Από αυτά τα πετρώματα άλλωστε πήρε και η Κίμωλος το όνομα της. Το μπάνιο ήταν τέλειο, και αν και δε μου άρεσε το σύστημα με τις ξαπλώστρες (όπως κάθε τέτοιο σύστημα), πρέπει να πω ότι δεν υπάρχει άλλη επιλογή για σκιά. Εμείς βολευτήκαμε στα ψηλά πάντως, μπροστά από τη καντίνα για να έχουμε άμεση πρόσβαση, μην αργώντας και πολύ να γίνουμε καλοί πελάτες και να μας κεράσουν…
Στην επιστροφή μας περάσαμε από το Χωριό για να τσιμπήσουμε και να κάνουμε την απογευματινή μας βόλτα. Πραγματικά είναι πολύ δύσκολο να χορτάσει κανείς τη βόλτα του σ’ αυτά τα υπέροχα Κυκλαδίτικα στενά. Δικαίως η Κίμωλος μπαίνει στο τοπ με τις Κυκλαδίτικες χώρες για το λόγο αυτό:
Αργότερα και αφού η νύχτα είχε πέσει για τα καλά, αφού κάναμε τη καθιερωμένη στάση μας για τσίπουρα,
αποφασίσαμε να συνεχίσουμε στο μπαρ του «Βατσιμάνη» για να πιούμε τα ποτά μας. Πολύ ευχάριστη ατμόσφαιρα, εξαιρετική Ελληνική μουσική και πολλές ιστορίες με το αφεντικό του μαγαζιού. Εξάλλου στο συγκεκριμένο μπαρ είχε αναφερθεί και ο Λευτέρης από την «Αστάρτη» στη Φολέγανδρο, οπότε έπρεπε να το επισκεφτούμε οπωσδήποτε. Εκεί άκουσα και την ατάκα που με συντροφεύει μέχρι σήμερα, η οποία ειπώθηκε μετά από συζήτηση μας για τη Σαντορίνη: «Δε πηγαίνω σε μεγάλα νησιά»! Μα καλά αναρωτηθήκαμε, μεγάλο νησί η Σαντορίνη; Λίγες μέρες μετά κατάλαβα ακριβώς τι εννοεί και πως το λέει. Λίγα χρόνια μετά είμαι πλέον απόλυτα σίγουρος…
Μέρα τρίτη:
Το πρωινό ξύπνημα της επόμενης μέρας δε μας κακοφάνηκε παρά μόνο στην αρχή της, καθώς τη περιμέναμε με μεγάλη περιέργεια. Χωρίς να χρονοτριβήσουμε πήραμε το λεωφορείο και κατεβήκαμε στη Ψάθη,
όπου μετά από την αγορά του καφέ και των απαραίτητων προμηθειών, επιβιβαστήκαμε στη βάρκα του Βαγγέλη, γνωστού καπετάνιου με καταγωγή από την ακατοίκητη πλέον Πολύαιγο, ο οποίος διεξάγει το συγκεκριμένο τουριστικό δρομολόγιο εδώ και χρόνια σε καθημερινή βάση και εφόσον το επιτρέπει ο καιρός. Στις 11 ξεκινήσαμε με τον καιρό σύμμαχο μας για άγνωστα νερά :
Νερά που δε περιγράφονται με λόγια…
Στάση πρώτη για να ξυπνήσουμε με μερικές βουτιές:
Κατόπιν ξεκίνησε ο γύρος της Πολύαιγου, με στάσεις όπου κρινόταν απαραίτητο:
Και σε ορισμένα σημεία ήταν παραπάνω από απαραίτητο:
Νερά που θέλεις απεγνωσμένα να βουτήξεις:
Συνεχίσαμε βλέποντας γεωλογικούς σχηματισμούς και σπηλιές:
Γύρω στο μεσημεράκι αγκυροβολήσαμε με σκοπό να κατεβούμε σε μια παραλία της Πολύαιγου, ώστε να πατήσουμε και σ’ αυτό το νησί. Στη παραλία θα κάνετε τη βόλτα σας μαζί με τα αγριοκάτσικα:
Η Ελλάδα έχει περιλάβει την Πολύαιγο στο πρόγραμμα Natura 2000 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θεωρώντας την σημαντικό βιότοπο ανενόχλητο από την ανθρώπινη παρουσία. Στο νησί γεννά τα μικρά της άλλωστε η μεσογειακή φώκια Μονάχους-Μονάχους.
Θα ήθελα να υπάρχει περισσότερος χρόνος σ΄ αυτό για να το γυρίσουμε λίγο. Εξάλλου η Πολύαιγος είναι το μεγαλύτερο ακατοίκητο νησί του Αιγαίου. Πλέον, μόνο τα ερείπια των σπιτιών και του μοναστηριού φανερώνουν ότι κάποτε υπήρχε ανθρώπινη παρουσία στο νησί:
Δεν υπάρχει όμως καπετάνιος που σέβεται τον εαυτό του και δε βγάζει από το αμπάρι του το τσίπουρο για να κεράσει τους επιβάτες. Είχαμε φροντίσει να γεμίσουμε κι εμείς το ψυγείο βέβαια, και σε συνδυασμό με τη παραδοσιακή λαδένια της Κιμώλου –που πρέπει να δοκιμάσετε- και το παγωμένο καρπουζάκι, στήθηκε ένα πολύ ωραίο τσιμπούσι. Ήταν απόλαυση πραγματικά να συζητάς με τον Καπετάν – Βαγγέλη και να σου εξιστορεί για τη Πολύαιγο, και για τα πρώτα χρόνια της ζωής του που πέρασε εκεί:
Απόγευμα πλέον, και γεμάτοι από χρώματα και θάλασσα επιστρέψαμε στο Χωριό για βόλτα, φωτογραφίες και φαγητό:
Κάθε μέρα βεβαίως ανακαλύπταμε και κάτι καινούριο. Καταντάω κουραστικός, ωστόσο το μέρος είναι άξιο προσοχής και σίγουρα όλοι έχουν προσφέρει γι’ αυτό:
Ένα ακόμη χαρακτηριστικό πέρασμα:
Κίμωλο μου - Παράδεισο μου. Παντού!
Φτάσαμε ως την άκρη του Χωριού για να δούμε τη θέα και να αράξουμε λίγο εκεί:
Κι επιστρέψαμε για φαγητό:
Το τελευταίο βράδυ μας ήταν αυτό, οπότε ένα πέρασμα από όλα τα στέκια που βρήκαμε στο Χωριό ήταν απαραίτητο. Δε βασίζεται κανείς βέβαια στη νύχτα του νησιού, καθώς η Κίμωλος αντιπροσωπεύεται από την ησυχία και τη ποιότητα, ήμασταν όμως τυχεροί καθώς πετύχαμε κάποιου είδους δρώμενα, με ρεμπέτικη μουσική και φυσικά πολλές πολλές μπύρες στην αυλή του δημοτικού σχολείου.
Ήταν ο καλύτερος τρόπος να αποχαιρετήσουμε το νησί.
Την άλλη μέρα το πρωί μας περίμενε η Μήλος απέναντι, πολλά υποσχόμενη!
Επίσκεψη : Αύγουστος 2015
Διάρκεια: 3 μέρες
Το να φτάσει κανείς στη Κίμωλο από τη Θεσσαλονίκη και σχετικά ανώδυνα, αποτελεί πεδίο άσκησης επί χάρτου. Δε ξέρω πως, είχαμε αποφασίσει να ξεκινήσουμε από εκεί τις διακοπές μας τον Αύγουστο του 2015, έτσι αφού εξαντλήσαμε όλα τα σενάρια φτάσαμε ένα Σάββατο πρωί μέσω Μήλου, αφού πρώτα πήραμε το πλοίο από τη Σαντορίνη στην οποία και είχαμε διανυκτερεύσει. Από τη Μήλο είναι το συνηθέστερο πέρασμα του φέρρυ, γι’ αυτό και πολλοί προτιμούν τη Κίμωλο σαν ημερήσια, όχι όμως εμείς που κάτι τέτοια διαμαντάκια των Κυκλάδων μας εξάπτουν τη φαντασία.
Μέρα πρώτη - άφιξη:
Κάπως έτσι φτάσαμε στο λιμάνι της «Ψάθης» νωρίς το μεσημεράκι, με το πραγματικό στολίδι της Κιμώλου, το λεγόμενο «Χωριό» να φαίνεται επιβλητικό ακριβώς από πάνω.

Πήραμε το τοπικό λεωφορείο για να φτάσουμε στο κατάλυμα, το οποίο ήταν ότι φθηνότερο μπορέσαμε να βρούμε. Είναι λίγα τα καταλύματα στο νησί, και δεν αξίζει να μείνει κανένας εκτός χωριού, οπότε πρέπει να κάνει αρκετά νωρίτερα τη κράτηση του.
Δε καθυστερήσαμε και πολύ να βγούμε στο δρόμο (καθώς δεν υπήρχε εκείνη την ώρα δρομολόγιο) προκειμένου να επισκεφτούμε κάποια παραλία για μπάνιο. Κατηφορίσαμε μες τον ήλιο με τα πόδια ως την Αλυκή και την ομώνυμη παραλία:


Και καταλήξαμε αφού δε μας συγκίνησε το «Καλαμίτσι»

στην απλή και όμορφη παραλία της «Μπονάτσας». Πεντακάθαρη, με σκιά από τα δεντράκια, αποτελεί προορισμό για όσους κάνουν ελεύθερο κάμπινγκ στο νησί, που ομολογουμένως δεν ήταν και τόσοι πολλοί σε σχέση με άλλα.



Αφού συντονιστήκαμε με το λεωφορείο, ανεβήκαμε αμέσως προς το «Χωριό» με σκοπό να το δούμε στα πιο ενδότερα του, και να τσιμπήσουμε κάτι πίνοντας μπύρες. Δικαίως λέγονται πολλά για την ομορφιά αυτού του μέρους, το οποίο είναι από αυτά που συνηθίζεις και αγαπάς από τις πρώτες στιγμές:



Αμιγώς κυκλαδίτικος τόπος, ακόμα ένας από αυτούς που ντρέπεσαι να πατήσεις με παπούτσια.



Οι κάτοικοι του νησιού δίνουν το καλύτερο τους εαυτό και σέβονται απόλυτα το τόπο τους, κάτι που καταλαβαίνεις πολύ εύκολα από το πόσο όμορφος, προσεγμένος και καθαρός είναι:

Περάσαμε αρκετά υπέροχα στενάκια:


Και γυρίσαμε προς το δωμάτιο:


Το βράδυ όλος ο κόσμος συγκεντρώνεται στη πλατεία του χωριού και στα τριγύρω μαγαζιά, όπου πίνουν τα τσιπουράκια τους και συζητούν. Εμείς πως θα μπορούσαμε να διαφοροποιηθούμε;



Μέρα δεύτερη:
Το άλλο πρωί ξυπνήσαμε ευδιάθετοι και ξεκινήσαμε από βόλτα στο χωριό και πρωινό:


Είχαμε αποφασίσει να πάρουμε το λεωφορείο από την άλλη στάση, προς την έξοδο του χωριού, κατευθυνόμενοι εκείνη τη μέρα προς μια ακόμα πασίγνωστη υπέροχη παραλία των Κυκλάδων, τα «Πράσα». Τι να πρωτοπεί κανείς γι’ αυτή τη μοναδικής ομορφιάς παραλία με τα απίστευτα χρώματα;


Χρώματα τα οποία προκύπτουν από την άμμο και τα πετρώματα της κιμωλίας. Από αυτά τα πετρώματα άλλωστε πήρε και η Κίμωλος το όνομα της. Το μπάνιο ήταν τέλειο, και αν και δε μου άρεσε το σύστημα με τις ξαπλώστρες (όπως κάθε τέτοιο σύστημα), πρέπει να πω ότι δεν υπάρχει άλλη επιλογή για σκιά. Εμείς βολευτήκαμε στα ψηλά πάντως, μπροστά από τη καντίνα για να έχουμε άμεση πρόσβαση, μην αργώντας και πολύ να γίνουμε καλοί πελάτες και να μας κεράσουν…


Στην επιστροφή μας περάσαμε από το Χωριό για να τσιμπήσουμε και να κάνουμε την απογευματινή μας βόλτα. Πραγματικά είναι πολύ δύσκολο να χορτάσει κανείς τη βόλτα του σ’ αυτά τα υπέροχα Κυκλαδίτικα στενά. Δικαίως η Κίμωλος μπαίνει στο τοπ με τις Κυκλαδίτικες χώρες για το λόγο αυτό:


Αργότερα και αφού η νύχτα είχε πέσει για τα καλά, αφού κάναμε τη καθιερωμένη στάση μας για τσίπουρα,

αποφασίσαμε να συνεχίσουμε στο μπαρ του «Βατσιμάνη» για να πιούμε τα ποτά μας. Πολύ ευχάριστη ατμόσφαιρα, εξαιρετική Ελληνική μουσική και πολλές ιστορίες με το αφεντικό του μαγαζιού. Εξάλλου στο συγκεκριμένο μπαρ είχε αναφερθεί και ο Λευτέρης από την «Αστάρτη» στη Φολέγανδρο, οπότε έπρεπε να το επισκεφτούμε οπωσδήποτε. Εκεί άκουσα και την ατάκα που με συντροφεύει μέχρι σήμερα, η οποία ειπώθηκε μετά από συζήτηση μας για τη Σαντορίνη: «Δε πηγαίνω σε μεγάλα νησιά»! Μα καλά αναρωτηθήκαμε, μεγάλο νησί η Σαντορίνη; Λίγες μέρες μετά κατάλαβα ακριβώς τι εννοεί και πως το λέει. Λίγα χρόνια μετά είμαι πλέον απόλυτα σίγουρος…
Μέρα τρίτη:
Το πρωινό ξύπνημα της επόμενης μέρας δε μας κακοφάνηκε παρά μόνο στην αρχή της, καθώς τη περιμέναμε με μεγάλη περιέργεια. Χωρίς να χρονοτριβήσουμε πήραμε το λεωφορείο και κατεβήκαμε στη Ψάθη,

όπου μετά από την αγορά του καφέ και των απαραίτητων προμηθειών, επιβιβαστήκαμε στη βάρκα του Βαγγέλη, γνωστού καπετάνιου με καταγωγή από την ακατοίκητη πλέον Πολύαιγο, ο οποίος διεξάγει το συγκεκριμένο τουριστικό δρομολόγιο εδώ και χρόνια σε καθημερινή βάση και εφόσον το επιτρέπει ο καιρός. Στις 11 ξεκινήσαμε με τον καιρό σύμμαχο μας για άγνωστα νερά :

Νερά που δε περιγράφονται με λόγια…


Στάση πρώτη για να ξυπνήσουμε με μερικές βουτιές:


Κατόπιν ξεκίνησε ο γύρος της Πολύαιγου, με στάσεις όπου κρινόταν απαραίτητο:




Και σε ορισμένα σημεία ήταν παραπάνω από απαραίτητο:


Νερά που θέλεις απεγνωσμένα να βουτήξεις:

Συνεχίσαμε βλέποντας γεωλογικούς σχηματισμούς και σπηλιές:




Γύρω στο μεσημεράκι αγκυροβολήσαμε με σκοπό να κατεβούμε σε μια παραλία της Πολύαιγου, ώστε να πατήσουμε και σ’ αυτό το νησί. Στη παραλία θα κάνετε τη βόλτα σας μαζί με τα αγριοκάτσικα:



Η Ελλάδα έχει περιλάβει την Πολύαιγο στο πρόγραμμα Natura 2000 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θεωρώντας την σημαντικό βιότοπο ανενόχλητο από την ανθρώπινη παρουσία. Στο νησί γεννά τα μικρά της άλλωστε η μεσογειακή φώκια Μονάχους-Μονάχους.
Θα ήθελα να υπάρχει περισσότερος χρόνος σ΄ αυτό για να το γυρίσουμε λίγο. Εξάλλου η Πολύαιγος είναι το μεγαλύτερο ακατοίκητο νησί του Αιγαίου. Πλέον, μόνο τα ερείπια των σπιτιών και του μοναστηριού φανερώνουν ότι κάποτε υπήρχε ανθρώπινη παρουσία στο νησί:

Δεν υπάρχει όμως καπετάνιος που σέβεται τον εαυτό του και δε βγάζει από το αμπάρι του το τσίπουρο για να κεράσει τους επιβάτες. Είχαμε φροντίσει να γεμίσουμε κι εμείς το ψυγείο βέβαια, και σε συνδυασμό με τη παραδοσιακή λαδένια της Κιμώλου –που πρέπει να δοκιμάσετε- και το παγωμένο καρπουζάκι, στήθηκε ένα πολύ ωραίο τσιμπούσι. Ήταν απόλαυση πραγματικά να συζητάς με τον Καπετάν – Βαγγέλη και να σου εξιστορεί για τη Πολύαιγο, και για τα πρώτα χρόνια της ζωής του που πέρασε εκεί:

Απόγευμα πλέον, και γεμάτοι από χρώματα και θάλασσα επιστρέψαμε στο Χωριό για βόλτα, φωτογραφίες και φαγητό:


Κάθε μέρα βεβαίως ανακαλύπταμε και κάτι καινούριο. Καταντάω κουραστικός, ωστόσο το μέρος είναι άξιο προσοχής και σίγουρα όλοι έχουν προσφέρει γι’ αυτό:



Ένα ακόμη χαρακτηριστικό πέρασμα:


Κίμωλο μου - Παράδεισο μου. Παντού!


Φτάσαμε ως την άκρη του Χωριού για να δούμε τη θέα και να αράξουμε λίγο εκεί:



Κι επιστρέψαμε για φαγητό:


Το τελευταίο βράδυ μας ήταν αυτό, οπότε ένα πέρασμα από όλα τα στέκια που βρήκαμε στο Χωριό ήταν απαραίτητο. Δε βασίζεται κανείς βέβαια στη νύχτα του νησιού, καθώς η Κίμωλος αντιπροσωπεύεται από την ησυχία και τη ποιότητα, ήμασταν όμως τυχεροί καθώς πετύχαμε κάποιου είδους δρώμενα, με ρεμπέτικη μουσική και φυσικά πολλές πολλές μπύρες στην αυλή του δημοτικού σχολείου.

Ήταν ο καλύτερος τρόπος να αποχαιρετήσουμε το νησί.
Την άλλη μέρα το πρωί μας περίμενε η Μήλος απέναντι, πολλά υποσχόμενη!

Last edited: