psilos3
Member
- Μηνύματα
- 7.095
- Likes
- 56.053
- Επόμενο Ταξίδι
- ;
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Φολέγανδρος
- Αντίπαρος
- Αντίπαρος ΙΙ
- Αμοργός
- Αμοργός ΙΙ
- Αμοργός ΙΙΙ
- Σίκινος
- Αστυπάλαια
- Αστυπάλαια ΙΙ
- Σέριφος
- Σχοινούσα - Μικρές Κυκλάδες
- Ηρακλειά - Μικρές Κυκλάδες
- Δονούσα - Μικρές Κυκλάδες
- Κίμωλος
- Ανάφη
- Σκύρος
- Χάλκη
- Λειψοί
- Λειψοί ΙΙ
- Λέρος
- Πάτμος
- Αγαθονήσι
- Τήλος
- Νίσυρος
- Σύμη
- Τέλενδος
- Κάλυμνος
- Ψέριμος
- Φούρνοι Κορσέων
- Παλαιό Τρίκερι Μαγνησίας
- Τριζόνια Φωκίδας
- Θηρασιά - Κυκλάδες
- Αρκιοί & Μάραθος Δωδεκανήσων
- Κάτω Κουφονήσι - Μικρές Κυκλάδες
- Αντι Επιλόγου
- Άγιος Ευστράτιος
- Καστελλόριζο (Μεγίστη)
- Φολέγανδρος ΙΙ
- Φούρνοι Κορσέων ΙΙ
- Θύμαινα Κορσέων
- Οινούσσες
- Ψαρά
- Κάσος
- Κάρπαθος
- Σαρία Δωδεκανήσου
- Αρκιοί
- Σαμοθράκη
- Κύθηρα (Τσιρίγο)
- Αντικύθηρα (Τσιριγότο)
- Ικαρία
- Ικαρία ΙΙ
- Γαύδος
- Μεγανήσι Ιονίου
- Αλόννησος
- Αμοργός ΙV
- Λέρος ΙV
- Λειψοί ΙΙΙ
- Παξοί
Αλόννησος
Επίσκεψη : Αύγουστος 2023
Διάρκεια: 2 ημέρες
Οι Σποράδες αποτελούσαν ένα κεφάλαιο που έπρεπε επίσης να κλείσει μιας και υπήρχαν εκκρεμότητες. Εντάξει, είχα επισκεφτεί τη Σκιάθο δύο φορές, είχα περάσει ένα γεμάτο τετραήμερο στη Σκύρο, ωστόσο στη Σκόπελο δεν είχα περάσει παρά μόνο μια μέρα οπότε ήθελα να την δω διεξοδικά, κι εν προκειμένω την Αλόννησο που αφορά και την κάτωθι αφήγηση την οποία δεν είχα δει ποτέ.
Είναι βλέπετε η κλασσική δικαιολογία που υπάρχει μες το μυαλό μου η οποία κατατάσσει τέτοιου είδους νησιά που βρίσκονται κοντά σχετικά στη Θεσσαλονίκη στην κατηγορία «εντάξει μωρέ, δίπλα είναι, κάποια στιγμή θα πάμε», που κάθε φορά με κάνει και εκτίθεμαι όπως για παράδειγμα στην περίπτωση της Σαμοθράκης.
Με χαρά διαπίστωσα ότι και η Αλόννησος μπαίνει στον ίδιο παρονομαστή, των μικρών ωραίων και ιδιαίτερων νησιών που επιμελώς παραμελούσα κι επιτέλους αποκατέστησα την αλήθεια τους στα μάτια μου. Αυτό είναι το νησάκι που θα σας περιγράψω σε λίγες γραμμές, χωρίς ακόμα να έχω αποφασίσει αν θα κάνω κάτι αντίστοιχο με τη Σκόπελο. Θα δείξει..
Ημέρα πρώτη:
Αν ήδη βρίσκεσαι σε κάποιο από τα νησιά του συμπλέγματος, το μόνο που δε σε αγχώνει (μάλλον) είναι η μεταξύ τους επικοινωνία. Έτσι κι εμείς, πολύ χαλαροί και μετά από ένα ωραίο καφεδάκι και μια εξαιρετική τοπική πίτα, αφήναμε πίσω μας τη Σκόπελο, ξεκινώντας για μια 40λεπτη περίπου πλεύση.
Η Αλόννησος δεν άργησε να φανεί στα μάτια μας, με την Χώρα της σκαρφαλωμένη πάνω στο λόφο να μου κλέβει από την πρώτη στιγμή την καρδιά:
Το πλοίο είχε ξεκινήσει ήδη τη στροφή του αφήνοντας πίσω τις βραχονησίδες που χωρίζουν τα δύο νησιά, προσεγγίζοντας γρήγορα το λιμάνι με το όνομα Πατητήρι:
Ακόμα ένας νησιώτικος οικισμός που μπαίνει στην κατηγορία «συγγνώμη που με είδατε», μια κατηγορία που λατρεύω γιατί έχει να δώσει πολύ. Βρεθήκαμε με τους υπόλοιπους δύο της παρέας που ερχόταν απευθείας από Θεσσαλονίκη (με την πανάκριβη ακτοπλοϊκή σύνδεση να τα λέμε όλα) κι αναχωρήσαμε για το σπίτι προκειμένου να ετοιμαστούμε:
Με μικρή για τα δεδομένα μας κωλυσιεργία βγήκαμε μεσημέρι πλέον στο δρόμο έχοντας ως στόχο τις παραλίες και την εξερεύνηση του νησιού, με την αρχή να γίνεται από την μακρινή του «Αγίου Δημητρίου». Ας μιλήσει η εικόνα:
Θαυμάσια καταγάλανα νερά που δε μπορούσε να τα χορτάσει κανείς μας, σε συνδυασμό με φυσική σκιά, σε μια παραλία που πραγματικά δε θέλεις να φύγεις:
Δικαιολογημένα αργήσαμε κι εμείς να φύγουμε όπως καταλαβαίνετε, συνεχίζοντας ως την παραλία του «Τζώρτζη Γιαλού» που ήταν ρηχή και δε μας έκανε το κλικ:
Αντιθέτως καταλήξαμε στον διπλανό «Λεφτό Γιαλό» για ένα πολύ ωραίο καφεδάκι και την απογευματινή μας βουτιά στα καταπράσινα, γαλήνια νερά του. Είναι η ώρα που ευχαριστιέμαι τη θάλασσα περισσότερο ίσως από κάθε άλλη:
Η απόφαση μας ήταν να ανεβούμε την πρώτη αναγνωριστική μας βόλτα στη χώρα έτσι όπως ήμασταν, προκειμένου να πιούμε καμιά παγωμένη μπυρίτσα την ώρα που πέφτει ο ήλιος και να τσιμπήσουμε κάτι. Αφήσαμε το αυτοκίνητο αρκετά μακριά από το πάρκινγκ μιας και υπήρχε κοσμοσυρροή, και θαυμάζοντας την περιμετρική θέα ξεκινήσαμε να μπαίνουμε στην Χώρα (Παλιά Χώρα για να τα λέμε ως έχουν) από την δεύτερη είσοδο και το πλακόστρωτο δρομάκι:
Αν και τα δεδομένα που έχω συνηθίσει είναι κάπως διαφορετικά, τολμώ να πω ότι η Χώρα αυτού του νησιού μου άρεσε από την πρώτη στιγμή (όπως αντίστοιχα είχε γίνει με τη Σκύρο). Μικρή, προσεγμένη, με υπέροχη θέα, φυτά, όμορφα σπιτάκια, όλα όσα σε κάνουν να συμπαθήσεις αμέσως έναν τόπο:
Δεν αργήσαμε καθόλου να φτάσουμε στο κέντρο της μιας και οι αποστάσεις ήταν μικρές όπως καταλαβαίνετε, με πλήθος κόσμου να ‘χει ξεκινήσει ήδη τη βραδινή του βόλτα, την ίδια ώρα που εμείς ήμασταν ακόμα με τα μαγιό. Πόσο τα γουστάρω κάτι τέτοια…
Σας θυμίζει κάτι το παρακάτω σημείο;
Μήπως τώρα καλύτερα; Αυτή δεν είναι η πρώτη εικόνα που συναντά κανείς όταν ψάχνει για την Αλόννησο;
Προχωρήσαμε προς το ψηλότερο σημείο και μια μικρή πλατεία με ανεμπόδιστη περιμετρικά θέα προς όλα τα σημεία της Παλιάς Χώρας:
Στο απέναντι ακριβώς σημείο σταθήκαμε προκειμένου να δούμε το μνημείο (από τέτοια γεμάτη η χώρα μας αλίμονο) των εκτελεσθέντων κατοίκων από τους ναζί:
Και προχωρήσαμε προς τα ενδότερα, σ’ έναν πολύ όμορφο δρόμο που θύμιζε και λίγο Κυκλάδες, γεμάτο εστιατόρια και όμορφα μαγαζάκια λαϊκής τέχνης:
Ο μικρός πεζόδρομος καταλήγει σ’ ένα μαγαζί με την καλύτερη θέα της χώρας όπως λένε, στο οποίο δεν καθίσαμε, άλλα επιστρέψαμε σιγά-σιγά προς τα πίσω:
Κατεβήκαμε στην αρχή περίπου του οικισμού όπου στρωθήκαμε για φαγητό σ’ ένα μαγαζί απέναντι από την πέτρινη εκκλησία «Γεννήσεως του Χριστού», σύμβολο της Παλιάς Χώρας που στέκει εκεί από τον 17ο αιώνα:
Οι ώρες κύλησαν ευχάριστα, με τη νύχτα να ολοκληρώνεται στο Πατητήρι, στο μόνο κατάστημα που πήγαινε μέχρι αργά και σίγουρα δεν ήταν στα γούστα μας. Λεπτομέρειες...
Ημέρα Δεύτερη
Η επόμενη μέρα μας υποδέχτηκε με συννεφιά και ψιλόβροχο, καιρό αν μη τι άλλο περίεργο όταν μιλάμε για 13 Αυγούστου, ωστόσο τις καλές παρέες και δη τις αντροπαρέες φίλων δε τις ξενερώνει τίποτα όπως είναι γνωστό.
Ήπιαμε ένα καφεδάκι με την ησυχία μας και νωρίς το μεσημέρι κατηφορίσαμε –υπό τις ίδιες συνθήκες- στις παραλίες του νησιού, αρχής γενομένης από την παραλία της «Μηλιάς» όπου κάναμε και την πρώτη μας στάση. Επιμείναμε, καθίσαμε πάνω από μια ώρα, ο καιρός όμως δε μας έψηνε για μπάνιο, οπότε ήπιαμε τη μπυρίτσα μας, θαυμάσαμε τα ωραία νερά κι αποχωρήσαμε:
Εξίσου αναποτελεσματική ήταν και η κάθοδος μας στην διπλανή παραλία της «Χρυσής Μηλιάς» αυτή τη φορά, με τα μικρά κύματα να την καθιστούν αποτρεπτική:
Έτσι νομοτελειακά κατευθυνθήκαμε προς το «Κοκκινόκατστρο» που ήταν έτσι κι αλλιώς ψηλότερα στη λίστα της ημέρας. Παρκάραμε το αυτοκίνητο και κατεβήκαμε ποδαράτοι, με τη θάλασσα να φαίνεται από μακριά πολλά υποσχόμενη, παρόλη τη συννεφιά της ημέρας:
Δε θέλει και μεγάλη σκέψη άλλωστε προκειμένου να καταλάβει κανείς αυτό που ισχυρίζονται οι περισσότεροι, πως το Κοκκινόκαστρο είναι η καλύτερη παραλία της Αλοννήσου, στο οποίο τείνω να συμφωνήσω:
Κάποιες σταδιακές εμφανίσεις του ήλιου έκαναν το τοπίο καλύτερο και το μπάνιο απολαυστικότερο, τόσο που αναρωτιόμασταν πόσο όμορφα μπορεί να είναι με πλήρη ηλιοφάνεια:
Ήπιαμε τις μπύρες μας στην καντίνα και γύρω στις έξι αναχωρήσαμε προς την επόμενη στάση της ημέρας, το χωριό «Στενή Βάλα», μικρό ψαράδικο λιμανάκι και δημοφιλή προορισμό σκαφάτων μεταξύ άλλων:
Κάναμε μια βόλτα στη παραλιακή του χωριού προτού καταλήξουμε στο καφέ προκειμένου να σκοτώσουμε άλλη μια ώρα συζητώντας και πίνοντας καφεδάκι:
Ψωνίσαμε κάποια πράγματα απ’ το μάρκετ και αποχωρήσαμε, την ίδια ώρα που στις ψαροταβέρνες άρχισε να γίνεται ένας μικρός χαμός. Πολύ το ζήλεψα αυτό το ψάρι που καθαρίζονταν με προορισμό το κατάστρωμα κάποιου ιστιοπλοϊκού:
Γυρίσαμε προς το σπίτι να ετοιμαστούμε έχοντας ήδη αποφασίσει να ετοιμαστούμε και ν’ ανεβούμε ξανά στην Παλιά Χώρα για φαγητό και ποτό, κάτι που έγινε σχετικά νωρίς, παρκάροντας στην αρχή του δρόμου αυτή τη φορά όντας ψυλλιασμένοι για το τι θα γινόταν στο παρκινγκ. Μετά από 300-400 μέτρα μπήκαμε από την κύρια είσοδο του οικισμού κάνοντας τις πρώτες αναγνωριστικές βόλτες:
Αρκετός κόσμος και εκείνη τη μέρα πηγαινοέρχονταν στο πολύ ωραίο κεντρικό στενό της Παλιάς Χώρας, δίχως όμως να είναι σε καμία περίπτωση ενοχλητικός:
Στον οικισμό επικρατούσε σεβασμός και ησυχία, δείγμα της ποιότητας που έβγαζε το νησί κάτι που καταλαβαίνει πολύ καλά ο επισκέπτης:
Συνεχίσαμε τις βόλτες μας προς το τέλος της κεντρικής οδού, το πανέμορφο σημείο που σας περιέγραφα στο προηγούμενο κεφάλαιο, κι αφού κάναμε και τα απαραίτητα ψώνια κατεβήκαμε προς τα κάτω προκειμένου να καθίσουμε για φαγητό:
Χάρηκα ιδιαίτερα που είδα πολύ κόσμο στο περιμετρικό πεζούλι της εκκλησίας, γεγονός χαρακτηριστικό στα νησιά:
Όσο για την κατάληξη της βραδιάς; Οι πληροφορίες μου από τον μπουζουξή της «Ανατολής» στη Σκόπελο αποδείχτηκαν πολύ σωστές, καταλήγοντας στο μόνο μαγαζί της παλιάς Χώρας που είχε ζωντανή μουσική:
Το πώς μπλέξαμε παραμένει ακόμα αδιευκρίνιστο, αν και παραδέχομαι ότι δεν είναι η πρώτη (και μάλλον όχι η τελευταία) φορά που μας συμβαίνει.
Καλή παρέα, μπαρ γεμάτα, σωστή μουσική, τι άλλο μπορεί να χρειάζεται κάποιος για να περάσει καλά στις διακοπές του και γενικότερα στη ζωή του;
Ημέρα Τρίτη – αναχώρηση
Η βαριά ζαλάδα του –όχι και τόσο πρωινού ξυπνήματος- ήταν φυσικό επακόλουθο, προκειμένου να πακετάρουμε και να κατέβουμε προς τα κάτω. Ορίστε το Πατητήρι από ψηλά, ελπίζω να καταλαβαίνετε την ατάκα μου γι’ αυτό στην αρχή της εξιστόρισης:
Η συννεφιά μας ακολουθούσε για ακόμα μία ημέρα, όχι ότι μας ένοιαζε και πολύ μιας και αλλάζαμε νησί. Πήραμε φαγητό και τα καφεδάκια μας και κατηφορίσαμε προς το λιμάνι:
Κομματάκι συμπαθέστερο το χωριό από θαλάσσης, οφείλω να το παραδεχτώ αλλά όχι ν’ αναθεωρήσω:
Το πλοίο της χειρότερης εταιρείας του Αιγαίου (μεγάλος ο ανταγωνισμός γι’ αυτόν τον τίτλο δε λέω) ήρθε με καθυστέρηση όπως πάντα, κόλλησε την προπέλα του στην άμμο και βγήκε εκτός λειτουργίας…
Με την πατροπαράδοτη Ελληνική μέθοδο του ντελάλη, ενημερωθήκαμε πως έπρεπε να πάμε στο πρακτορείο και να αντικαταστήσουμε τα εισιτήρια για το επόμενο, με σειρά προτεραιότητας που έπρεπε ήδη να έχουμε φτιάξει έξω από το πρακτορείο. Όποιος πρόλαβε, αν άκουσε, μιας και η ενημέρωση θεωρείται είδος πολυτελείας, με τους τουρίστες να μη μπορούν να καταλάβουν τι παίζει. Welcome to Greece!
Προφανώς και προλάβαμε το πλοίο λίγο πριν αναχωρήσει, τελευταίοι και καταϊδρωμένοι, ατενίζοντας την Αλόννησο πίσω μας, ευτυχώς με μια μπύρα στο χέρι:
Αν μου ‘φτασαν οι μέρες εκεί; Μάλλον όχι, θα ‘θελα λίγο ακόμα. Αν θα ξαναπάω; Μα θέλει και ρώτημα τώρα που είδα πόσο ωραία είναι;
Επίσκεψη : Αύγουστος 2023
Διάρκεια: 2 ημέρες
Οι Σποράδες αποτελούσαν ένα κεφάλαιο που έπρεπε επίσης να κλείσει μιας και υπήρχαν εκκρεμότητες. Εντάξει, είχα επισκεφτεί τη Σκιάθο δύο φορές, είχα περάσει ένα γεμάτο τετραήμερο στη Σκύρο, ωστόσο στη Σκόπελο δεν είχα περάσει παρά μόνο μια μέρα οπότε ήθελα να την δω διεξοδικά, κι εν προκειμένω την Αλόννησο που αφορά και την κάτωθι αφήγηση την οποία δεν είχα δει ποτέ.
Είναι βλέπετε η κλασσική δικαιολογία που υπάρχει μες το μυαλό μου η οποία κατατάσσει τέτοιου είδους νησιά που βρίσκονται κοντά σχετικά στη Θεσσαλονίκη στην κατηγορία «εντάξει μωρέ, δίπλα είναι, κάποια στιγμή θα πάμε», που κάθε φορά με κάνει και εκτίθεμαι όπως για παράδειγμα στην περίπτωση της Σαμοθράκης.
Με χαρά διαπίστωσα ότι και η Αλόννησος μπαίνει στον ίδιο παρονομαστή, των μικρών ωραίων και ιδιαίτερων νησιών που επιμελώς παραμελούσα κι επιτέλους αποκατέστησα την αλήθεια τους στα μάτια μου. Αυτό είναι το νησάκι που θα σας περιγράψω σε λίγες γραμμές, χωρίς ακόμα να έχω αποφασίσει αν θα κάνω κάτι αντίστοιχο με τη Σκόπελο. Θα δείξει..
Ημέρα πρώτη:
Αν ήδη βρίσκεσαι σε κάποιο από τα νησιά του συμπλέγματος, το μόνο που δε σε αγχώνει (μάλλον) είναι η μεταξύ τους επικοινωνία. Έτσι κι εμείς, πολύ χαλαροί και μετά από ένα ωραίο καφεδάκι και μια εξαιρετική τοπική πίτα, αφήναμε πίσω μας τη Σκόπελο, ξεκινώντας για μια 40λεπτη περίπου πλεύση.

Η Αλόννησος δεν άργησε να φανεί στα μάτια μας, με την Χώρα της σκαρφαλωμένη πάνω στο λόφο να μου κλέβει από την πρώτη στιγμή την καρδιά:

Το πλοίο είχε ξεκινήσει ήδη τη στροφή του αφήνοντας πίσω τις βραχονησίδες που χωρίζουν τα δύο νησιά, προσεγγίζοντας γρήγορα το λιμάνι με το όνομα Πατητήρι:


Ακόμα ένας νησιώτικος οικισμός που μπαίνει στην κατηγορία «συγγνώμη που με είδατε», μια κατηγορία που λατρεύω γιατί έχει να δώσει πολύ. Βρεθήκαμε με τους υπόλοιπους δύο της παρέας που ερχόταν απευθείας από Θεσσαλονίκη (με την πανάκριβη ακτοπλοϊκή σύνδεση να τα λέμε όλα) κι αναχωρήσαμε για το σπίτι προκειμένου να ετοιμαστούμε:

Με μικρή για τα δεδομένα μας κωλυσιεργία βγήκαμε μεσημέρι πλέον στο δρόμο έχοντας ως στόχο τις παραλίες και την εξερεύνηση του νησιού, με την αρχή να γίνεται από την μακρινή του «Αγίου Δημητρίου». Ας μιλήσει η εικόνα:

Θαυμάσια καταγάλανα νερά που δε μπορούσε να τα χορτάσει κανείς μας, σε συνδυασμό με φυσική σκιά, σε μια παραλία που πραγματικά δε θέλεις να φύγεις:


Δικαιολογημένα αργήσαμε κι εμείς να φύγουμε όπως καταλαβαίνετε, συνεχίζοντας ως την παραλία του «Τζώρτζη Γιαλού» που ήταν ρηχή και δε μας έκανε το κλικ:


Αντιθέτως καταλήξαμε στον διπλανό «Λεφτό Γιαλό» για ένα πολύ ωραίο καφεδάκι και την απογευματινή μας βουτιά στα καταπράσινα, γαλήνια νερά του. Είναι η ώρα που ευχαριστιέμαι τη θάλασσα περισσότερο ίσως από κάθε άλλη:


Η απόφαση μας ήταν να ανεβούμε την πρώτη αναγνωριστική μας βόλτα στη χώρα έτσι όπως ήμασταν, προκειμένου να πιούμε καμιά παγωμένη μπυρίτσα την ώρα που πέφτει ο ήλιος και να τσιμπήσουμε κάτι. Αφήσαμε το αυτοκίνητο αρκετά μακριά από το πάρκινγκ μιας και υπήρχε κοσμοσυρροή, και θαυμάζοντας την περιμετρική θέα ξεκινήσαμε να μπαίνουμε στην Χώρα (Παλιά Χώρα για να τα λέμε ως έχουν) από την δεύτερη είσοδο και το πλακόστρωτο δρομάκι:


Αν και τα δεδομένα που έχω συνηθίσει είναι κάπως διαφορετικά, τολμώ να πω ότι η Χώρα αυτού του νησιού μου άρεσε από την πρώτη στιγμή (όπως αντίστοιχα είχε γίνει με τη Σκύρο). Μικρή, προσεγμένη, με υπέροχη θέα, φυτά, όμορφα σπιτάκια, όλα όσα σε κάνουν να συμπαθήσεις αμέσως έναν τόπο:


Δεν αργήσαμε καθόλου να φτάσουμε στο κέντρο της μιας και οι αποστάσεις ήταν μικρές όπως καταλαβαίνετε, με πλήθος κόσμου να ‘χει ξεκινήσει ήδη τη βραδινή του βόλτα, την ίδια ώρα που εμείς ήμασταν ακόμα με τα μαγιό. Πόσο τα γουστάρω κάτι τέτοια…


Σας θυμίζει κάτι το παρακάτω σημείο;

Μήπως τώρα καλύτερα; Αυτή δεν είναι η πρώτη εικόνα που συναντά κανείς όταν ψάχνει για την Αλόννησο;

Προχωρήσαμε προς το ψηλότερο σημείο και μια μικρή πλατεία με ανεμπόδιστη περιμετρικά θέα προς όλα τα σημεία της Παλιάς Χώρας:


Στο απέναντι ακριβώς σημείο σταθήκαμε προκειμένου να δούμε το μνημείο (από τέτοια γεμάτη η χώρα μας αλίμονο) των εκτελεσθέντων κατοίκων από τους ναζί:

Και προχωρήσαμε προς τα ενδότερα, σ’ έναν πολύ όμορφο δρόμο που θύμιζε και λίγο Κυκλάδες, γεμάτο εστιατόρια και όμορφα μαγαζάκια λαϊκής τέχνης:


Ο μικρός πεζόδρομος καταλήγει σ’ ένα μαγαζί με την καλύτερη θέα της χώρας όπως λένε, στο οποίο δεν καθίσαμε, άλλα επιστρέψαμε σιγά-σιγά προς τα πίσω:


Κατεβήκαμε στην αρχή περίπου του οικισμού όπου στρωθήκαμε για φαγητό σ’ ένα μαγαζί απέναντι από την πέτρινη εκκλησία «Γεννήσεως του Χριστού», σύμβολο της Παλιάς Χώρας που στέκει εκεί από τον 17ο αιώνα:

Οι ώρες κύλησαν ευχάριστα, με τη νύχτα να ολοκληρώνεται στο Πατητήρι, στο μόνο κατάστημα που πήγαινε μέχρι αργά και σίγουρα δεν ήταν στα γούστα μας. Λεπτομέρειες...
Ημέρα Δεύτερη
Η επόμενη μέρα μας υποδέχτηκε με συννεφιά και ψιλόβροχο, καιρό αν μη τι άλλο περίεργο όταν μιλάμε για 13 Αυγούστου, ωστόσο τις καλές παρέες και δη τις αντροπαρέες φίλων δε τις ξενερώνει τίποτα όπως είναι γνωστό.
Ήπιαμε ένα καφεδάκι με την ησυχία μας και νωρίς το μεσημέρι κατηφορίσαμε –υπό τις ίδιες συνθήκες- στις παραλίες του νησιού, αρχής γενομένης από την παραλία της «Μηλιάς» όπου κάναμε και την πρώτη μας στάση. Επιμείναμε, καθίσαμε πάνω από μια ώρα, ο καιρός όμως δε μας έψηνε για μπάνιο, οπότε ήπιαμε τη μπυρίτσα μας, θαυμάσαμε τα ωραία νερά κι αποχωρήσαμε:


Εξίσου αναποτελεσματική ήταν και η κάθοδος μας στην διπλανή παραλία της «Χρυσής Μηλιάς» αυτή τη φορά, με τα μικρά κύματα να την καθιστούν αποτρεπτική:

Έτσι νομοτελειακά κατευθυνθήκαμε προς το «Κοκκινόκατστρο» που ήταν έτσι κι αλλιώς ψηλότερα στη λίστα της ημέρας. Παρκάραμε το αυτοκίνητο και κατεβήκαμε ποδαράτοι, με τη θάλασσα να φαίνεται από μακριά πολλά υποσχόμενη, παρόλη τη συννεφιά της ημέρας:

Δε θέλει και μεγάλη σκέψη άλλωστε προκειμένου να καταλάβει κανείς αυτό που ισχυρίζονται οι περισσότεροι, πως το Κοκκινόκαστρο είναι η καλύτερη παραλία της Αλοννήσου, στο οποίο τείνω να συμφωνήσω:

Κάποιες σταδιακές εμφανίσεις του ήλιου έκαναν το τοπίο καλύτερο και το μπάνιο απολαυστικότερο, τόσο που αναρωτιόμασταν πόσο όμορφα μπορεί να είναι με πλήρη ηλιοφάνεια:


Ήπιαμε τις μπύρες μας στην καντίνα και γύρω στις έξι αναχωρήσαμε προς την επόμενη στάση της ημέρας, το χωριό «Στενή Βάλα», μικρό ψαράδικο λιμανάκι και δημοφιλή προορισμό σκαφάτων μεταξύ άλλων:


Κάναμε μια βόλτα στη παραλιακή του χωριού προτού καταλήξουμε στο καφέ προκειμένου να σκοτώσουμε άλλη μια ώρα συζητώντας και πίνοντας καφεδάκι:

Ψωνίσαμε κάποια πράγματα απ’ το μάρκετ και αποχωρήσαμε, την ίδια ώρα που στις ψαροταβέρνες άρχισε να γίνεται ένας μικρός χαμός. Πολύ το ζήλεψα αυτό το ψάρι που καθαρίζονταν με προορισμό το κατάστρωμα κάποιου ιστιοπλοϊκού:

Γυρίσαμε προς το σπίτι να ετοιμαστούμε έχοντας ήδη αποφασίσει να ετοιμαστούμε και ν’ ανεβούμε ξανά στην Παλιά Χώρα για φαγητό και ποτό, κάτι που έγινε σχετικά νωρίς, παρκάροντας στην αρχή του δρόμου αυτή τη φορά όντας ψυλλιασμένοι για το τι θα γινόταν στο παρκινγκ. Μετά από 300-400 μέτρα μπήκαμε από την κύρια είσοδο του οικισμού κάνοντας τις πρώτες αναγνωριστικές βόλτες:

Αρκετός κόσμος και εκείνη τη μέρα πηγαινοέρχονταν στο πολύ ωραίο κεντρικό στενό της Παλιάς Χώρας, δίχως όμως να είναι σε καμία περίπτωση ενοχλητικός:

Στον οικισμό επικρατούσε σεβασμός και ησυχία, δείγμα της ποιότητας που έβγαζε το νησί κάτι που καταλαβαίνει πολύ καλά ο επισκέπτης:

Συνεχίσαμε τις βόλτες μας προς το τέλος της κεντρικής οδού, το πανέμορφο σημείο που σας περιέγραφα στο προηγούμενο κεφάλαιο, κι αφού κάναμε και τα απαραίτητα ψώνια κατεβήκαμε προς τα κάτω προκειμένου να καθίσουμε για φαγητό:

Χάρηκα ιδιαίτερα που είδα πολύ κόσμο στο περιμετρικό πεζούλι της εκκλησίας, γεγονός χαρακτηριστικό στα νησιά:

Όσο για την κατάληξη της βραδιάς; Οι πληροφορίες μου από τον μπουζουξή της «Ανατολής» στη Σκόπελο αποδείχτηκαν πολύ σωστές, καταλήγοντας στο μόνο μαγαζί της παλιάς Χώρας που είχε ζωντανή μουσική:

Το πώς μπλέξαμε παραμένει ακόμα αδιευκρίνιστο, αν και παραδέχομαι ότι δεν είναι η πρώτη (και μάλλον όχι η τελευταία) φορά που μας συμβαίνει.

Καλή παρέα, μπαρ γεμάτα, σωστή μουσική, τι άλλο μπορεί να χρειάζεται κάποιος για να περάσει καλά στις διακοπές του και γενικότερα στη ζωή του;
Ημέρα Τρίτη – αναχώρηση
Η βαριά ζαλάδα του –όχι και τόσο πρωινού ξυπνήματος- ήταν φυσικό επακόλουθο, προκειμένου να πακετάρουμε και να κατέβουμε προς τα κάτω. Ορίστε το Πατητήρι από ψηλά, ελπίζω να καταλαβαίνετε την ατάκα μου γι’ αυτό στην αρχή της εξιστόρισης:

Η συννεφιά μας ακολουθούσε για ακόμα μία ημέρα, όχι ότι μας ένοιαζε και πολύ μιας και αλλάζαμε νησί. Πήραμε φαγητό και τα καφεδάκια μας και κατηφορίσαμε προς το λιμάνι:

Κομματάκι συμπαθέστερο το χωριό από θαλάσσης, οφείλω να το παραδεχτώ αλλά όχι ν’ αναθεωρήσω:


Το πλοίο της χειρότερης εταιρείας του Αιγαίου (μεγάλος ο ανταγωνισμός γι’ αυτόν τον τίτλο δε λέω) ήρθε με καθυστέρηση όπως πάντα, κόλλησε την προπέλα του στην άμμο και βγήκε εκτός λειτουργίας…

Με την πατροπαράδοτη Ελληνική μέθοδο του ντελάλη, ενημερωθήκαμε πως έπρεπε να πάμε στο πρακτορείο και να αντικαταστήσουμε τα εισιτήρια για το επόμενο, με σειρά προτεραιότητας που έπρεπε ήδη να έχουμε φτιάξει έξω από το πρακτορείο. Όποιος πρόλαβε, αν άκουσε, μιας και η ενημέρωση θεωρείται είδος πολυτελείας, με τους τουρίστες να μη μπορούν να καταλάβουν τι παίζει. Welcome to Greece!
Προφανώς και προλάβαμε το πλοίο λίγο πριν αναχωρήσει, τελευταίοι και καταϊδρωμένοι, ατενίζοντας την Αλόννησο πίσω μας, ευτυχώς με μια μπύρα στο χέρι:

Αν μου ‘φτασαν οι μέρες εκεί; Μάλλον όχι, θα ‘θελα λίγο ακόμα. Αν θα ξαναπάω; Μα θέλει και ρώτημα τώρα που είδα πόσο ωραία είναι;
Last edited: