psilos3
Member
- Μηνύματα
- 7.569
- Likes
- 61.211
- Επόμενο Ταξίδι
- ;
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Φολέγανδρος
- Αντίπαρος
- Αντίπαρος ΙΙ
- Αμοργός
- Αμοργός ΙΙ
- Αμοργός ΙΙΙ
- Σίκινος
- Αστυπάλαια
- Αστυπάλαια ΙΙ
- Σέριφος
- Σχοινούσα - Μικρές Κυκλάδες
- Ηρακλειά - Μικρές Κυκλάδες
- Δονούσα - Μικρές Κυκλάδες
- Κίμωλος
- Ανάφη
- Σκύρος
- Χάλκη
- Λειψοί
- Λειψοί ΙΙ
- Λέρος
- Πάτμος
- Αγαθονήσι
- Τήλος
- Νίσυρος
- Σύμη
- Τέλενδος
- Κάλυμνος
- Ψέριμος
- Φούρνοι Κορσέων
- Παλαιό Τρίκερι Μαγνησίας
- Τριζόνια Φωκίδας
- Θηρασιά - Κυκλάδες
- Αρκιοί & Μάραθος Δωδεκανήσων
- Κάτω Κουφονήσι - Μικρές Κυκλάδες
- Αντι Επιλόγου
- Άγιος Ευστράτιος
- Καστελλόριζο (Μεγίστη)
- Φολέγανδρος ΙΙ
- Φούρνοι Κορσέων ΙΙ
- Θύμαινα Κορσέων
- Οινούσσες
- Ψαρά
- Κάσος
- Κάρπαθος
- Σαρία Δωδεκανήσου
- Αρκιοί
- Σαμοθράκη
- Κύθηρα (Τσιρίγο)
- Αντικύθηρα (Τσιριγότο)
- Ικαρία
- Ικαρία ΙΙ
- Γαύδος
- Μεγανήσι Ιονίου
- Αλόννησος
- Αμοργός ΙV
- Λέρος ΙV
- Λειψοί ΙΙΙ
- Παξοί
- Η επίτευξη του μεγάλου στόχου
- Ερείκουσσα – Διαπόντια νησιά
- Οθωνοί – Διαπόντια νησιά
- Μαθράκι – Διαπόντια νησιά
- Κάλαμος Ιονίου
- Καστός Ιονίου
- Ιθάκη
- Φολέγανδρος ΙΙΙ
- Σίκινος ΙΙ
- Θηρασιά
Μαθράκι – Διαπόντια νησιά
Επίσκεψη : Ιούνιος 2024
Διάρκεια: 1 ημέρα
Θα ‘λεγε κανείς ότι το Μαθράκι ήταν η φυσική συνέχεια και μπήκε από σπόντα, μιας κι εφόσον πέρασα από τ’ άλλα δύο διασημότερα νησιά (όσο μπορεί να ευσταθεί ένας τέτοιος όρος για τα Διαπόντια) το λογικό ήταν να βάλω κι αυτό στο πρόγραμμα.
Όχι βέβαια, θα απαντήσω με σιγουριά, μιας και η εμπειρία μου τόσα χρόνια στα νησιά μ’ έχει διδάξει πάρα πολύ καλά πως πρέπει να τα βλέπω σαν ξεχωριστή αυτόνομη οντότητα, όπως πραγματικά δηλαδή είναι και όπως η λογική μου θεωρεί.
Ούτε καν οι κάτοικοι της Ερείκουσας ή των Οθωνών δε περίμεναν πως η διαδρομή μου θα συνεχιστεί στο Μαθράκι, να όμως που δε ξέρουν ότι εγώ τρέφομαι από την περιέργεια για μικρά, άγνωστα μέρη και νησιώτικες γωνιές που οι πληροφορίες μαζί με τις εικόνες γι’ αυτά σπανίζουν, ακόμα κι εν’ έτει 2024.
Μια μέρα σ’ ένα τόπο τόσο ιδιαίτερα ωραίο που μ’ έκανε να καταλάβω και να νιώσω πολλά μέσα σε λίγες μόνο ώρες που πατούσα τα χώματα του. Πάμε να δούμε πως.
Ημέρα πρώτη
Ακόμη μια κοντινή διαδρομή με το πλοίο, καθώς το Μαθράκι άρχισε να φαίνεται πλησιάζοντας το, σχεδόν με το που βγήκαμε απ’ το λιμάνι των Οθωνών:
Τριανταπέντε μόνο λεπτά μας πήρε, έτσι μέχρι ν’ ανέβω στο κατάστρωμα να βολτάρω και να βγάλω τις φωτογραφίες μου άκουσα κιόλας τη σειρήνα άφιξης του πλοίου, με την εικόνα του «άδειου» από οικήματα λιμανιού να με καλωσορίζει στο νησί:
Ευτυχώς μου ‘κοψε να πάρω τηλέφωνο τον άνθρωπο απ’ το δωμάτιο πριν ξεκινήσω τη βασανιστική όπως φαινόταν ανηφόρα φορτωμένος με τα πράγματα πίσω απ’ τη κοινότητα:
Θέλω ώρα ακόμα για να ετοιμαστώ μιας και είναι νωρίς, ανέβα μέχρι το Dolphin για καφέ ή κάνε καμιά βουτιά κι έρχομαι να σε πάρω, μου είπε στο τηλέφωνο ο Χ. κι εγώ άλλο που δεν ήθελα μιας και ήταν η πρώτη μου σκέψη. Το πόσο χάρηκα δε που βρέθηκα σ’ ένα καφενείο με αρκετούς ντόπιους του νησιού δε λέγεται! Ίσως αυτός να ήταν ο λόγος που έκανα πέρα τον φραπέ λίγη ώρα μετά και το γύρισα στις μπύρες. Καφενείο που εκτελεί και χρέη παντοπωλείου αλλά και ταβέρνας να τονίσω κάπου εδώ, μιας και μίνι μάρκετ δεν υπάρχει στο νησί. Άγονη γραμμή…
Ο ιδιοκτήτης ήρθε και με παρέλαβε νωρίς το μεσημέρι μ’ ένα ηλεκτρικό όχημα, για μια αστεία απόσταση 300 μέτρων στην ευθεία, παρόλο που είχα στο μυαλό μου ότι μένω κάπου στα ψηλά, το δωμάτιο ήταν σχεδόν πάνω στην παραλία. Έτσι αφού ετοιμάστηκα και τακτοποίησα κάποιες εκκρεμότητες της δουλειάς, βγήκα για την πρώτη μου βόλτα αλλά κυρίως τη πρώτη μου βουτιά:
Η παραλία ήταν πολύ ήσυχη, το κατάλυμα παρείχε ομπρέλες με σκιά, με το μπάνιο να είναι απολαυστικό παρόλο που είχε ένα κόντρα αεράκι που ανακάτευε λίγο τη θάλασσα. Έμεινα ένα διωράκι περίπου διαβάζοντας και χαλαρώνοντας, μέχρι που σηκώθηκα για να επιστρέψω ώστε να ετοιμαστώ για τον επόμενο μου στόχο:
Δεύτερη μέρα συνεχόμενη με πεζοπορία στα Διαπόντια, μιας κι όπως ανέλυσα αν δεν είσαι τυχερός να φιλοτιμηθεί κάποιος που περνάει να σε πάρει, άλλο όχημα πέρα απ’ τα δυο σου πόδια δεν υπάρχει, αποτελώντας το μόνο τρόπο να δω το νησί.
Πάλι καλά που ο κύριος όγκος της διαδρομής των 3,5 χιλιομέτρων που ξεκινούσα πλάι απ’ την παραλία που έκανα το μπανάκι μου ήταν ευθεία. Από την πάνω πλευρά η κατάφυτη πλαγιά και τα οικήματα με τις σκεπές θύμιζαν περισσότερο αλπικό τοπίο παρά ελληνικό νησί τολμώ να πω:
Εκτός από τη μεγάλη ευθεία του δρόμου βοηθούσε πολύ και η φυσική σκιά της ώρας που επέλεξα, βλέποντα παράλληλα τις εικόνες του ακριτικού αυτού νησιού, απέναντι από τις ακτές της Κέρκυρας:
Τα δύο χιλιόμετρα πέρασαν γρήγορα, φτάνοντας στο πρώτο σημείο που είχα οριοθετήσει, το άλλο εστιατόριο δηλαδή που βρίσκεται σε λειτουργία, οίκημα θα έλεγε κανείς παράταιρο με τη φυσική ομορφιά:
Τουλάχιστον η παραλία μπροστά του έδειχνε ωραία και δελεαστική, αν και το απόγευμα δε βοηθούσε για μια στάση προκειμένου να βουτήξω:
Κάπου εκεί ήταν που άρχισε και η δύσκολη ανηφόρα, προσπερνώντας αρχικά ένα νεκροταφείο οχημάτων, ανηφόρα που θα με οδηγούσε ένα χιλιόμετρο μετά στο Χωριό:
Η εικόνα και σ’ αυτό το μέρος ήταν παραπλήσια μ’ αυτή που είχα συναντήσει στους Οθωνούς ένα εικοσιτετράωρο πριν. Από τη μία πυκνή βλάστηση και αφρόντιστες ελιές:
Από την άλλη προσεγμένα σπιτάκια με πανέμορφες παραδοσιακές αυλές:
Ο σύντομος δρόμος με οδήγησε στην πλατεία και το ναό του Αγίου Σπυρίδωνα που βρίσκεται εκεί:
Με τον απώτερο σκοπό μου ωστόσο να ναι άλλος, πιο συγκεκριμένα το καφέ – παντοπωλείο «Κεντρικόν» που ήθελα διακαώς να επισκεφτώ:
Αφού καλησπέρισα τους ντόπιους που καθόταν στη σκιερή και δροσερή αυλή του μπήκα μέσα προκειμένου να παραγγείλω αλλά και να φωτογραφίσω ακόμα ένα πολύ ωραίο και ιδιαίτερο μέρος:
Προφανώς κι έπιασα ένα τραπέζι αμέσως μετά κάτω από την κληματαριά για να πιώ τις μπυρίτσες μου μετά από τόσο κόπο. Το γεγονός ότι άκουγα από 80χρονους μισά Ελληνικά – μισά Αγγλικά ήταν στην αρχή περίεργο, κατέληξε όμως στενάχωρο στ’ αυτιά μου αν αναλογιστεί κανείς ότι όλο αυτό ήταν απόρροια της μετανάστευσης στην Αμερική πρωτίστως κι έπειτα την Αυστραλία, έντονο στοιχείο των περισσοτέρων κατοίκων των Διαποντίων νήσων, που επιστρέφουν κάθε καλοκαίρι στην πατρίδα και τα σπίτια τους:
Θα καθόμουν πολύ ευχαρίστως για περισσότερες ώρες, έπρεπε όμως να επιστρέψω πριν βραδιάσει γιατί μετά το εγχείρημα θα ήταν δύσκολο. Χρησιμοποίησα γι’ αυτό το λόγο τον κεντρικό δρόμο αυτή τη φορά, θέτοντας ως στόχο να δω και τι απέμενε απ’ το έτσι κι αλλιώς μικρό νησάκι:
Δε συνάντησα οικισμούς όπως ίσως θα περίμενα, πιο πολύ μικρές γειτονιές με κάποια διάσπαρτα σπίτια στον κυριότερο όγκο της διαδρομής, που κατέληξε αρκετά λεπτά μετά στη θάλασσα και το κατάλυμα μου:
Ανανεωμένος ξαναβγήκα νωρίς το βραδάκι στο παραλιακό μέτωπο για βόλτα και συγκεκριμένο σκοπό φτάνοντας ξανά ως το καφενείο:
Κανείς δε μπορεί ν’ αντισταθεί βλέπετε σε μαγειρευτό παραδοσιακό φαγητό, όπως και σε μερικά ποτάκια αργότερα βλέποντας αγώνες του Euro. Το καλύτερο κλείσιμο μιας βραδιάς σ’ ένα τόσο ιδιαίτερα ωραίο μέρος…
Ημέρα δεύτερη – Αναχώρηση
Το πρωινό του Ιουνίου είχε σκεπάσει με σύννεφα την περιοχή των Διαποντίων, δίνοντας μια άλλη πιο απόκοσμη ίσως εικόνα στο όλο σκηνικό:
Ήπια με άνεση τον καφέ μου όσο περίμενα το «Ευδοκία» να φανεί στο μικρό λιμάνι, για το τελευταίο μου δρομολόγιο με το συγκεκριμένο πλοίο, αυτό της επιστροφής:
Εκεί ήταν που χαιρετήθηκα με τον Χ. ευχαριστώντας τον, ο οποίος είχε κατέβει στο λιμάνι παρέα με τον πρόεδρο της κοινότητας προβαίνοντας και στη σύσταση του. Τιμή μου!
Λίγα λεπτά μετά ποχαιρετούσα το Μαθράκι με χαμόγελο, ιδιαίτερα φορτισμένος μετά αυτόν τον τελευταίο διάλογο, ακούγοντας παρόμοιες για πολλοστή φορά σ’ ένα τέτοιο μέρος, σ’ ένα ακριτικό νησί της Άγονης Γραμμής.
Άφηνα τα Διαπόντια πίσω μου το ένα μετά το άλλο, πιάνοντας την Κέρκυρα 3,5 ώρες μετά που στα μάτια μου έμοιαζε μετά από τόσες μέρες στα μικρά όχι σαν απλά ένα νησί, αλλά ως ολόκληρο κράτος.
Αν θα επιστρέψω;
Μα είμαι πλέον σίγουρος γι’ αυτό…
Επίσκεψη : Ιούνιος 2024
Διάρκεια: 1 ημέρα
Θα ‘λεγε κανείς ότι το Μαθράκι ήταν η φυσική συνέχεια και μπήκε από σπόντα, μιας κι εφόσον πέρασα από τ’ άλλα δύο διασημότερα νησιά (όσο μπορεί να ευσταθεί ένας τέτοιος όρος για τα Διαπόντια) το λογικό ήταν να βάλω κι αυτό στο πρόγραμμα.
Όχι βέβαια, θα απαντήσω με σιγουριά, μιας και η εμπειρία μου τόσα χρόνια στα νησιά μ’ έχει διδάξει πάρα πολύ καλά πως πρέπει να τα βλέπω σαν ξεχωριστή αυτόνομη οντότητα, όπως πραγματικά δηλαδή είναι και όπως η λογική μου θεωρεί.
Ούτε καν οι κάτοικοι της Ερείκουσας ή των Οθωνών δε περίμεναν πως η διαδρομή μου θα συνεχιστεί στο Μαθράκι, να όμως που δε ξέρουν ότι εγώ τρέφομαι από την περιέργεια για μικρά, άγνωστα μέρη και νησιώτικες γωνιές που οι πληροφορίες μαζί με τις εικόνες γι’ αυτά σπανίζουν, ακόμα κι εν’ έτει 2024.
Μια μέρα σ’ ένα τόπο τόσο ιδιαίτερα ωραίο που μ’ έκανε να καταλάβω και να νιώσω πολλά μέσα σε λίγες μόνο ώρες που πατούσα τα χώματα του. Πάμε να δούμε πως.
Ημέρα πρώτη
Ακόμη μια κοντινή διαδρομή με το πλοίο, καθώς το Μαθράκι άρχισε να φαίνεται πλησιάζοντας το, σχεδόν με το που βγήκαμε απ’ το λιμάνι των Οθωνών:


Τριανταπέντε μόνο λεπτά μας πήρε, έτσι μέχρι ν’ ανέβω στο κατάστρωμα να βολτάρω και να βγάλω τις φωτογραφίες μου άκουσα κιόλας τη σειρήνα άφιξης του πλοίου, με την εικόνα του «άδειου» από οικήματα λιμανιού να με καλωσορίζει στο νησί:


Ευτυχώς μου ‘κοψε να πάρω τηλέφωνο τον άνθρωπο απ’ το δωμάτιο πριν ξεκινήσω τη βασανιστική όπως φαινόταν ανηφόρα φορτωμένος με τα πράγματα πίσω απ’ τη κοινότητα:

Θέλω ώρα ακόμα για να ετοιμαστώ μιας και είναι νωρίς, ανέβα μέχρι το Dolphin για καφέ ή κάνε καμιά βουτιά κι έρχομαι να σε πάρω, μου είπε στο τηλέφωνο ο Χ. κι εγώ άλλο που δεν ήθελα μιας και ήταν η πρώτη μου σκέψη. Το πόσο χάρηκα δε που βρέθηκα σ’ ένα καφενείο με αρκετούς ντόπιους του νησιού δε λέγεται! Ίσως αυτός να ήταν ο λόγος που έκανα πέρα τον φραπέ λίγη ώρα μετά και το γύρισα στις μπύρες. Καφενείο που εκτελεί και χρέη παντοπωλείου αλλά και ταβέρνας να τονίσω κάπου εδώ, μιας και μίνι μάρκετ δεν υπάρχει στο νησί. Άγονη γραμμή…

Ο ιδιοκτήτης ήρθε και με παρέλαβε νωρίς το μεσημέρι μ’ ένα ηλεκτρικό όχημα, για μια αστεία απόσταση 300 μέτρων στην ευθεία, παρόλο που είχα στο μυαλό μου ότι μένω κάπου στα ψηλά, το δωμάτιο ήταν σχεδόν πάνω στην παραλία. Έτσι αφού ετοιμάστηκα και τακτοποίησα κάποιες εκκρεμότητες της δουλειάς, βγήκα για την πρώτη μου βόλτα αλλά κυρίως τη πρώτη μου βουτιά:


Η παραλία ήταν πολύ ήσυχη, το κατάλυμα παρείχε ομπρέλες με σκιά, με το μπάνιο να είναι απολαυστικό παρόλο που είχε ένα κόντρα αεράκι που ανακάτευε λίγο τη θάλασσα. Έμεινα ένα διωράκι περίπου διαβάζοντας και χαλαρώνοντας, μέχρι που σηκώθηκα για να επιστρέψω ώστε να ετοιμαστώ για τον επόμενο μου στόχο:

Δεύτερη μέρα συνεχόμενη με πεζοπορία στα Διαπόντια, μιας κι όπως ανέλυσα αν δεν είσαι τυχερός να φιλοτιμηθεί κάποιος που περνάει να σε πάρει, άλλο όχημα πέρα απ’ τα δυο σου πόδια δεν υπάρχει, αποτελώντας το μόνο τρόπο να δω το νησί.
Πάλι καλά που ο κύριος όγκος της διαδρομής των 3,5 χιλιομέτρων που ξεκινούσα πλάι απ’ την παραλία που έκανα το μπανάκι μου ήταν ευθεία. Από την πάνω πλευρά η κατάφυτη πλαγιά και τα οικήματα με τις σκεπές θύμιζαν περισσότερο αλπικό τοπίο παρά ελληνικό νησί τολμώ να πω:


Εκτός από τη μεγάλη ευθεία του δρόμου βοηθούσε πολύ και η φυσική σκιά της ώρας που επέλεξα, βλέποντα παράλληλα τις εικόνες του ακριτικού αυτού νησιού, απέναντι από τις ακτές της Κέρκυρας:


Τα δύο χιλιόμετρα πέρασαν γρήγορα, φτάνοντας στο πρώτο σημείο που είχα οριοθετήσει, το άλλο εστιατόριο δηλαδή που βρίσκεται σε λειτουργία, οίκημα θα έλεγε κανείς παράταιρο με τη φυσική ομορφιά:


Τουλάχιστον η παραλία μπροστά του έδειχνε ωραία και δελεαστική, αν και το απόγευμα δε βοηθούσε για μια στάση προκειμένου να βουτήξω:

Κάπου εκεί ήταν που άρχισε και η δύσκολη ανηφόρα, προσπερνώντας αρχικά ένα νεκροταφείο οχημάτων, ανηφόρα που θα με οδηγούσε ένα χιλιόμετρο μετά στο Χωριό:


Η εικόνα και σ’ αυτό το μέρος ήταν παραπλήσια μ’ αυτή που είχα συναντήσει στους Οθωνούς ένα εικοσιτετράωρο πριν. Από τη μία πυκνή βλάστηση και αφρόντιστες ελιές:


Από την άλλη προσεγμένα σπιτάκια με πανέμορφες παραδοσιακές αυλές:

Ο σύντομος δρόμος με οδήγησε στην πλατεία και το ναό του Αγίου Σπυρίδωνα που βρίσκεται εκεί:

Με τον απώτερο σκοπό μου ωστόσο να ναι άλλος, πιο συγκεκριμένα το καφέ – παντοπωλείο «Κεντρικόν» που ήθελα διακαώς να επισκεφτώ:

Αφού καλησπέρισα τους ντόπιους που καθόταν στη σκιερή και δροσερή αυλή του μπήκα μέσα προκειμένου να παραγγείλω αλλά και να φωτογραφίσω ακόμα ένα πολύ ωραίο και ιδιαίτερο μέρος:

Προφανώς κι έπιασα ένα τραπέζι αμέσως μετά κάτω από την κληματαριά για να πιώ τις μπυρίτσες μου μετά από τόσο κόπο. Το γεγονός ότι άκουγα από 80χρονους μισά Ελληνικά – μισά Αγγλικά ήταν στην αρχή περίεργο, κατέληξε όμως στενάχωρο στ’ αυτιά μου αν αναλογιστεί κανείς ότι όλο αυτό ήταν απόρροια της μετανάστευσης στην Αμερική πρωτίστως κι έπειτα την Αυστραλία, έντονο στοιχείο των περισσοτέρων κατοίκων των Διαποντίων νήσων, που επιστρέφουν κάθε καλοκαίρι στην πατρίδα και τα σπίτια τους:

Θα καθόμουν πολύ ευχαρίστως για περισσότερες ώρες, έπρεπε όμως να επιστρέψω πριν βραδιάσει γιατί μετά το εγχείρημα θα ήταν δύσκολο. Χρησιμοποίησα γι’ αυτό το λόγο τον κεντρικό δρόμο αυτή τη φορά, θέτοντας ως στόχο να δω και τι απέμενε απ’ το έτσι κι αλλιώς μικρό νησάκι:


Δε συνάντησα οικισμούς όπως ίσως θα περίμενα, πιο πολύ μικρές γειτονιές με κάποια διάσπαρτα σπίτια στον κυριότερο όγκο της διαδρομής, που κατέληξε αρκετά λεπτά μετά στη θάλασσα και το κατάλυμα μου:


Ανανεωμένος ξαναβγήκα νωρίς το βραδάκι στο παραλιακό μέτωπο για βόλτα και συγκεκριμένο σκοπό φτάνοντας ξανά ως το καφενείο:


Κανείς δε μπορεί ν’ αντισταθεί βλέπετε σε μαγειρευτό παραδοσιακό φαγητό, όπως και σε μερικά ποτάκια αργότερα βλέποντας αγώνες του Euro. Το καλύτερο κλείσιμο μιας βραδιάς σ’ ένα τόσο ιδιαίτερα ωραίο μέρος…

Ημέρα δεύτερη – Αναχώρηση
Το πρωινό του Ιουνίου είχε σκεπάσει με σύννεφα την περιοχή των Διαποντίων, δίνοντας μια άλλη πιο απόκοσμη ίσως εικόνα στο όλο σκηνικό:

Ήπια με άνεση τον καφέ μου όσο περίμενα το «Ευδοκία» να φανεί στο μικρό λιμάνι, για το τελευταίο μου δρομολόγιο με το συγκεκριμένο πλοίο, αυτό της επιστροφής:


Εκεί ήταν που χαιρετήθηκα με τον Χ. ευχαριστώντας τον, ο οποίος είχε κατέβει στο λιμάνι παρέα με τον πρόεδρο της κοινότητας προβαίνοντας και στη σύσταση του. Τιμή μου!
- Πως σου φάνηκε το νησί μας συνονόματε;
- Εξαιρετικό, όπως το φανταζόμουν και το περίμενα. Θα ξανάρθω.
- Όχι μόνο να ξανάρθεις, να μας στείλεις κι άλλους σε παρακαλώ, τα βλέπεις, πέντε άνθρωποι όλοι κι όλοι και καταβάλουμε μεγάλο αγώνα.
- Να ‘σαι σίγουρος πρόεδρε, όλο και κάποιοι θα με διαβάσουν και θα ψηθούν.
Λίγα λεπτά μετά ποχαιρετούσα το Μαθράκι με χαμόγελο, ιδιαίτερα φορτισμένος μετά αυτόν τον τελευταίο διάλογο, ακούγοντας παρόμοιες για πολλοστή φορά σ’ ένα τέτοιο μέρος, σ’ ένα ακριτικό νησί της Άγονης Γραμμής.

Άφηνα τα Διαπόντια πίσω μου το ένα μετά το άλλο, πιάνοντας την Κέρκυρα 3,5 ώρες μετά που στα μάτια μου έμοιαζε μετά από τόσες μέρες στα μικρά όχι σαν απλά ένα νησί, αλλά ως ολόκληρο κράτος.

Αν θα επιστρέψω;
Μα είμαι πλέον σίγουρος γι’ αυτό…
Last edited: