psilos3
Member
- Μηνύματα
- 7.569
- Likes
- 61.211
- Επόμενο Ταξίδι
- ;
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Φολέγανδρος
- Αντίπαρος
- Αντίπαρος ΙΙ
- Αμοργός
- Αμοργός ΙΙ
- Αμοργός ΙΙΙ
- Σίκινος
- Αστυπάλαια
- Αστυπάλαια ΙΙ
- Σέριφος
- Σχοινούσα - Μικρές Κυκλάδες
- Ηρακλειά - Μικρές Κυκλάδες
- Δονούσα - Μικρές Κυκλάδες
- Κίμωλος
- Ανάφη
- Σκύρος
- Χάλκη
- Λειψοί
- Λειψοί ΙΙ
- Λέρος
- Πάτμος
- Αγαθονήσι
- Τήλος
- Νίσυρος
- Σύμη
- Τέλενδος
- Κάλυμνος
- Ψέριμος
- Φούρνοι Κορσέων
- Παλαιό Τρίκερι Μαγνησίας
- Τριζόνια Φωκίδας
- Θηρασιά - Κυκλάδες
- Αρκιοί & Μάραθος Δωδεκανήσων
- Κάτω Κουφονήσι - Μικρές Κυκλάδες
- Αντι Επιλόγου
- Άγιος Ευστράτιος
- Καστελλόριζο (Μεγίστη)
- Φολέγανδρος ΙΙ
- Φούρνοι Κορσέων ΙΙ
- Θύμαινα Κορσέων
- Οινούσσες
- Ψαρά
- Κάσος
- Κάρπαθος
- Σαρία Δωδεκανήσου
- Αρκιοί
- Σαμοθράκη
- Κύθηρα (Τσιρίγο)
- Αντικύθηρα (Τσιριγότο)
- Ικαρία
- Ικαρία ΙΙ
- Γαύδος
- Μεγανήσι Ιονίου
- Αλόννησος
- Αμοργός ΙV
- Λέρος ΙV
- Λειψοί ΙΙΙ
- Παξοί
- Η επίτευξη του μεγάλου στόχου
- Ερείκουσσα – Διαπόντια νησιά
- Οθωνοί – Διαπόντια νησιά
- Μαθράκι – Διαπόντια νησιά
- Κάλαμος Ιονίου
- Καστός Ιονίου
- Ιθάκη
- Φολέγανδρος ΙΙΙ
- Σίκινος ΙΙ
- Θηρασιά
2024: (Φολέγανδρος πράξη τρίτη)
Περιττοί οι πρόλογοι αυτή τη φορά. Τα έγραψα την πρώτη (2012), τα έγραψα την δεύτερη (2021), δε ξέρω τι μπορώ παραπάνω να πω για την τρίτη μου επίσκεψη στη Φολέγανδρο. Λίγα ίσως και καλά, όχι κάτι νέο ή σπουδαίο, απλά μια προσπάθεια ακόμη να σας παρουσιάσω την ασύλληπτη αύρα αυτού του νησιού.
Είναι γεγονός πως τη Φολέγανδρο την έχουμε αγαπήσει, διατηρώντας φιλίες και δεσμούς με ανθρώπους που κρατάνε χρόνια. Ε ας το δούμε λοιπόν έτσι, σαν μια επίσκεψη που έγινε για να δούμε ένα λατρεμένο μέρος μα πάνω απ’ όλα τους φίλους μας.
Είναι πολύ ωραία αυτά τα απρόσμενα, όταν λίγες μέρες πριν σου σκάει η ιδέα (μαζί και η ευκαιρία) για να εκδράμεις σ’ ένα μέρος που ποτέ δε σε απογοητεύει, που πάντα διατηρεί σχεδόν αναλλοίωτο το χαρακτήρα και την ποιότητα του. Ας δούμε πως έγινε στο σύντομο πέρασμα του Αυγούστου του 2024.
Ημέρα πρώτη
Το ραντεβού ήταν νωρίς το μεσημέρι στο λιμάνι του Καραβοσασίου, μιας και οι αφετηρίες μας ήταν διαφορετικές, Πειραιάς και Σαντορίνη αντίστοιχα για μένα. Βέβαια το χειρότερο πλοίο της Ελληνικής ακτοπλοΐας (τα λέω και τα ξαναλέω) έκανε πάλι το θαύμα του, αναγκάζοντας με να περιμένω πίνοντας καφεδάκι στην παραλία. Όχι ότι με χάλασε.
Με τον νέο οδηγό του επίσης νέου λεωφορείου (μιας και ο κύριος Νίκος πήρε σύνταξη) ξεκινήσαμε τη σύντομη διαδρομή προς τον τερματικό σταθμό της Χώρας γύρω στις τρεις. Πάμε να πιούμε μια μπύρα να χαιρετήσουμε τον Χρήστο, αφού σ’ αρέσουν κάτι τέτοια, εκεί είναι το δωμάτιο δε φεύγει, μου κάνει ο Νίκος όσο προχωρούσαμε. Σιγά μη φέρω αντίρρηση στο καλωσόρισμα:
Αφού τακτοποιηθήκαμε τελειώνοντας τα διαδικαστικά βγήκαμε αμέσως μια βόλτα στη Χώρα. Η θέα της «Πούντας» που πάντα φυσάει κάθε φορά και με κάθε τρόπο θα μου κόβει την ανάσα:
Αυτή είναι η Φολέγανδρος που αγαπήσαμε, λουσμένη στον απογευματινό, Κυκλαδίτικο ήλιο του Αυγούστου. Λευκό – γαλάζιο και φως, άπειρο φως:
Ένα φραπεδάκι ήταν άκρως απαραίτητο, στο κλασσικό αγαπημένο μας καφέ, με την διαθέσιμη καρέκλα μάλλον να μην είναι τυχαία εκεί:
«Ό,τι μας δένει στα παλιά είν’ οι κακές συνήθειες» φίλε, όπως σοφά αναφέρει το αγαπημένο εδώ και χρόνια τραγούδι. Μεγάλη αλήθεια.
Με μια βόλτα ακόμα στον πανέμορφο αυτό οικισμό συνεχίστηκε το απόγευμα μας, τσιμπώντας παράλληλα και κάτι για να κόψει την πείνα. Τόσα χρόνια ίδιος, απαράλλαχτος, ακόμα ένα δείγμα της υψηλής ποιότητας του νησιού:
Φυσικά δε μπορούσαμε με τόση συναισθηματική φόρτιση να μη πιούμε μια μπυρίτσα για το καλό, κάτι που έγινε όπως πάντα στο ίσως αντιπροσωπευτικότερο σημείο των Κυκλάδων, αυτό του Κάστρου της Χώρας. Τι παραπάνω να πω:
Νωρίς το βραδάκι κι αφού ξεκουραστήκαμε ως οφείλαμε πήραμε πάλι την κατηφόρα προς τα ενδότερα:
Με χαρά διαπιστώσαμε ότι ο κόσμος παρά τα τέλη Αυγούστου βρισκόταν μαζικά στο νησί, χωρίς τον συνωστισμό που ίσως επικρατούσε λίγες μέρες πριν, αν και πάντα μιλάμε για τη Φολέγανδρο. Τόσοι, όσοι:
Χωρίς δόση υπερβολής έχω γράψει πως στα δικά μου μάτια εδώ βρίσκεται η ομορφότερη πλατεία του κόσμου. Βασικά όλη η Χώρα είναι μια πλατεία:
Όσο για τη συνέχεια έως και το τέλος της νύχτας; Δεν υπήρχε ερώτημα και καμία αμφιβολία.
Σκασιά – έκπληξη στον Λευτέρη που χάρηκε πολύ έτσι όπως μας είδε ξαφνικά μπροστά του, μπυρίτσες και ρακόμελο, μουσικάρες και εξαίρετη παρέα (το Travelstories είναι παντού μη τα ξαναλέω), σε μια ακόμα υπέροχη καλοκαιρινή νύχτα στο νησί αυτό:
Στο μπαρ που έχουμε περάσει μερικές από τις πιο όμορφες βραδιές της ζωής μας…
Ημέρα δεύτερη
Βαρύ το πάπλωμα, ή καλύτερα το σεντόνι μιας και μιλάμε για καλοκαίρι, γεγονός που μας οδήγησε στην παραλία της Αγκάλης για καφέ νωρίς το μεσημέρι, λίγο πριν πάρουμε το γνωστό μονοπάτι για τα καλύτερα. Ορίστε για τους άπιστους που λένε πως η Φολέγανδρος «δεν έχει παραλίες». Και καλά:
Προχωρώντας μέσα σε ανείπωτη ζέστη περάσαμε κι από το συγκρότημα κατοικιών που λειτουργεί χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, με μια ιδέα να μας μπαίνει για την επόμενη επίσκεψη μας στο νησί:
Γύρω στο εικοσάλεπτο κράτησε η όλη μας πορεία βλέποντας επιτέλους μπροστά μας το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου και την ομώνυμη παραλία:
Κίνηση πρώτη, να βρούμε μια καλή θέση στο μπαρ, χαιρετώντας παράλληλα την ιδιοκτήτρια που ‘χαμε γνωρίσει την προηγούμενη φορά. Κίνηση δεύτερη, το πρώτο παγωμένο ποτήρι απ’ το λαχταριστό βαρέλι. Κίνηση τρίτη, δροσερή βουτιά που τόσο χρειαζόμασταν και πάλι απ’ την αρχή:
Δεν αργήσαμε να πιάσουμε κουβέντες με τον μπάρμαν, που ως συντοπίτης είχαμε πολλά να πούμε, όσο η ώρα περνούσε και οι μπύρες αυξανόντουσαν με γεωμετρική πρόοδο. Εξάλλου τι άλλο να κάνεις, όπως λέει κι ένα άλλο άσμα «στα θαλασσινά μπαράκια, μπύρες και καλαμαράκια».
Καμία βιασύνη δεν υπήρχε, φεύγοντας με το τελευταίο βαρκάκι όπως ήταν λογικό μετά από τέτοια καλοπέραση προκειμένου να συνεχίσουμε στη Χώρα όπου βρεθήκαμε μερικά λεπτά μετά. Ο δρόμος περνούσε από το καφέ του Χρήστου, όπου σταθήκαμε για να συνεχίσουμε με μπυρίτσα δίχως δεύτερη σκέψη.
Σχεδόν νυχτώσαμε όπως είναι λογικό σε τέτοιες ωραίες παρέες, με την πείνα να είναι το μόνο κίνητρο που μας έκανε να κινητοποιηθούμε. Αφήσαμε στην άκρη την επίσκεψη στην Παναγία που ήταν ακριβώς από πάνω μας, την είχαμε δει εξάλλου δε πειράζει, κατηφορίζοντας προς την πλατεία:
Τα φώτα ήδη είχαν ανάψει στη Χώρα, με τα καταστήματα εστίασης να περιμένουν τους πελάτες τους. Όχι εμάς, μιας και ήμασταν οι μόνοι ακόμα με μαγιό ανάμεσα σε τόσους άλλους που είχαν ήδη ετοιμαστεί για τη βραδινή τους βόλτα:
Τσιμπήσαμε κάτι στα γρήγορα και πήραμε το δρόμο για το δωμάτιο προκειμένου να ετοιμαστούμε, όταν κάτι μας έκανε να κρατηθούμε για λίγο.
Βγήκαμε και πάλι γύρω στις έντεκα, ντυμένοι για έξω τη φορά αυτή. Μη τα ξαναγράφω, δεν αλλάζει κάτι. Ίδιες παρέες, ίδιο μπαρ, ίδια συναισθήματα, καθώς και πάλι κλείδωμα του μαγαζιού πρωινές ώρες.
Το μόνο που άλλαξε στο τέλος κι έκανε ακόμη καλύτερη την όλη φάση ήταν οι μουσικές, αφιερωμένες από το Λευτέρη αποκλειστικά για μας. Ψηλέ δικό σας:
«Στο νησί τις γαλάζιες νύχτες,
μες στα μπαρ αγκαλιά ξωτικά καθάρματα.
Μου ‘χες πει πως θα ‘ρθείς και ήρθες,
Ατλαντίς στο βυθό φωτισμένα άρματα…
Μπρος στα μάτια μου περνάνε,
φωσφορίζουνε και πάνε»
Ημέρα τρίτη – Αναχώρηση
Θεωρητικά ήταν χαμένη μέρα, μιας και το πρόγραμμα έλεγε ότι θα φεύγαμε από νωρίς, τι να κάνουμε όμως που η Ελληνική ακτοπλοΐα είχε για μας άλλα σχέδια γι’ ακόμη μια φορά. Ίσως και καλύτερα μιας και μετά από τέτοιο προηγούμενο 24ωρο δε ξέρω πως θα καταφέρναμε να ξυπνήσουμε πρωί..
Έτσι αφού κατεβάσαμε τις αποσκευές μας αφήνοντας το δωμάτιο κάνοντας παράλληλα και μια πολύ ωραία συζήτηση με την ιδιοκτήτρια και τον άντρα της, βγήκαμε στη γύρα προς αναζήτηση πρωινού, μ’ εμένα να μη χάνω την ευκαιρία να εξασκήσω το φωτογραφικό μου χόμπι:
Αυτές είναι εξάλλου οι καλύτερες ώρες για κάτι τέτοιο. Απόλυτο φως κι ελάχιστος κόσμος:
Τελικά καταλήξαμε στο αγαπημένο μας καφέ όπου σερβίρει και πρωινό αφού δε βρήκαμε κάτι άλλο, κάτι που μου έδωσε ευκαιρία μέχρι να ετοιμαστεί η παραγγελία για μερικές ακόμα φωτογραφικές βόλτες στο κάστρο και τα διπλανά σοκάκια:
Περπάτησα ως την άκρη αυτού του υπέροχου δρόμου, φτάνοντας ως το τέλος του και το άνοιγμα της απέναντι πλαγιάς με τις κλασσικές Κυκλαδίτικες αναβαθμίδες, με το μυαλό να ταξιδεύει λίγους μήνες πίσω στα υψόμετρα των Άνδεων στο Περού όπου διεξάγονταν από τους Ίνκας κάποιες εκατοντάδες χρόνια πριν ο ίδιος τρόπος καλλιέργειας:
Είχαμε χρόνο μπροστά μας, αποχαιρετώντας το νησί όπως έπρεπε. Στάση στο γνωστό καφέ του Χρήστου, αλλά και στο παραλιακό στο Καραβοστάσι για μερικές τελευταίες μπυρίτσες. Κάπως έπρεπε να περάσει η ώρα μέχρι να επιβιβαστούμε στο απογευματινό πλοίο:
Αυτή τη φορά δεν υπήρξε ερωτηματικό, γνωρίζοντας πως η θάλασσα του Αιγαίου θα με ξαναβγάλει στην αγαπημένη Φολέγανδρο σύντομα, ίσως πιο σύντομα απ’ όσο φαντάζομαι:
Αυτό που δε ξέρω είναι τι καλό θα φέρει πάλι.
Ήταν το 2012 όταν η Φολέγανδρος μου άνοιξε ένα άγνωστο έως τότε «δρόμο», αυτόν του island hopping σ’ ένα τρόπο περιηγήσεων στα νησιά που ακολουθώ πιστά για 12 έτη.
Ήταν το 2021 όταν και πάλι το νησί αυτό έδινε πίσω το χαμόγελο μας με την επιστροφή στα ταξίδια μετά από την αλησμόνητη επτάμηνη καραντίνα
Λέτε να συνεχιστεί αυτό μετά την επίσκεψη του 2024; Περίεργος είμαι να μάθω πως…
Περιττοί οι πρόλογοι αυτή τη φορά. Τα έγραψα την πρώτη (2012), τα έγραψα την δεύτερη (2021), δε ξέρω τι μπορώ παραπάνω να πω για την τρίτη μου επίσκεψη στη Φολέγανδρο. Λίγα ίσως και καλά, όχι κάτι νέο ή σπουδαίο, απλά μια προσπάθεια ακόμη να σας παρουσιάσω την ασύλληπτη αύρα αυτού του νησιού.
Είναι γεγονός πως τη Φολέγανδρο την έχουμε αγαπήσει, διατηρώντας φιλίες και δεσμούς με ανθρώπους που κρατάνε χρόνια. Ε ας το δούμε λοιπόν έτσι, σαν μια επίσκεψη που έγινε για να δούμε ένα λατρεμένο μέρος μα πάνω απ’ όλα τους φίλους μας.
Είναι πολύ ωραία αυτά τα απρόσμενα, όταν λίγες μέρες πριν σου σκάει η ιδέα (μαζί και η ευκαιρία) για να εκδράμεις σ’ ένα μέρος που ποτέ δε σε απογοητεύει, που πάντα διατηρεί σχεδόν αναλλοίωτο το χαρακτήρα και την ποιότητα του. Ας δούμε πως έγινε στο σύντομο πέρασμα του Αυγούστου του 2024.
Ημέρα πρώτη
Το ραντεβού ήταν νωρίς το μεσημέρι στο λιμάνι του Καραβοσασίου, μιας και οι αφετηρίες μας ήταν διαφορετικές, Πειραιάς και Σαντορίνη αντίστοιχα για μένα. Βέβαια το χειρότερο πλοίο της Ελληνικής ακτοπλοΐας (τα λέω και τα ξαναλέω) έκανε πάλι το θαύμα του, αναγκάζοντας με να περιμένω πίνοντας καφεδάκι στην παραλία. Όχι ότι με χάλασε.


Με τον νέο οδηγό του επίσης νέου λεωφορείου (μιας και ο κύριος Νίκος πήρε σύνταξη) ξεκινήσαμε τη σύντομη διαδρομή προς τον τερματικό σταθμό της Χώρας γύρω στις τρεις. Πάμε να πιούμε μια μπύρα να χαιρετήσουμε τον Χρήστο, αφού σ’ αρέσουν κάτι τέτοια, εκεί είναι το δωμάτιο δε φεύγει, μου κάνει ο Νίκος όσο προχωρούσαμε. Σιγά μη φέρω αντίρρηση στο καλωσόρισμα:


Αφού τακτοποιηθήκαμε τελειώνοντας τα διαδικαστικά βγήκαμε αμέσως μια βόλτα στη Χώρα. Η θέα της «Πούντας» που πάντα φυσάει κάθε φορά και με κάθε τρόπο θα μου κόβει την ανάσα:

Αυτή είναι η Φολέγανδρος που αγαπήσαμε, λουσμένη στον απογευματινό, Κυκλαδίτικο ήλιο του Αυγούστου. Λευκό – γαλάζιο και φως, άπειρο φως:


Ένα φραπεδάκι ήταν άκρως απαραίτητο, στο κλασσικό αγαπημένο μας καφέ, με την διαθέσιμη καρέκλα μάλλον να μην είναι τυχαία εκεί:

«Ό,τι μας δένει στα παλιά είν’ οι κακές συνήθειες» φίλε, όπως σοφά αναφέρει το αγαπημένο εδώ και χρόνια τραγούδι. Μεγάλη αλήθεια.
Με μια βόλτα ακόμα στον πανέμορφο αυτό οικισμό συνεχίστηκε το απόγευμα μας, τσιμπώντας παράλληλα και κάτι για να κόψει την πείνα. Τόσα χρόνια ίδιος, απαράλλαχτος, ακόμα ένα δείγμα της υψηλής ποιότητας του νησιού:


Φυσικά δε μπορούσαμε με τόση συναισθηματική φόρτιση να μη πιούμε μια μπυρίτσα για το καλό, κάτι που έγινε όπως πάντα στο ίσως αντιπροσωπευτικότερο σημείο των Κυκλάδων, αυτό του Κάστρου της Χώρας. Τι παραπάνω να πω:


Νωρίς το βραδάκι κι αφού ξεκουραστήκαμε ως οφείλαμε πήραμε πάλι την κατηφόρα προς τα ενδότερα:


Με χαρά διαπιστώσαμε ότι ο κόσμος παρά τα τέλη Αυγούστου βρισκόταν μαζικά στο νησί, χωρίς τον συνωστισμό που ίσως επικρατούσε λίγες μέρες πριν, αν και πάντα μιλάμε για τη Φολέγανδρο. Τόσοι, όσοι:


Χωρίς δόση υπερβολής έχω γράψει πως στα δικά μου μάτια εδώ βρίσκεται η ομορφότερη πλατεία του κόσμου. Βασικά όλη η Χώρα είναι μια πλατεία:

Όσο για τη συνέχεια έως και το τέλος της νύχτας; Δεν υπήρχε ερώτημα και καμία αμφιβολία.
Σκασιά – έκπληξη στον Λευτέρη που χάρηκε πολύ έτσι όπως μας είδε ξαφνικά μπροστά του, μπυρίτσες και ρακόμελο, μουσικάρες και εξαίρετη παρέα (το Travelstories είναι παντού μη τα ξαναλέω), σε μια ακόμα υπέροχη καλοκαιρινή νύχτα στο νησί αυτό:

Στο μπαρ που έχουμε περάσει μερικές από τις πιο όμορφες βραδιές της ζωής μας…
Ημέρα δεύτερη
Βαρύ το πάπλωμα, ή καλύτερα το σεντόνι μιας και μιλάμε για καλοκαίρι, γεγονός που μας οδήγησε στην παραλία της Αγκάλης για καφέ νωρίς το μεσημέρι, λίγο πριν πάρουμε το γνωστό μονοπάτι για τα καλύτερα. Ορίστε για τους άπιστους που λένε πως η Φολέγανδρος «δεν έχει παραλίες». Και καλά:


Προχωρώντας μέσα σε ανείπωτη ζέστη περάσαμε κι από το συγκρότημα κατοικιών που λειτουργεί χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, με μια ιδέα να μας μπαίνει για την επόμενη επίσκεψη μας στο νησί:


Γύρω στο εικοσάλεπτο κράτησε η όλη μας πορεία βλέποντας επιτέλους μπροστά μας το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου και την ομώνυμη παραλία:


Κίνηση πρώτη, να βρούμε μια καλή θέση στο μπαρ, χαιρετώντας παράλληλα την ιδιοκτήτρια που ‘χαμε γνωρίσει την προηγούμενη φορά. Κίνηση δεύτερη, το πρώτο παγωμένο ποτήρι απ’ το λαχταριστό βαρέλι. Κίνηση τρίτη, δροσερή βουτιά που τόσο χρειαζόμασταν και πάλι απ’ την αρχή:

Δεν αργήσαμε να πιάσουμε κουβέντες με τον μπάρμαν, που ως συντοπίτης είχαμε πολλά να πούμε, όσο η ώρα περνούσε και οι μπύρες αυξανόντουσαν με γεωμετρική πρόοδο. Εξάλλου τι άλλο να κάνεις, όπως λέει κι ένα άλλο άσμα «στα θαλασσινά μπαράκια, μπύρες και καλαμαράκια».
- Παντρεμένος είσαι πάνω Θεσσαλονίκη ψηλέ;
- Άμα ήμουν παντρεμένος θα καθόμουν εδώ να πίνω μπύρες;
- Σωστά, τι μ…κίες λέω κι εγώ ώρες – ώρες…

Καμία βιασύνη δεν υπήρχε, φεύγοντας με το τελευταίο βαρκάκι όπως ήταν λογικό μετά από τέτοια καλοπέραση προκειμένου να συνεχίσουμε στη Χώρα όπου βρεθήκαμε μερικά λεπτά μετά. Ο δρόμος περνούσε από το καφέ του Χρήστου, όπου σταθήκαμε για να συνεχίσουμε με μπυρίτσα δίχως δεύτερη σκέψη.

- Άμα δε ρίξεις μια πενιά για το καλό δε φεύγεις από το Νησί
- Λυπήσου με Χρήστο, έχω πιεί τόσες μπύρες που θα μπερδεύω τα τάστα.
- Δε πειράζει, ότι πιάσεις

Σχεδόν νυχτώσαμε όπως είναι λογικό σε τέτοιες ωραίες παρέες, με την πείνα να είναι το μόνο κίνητρο που μας έκανε να κινητοποιηθούμε. Αφήσαμε στην άκρη την επίσκεψη στην Παναγία που ήταν ακριβώς από πάνω μας, την είχαμε δει εξάλλου δε πειράζει, κατηφορίζοντας προς την πλατεία:


Τα φώτα ήδη είχαν ανάψει στη Χώρα, με τα καταστήματα εστίασης να περιμένουν τους πελάτες τους. Όχι εμάς, μιας και ήμασταν οι μόνοι ακόμα με μαγιό ανάμεσα σε τόσους άλλους που είχαν ήδη ετοιμαστεί για τη βραδινή τους βόλτα:



Τσιμπήσαμε κάτι στα γρήγορα και πήραμε το δρόμο για το δωμάτιο προκειμένου να ετοιμαστούμε, όταν κάτι μας έκανε να κρατηθούμε για λίγο.
- Πάμε να πιούμε ένα χωνευτικό ρε φίλε στην Αστάρτη, δε βιαζόμαστε…

Βγήκαμε και πάλι γύρω στις έντεκα, ντυμένοι για έξω τη φορά αυτή. Μη τα ξαναγράφω, δεν αλλάζει κάτι. Ίδιες παρέες, ίδιο μπαρ, ίδια συναισθήματα, καθώς και πάλι κλείδωμα του μαγαζιού πρωινές ώρες.

Το μόνο που άλλαξε στο τέλος κι έκανε ακόμη καλύτερη την όλη φάση ήταν οι μουσικές, αφιερωμένες από το Λευτέρη αποκλειστικά για μας. Ψηλέ δικό σας:

«Στο νησί τις γαλάζιες νύχτες,
μες στα μπαρ αγκαλιά ξωτικά καθάρματα.
Μου ‘χες πει πως θα ‘ρθείς και ήρθες,
Ατλαντίς στο βυθό φωτισμένα άρματα…
Μπρος στα μάτια μου περνάνε,
φωσφορίζουνε και πάνε»
Ημέρα τρίτη – Αναχώρηση
Θεωρητικά ήταν χαμένη μέρα, μιας και το πρόγραμμα έλεγε ότι θα φεύγαμε από νωρίς, τι να κάνουμε όμως που η Ελληνική ακτοπλοΐα είχε για μας άλλα σχέδια γι’ ακόμη μια φορά. Ίσως και καλύτερα μιας και μετά από τέτοιο προηγούμενο 24ωρο δε ξέρω πως θα καταφέρναμε να ξυπνήσουμε πρωί..
Έτσι αφού κατεβάσαμε τις αποσκευές μας αφήνοντας το δωμάτιο κάνοντας παράλληλα και μια πολύ ωραία συζήτηση με την ιδιοκτήτρια και τον άντρα της, βγήκαμε στη γύρα προς αναζήτηση πρωινού, μ’ εμένα να μη χάνω την ευκαιρία να εξασκήσω το φωτογραφικό μου χόμπι:


Αυτές είναι εξάλλου οι καλύτερες ώρες για κάτι τέτοιο. Απόλυτο φως κι ελάχιστος κόσμος:


Τελικά καταλήξαμε στο αγαπημένο μας καφέ όπου σερβίρει και πρωινό αφού δε βρήκαμε κάτι άλλο, κάτι που μου έδωσε ευκαιρία μέχρι να ετοιμαστεί η παραγγελία για μερικές ακόμα φωτογραφικές βόλτες στο κάστρο και τα διπλανά σοκάκια:


Περπάτησα ως την άκρη αυτού του υπέροχου δρόμου, φτάνοντας ως το τέλος του και το άνοιγμα της απέναντι πλαγιάς με τις κλασσικές Κυκλαδίτικες αναβαθμίδες, με το μυαλό να ταξιδεύει λίγους μήνες πίσω στα υψόμετρα των Άνδεων στο Περού όπου διεξάγονταν από τους Ίνκας κάποιες εκατοντάδες χρόνια πριν ο ίδιος τρόπος καλλιέργειας:


Είχαμε χρόνο μπροστά μας, αποχαιρετώντας το νησί όπως έπρεπε. Στάση στο γνωστό καφέ του Χρήστου, αλλά και στο παραλιακό στο Καραβοστάσι για μερικές τελευταίες μπυρίτσες. Κάπως έπρεπε να περάσει η ώρα μέχρι να επιβιβαστούμε στο απογευματινό πλοίο:

Αυτή τη φορά δεν υπήρξε ερωτηματικό, γνωρίζοντας πως η θάλασσα του Αιγαίου θα με ξαναβγάλει στην αγαπημένη Φολέγανδρο σύντομα, ίσως πιο σύντομα απ’ όσο φαντάζομαι:

Αυτό που δε ξέρω είναι τι καλό θα φέρει πάλι.
Ήταν το 2012 όταν η Φολέγανδρος μου άνοιξε ένα άγνωστο έως τότε «δρόμο», αυτόν του island hopping σ’ ένα τρόπο περιηγήσεων στα νησιά που ακολουθώ πιστά για 12 έτη.
Ήταν το 2021 όταν και πάλι το νησί αυτό έδινε πίσω το χαμόγελο μας με την επιστροφή στα ταξίδια μετά από την αλησμόνητη επτάμηνη καραντίνα
Λέτε να συνεχιστεί αυτό μετά την επίσκεψη του 2024; Περίεργος είμαι να μάθω πως…
Last edited: