Yorgos
Member
- Μηνύματα
- 10.218
- Likes
- 55.379
- Επόμενο Ταξίδι
- Nipon-Αλάσκα-Yellowstone
- Ταξίδι-Όνειρο
- Περού τότε, τώρα, πάντα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Σχεδιασμός
- Προσδοκίες
- Βόρειο Περού
- Photos Βόρειο Περού
- Βόρειο Περού II
- Photos Βόρειο Περού II
- Βόρειο Περού III
- Photos Βόρειο Περού III
- Βόρειο Περού IV
- Photos Βόρειο Περού IV
- Cuelap
- Photos Cuelap
- Βόρειο Περού V
- Photos Βόρειο Περού V
- Βόρειο Περού VI
- Photos Β.Περου by Krekouzas
- Αξιολόγηση 1ου μέρους – Βόρειο Περού
- Τreks σε χαμένες πόλεις, Κούσκο κ περίχωρα
- Photos Cuzco
- Trek Περού
- Photos Trek Περού
- Trek Περού II
- Photos Trek Περού II
- Τρέκ Περού ΙΙΙ
- Photos Τρέκ Περού ΙΙΙ
- Τρέκ Περού ΙV
- Photos Τρέκ Περού ΙV
- Τρέκ Περού V
- Photos Τρέκ Περού V
- Μάτσου Πίτσου
- Photos Μάτσου Πίτσου
- Cuzco II
- Photos Cuzco II
- Choquequirao Τρεκ
- Choquequirao Τρεκ ΙΙ
- Photos Choquequirao Τρεκ ΙΙ
- Choquequirao Τρεκ ΙIΙ
- Photos Choquequirao Τρεκ ΙIΙ
- Rainbow Mountain
- Photos Rainbow Mountain
- Αξιολόγηση 2ου μέρους
- Top 5 by krekouzas
- The White Rock
- Βολιβία - Λίμνη Τιτικάκα
- Photos Βολιβία - Λίμνη Τιτικάκα
- Διαδρομή προς Iskanwaya
- Photos Διαδρομή προς Iskanwaya
- Iskanwaya
- Photos Iskanwaya
- Salar De Uyuni
- Photos Salar De Uyuni
- Laguna Colorada
- Photos Laguna Colorada
- Εθνικό Πάρκο Avaroa
- Photos Εθνικό Πάρκο Avaroa
- Διαδρομή Προς Tupiza
- Photos Διαδρομή προς Tupiza
- Potosi-Sucre
- Photos Potosi-Sucre
- Santa Cruz
- Photos Santa Cruz
- Top 5 Bolivia by Krekouzas
- Samaipata - Vallegrande
- Photos Samaipata - Vallegrande
- Βολιβιανά ΑΤΜs
- Misiones
- Photos Misiones
- Santa Cruz la Vieja
- Photos Santa Cruz la Vieja
- Torata
- Photos Torata
- Αξιολόγηση Βολιβία
- Κεντρικές Άνδεις
- Photos Κεντρικές Άνδεις
- Kεντρικές Άνδεις ΙΙ
- Photos Kεντρικές Άνδεις ΙΙ
- Vilcashuaman
- Photos Vilcashuaman
- Quinua-Lima
- Photos Quinua-Lima
- Αξιολόγηση 4ου μέρους
- Ushuaia
- Κρουαζιέρα Ανταρκτική
- Κρουαζιέρα Ανταρκτική ΙΙ
- Ανταρκτική
- Photos Ανταρκτική
- Ανταρκτική ΙΙ
- Photos Ανταρκτική ΙΙ
- Ανταρκτική ΙIΙ
- Photos Ανταρκτική ΙIΙ
- Ανταρκτική ΙV
- Photos Ανταρκτική ΙV
- Ανταρκτική V
- Photos Ανταρκτική V
- Ανταρκτική VI
- Photos Ανταρκτική VI
- Back to Ushuaia
- Last Day Ushuaia
- Αξιολόγηση Ανταρκτική
- Σαντιάγκο
- Σαν Πεδρο Ατακάμα
- Photos Σαν Πεδρο Ατακάμα
- Σαν Πεδρο Ατακάμα II
- Σαν Πεδρο Ατακάμα III
- Σαν Πεδρο Ατακάμα IV
- Επιστροφή στο Σαντιάγκο
- Perito Moreno
- Photos Perito Moreno
- Torres del Paine
- Photos Torres del Paine
- Latam
- Παταγονία
- Photos Παταγονία
- Παταγονία ΙΙ
- Παταγονία ΙΙI
- Παταγονία ΙV
- Photos Παταγονία ΙV
- Οινογνωσία
- Βίνια Ντελ Μαρ - Βαλπαραϊσο
- Αξιολόγηση Χιλής
- Βαθμολογία - Αποτίμηση
- Τοπ 15 Εικόνων
Γυρίζοντας στο ξενοδοχείο, πέρασα από τον καθεδρικό, όπου παρακολούθησα μια λειουργία με εξαιρετική κλασική κιθάρα κι αναρωτήθηκα τι κακό θα έβρισκε και τις ορθόδοξες εκκλησίες αν επέτρεπαν να παίζει κανείς και κανένα ακόρντο. Ρητορική η απορία, η πιο ρεαλιστική ήταν το πώς θα ήταν η αυριανή, τελευταία μέρα στο Κούσκο όπου είχαμε κανονίσει να πάμε σε εκείνο το πολύχρωμο βουνό... δηλαδή όχι σε εκείνο που πάνε όλοι, αλλά «σε κάποια άλλα που θα ήμασατν μόνοι μας, θα ήταν περισσότερα κι ακόμη πιο εντυπωσιακά». Για να πω την αλήθεια μούφα μου φαινόταν η όλη φάση, αλλά επειδή οι Άνδεις ποτέ δε σταματούν να με εκπλήσσουν, είπα να πέσω για ύπνο με έναν πιο αισιόδοξο τόνο, ελπίζοντας πως θα είναι τουλάχιστον συμπαθητικά όμορφα. Μικρό καλάθι κρατούσα, όπως αποδείχθηκε...
Ξυπνήσαμε νωρίς για να πάμε σε αυτή τη μυστηριώδη εκδρομή ονόματι «exploradores», την οποία θυμίζω ότι προτιμήσαμε διότι εκτός όλων των άλλων, δεν είχαμε πια δυνάμεις για οκτάωρο τρεκ στα 5.000 μέτρα, ειδικά τη μέρα κατά την οποία ο Κυριάκος κι ο Παναγιώτης θα πετούσαν για Ελλάδα κι εγώ με τον Κώστα θα παίρναμε λεωφορείο για τη Βολιβία. Το ραντεβού ήταν στην κεντρική πλατεία του Κούσκο, όπου οι υπεύθυνοι άργησαν αρκετά να έρθουν κι όταν εμφανίστηκαν υπήρχε μόνο οδηγός, χωρίς ξεναγό, ο οποίος δε μιλούσε Αγγλικά αλλά αστράφτοντας ένα χρυσό και δυο ασημί δόντια μου είπε «θα μάθω όμως!». Είχα που είχα αμφιβολίες για το κατά πόσο ήταν μούφα η εκδρομή, ήρθε και το χρυσοποίκιλτο χαμόγελο, άρχισαν να με ζώνουν τα φίδια.
Πρώτη στάση κάναμε σε ένα χωριουδάκι όπου δίπλα σε μια γέφυρα της αποικιακής περιόδου έχουν κάνει το αντίγραφο μιας γέφυρας των Ίνκας, χρησιμοποιώντας τις παλιές τεχνικές κατασκευής, με τα σχοινιά. Πλακίτσα είχε, αλλά μάλλον το πιο ενδιαφέρον της υπόθεσης ήταν το τοπικό σχολείο, τα παιδιά του οποίου πήγαιναν σε κάποια εκδήλωση και περνώντας από τη γέφυρα το έριξαν στο χαβαλέ χοροπηδώντας, μέχρι που ο δάσκαλος/παιδαγωγός έβγαλε τη βέργα και συνεπικουρούμενος από τη ζώνη του (!) τα έκανε τουλούμι στο ξύλο και ήρθαν στα ίσια τους. Καταλήγοντας στην κεντρική πλατεία βρεθήκαμε μπροστά σε μια εκκλησία του 1575 που με γοήτευσε, ήταν έτοιμη να πέσει αλλά τι ομορφιά! Δεν ξέρω πώς έχει καταφέρει να μείνει εκτός τουριστικών ραντάρ, αλλά ήταν πανέμορφη. Ρώτησα το φοβερό οδηγό/ξεναγό/αστραφτοδόντη μας που μου απάντησε «μάλλον εκκλησία είναι», που το βρήκα πολύ διαφωτιστικό γιατί μπορεί να ήταν βενζινάδικο ή κλινική τεχνητής γονιμοποίησης ας πούμε ένα κτίριο του 1575 με σταυρό και ιερό...
Εντός ολίγων λεπτών ξεκίνησε μια διαδήλωση/εκδήλωση στο χωριό, στην οποία συμμετείχαν και όλα τα παιδάκια των τοπικών σχολείων με χειροποίητα πλακάτ, η τοπική αστυνομία και ο δήμαρχος. Το θέμα της διαδήλωσης ήταν η καταπολέμηση της βίας με τη βοήθεια της αστυνομίας και... του δασκάλου που κυνηγούσε τα παιδιά με τη βέργα και τη ζώνη χαχα! Είναι Θεοί οι Περουβιανοί, τους αγαπώ. Είχε πολύ φολκλόρ η όλη υπόθεση, με τις κυριούλες να είναι ντυμένες με τις παραδοσιακές στολές των Άνδεων, να μασουλάνε καθισμένες στα πεζοδρόμια και να μη δίνουν και πολλή σημασία στα όσα έλεγε ο δήμαρχος και ο αστυνομικός διευθυντής που μας χαιρέτησε δια μικροφώνου πάντως.
Κάπου εκεί αφήσαμε την άσφαλτο και το τζιπάκι του χρυσοποίκιλτου ξεκίνησε την ανάβαση. Ατέλειωτες στροφές μας έφερναν αντιμέτωπους με καταπληκτικά βουκολικά τοπία: αλπάκα και λάμα να βόσκουν με background τις χιονισμένες Άνδεις κάτω από τον καταγάλανο ουρανό, γιαγιάδες με τα καπελάκια και τα ριχτάρια τους να κατεβαίνουν από πλαγιές με καλλιεργήσιμες διαβαθμίσεις, ενω το απίστευτα έντονο κοκκινόχωμα έκανε αντίθεση με το γαλάζιο του ουρανού και το λευκό του χιονιού δημιουργώντας καταπληκτικές εικόνες όσο ανεβαίναμε κάτι ατέρμονα κατσάβραχα η μοναξιά των οποίων διακοπτόταν μόνο από κάτι μποστάνια στη μέση του πουθενά, έτη φωτός μακριά από τον πολιτισμό. Έπαθα πλάκα με τη διαδρομή και σκεφτόμουν πως και να μην είναι και πολύ χρωματιστό εκείνο το βουνό που πάμε, άξιζε τον κόπο η εκδρομή, δε χόρταινα αυτό που έβλεπα από το –βρώμικο- παράθυρο του ταλαιπωρημένου τζιπ, όσο ο Κρεκούζας ανακατευόταν, το χιόνι σιγά-σιγά αντικαθιστούσε τα πράσινα υψίπεδα και τα πολύ ψαγμένα ροκάκια του οηδγού αό τα 80ς προσπαθούσαν να υπερκεράσουν τους ήχους ενός τζιπ που σειόταν ολόκληρο πάνω στις κοτρώνες.
Ε, μετά από κάμποσες ώρες φτάσαμε και στο ποθητό σημείο. Καταπληκτική φύση, αλλά χρωματιστό βουνό δεν έλβεπα πουθενά. «Ορίστε, ήρθε και η τοπική μας ξεναγός!» είπε ο χρυσοποίκιλτος και μας έδειξε μια κοπελίτσα ντυμένη με μια από τις παραδοσιακές φορεσιές των Άνδεων που ξεπετάχτηκε από το πουθενά. Η κοπελίτσα ίσα που μιλούσε Ισπανικά με τα Κέτσουα να είναι προφανώς η μητρική της γλώσσα και ξεκίνησε να ανεβαίνει την πλαγιά μαζί μας, αποκαλύπτοντάς μου ότι μέσα στο κουβερλί της είχε οξυγόνο κι ένα ράδιο, σε περίπτωση ανάγκης ώστε να επικοινωνήσουμε με τον πολιτισμό.
Σαν τον Ολυμπιακό μετά από φάιναλ φορ, η ομάδα ήταν σβηστή από ενέργεια. Ήταν και πολύ μεγάλο το υψόμετρο (ρωτήηστε τον Κρεκούζα και το μαγικό του ρολόι για λεπτομέρειες), αλλά όπως θα διαπίστωνα και τις επόμενες μέρες, μάλλον είχα προγραμματίσει το σώμα μου για τα δύο τρεκ και η συσσωρευμένη κούραση θα κρατούσε λίγες μέρες ακόμη, υπήρχε άλλωστε και συσσωρευμένη έλλειψη ύπνου. Όλα αυτά ξεχάστηκαν πάντως γρήγορα όταν αντικρύσαμε το χρωματιστό βουνό ή αλλέως rainbow mountain, που δεν ήταν το διάσημο, αυτό που πάνε όλοι με το πολύωρο τρεκ, αλλά ένα άλλο, που με άφησε άφωνο. Τι χρώματα!!! Απίστευτο θέαμα, ενώ στις πλαγιές μπορούσες να παρατηρήσεις από κοντά τις αποχρώσεις να δημιουργούνται φαντάζομαι από τα διαφορετικά χημικά στοιχεία. Καλά δεν περίμενα να μου δώσει καμιά επιστημονική επεξήγηση ο ξεναγός μας, που όσο ανεβαίναμε έκανε καμάκι στην κοπέλα με ένα χαμόγελο πονηρό, που υποδήλωνε κάτι ανάμεσα σε βεβαιότητα για την τελική νίκη και οξεία λιγουρίαση. Όσο βγάζαμε φωτογραφίες ανεβοκατεβαίνοντας τις πλαγιές με την τρομερή πανδαισία χρωμάτων, τον είδα να της κλέβει ένα φιλί, αν και όταν της μίλησα αργότερα μου είπε «έχω είκοσι πρόβατα εγώ, με γυρεύουν πολλοί, χαχα. Ξέρεις πόσο κάνει το καθένα; Μέχρι και 150 σόλες!!». Έρωτας στις Άνδεις, τι να πεις... (για την ιστορία, 150 σόλες είναι σαράντα ευρώ, άρα η προίκα της κοπελιάς με τα είκοσι πρόβατα ανέρχεται στα 800 ευρώ).
Τα τοπία ήταν σουρεαλιστικά όμορφα, όπως και οι τούμπες που φάγαμε γιατί γλιστρούσε, η μια ώρα τρεκ στα 4960 μέτρα μας ξεθέωσε, αλλά δικαιωθήκαμε αντικρύζοντας ένα άλλο αλλόκοτο θέαμα: ένα φυσικο τείχος, που προφανώς προκλήθηκε από κάποιο είδος διάβρωσης προφανώς, την οποία επιστημονικά ο Rodolfo περιέγραψε πως «Α αυτό; Έτσι είναι, ναι». Μείναμε να χαζεύουμε το απίστευτο θέαμα και αναρωτήθηκα γιατί δεν είναι καρα-χάιλάιτ της περιοχής το όλο θέαμα, στο κάτω-κάτω το Κούσκο ήταν μισή μέρα δρόμος με το τζιπ, η εκδρομή μας στοίχισε λιγότερο από 30 ευρώ το κεφάλι (απολύτως δικαιολογημένα δεδομένης της απόστασης, της κατανάλωσης καυσίμων αλλά κυρίως της καταπόνησης του οχήματος και των λίγων συμμετεχόντων) και με μερικές απλές φωτογραφίες στην είσοδο οποιοδήποτε πρακτορείου η εκδρομή θα μπορούσε να πωλείται από μόνη της. Τέλος πάντων, δε θα διαμαρτυρηθώ κιόλας που όλη αυτή την ομορφιά την απολαμβάναμε μόνοι μας εμείς και οι άλλοι 3-4 που ήταν μαζί μας, αλλά είναι ένα δείγμα του πόσο αστείρευτες είναι οι Άνδεις σε αξιοθέατα, από τις χαμένες πόλεις μέχρι τα φυσικά τοπία και τα χαμένα χωριά των εκκλησιών του 1575 και τις κοπελίστες με την αστρονομική προίκα των είκοσι προβάτων.
Το μεσημεριανό που περιλαμβανόταν στην εκδρομή ήταν αξιοπρεπέστατο, με φρουτάκια, μπέργκερ, Oreo και το υπεραπαραίτητο νεράκι σε αυτό το υψόμετρο. Νιώσαμε πολύ πλήρεις και οι ώρες της επιστροφής πέρασαν γρήγορα με τα «love hurts» και τον Chris Isaac του Rodolfo που ήταν σίγουρος πως στην επόμενη επίσκεψη θα την έριχνε την τσοπάνισσα. «Μα είναι τόσο όμορφη, ουφ...» μου είπε αναστενάζοντας.
Μας έμεναν λίγες ώρες πριν αποχαιρετίσουμε το Κούσκο και σκοπεύαμε να τιμήσουμε άλλο ένα γκουρμεδάκι του Κούσκο, το Chicha του Gaston Acurio, αλλά όπως ήταν αναμενόμενο ήταν φουλ, πλέον σε εστιατόρια τέτοιας ποιότητας στο Κούσκο θες κράτηση, αλλά καταλήξαμε στο μπεργκεράδικο του ιδίου για το αποχαιρετιστήριο γεύμα μας με τα παιδιά. Λίγο αργότερα εγώ κι ο Κώστας καταλήξαμε στον υπεραστικό σταθμό λεωφορείων όπου πήραμε ένα υπερπολυτελές ΚΤΕΛ της Tranzela (Τρανζέλα βαζέλα, βγάλε τη φανέλα, με τρέλα και κορδέλα, πάμε για μπουγέλα κλπ σαπίλες) το οποίο θα μας μετέφερε στο Puno, που θα προσπερνούσαμε αυτή τη φορά, ώστε να πάμε ντουγρού για Βολιβία, όπου θα έμενα για 25 μερόνυχτα, ψάχνοντας τα χνάρια του Τσε, ακόμη πιοάγνωστες χαμένες πόλεις, ορισμένα τρομερά τοπία και ιεραποστολές χαμένες στο χρόνο, μεταξύ άλλων. Αλλά όλα αυτά είναι ένα άλλο, τρίτο κεφάλαιο, στο οποίο θα εισέλθω μετά από μια αποτίμηση του δευτέρου κεφαλαίου περί «Κούσκο και περιχώρων».
Ξυπνήσαμε νωρίς για να πάμε σε αυτή τη μυστηριώδη εκδρομή ονόματι «exploradores», την οποία θυμίζω ότι προτιμήσαμε διότι εκτός όλων των άλλων, δεν είχαμε πια δυνάμεις για οκτάωρο τρεκ στα 5.000 μέτρα, ειδικά τη μέρα κατά την οποία ο Κυριάκος κι ο Παναγιώτης θα πετούσαν για Ελλάδα κι εγώ με τον Κώστα θα παίρναμε λεωφορείο για τη Βολιβία. Το ραντεβού ήταν στην κεντρική πλατεία του Κούσκο, όπου οι υπεύθυνοι άργησαν αρκετά να έρθουν κι όταν εμφανίστηκαν υπήρχε μόνο οδηγός, χωρίς ξεναγό, ο οποίος δε μιλούσε Αγγλικά αλλά αστράφτοντας ένα χρυσό και δυο ασημί δόντια μου είπε «θα μάθω όμως!». Είχα που είχα αμφιβολίες για το κατά πόσο ήταν μούφα η εκδρομή, ήρθε και το χρυσοποίκιλτο χαμόγελο, άρχισαν να με ζώνουν τα φίδια.
Πρώτη στάση κάναμε σε ένα χωριουδάκι όπου δίπλα σε μια γέφυρα της αποικιακής περιόδου έχουν κάνει το αντίγραφο μιας γέφυρας των Ίνκας, χρησιμοποιώντας τις παλιές τεχνικές κατασκευής, με τα σχοινιά. Πλακίτσα είχε, αλλά μάλλον το πιο ενδιαφέρον της υπόθεσης ήταν το τοπικό σχολείο, τα παιδιά του οποίου πήγαιναν σε κάποια εκδήλωση και περνώντας από τη γέφυρα το έριξαν στο χαβαλέ χοροπηδώντας, μέχρι που ο δάσκαλος/παιδαγωγός έβγαλε τη βέργα και συνεπικουρούμενος από τη ζώνη του (!) τα έκανε τουλούμι στο ξύλο και ήρθαν στα ίσια τους. Καταλήγοντας στην κεντρική πλατεία βρεθήκαμε μπροστά σε μια εκκλησία του 1575 που με γοήτευσε, ήταν έτοιμη να πέσει αλλά τι ομορφιά! Δεν ξέρω πώς έχει καταφέρει να μείνει εκτός τουριστικών ραντάρ, αλλά ήταν πανέμορφη. Ρώτησα το φοβερό οδηγό/ξεναγό/αστραφτοδόντη μας που μου απάντησε «μάλλον εκκλησία είναι», που το βρήκα πολύ διαφωτιστικό γιατί μπορεί να ήταν βενζινάδικο ή κλινική τεχνητής γονιμοποίησης ας πούμε ένα κτίριο του 1575 με σταυρό και ιερό...
Εντός ολίγων λεπτών ξεκίνησε μια διαδήλωση/εκδήλωση στο χωριό, στην οποία συμμετείχαν και όλα τα παιδάκια των τοπικών σχολείων με χειροποίητα πλακάτ, η τοπική αστυνομία και ο δήμαρχος. Το θέμα της διαδήλωσης ήταν η καταπολέμηση της βίας με τη βοήθεια της αστυνομίας και... του δασκάλου που κυνηγούσε τα παιδιά με τη βέργα και τη ζώνη χαχα! Είναι Θεοί οι Περουβιανοί, τους αγαπώ. Είχε πολύ φολκλόρ η όλη υπόθεση, με τις κυριούλες να είναι ντυμένες με τις παραδοσιακές στολές των Άνδεων, να μασουλάνε καθισμένες στα πεζοδρόμια και να μη δίνουν και πολλή σημασία στα όσα έλεγε ο δήμαρχος και ο αστυνομικός διευθυντής που μας χαιρέτησε δια μικροφώνου πάντως.
Κάπου εκεί αφήσαμε την άσφαλτο και το τζιπάκι του χρυσοποίκιλτου ξεκίνησε την ανάβαση. Ατέλειωτες στροφές μας έφερναν αντιμέτωπους με καταπληκτικά βουκολικά τοπία: αλπάκα και λάμα να βόσκουν με background τις χιονισμένες Άνδεις κάτω από τον καταγάλανο ουρανό, γιαγιάδες με τα καπελάκια και τα ριχτάρια τους να κατεβαίνουν από πλαγιές με καλλιεργήσιμες διαβαθμίσεις, ενω το απίστευτα έντονο κοκκινόχωμα έκανε αντίθεση με το γαλάζιο του ουρανού και το λευκό του χιονιού δημιουργώντας καταπληκτικές εικόνες όσο ανεβαίναμε κάτι ατέρμονα κατσάβραχα η μοναξιά των οποίων διακοπτόταν μόνο από κάτι μποστάνια στη μέση του πουθενά, έτη φωτός μακριά από τον πολιτισμό. Έπαθα πλάκα με τη διαδρομή και σκεφτόμουν πως και να μην είναι και πολύ χρωματιστό εκείνο το βουνό που πάμε, άξιζε τον κόπο η εκδρομή, δε χόρταινα αυτό που έβλεπα από το –βρώμικο- παράθυρο του ταλαιπωρημένου τζιπ, όσο ο Κρεκούζας ανακατευόταν, το χιόνι σιγά-σιγά αντικαθιστούσε τα πράσινα υψίπεδα και τα πολύ ψαγμένα ροκάκια του οηδγού αό τα 80ς προσπαθούσαν να υπερκεράσουν τους ήχους ενός τζιπ που σειόταν ολόκληρο πάνω στις κοτρώνες.
Ε, μετά από κάμποσες ώρες φτάσαμε και στο ποθητό σημείο. Καταπληκτική φύση, αλλά χρωματιστό βουνό δεν έλβεπα πουθενά. «Ορίστε, ήρθε και η τοπική μας ξεναγός!» είπε ο χρυσοποίκιλτος και μας έδειξε μια κοπελίτσα ντυμένη με μια από τις παραδοσιακές φορεσιές των Άνδεων που ξεπετάχτηκε από το πουθενά. Η κοπελίτσα ίσα που μιλούσε Ισπανικά με τα Κέτσουα να είναι προφανώς η μητρική της γλώσσα και ξεκίνησε να ανεβαίνει την πλαγιά μαζί μας, αποκαλύπτοντάς μου ότι μέσα στο κουβερλί της είχε οξυγόνο κι ένα ράδιο, σε περίπτωση ανάγκης ώστε να επικοινωνήσουμε με τον πολιτισμό.
Σαν τον Ολυμπιακό μετά από φάιναλ φορ, η ομάδα ήταν σβηστή από ενέργεια. Ήταν και πολύ μεγάλο το υψόμετρο (ρωτήηστε τον Κρεκούζα και το μαγικό του ρολόι για λεπτομέρειες), αλλά όπως θα διαπίστωνα και τις επόμενες μέρες, μάλλον είχα προγραμματίσει το σώμα μου για τα δύο τρεκ και η συσσωρευμένη κούραση θα κρατούσε λίγες μέρες ακόμη, υπήρχε άλλωστε και συσσωρευμένη έλλειψη ύπνου. Όλα αυτά ξεχάστηκαν πάντως γρήγορα όταν αντικρύσαμε το χρωματιστό βουνό ή αλλέως rainbow mountain, που δεν ήταν το διάσημο, αυτό που πάνε όλοι με το πολύωρο τρεκ, αλλά ένα άλλο, που με άφησε άφωνο. Τι χρώματα!!! Απίστευτο θέαμα, ενώ στις πλαγιές μπορούσες να παρατηρήσεις από κοντά τις αποχρώσεις να δημιουργούνται φαντάζομαι από τα διαφορετικά χημικά στοιχεία. Καλά δεν περίμενα να μου δώσει καμιά επιστημονική επεξήγηση ο ξεναγός μας, που όσο ανεβαίναμε έκανε καμάκι στην κοπέλα με ένα χαμόγελο πονηρό, που υποδήλωνε κάτι ανάμεσα σε βεβαιότητα για την τελική νίκη και οξεία λιγουρίαση. Όσο βγάζαμε φωτογραφίες ανεβοκατεβαίνοντας τις πλαγιές με την τρομερή πανδαισία χρωμάτων, τον είδα να της κλέβει ένα φιλί, αν και όταν της μίλησα αργότερα μου είπε «έχω είκοσι πρόβατα εγώ, με γυρεύουν πολλοί, χαχα. Ξέρεις πόσο κάνει το καθένα; Μέχρι και 150 σόλες!!». Έρωτας στις Άνδεις, τι να πεις... (για την ιστορία, 150 σόλες είναι σαράντα ευρώ, άρα η προίκα της κοπελιάς με τα είκοσι πρόβατα ανέρχεται στα 800 ευρώ).
Τα τοπία ήταν σουρεαλιστικά όμορφα, όπως και οι τούμπες που φάγαμε γιατί γλιστρούσε, η μια ώρα τρεκ στα 4960 μέτρα μας ξεθέωσε, αλλά δικαιωθήκαμε αντικρύζοντας ένα άλλο αλλόκοτο θέαμα: ένα φυσικο τείχος, που προφανώς προκλήθηκε από κάποιο είδος διάβρωσης προφανώς, την οποία επιστημονικά ο Rodolfo περιέγραψε πως «Α αυτό; Έτσι είναι, ναι». Μείναμε να χαζεύουμε το απίστευτο θέαμα και αναρωτήθηκα γιατί δεν είναι καρα-χάιλάιτ της περιοχής το όλο θέαμα, στο κάτω-κάτω το Κούσκο ήταν μισή μέρα δρόμος με το τζιπ, η εκδρομή μας στοίχισε λιγότερο από 30 ευρώ το κεφάλι (απολύτως δικαιολογημένα δεδομένης της απόστασης, της κατανάλωσης καυσίμων αλλά κυρίως της καταπόνησης του οχήματος και των λίγων συμμετεχόντων) και με μερικές απλές φωτογραφίες στην είσοδο οποιοδήποτε πρακτορείου η εκδρομή θα μπορούσε να πωλείται από μόνη της. Τέλος πάντων, δε θα διαμαρτυρηθώ κιόλας που όλη αυτή την ομορφιά την απολαμβάναμε μόνοι μας εμείς και οι άλλοι 3-4 που ήταν μαζί μας, αλλά είναι ένα δείγμα του πόσο αστείρευτες είναι οι Άνδεις σε αξιοθέατα, από τις χαμένες πόλεις μέχρι τα φυσικά τοπία και τα χαμένα χωριά των εκκλησιών του 1575 και τις κοπελίστες με την αστρονομική προίκα των είκοσι προβάτων.
Το μεσημεριανό που περιλαμβανόταν στην εκδρομή ήταν αξιοπρεπέστατο, με φρουτάκια, μπέργκερ, Oreo και το υπεραπαραίτητο νεράκι σε αυτό το υψόμετρο. Νιώσαμε πολύ πλήρεις και οι ώρες της επιστροφής πέρασαν γρήγορα με τα «love hurts» και τον Chris Isaac του Rodolfo που ήταν σίγουρος πως στην επόμενη επίσκεψη θα την έριχνε την τσοπάνισσα. «Μα είναι τόσο όμορφη, ουφ...» μου είπε αναστενάζοντας.
Μας έμεναν λίγες ώρες πριν αποχαιρετίσουμε το Κούσκο και σκοπεύαμε να τιμήσουμε άλλο ένα γκουρμεδάκι του Κούσκο, το Chicha του Gaston Acurio, αλλά όπως ήταν αναμενόμενο ήταν φουλ, πλέον σε εστιατόρια τέτοιας ποιότητας στο Κούσκο θες κράτηση, αλλά καταλήξαμε στο μπεργκεράδικο του ιδίου για το αποχαιρετιστήριο γεύμα μας με τα παιδιά. Λίγο αργότερα εγώ κι ο Κώστας καταλήξαμε στον υπεραστικό σταθμό λεωφορείων όπου πήραμε ένα υπερπολυτελές ΚΤΕΛ της Tranzela (Τρανζέλα βαζέλα, βγάλε τη φανέλα, με τρέλα και κορδέλα, πάμε για μπουγέλα κλπ σαπίλες) το οποίο θα μας μετέφερε στο Puno, που θα προσπερνούσαμε αυτή τη φορά, ώστε να πάμε ντουγρού για Βολιβία, όπου θα έμενα για 25 μερόνυχτα, ψάχνοντας τα χνάρια του Τσε, ακόμη πιοάγνωστες χαμένες πόλεις, ορισμένα τρομερά τοπία και ιεραποστολές χαμένες στο χρόνο, μεταξύ άλλων. Αλλά όλα αυτά είναι ένα άλλο, τρίτο κεφάλαιο, στο οποίο θα εισέλθω μετά από μια αποτίμηση του δευτέρου κεφαλαίου περί «Κούσκο και περιχώρων».