Yorgos
Member
- Μηνύματα
- 10.218
- Likes
- 55.379
- Επόμενο Ταξίδι
- Nipon-Αλάσκα-Yellowstone
- Ταξίδι-Όνειρο
- Περού τότε, τώρα, πάντα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Σχεδιασμός
- Προσδοκίες
- Βόρειο Περού
- Photos Βόρειο Περού
- Βόρειο Περού II
- Photos Βόρειο Περού II
- Βόρειο Περού III
- Photos Βόρειο Περού III
- Βόρειο Περού IV
- Photos Βόρειο Περού IV
- Cuelap
- Photos Cuelap
- Βόρειο Περού V
- Photos Βόρειο Περού V
- Βόρειο Περού VI
- Photos Β.Περου by Krekouzas
- Αξιολόγηση 1ου μέρους – Βόρειο Περού
- Τreks σε χαμένες πόλεις, Κούσκο κ περίχωρα
- Photos Cuzco
- Trek Περού
- Photos Trek Περού
- Trek Περού II
- Photos Trek Περού II
- Τρέκ Περού ΙΙΙ
- Photos Τρέκ Περού ΙΙΙ
- Τρέκ Περού ΙV
- Photos Τρέκ Περού ΙV
- Τρέκ Περού V
- Photos Τρέκ Περού V
- Μάτσου Πίτσου
- Photos Μάτσου Πίτσου
- Cuzco II
- Photos Cuzco II
- Choquequirao Τρεκ
- Choquequirao Τρεκ ΙΙ
- Photos Choquequirao Τρεκ ΙΙ
- Choquequirao Τρεκ ΙIΙ
- Photos Choquequirao Τρεκ ΙIΙ
- Rainbow Mountain
- Photos Rainbow Mountain
- Αξιολόγηση 2ου μέρους
- Top 5 by krekouzas
- The White Rock
- Βολιβία - Λίμνη Τιτικάκα
- Photos Βολιβία - Λίμνη Τιτικάκα
- Διαδρομή προς Iskanwaya
- Photos Διαδρομή προς Iskanwaya
- Iskanwaya
- Photos Iskanwaya
- Salar De Uyuni
- Photos Salar De Uyuni
- Laguna Colorada
- Photos Laguna Colorada
- Εθνικό Πάρκο Avaroa
- Photos Εθνικό Πάρκο Avaroa
- Διαδρομή Προς Tupiza
- Photos Διαδρομή προς Tupiza
- Potosi-Sucre
- Photos Potosi-Sucre
- Santa Cruz
- Photos Santa Cruz
- Top 5 Bolivia by Krekouzas
- Samaipata - Vallegrande
- Photos Samaipata - Vallegrande
- Βολιβιανά ΑΤΜs
- Misiones
- Photos Misiones
- Santa Cruz la Vieja
- Photos Santa Cruz la Vieja
- Torata
- Photos Torata
- Αξιολόγηση Βολιβία
- Κεντρικές Άνδεις
- Photos Κεντρικές Άνδεις
- Kεντρικές Άνδεις ΙΙ
- Photos Kεντρικές Άνδεις ΙΙ
- Vilcashuaman
- Photos Vilcashuaman
- Quinua-Lima
- Photos Quinua-Lima
- Αξιολόγηση 4ου μέρους
- Ushuaia
- Κρουαζιέρα Ανταρκτική
- Κρουαζιέρα Ανταρκτική ΙΙ
- Ανταρκτική
- Photos Ανταρκτική
- Ανταρκτική ΙΙ
- Photos Ανταρκτική ΙΙ
- Ανταρκτική ΙIΙ
- Photos Ανταρκτική ΙIΙ
- Ανταρκτική ΙV
- Photos Ανταρκτική ΙV
- Ανταρκτική V
- Photos Ανταρκτική V
- Ανταρκτική VI
- Photos Ανταρκτική VI
- Back to Ushuaia
- Last Day Ushuaia
- Αξιολόγηση Ανταρκτική
- Σαντιάγκο
- Σαν Πεδρο Ατακάμα
- Photos Σαν Πεδρο Ατακάμα
- Σαν Πεδρο Ατακάμα II
- Σαν Πεδρο Ατακάμα III
- Σαν Πεδρο Ατακάμα IV
- Επιστροφή στο Σαντιάγκο
- Perito Moreno
- Photos Perito Moreno
- Torres del Paine
- Photos Torres del Paine
- Latam
- Παταγονία
- Photos Παταγονία
- Παταγονία ΙΙ
- Παταγονία ΙΙI
- Παταγονία ΙV
- Photos Παταγονία ΙV
- Οινογνωσία
- Βίνια Ντελ Μαρ - Βαλπαραϊσο
- Αξιολόγηση Χιλής
- Βαθμολογία - Αποτίμηση
- Τοπ 15 Εικόνων
To πρωινό μου ήταν μετριότατο, αλλά είχα κοιμηθεί πολύ καλά κι επιτέλους ξεκουράστηκα. Γενικά, με τις περισσότερες μέρες να μην κοιμάμαι πάνω από 4-5 ώρες, τεράστιοι μαύροι κύκλοι είχαν σχηματιστεί κάτω από τα μάτια μου, όχι μόνο από τα ταξιδιωτικά ξενύχτια αλλά κι επειδή, στερημένος τις χαρές του ίντερνετ στην Κούβα, αντί να πέφτω για ύπνο σερφάριζα για 2-3 ώρες πριν κοιμηθώ.
Η πρώτη μου δουλειά ήταν να βρω με ποιο τρόπο φτάνει κανείς στη Vallegrande, σημείο ταφής του Τσε. Γνώριζα ότι η πρόσβαση είναι δύσκολη, αλλά οι τιμές που είδα ήταν εξωφρενικές: ανάλογα με τον αριθμό των συμμετεχόντων κυμαίνονταν ανάμεσα στα 350 και τα 556 δολάρια... κατ’ άτομο και στα τρία πρακτορεία που τσέκαρα. Επόμενο ήταν να απορριφθεί η λύση του πρακτορείου, αλλά ακόμη δεν ήταν ξεκάθαρο με ποιο τρόπο και σε πόσες μέρες έφτανε κανείς στη Vallegrande από τη Santa Cruz και πώς από εκεί θα μετέβαινα στο χωριό όπου εκτελέστηκε ο Τσε. Απίστευτο κι όμως αληθινό, κάτι το οποίο θα μπορούσε και θα έπρεπε να αποτελεί πόλο έλξης για τουρίστες να είναι τόσο δύσκολα προσβάσιμο και ουσιαστικά χωρίς πληροφορίες για το πώς φτάνει κανείς εκεί. Ετός κι αν πληρώσει... 556$.
Τέλος πάντων, αποφασίσαμε να αφιερώσουμε τη μέρα στη Santa Cruz, η οποία μπορεί να είναι η πλουσιότερη πόλη της χώρας, αλλά δε βρύθει και αξιοθεάτων. Το πρόχειρο σχέδιό μας έλεγε να πάμε στο ζωολογικό κήπο, αργότερα σε κάποιο καλό ινδικό εστιατόριο (ο Κρεκούζας δεν είχε δοκιμάσει ποτέ του ινδικό και παρότι δεν ενθουσιάστηκε με την ιδέα, σεβάστηκε την επιθυμία της Άνγιας και τη δική μου να αγγίξουμε ασιατική κουζίνα επιτέλους) και στο τέλος κινηματογράφο, για να πάρουμε και μια ιδέα της καθημερινότητας σε αυτή την όχι τυπική βολιβιάνικη πόλη.
Πήραμε λοιπόν ταξάκι και κατευθυνθήκαμε στο ζωολογικό κήπο, που αποδείχθηκε μεγάλος, άνετος με μάλλον ευρύχωρους χώρους, όσο μπορεί να ειπωθεί αυτό για ένα ζωολογικό κήπο τέλος πάντων. Στα αρνητικά ότι δεν είδα τις αρκούδες των Άνδεων που έλπιζα, αλλά ενθουσιάστηκα με τους ελεύθερους βραδύποδες με τους οποίους μπορούσαμε να παίξουμε (κάποτε μάλιστα έκοβαν βόλτες στην κεντρική πλατεία της πόλης αλλά πάθαιναν ηλεκτροπληξίες από τα καλώδια και αποσύρθηκαν), μου άρεσαν οι κόνδορες, ήταν μεγάλη η ποικιλία αιλουροειδών, ενώ υπήρχε κι ένας τρομερός χώρος με πουλιά όλων των ειδών, όπου τεράστια guacamayos, μακάο και τουκάνοι προσγειώνονταν στο χέρι σου και καμάρωναν περήφανα, αν κι ένα guacamayo φάνηκε να θέλει να μου αφαιρέσει το ρολόι με ιδιαίτερο ζήλο. Προσθέστε σε αυτά ταπίρους, αρμαδίλους, ερπετά όλων των ειδών και μεγεθών κι έχετε μια εικόνα αυτού που επισκεφθήκαμε: έναν αξιοπρεπέστατο και αρκετά ενδιαφέροντα ζωολογικό κήπο.
Σειρά είχε το Cinecenter όπου αφού τσάκισα μερικά cinnabon (η διαίτά μου συνεχίζεται...), αποφασίσαμε να δούμε μια ρώσικη ταινία ονόματι Transilvania, η σύνοψη τη οποίας μου έδωσε την εντύπωση πως επρόκειτο για τη βιογραφία του Nikolai Gogol, αλλά τελικώς υποστήκαμε το παραμύθι της Panocha, με τέρατα, μάγισσες και άλλα εμπριμέ αν και ο σκηνοθέτης και κυρίως τα εφέ ήταν πρώτης γραμμής. Τα θετικά ήταν πως α) η ταινία τελείωσε κάποτε και β) το κινητό του Κρεκούζα είχε κάλυψη και σερφάρισα βλέποντας την εξέλιξη των ματς της Ευρωλίγκας.
Το ινδικό εστιατόριο ήταν κλειστό αφού κάποιος (γκουχ γκουχ) δεν είχε τσεκάρει ότι τις Πέμπτες κλείνει, οπότε κατευθυνθήκαμε στο εμπορικό κέντρο Ventura, ένα γιγάντιο ναό του καπιταλισμού που ερχόταν να επιβεβαιώσει (μαζί με την παντελή έλλειψη cholitas στους δρόμους) ότι ήμασταν στην «άλλη» Βολιβία. Ο Κρεκούζας ψώνισε στο Hard Rock Cafe, είδαμε περισσότερα ΑΤΜ απ’ όσα είχα δει σε όλη τη Βολιβία μαζεμένα και δειπνήσαμε στο Republica, ένα εστιατόριο παλιάς κοπής αλλά καλής κουζίνας, δίπλα σε κάτι γιαγιάδες της υψηλής κοινωνίας, φανταστείτε τις Γιάννες Αγγελοπούλες της Βολιβίας.
Το ταξί για το κέντρο μας πέρασε από πολλές πλούσιες γειτονιές, ουδεμία σχέση η πόλη με την (πραγματική) πρωτεύουσα Λα Πας που είχε πολύ περισσότερο χρώμα κι ενδιαφέρον, αλλά χάρηκα που επισκεφθήκαμε και τη Σάντα Κρους.
Η επόμενη θα ήταν η τελευταία μέρα του ταξιδιού με τον Κώστα και την Άνγια και θα την αφιερώναμε στον αρχαιολογικό χώρο El Fuerte, έναν απο τους πιο μυστηριώδεις της χώρας. Με δεδομένο πως οι οργανωμένες εκδρομές είχαν σουρεαλιστικές τιμές (366$/άτομο... θα τρελαθούμε), θα πηγαίναμε μόνοι μας. Αποκλείεται να μη βρούμε δημόσια συγκοινωνία, τι διάολο; Σε αντίθεση με τη Vallegrande είναι λίγες ώρες από τη Santa Cruz.
Το πρωινό στο Senses που έμειναν τα παιδιά ήταν καλύτερο απ’ ό,τι φαινόταν, όπως ευκολότερο του αναμενόμενου ήταν να βρούμε και πώς πηγαίνει κανείς στη Samaipata: υπάρχει ένα γραφειάκι του συνεταιρισμού αυτοκινητιστών απ’ όπου φεύγουν shared taxis μόλις συμπληρώσουν επτά επιβάτες για 4€/άτομο. Με την πάρτη μας να είμαστε ήδη τρεις, δε χρειάστηκε να περιμένουμε περισσότερα από δέκα λεπτά.
Είχα τη φαεινή ιδέα να παρακολουθήσω 4 επεισόδια της σειράς Hung στην τρίωρη διαδρομή που είχε περισσότερες στροφές απ’ όσες θέλω να θυμάμαι οπότε ψιλοανακτεύτηκα, αλλά αυτό ξεχάστηκε αμέσως μόλις αντικρύσαμε τη Samaipata. Τι όμορφο χωριό! Πέτρινα σπιτάκια, λιθόστρωτο, παραδοσιακές κατασκευές και μια μικρή αλλά πανέμορφη πλατεία στην οποία κάτσαμε σε ένα εναλλακτικό καφέ μέχρι να βρω εγώ πού θα κοιμηθώ (αφού θα έμενα το βράδυ) και πώς θα φτάναμε στο El Fuerte και να πιουν τον καφέ τους τα παιδιά. Γρήγορα βρήκα ένα καταπληκτικό ξύλινο πανδοχείο όπου μια αξιαγάπητη κυριούλα που μετακόμισε από τη Λα Πας πριν από τριάντα χρόνια μου παραχώρησε τη σοφίτα της για 8 ευρώ και μου υπέδειξε πού θα έβρισκα ταξί για να μας παέι στο El Fuerte. Το κόστος για το ταξί θα ήταν 15 ευρώ συνολικά, συπεριλαμβάνοντας δυο ώρες αναμονή ώστε να επισκεφθούμε τον αρχαιολογικό χώρο με την ησυχία μας. Εξακολουθούσα να απορώ γιατί τα πρακτορεία της Σάντα Κρους απαιτούσαν 366$ κατ΄ άτομο για μια εκδρομή που μόνοι μας κανονίσαμε χωρίς προετοιμασία για 9€. Είναι προφανές ότι η Σάντα Κρους δε φιλοξενεί τουρίστες κι ότι το χρήμα περισσεύει στη χώρα, αλλά οι τιμές τους εξακολουθούν να είναι πέραν κάθε λογικής.
Τέλος πάντων, βρήκαμε έναν καλό ταξιτζή και στα μόλις είκοσι λεπτά που διήρκησε η διαδρομή για το El Fuerte μέσω του πρόσφατα επισκευασμένου από την κυβέρνηση δρόμο, μιλήσαμε για πολιτική: «Ο Evo; Πολύ καλός είναι! Γίνονται συνέχεια έργα, η οικονομία πάλι καλά, τι με νοιάζει εμένα αν έχει ξώγαμο ή γκόμενες; Εγώ πια βγάζω αρκετά για να ταϊσω την οικογένειά μου και πριν από τον Evo τη βγάζαμε δύσκολα. Ακόμη και στη Σάντα Κρους πια έχει ηρεμήσει η αντιπολίτευση, όταν ο κόσμος βλέπει έργα κι έχει λεφτά δε διαμαρτύρεται, κοιτάει να περάσει καλά. Να σου πω και κάτι; Μπράβο του που έχει και ξώγαμο, ανύπαντρος είναι ό,τι θέλει να κάνει, μακάρι να κυβερνήσει και άλλα δέκα χρόνια, νέος άνθρωπος είναι».
Αφήσαμε τον συμπαθή ταρίφα και το εξώγαμο το Έβο (που αποδείχθηκε ότι δεν είναι δικό του, παρά τον όλο χαμό που ακολούθησε λόγω της φοβερής ερωμένης του) πίσω μας και μπήκαμε στον αρχαιολογικό χώρο. Ανυπομονούσα να δω τα αρχαία, αν και είχα διαβάσει πως το όλο πάρκο γύρω του ήταν εξίσου εντυπωσιακό. Το όλο μέρος καλύπτεται από ένα πέπλο μυστηρίου, αυτό που γνωρίζουμε είναι πως ο λόφος πρωτοκατοικήθηκε τουλάχιστον το 2.000 π.Χ. , πως οι Ίνκας έφτασαν γύρω στο 1470 μ.Χ. και πως όταν έφτασαν οι Ισπανοί το 1600 είχε ήδη εγκαταλειφθεί. Οι Ισπανοί, με τη στρατιωτική λογική τους υπέθεσαν πως αποτελούσε φρούριο, εξ’ ου και η ονομασία El Fuerte (οχυρό) που του απέδωσαν, ένας Γάλλος ερασιτέχνης αρχαιολόγος επέμενε το 19ο αιώνα πως οι δεξαμενές χρησιμοποιούνταν για το καθάρισμα χρυσού και άλλων μετάλλων, αλλά η επικρατούσα θεωρία είναι πως πρόκειται για χώρο λατρείας του ιαγουάρου και του φιδιού. Φυσικά, με τοποθεσία απόμακρη, παρελθόν μυστηριώδες κι ενασχόληση του Φον Ντένικεν (και του Χαρδαβέλλα...), δε λείπουν και οι γνωστοί μυστικιστές, οπαδοί θεωριών εξωγήινων πολιτισμών και απανταχού παρατηρητές UFO, για τους οποίους ο χώρος έχει ξεχωριστή σημασία. Εμείς πάντως δεν είδαμε UFO ούτε ιπτάμενα, ούτε δίποδα.
Ο αρχαιολογικός χώρος αποτελεί κομμάτι ενός τεράστιου πάρκου με ελάχιστους επισκέπτες (σχεδόν μόνοι μας ήμασταν) όπου έχει σχεδιαστεί ένα μονοπάτι που οδηγεί τους επισκέπτες για μιάμιση ώρα μέσα στη φύση, κάτω από δέντρα και με θέες πάνω από τα γύρω βουνά. Με τον καιρό άψογο και τον αέρα φρέσκο λόγω υψομέτρου, η βόλτα ήταν εξαιρετικά ευχάριστη. Ωστόσο, κτίρια δεν απομένουν, ο βασικός χώρος είναι μια φυσική πέτρινη πλάκα μήκους μερίπου 100 μέτρων με ανάγλυφους θρόνους (για ιερείς; ευγενείς; ), τραπέζια, δεξαμενές, θήκες που υποθέτουμε πως περιείχαν προσφορές, είδωλα ή μούμιες, και ζωομορφικούς σχηματισμούς που παραπέμπουν ξεκάθαρα σε φίδια και τζάγκουαρ με τα κλασικά ζιγκ ζαγκ που βλέπει κανείς και στην κοιλάδα του Κούσκο και μάλλον χρησιμοποιούνταν για να κυλάει το αίμα των θυσιών στις διάφορες ιεροτελεστίες. Το όλο τοπίο είναι πολύ όμορφο, αλλά ο αρχαιολογικός χώρος δεν με εντυπωσίασε, ίσως να είχα και πολλές προσδοκίες. Οι ενημερωτικές πινακίδες ήταν πάντως αρκετά διαφωτιστικές, ενώ περίεργη μου φάνηκε και η –κατά πάσα πιθανότητα αποθηκευτική- κατασκευή από τους Ίνκας με τις τεράστιες κολώνες, πράγμα εξαιρετικά ασυνήθιστο, καθώς και το ότι υπάρχουν αποδείξεις πως εν τέλει το όλο μέρος κάηκε.
Περπατήσαμε με την ησυχία μας ολομόναχοι, απολαμβάνοντας τη θέα, τον ίσκιο κάτω από τα δέντρα με τους μοναχικούς πάγκους και την αίσθηση πως πατούσαμε χώματα αρχαία κι αποχαιρετίσαμε το σκαλισμένο βουνό μετά από μιάμιση ώρα, επιστρέφοντας για ένα αποχαιρετιστήριο γεύμα στη Samaipata, όπου προς έκπληξή μας βρήκαμε ένα new age cafe με μερικά πιάτα από ασιατική κουζίνα, πάμφθηνα κι εξαιρετικά (tikka masala, επιτέλους!) κι ένα γλυκό σκέτη αμαρτία. Είχε έρθει η χώρα πια να αποχαιρετιστούμε με τα παιδιά, αφού κι οι δυο τους έπρεπε να επιστρέψουν στη Σάντα Κρους για τις πτήσεις τους. Την Άνγια θα την ξαναέβλεπα σε λίγες ημέρες στο Περού, αλλά τον Κώστα δε θα τον ξανέβλεπα μέχρι... ένας Θεός ξέρει πότε, μίνιμουμ ένα χρόνο, ίσως περισσότερα χρόνια. Αποχαιρετιστήκαμε και χωρίσαμε. Από δω και πέρα θα ταξίδευα μόνος μου, τουλάχιστον για πέντε εβδομάδες, στη Βολιβία, την Αργεντινή, το Περού και την Ανταρκτική, μέχρι να έρθουν στη Χιλή οι Α και Χ.
Προς το παρόν βιάστηκα να προλάβω το τοπικό μουσείο, που συμπεριλαμβανόταν στην είσοδο του El Fuerte. Το εισιτήριο το είχα χάσει βέβαια, αλλά η καλή κοπελίτσα στο ταμείο με άφησε να μπω χωρίς να ξαναπληρώσω. Το μουσείο της Samaipata είναι μικροσκοπικό με μόλις δυο αίθουσες, αλλά μου άρεσε και ο χάρτης με όλα τα αρχαιολογικά μνημεία της χώρας (άπειρα στη Βολιβία), οι αναπαραστάσεις των πετρογλυφικών στα σπήλαια, τα αγγεία κι ένα εξαιρετικό βίντεο που επεξηγεί τη μοναδικότητα του El Fuerte, με καταπληκτικές εναέριες λήψεις.
Περιπλανήθηκα λίγο στο χωριό, που είναι όσο παραδοσιακό όσο πάει, και πλην δυο τοπικών γραφείων που διοργανώνουν τρεκ, η καθημερινότητα φαίνεται να κυλάει σα να μην υπάρχουν επισκέπτες (που είναι λίγοι). Μια γαλανομάτα μανούλα με το παιδάκι της στην πλάτη με πλησίασε ευγενέστατα και με ρώτησε αν θα με ενδιέφερε να αγοράσω κάποιο από τα σπιτικά της γλυκά από σοκολάτα και μπανάνα. Ήταν τόσο αξιοπρεπής και είχα φάει τόσο έτσι κι αλλιώς που αποφάσισα ότι η δίαιτά μου θα ξεκινούσε την επομένη. Κρίμα να μη δοκιμάσω το γλυκάκι της κυρίας. Ή το δεύτερο γλυκάκι. Ή το τέταρτο, για το οποίο την κυνήγησα πριν χαθεί στο σκοτάδι...
Επέστρεψα στο πανδοχείο μου που αποδείχθηκε καταπληκτικό, με έπιπλα αντίκες, ένα αρχαίο τηλέφωνο, ασθενές αλλά υπαρκτό ίντερνετ και μερικές καλές οδηγίες για το πώς θα έφτανα στη Mairana με ωτοστόπ, απ’ όπου με λίγη τύχη θα έφτανα στη Vallegrande για να δω το σημείο ταφής του Τσε και ίσως κατάφερνα την επόμενη να φτάσω και στην Higuera, το χωριό στο οποίο εκτελέστηκε και όπου είχα διαβάσει πως η κυβέρνηση Μοράλες είχε φτιάξει ένα μικρό μουσείο. Τελικά θα κατάφερνα πολύ περισσότερα, σε μια μέρα που θα ήταν από τις δυνατότερες στο ταξίδι...
Η πρώτη μου δουλειά ήταν να βρω με ποιο τρόπο φτάνει κανείς στη Vallegrande, σημείο ταφής του Τσε. Γνώριζα ότι η πρόσβαση είναι δύσκολη, αλλά οι τιμές που είδα ήταν εξωφρενικές: ανάλογα με τον αριθμό των συμμετεχόντων κυμαίνονταν ανάμεσα στα 350 και τα 556 δολάρια... κατ’ άτομο και στα τρία πρακτορεία που τσέκαρα. Επόμενο ήταν να απορριφθεί η λύση του πρακτορείου, αλλά ακόμη δεν ήταν ξεκάθαρο με ποιο τρόπο και σε πόσες μέρες έφτανε κανείς στη Vallegrande από τη Santa Cruz και πώς από εκεί θα μετέβαινα στο χωριό όπου εκτελέστηκε ο Τσε. Απίστευτο κι όμως αληθινό, κάτι το οποίο θα μπορούσε και θα έπρεπε να αποτελεί πόλο έλξης για τουρίστες να είναι τόσο δύσκολα προσβάσιμο και ουσιαστικά χωρίς πληροφορίες για το πώς φτάνει κανείς εκεί. Ετός κι αν πληρώσει... 556$.
Τέλος πάντων, αποφασίσαμε να αφιερώσουμε τη μέρα στη Santa Cruz, η οποία μπορεί να είναι η πλουσιότερη πόλη της χώρας, αλλά δε βρύθει και αξιοθεάτων. Το πρόχειρο σχέδιό μας έλεγε να πάμε στο ζωολογικό κήπο, αργότερα σε κάποιο καλό ινδικό εστιατόριο (ο Κρεκούζας δεν είχε δοκιμάσει ποτέ του ινδικό και παρότι δεν ενθουσιάστηκε με την ιδέα, σεβάστηκε την επιθυμία της Άνγιας και τη δική μου να αγγίξουμε ασιατική κουζίνα επιτέλους) και στο τέλος κινηματογράφο, για να πάρουμε και μια ιδέα της καθημερινότητας σε αυτή την όχι τυπική βολιβιάνικη πόλη.
Πήραμε λοιπόν ταξάκι και κατευθυνθήκαμε στο ζωολογικό κήπο, που αποδείχθηκε μεγάλος, άνετος με μάλλον ευρύχωρους χώρους, όσο μπορεί να ειπωθεί αυτό για ένα ζωολογικό κήπο τέλος πάντων. Στα αρνητικά ότι δεν είδα τις αρκούδες των Άνδεων που έλπιζα, αλλά ενθουσιάστηκα με τους ελεύθερους βραδύποδες με τους οποίους μπορούσαμε να παίξουμε (κάποτε μάλιστα έκοβαν βόλτες στην κεντρική πλατεία της πόλης αλλά πάθαιναν ηλεκτροπληξίες από τα καλώδια και αποσύρθηκαν), μου άρεσαν οι κόνδορες, ήταν μεγάλη η ποικιλία αιλουροειδών, ενώ υπήρχε κι ένας τρομερός χώρος με πουλιά όλων των ειδών, όπου τεράστια guacamayos, μακάο και τουκάνοι προσγειώνονταν στο χέρι σου και καμάρωναν περήφανα, αν κι ένα guacamayo φάνηκε να θέλει να μου αφαιρέσει το ρολόι με ιδιαίτερο ζήλο. Προσθέστε σε αυτά ταπίρους, αρμαδίλους, ερπετά όλων των ειδών και μεγεθών κι έχετε μια εικόνα αυτού που επισκεφθήκαμε: έναν αξιοπρεπέστατο και αρκετά ενδιαφέροντα ζωολογικό κήπο.
Σειρά είχε το Cinecenter όπου αφού τσάκισα μερικά cinnabon (η διαίτά μου συνεχίζεται...), αποφασίσαμε να δούμε μια ρώσικη ταινία ονόματι Transilvania, η σύνοψη τη οποίας μου έδωσε την εντύπωση πως επρόκειτο για τη βιογραφία του Nikolai Gogol, αλλά τελικώς υποστήκαμε το παραμύθι της Panocha, με τέρατα, μάγισσες και άλλα εμπριμέ αν και ο σκηνοθέτης και κυρίως τα εφέ ήταν πρώτης γραμμής. Τα θετικά ήταν πως α) η ταινία τελείωσε κάποτε και β) το κινητό του Κρεκούζα είχε κάλυψη και σερφάρισα βλέποντας την εξέλιξη των ματς της Ευρωλίγκας.
Το ινδικό εστιατόριο ήταν κλειστό αφού κάποιος (γκουχ γκουχ) δεν είχε τσεκάρει ότι τις Πέμπτες κλείνει, οπότε κατευθυνθήκαμε στο εμπορικό κέντρο Ventura, ένα γιγάντιο ναό του καπιταλισμού που ερχόταν να επιβεβαιώσει (μαζί με την παντελή έλλειψη cholitas στους δρόμους) ότι ήμασταν στην «άλλη» Βολιβία. Ο Κρεκούζας ψώνισε στο Hard Rock Cafe, είδαμε περισσότερα ΑΤΜ απ’ όσα είχα δει σε όλη τη Βολιβία μαζεμένα και δειπνήσαμε στο Republica, ένα εστιατόριο παλιάς κοπής αλλά καλής κουζίνας, δίπλα σε κάτι γιαγιάδες της υψηλής κοινωνίας, φανταστείτε τις Γιάννες Αγγελοπούλες της Βολιβίας.
Το ταξί για το κέντρο μας πέρασε από πολλές πλούσιες γειτονιές, ουδεμία σχέση η πόλη με την (πραγματική) πρωτεύουσα Λα Πας που είχε πολύ περισσότερο χρώμα κι ενδιαφέρον, αλλά χάρηκα που επισκεφθήκαμε και τη Σάντα Κρους.
Η επόμενη θα ήταν η τελευταία μέρα του ταξιδιού με τον Κώστα και την Άνγια και θα την αφιερώναμε στον αρχαιολογικό χώρο El Fuerte, έναν απο τους πιο μυστηριώδεις της χώρας. Με δεδομένο πως οι οργανωμένες εκδρομές είχαν σουρεαλιστικές τιμές (366$/άτομο... θα τρελαθούμε), θα πηγαίναμε μόνοι μας. Αποκλείεται να μη βρούμε δημόσια συγκοινωνία, τι διάολο; Σε αντίθεση με τη Vallegrande είναι λίγες ώρες από τη Santa Cruz.
Το πρωινό στο Senses που έμειναν τα παιδιά ήταν καλύτερο απ’ ό,τι φαινόταν, όπως ευκολότερο του αναμενόμενου ήταν να βρούμε και πώς πηγαίνει κανείς στη Samaipata: υπάρχει ένα γραφειάκι του συνεταιρισμού αυτοκινητιστών απ’ όπου φεύγουν shared taxis μόλις συμπληρώσουν επτά επιβάτες για 4€/άτομο. Με την πάρτη μας να είμαστε ήδη τρεις, δε χρειάστηκε να περιμένουμε περισσότερα από δέκα λεπτά.
Είχα τη φαεινή ιδέα να παρακολουθήσω 4 επεισόδια της σειράς Hung στην τρίωρη διαδρομή που είχε περισσότερες στροφές απ’ όσες θέλω να θυμάμαι οπότε ψιλοανακτεύτηκα, αλλά αυτό ξεχάστηκε αμέσως μόλις αντικρύσαμε τη Samaipata. Τι όμορφο χωριό! Πέτρινα σπιτάκια, λιθόστρωτο, παραδοσιακές κατασκευές και μια μικρή αλλά πανέμορφη πλατεία στην οποία κάτσαμε σε ένα εναλλακτικό καφέ μέχρι να βρω εγώ πού θα κοιμηθώ (αφού θα έμενα το βράδυ) και πώς θα φτάναμε στο El Fuerte και να πιουν τον καφέ τους τα παιδιά. Γρήγορα βρήκα ένα καταπληκτικό ξύλινο πανδοχείο όπου μια αξιαγάπητη κυριούλα που μετακόμισε από τη Λα Πας πριν από τριάντα χρόνια μου παραχώρησε τη σοφίτα της για 8 ευρώ και μου υπέδειξε πού θα έβρισκα ταξί για να μας παέι στο El Fuerte. Το κόστος για το ταξί θα ήταν 15 ευρώ συνολικά, συπεριλαμβάνοντας δυο ώρες αναμονή ώστε να επισκεφθούμε τον αρχαιολογικό χώρο με την ησυχία μας. Εξακολουθούσα να απορώ γιατί τα πρακτορεία της Σάντα Κρους απαιτούσαν 366$ κατ΄ άτομο για μια εκδρομή που μόνοι μας κανονίσαμε χωρίς προετοιμασία για 9€. Είναι προφανές ότι η Σάντα Κρους δε φιλοξενεί τουρίστες κι ότι το χρήμα περισσεύει στη χώρα, αλλά οι τιμές τους εξακολουθούν να είναι πέραν κάθε λογικής.
Τέλος πάντων, βρήκαμε έναν καλό ταξιτζή και στα μόλις είκοσι λεπτά που διήρκησε η διαδρομή για το El Fuerte μέσω του πρόσφατα επισκευασμένου από την κυβέρνηση δρόμο, μιλήσαμε για πολιτική: «Ο Evo; Πολύ καλός είναι! Γίνονται συνέχεια έργα, η οικονομία πάλι καλά, τι με νοιάζει εμένα αν έχει ξώγαμο ή γκόμενες; Εγώ πια βγάζω αρκετά για να ταϊσω την οικογένειά μου και πριν από τον Evo τη βγάζαμε δύσκολα. Ακόμη και στη Σάντα Κρους πια έχει ηρεμήσει η αντιπολίτευση, όταν ο κόσμος βλέπει έργα κι έχει λεφτά δε διαμαρτύρεται, κοιτάει να περάσει καλά. Να σου πω και κάτι; Μπράβο του που έχει και ξώγαμο, ανύπαντρος είναι ό,τι θέλει να κάνει, μακάρι να κυβερνήσει και άλλα δέκα χρόνια, νέος άνθρωπος είναι».
Αφήσαμε τον συμπαθή ταρίφα και το εξώγαμο το Έβο (που αποδείχθηκε ότι δεν είναι δικό του, παρά τον όλο χαμό που ακολούθησε λόγω της φοβερής ερωμένης του) πίσω μας και μπήκαμε στον αρχαιολογικό χώρο. Ανυπομονούσα να δω τα αρχαία, αν και είχα διαβάσει πως το όλο πάρκο γύρω του ήταν εξίσου εντυπωσιακό. Το όλο μέρος καλύπτεται από ένα πέπλο μυστηρίου, αυτό που γνωρίζουμε είναι πως ο λόφος πρωτοκατοικήθηκε τουλάχιστον το 2.000 π.Χ. , πως οι Ίνκας έφτασαν γύρω στο 1470 μ.Χ. και πως όταν έφτασαν οι Ισπανοί το 1600 είχε ήδη εγκαταλειφθεί. Οι Ισπανοί, με τη στρατιωτική λογική τους υπέθεσαν πως αποτελούσε φρούριο, εξ’ ου και η ονομασία El Fuerte (οχυρό) που του απέδωσαν, ένας Γάλλος ερασιτέχνης αρχαιολόγος επέμενε το 19ο αιώνα πως οι δεξαμενές χρησιμοποιούνταν για το καθάρισμα χρυσού και άλλων μετάλλων, αλλά η επικρατούσα θεωρία είναι πως πρόκειται για χώρο λατρείας του ιαγουάρου και του φιδιού. Φυσικά, με τοποθεσία απόμακρη, παρελθόν μυστηριώδες κι ενασχόληση του Φον Ντένικεν (και του Χαρδαβέλλα...), δε λείπουν και οι γνωστοί μυστικιστές, οπαδοί θεωριών εξωγήινων πολιτισμών και απανταχού παρατηρητές UFO, για τους οποίους ο χώρος έχει ξεχωριστή σημασία. Εμείς πάντως δεν είδαμε UFO ούτε ιπτάμενα, ούτε δίποδα.
Ο αρχαιολογικός χώρος αποτελεί κομμάτι ενός τεράστιου πάρκου με ελάχιστους επισκέπτες (σχεδόν μόνοι μας ήμασταν) όπου έχει σχεδιαστεί ένα μονοπάτι που οδηγεί τους επισκέπτες για μιάμιση ώρα μέσα στη φύση, κάτω από δέντρα και με θέες πάνω από τα γύρω βουνά. Με τον καιρό άψογο και τον αέρα φρέσκο λόγω υψομέτρου, η βόλτα ήταν εξαιρετικά ευχάριστη. Ωστόσο, κτίρια δεν απομένουν, ο βασικός χώρος είναι μια φυσική πέτρινη πλάκα μήκους μερίπου 100 μέτρων με ανάγλυφους θρόνους (για ιερείς; ευγενείς; ), τραπέζια, δεξαμενές, θήκες που υποθέτουμε πως περιείχαν προσφορές, είδωλα ή μούμιες, και ζωομορφικούς σχηματισμούς που παραπέμπουν ξεκάθαρα σε φίδια και τζάγκουαρ με τα κλασικά ζιγκ ζαγκ που βλέπει κανείς και στην κοιλάδα του Κούσκο και μάλλον χρησιμοποιούνταν για να κυλάει το αίμα των θυσιών στις διάφορες ιεροτελεστίες. Το όλο τοπίο είναι πολύ όμορφο, αλλά ο αρχαιολογικός χώρος δεν με εντυπωσίασε, ίσως να είχα και πολλές προσδοκίες. Οι ενημερωτικές πινακίδες ήταν πάντως αρκετά διαφωτιστικές, ενώ περίεργη μου φάνηκε και η –κατά πάσα πιθανότητα αποθηκευτική- κατασκευή από τους Ίνκας με τις τεράστιες κολώνες, πράγμα εξαιρετικά ασυνήθιστο, καθώς και το ότι υπάρχουν αποδείξεις πως εν τέλει το όλο μέρος κάηκε.
Περπατήσαμε με την ησυχία μας ολομόναχοι, απολαμβάνοντας τη θέα, τον ίσκιο κάτω από τα δέντρα με τους μοναχικούς πάγκους και την αίσθηση πως πατούσαμε χώματα αρχαία κι αποχαιρετίσαμε το σκαλισμένο βουνό μετά από μιάμιση ώρα, επιστρέφοντας για ένα αποχαιρετιστήριο γεύμα στη Samaipata, όπου προς έκπληξή μας βρήκαμε ένα new age cafe με μερικά πιάτα από ασιατική κουζίνα, πάμφθηνα κι εξαιρετικά (tikka masala, επιτέλους!) κι ένα γλυκό σκέτη αμαρτία. Είχε έρθει η χώρα πια να αποχαιρετιστούμε με τα παιδιά, αφού κι οι δυο τους έπρεπε να επιστρέψουν στη Σάντα Κρους για τις πτήσεις τους. Την Άνγια θα την ξαναέβλεπα σε λίγες ημέρες στο Περού, αλλά τον Κώστα δε θα τον ξανέβλεπα μέχρι... ένας Θεός ξέρει πότε, μίνιμουμ ένα χρόνο, ίσως περισσότερα χρόνια. Αποχαιρετιστήκαμε και χωρίσαμε. Από δω και πέρα θα ταξίδευα μόνος μου, τουλάχιστον για πέντε εβδομάδες, στη Βολιβία, την Αργεντινή, το Περού και την Ανταρκτική, μέχρι να έρθουν στη Χιλή οι Α και Χ.
Προς το παρόν βιάστηκα να προλάβω το τοπικό μουσείο, που συμπεριλαμβανόταν στην είσοδο του El Fuerte. Το εισιτήριο το είχα χάσει βέβαια, αλλά η καλή κοπελίτσα στο ταμείο με άφησε να μπω χωρίς να ξαναπληρώσω. Το μουσείο της Samaipata είναι μικροσκοπικό με μόλις δυο αίθουσες, αλλά μου άρεσε και ο χάρτης με όλα τα αρχαιολογικά μνημεία της χώρας (άπειρα στη Βολιβία), οι αναπαραστάσεις των πετρογλυφικών στα σπήλαια, τα αγγεία κι ένα εξαιρετικό βίντεο που επεξηγεί τη μοναδικότητα του El Fuerte, με καταπληκτικές εναέριες λήψεις.
Περιπλανήθηκα λίγο στο χωριό, που είναι όσο παραδοσιακό όσο πάει, και πλην δυο τοπικών γραφείων που διοργανώνουν τρεκ, η καθημερινότητα φαίνεται να κυλάει σα να μην υπάρχουν επισκέπτες (που είναι λίγοι). Μια γαλανομάτα μανούλα με το παιδάκι της στην πλάτη με πλησίασε ευγενέστατα και με ρώτησε αν θα με ενδιέφερε να αγοράσω κάποιο από τα σπιτικά της γλυκά από σοκολάτα και μπανάνα. Ήταν τόσο αξιοπρεπής και είχα φάει τόσο έτσι κι αλλιώς που αποφάσισα ότι η δίαιτά μου θα ξεκινούσε την επομένη. Κρίμα να μη δοκιμάσω το γλυκάκι της κυρίας. Ή το δεύτερο γλυκάκι. Ή το τέταρτο, για το οποίο την κυνήγησα πριν χαθεί στο σκοτάδι...
Επέστρεψα στο πανδοχείο μου που αποδείχθηκε καταπληκτικό, με έπιπλα αντίκες, ένα αρχαίο τηλέφωνο, ασθενές αλλά υπαρκτό ίντερνετ και μερικές καλές οδηγίες για το πώς θα έφτανα στη Mairana με ωτοστόπ, απ’ όπου με λίγη τύχη θα έφτανα στη Vallegrande για να δω το σημείο ταφής του Τσε και ίσως κατάφερνα την επόμενη να φτάσω και στην Higuera, το χωριό στο οποίο εκτελέστηκε και όπου είχα διαβάσει πως η κυβέρνηση Μοράλες είχε φτιάξει ένα μικρό μουσείο. Τελικά θα κατάφερνα πολύ περισσότερα, σε μια μέρα που θα ήταν από τις δυνατότερες στο ταξίδι...