Yorgos
Member
- Μηνύματα
- 10.218
- Likes
- 55.379
- Επόμενο Ταξίδι
- Nipon-Αλάσκα-Yellowstone
- Ταξίδι-Όνειρο
- Περού τότε, τώρα, πάντα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Σχεδιασμός
- Προσδοκίες
- Βόρειο Περού
- Photos Βόρειο Περού
- Βόρειο Περού II
- Photos Βόρειο Περού II
- Βόρειο Περού III
- Photos Βόρειο Περού III
- Βόρειο Περού IV
- Photos Βόρειο Περού IV
- Cuelap
- Photos Cuelap
- Βόρειο Περού V
- Photos Βόρειο Περού V
- Βόρειο Περού VI
- Photos Β.Περου by Krekouzas
- Αξιολόγηση 1ου μέρους – Βόρειο Περού
- Τreks σε χαμένες πόλεις, Κούσκο κ περίχωρα
- Photos Cuzco
- Trek Περού
- Photos Trek Περού
- Trek Περού II
- Photos Trek Περού II
- Τρέκ Περού ΙΙΙ
- Photos Τρέκ Περού ΙΙΙ
- Τρέκ Περού ΙV
- Photos Τρέκ Περού ΙV
- Τρέκ Περού V
- Photos Τρέκ Περού V
- Μάτσου Πίτσου
- Photos Μάτσου Πίτσου
- Cuzco II
- Photos Cuzco II
- Choquequirao Τρεκ
- Choquequirao Τρεκ ΙΙ
- Photos Choquequirao Τρεκ ΙΙ
- Choquequirao Τρεκ ΙIΙ
- Photos Choquequirao Τρεκ ΙIΙ
- Rainbow Mountain
- Photos Rainbow Mountain
- Αξιολόγηση 2ου μέρους
- Top 5 by krekouzas
- The White Rock
- Βολιβία - Λίμνη Τιτικάκα
- Photos Βολιβία - Λίμνη Τιτικάκα
- Διαδρομή προς Iskanwaya
- Photos Διαδρομή προς Iskanwaya
- Iskanwaya
- Photos Iskanwaya
- Salar De Uyuni
- Photos Salar De Uyuni
- Laguna Colorada
- Photos Laguna Colorada
- Εθνικό Πάρκο Avaroa
- Photos Εθνικό Πάρκο Avaroa
- Διαδρομή Προς Tupiza
- Photos Διαδρομή προς Tupiza
- Potosi-Sucre
- Photos Potosi-Sucre
- Santa Cruz
- Photos Santa Cruz
- Top 5 Bolivia by Krekouzas
- Samaipata - Vallegrande
- Photos Samaipata - Vallegrande
- Βολιβιανά ΑΤΜs
- Misiones
- Photos Misiones
- Santa Cruz la Vieja
- Photos Santa Cruz la Vieja
- Torata
- Photos Torata
- Αξιολόγηση Βολιβία
- Κεντρικές Άνδεις
- Photos Κεντρικές Άνδεις
- Kεντρικές Άνδεις ΙΙ
- Photos Kεντρικές Άνδεις ΙΙ
- Vilcashuaman
- Photos Vilcashuaman
- Quinua-Lima
- Photos Quinua-Lima
- Αξιολόγηση 4ου μέρους
- Ushuaia
- Κρουαζιέρα Ανταρκτική
- Κρουαζιέρα Ανταρκτική ΙΙ
- Ανταρκτική
- Photos Ανταρκτική
- Ανταρκτική ΙΙ
- Photos Ανταρκτική ΙΙ
- Ανταρκτική ΙIΙ
- Photos Ανταρκτική ΙIΙ
- Ανταρκτική ΙV
- Photos Ανταρκτική ΙV
- Ανταρκτική V
- Photos Ανταρκτική V
- Ανταρκτική VI
- Photos Ανταρκτική VI
- Back to Ushuaia
- Last Day Ushuaia
- Αξιολόγηση Ανταρκτική
- Σαντιάγκο
- Σαν Πεδρο Ατακάμα
- Photos Σαν Πεδρο Ατακάμα
- Σαν Πεδρο Ατακάμα II
- Σαν Πεδρο Ατακάμα III
- Σαν Πεδρο Ατακάμα IV
- Επιστροφή στο Σαντιάγκο
- Perito Moreno
- Photos Perito Moreno
- Torres del Paine
- Photos Torres del Paine
- Latam
- Παταγονία
- Photos Παταγονία
- Παταγονία ΙΙ
- Παταγονία ΙΙI
- Παταγονία ΙV
- Photos Παταγονία ΙV
- Οινογνωσία
- Βίνια Ντελ Μαρ - Βαλπαραϊσο
- Αξιολόγηση Χιλής
- Βαθμολογία - Αποτίμηση
- Τοπ 15 Εικόνων
Για πρωινό είπαμε να φάμε street food και τίμησα τα αβγουλάκια (νομίζω) από ορτύκια που πουλούσε μια καλή κυριούλα, πέντε ψωμάκια που κόστισαν... 0,13€ συνολικά και μια φρεσκοστιμένη πορτοκαλάδα μιας συμπαθέστατης γιαγιάκας. Εμφανίστηκε κι ο Clemente με έναν οδηγό που θα μας πήγαινε μέχρι το σημείο αφετηρίας του τρεκ με το αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε σε μια χωμάτινη δημοσιά (χρόνια είχα να τη χρησιμοποιήσω αυτή τη λέξη!), η οποία είχε φτιαχτεί επειδή ο δήμαρχος είχε την επιχείρηση γάλακτός του εκεί άρα με δημοκρατικές διαδικασίες αποφασίστηκε πως θα έπρεπε να περνάει δρόμος από κει. Η θέα ήταν απίστευτη: καταπράσινες κοιλάδες, βοσκοτόπια, οι επικές βουνοκορφές των Άνδεων κι αναρωτήθηκα: αν είναι έτσι η πρώτη θέα, τι ακολουθεί; Το μόνο που έλειπε ήταν τα Χόμπι και η Χάιντι.
Ξεκινήσαμε το περπάτημα, σε επικλινές καταπράσινο τερέν, δε χόρταινε το μάτι μου. Σε κάμποσα λεπτά φτάσαμε στον πρώτο αρχαιολογικό χώρο, ονόματι Molinete. Επρόκειτο για μεγάλες ολοστρόγγυλες πέτρινες κατασκευές, καλυμμένες από δέντρα, τροπική βλάστηση και σκοινιά του Ταρζάν. Αρχικά μου έδωσαν την εντύπωση πως ήταν διάσπαρτα κτίρια, ενδεχομένως αποθήκες, αλλά όταν αρχίσαμε να κουτουλάμε από το ένα κτίριο στο άλλο συνειδητοποιήσαμε πως πρόκειται για ολόκληρη πόλη, εντελώς καλυμμένη από τη φύση. Ολόκληρη πόλη, τέτοιου μεγέθους με μπόλικα κτίρια, εν μέσω πανέμορφης φύσης και δεν τη γνωρίζει κανείς, δεν υπάρχει ούε μια ταμπέλα, καμία υποδομή για να την επισκεφθεί κανείς (ούτε καν χωμάτινο μονοπάτι), φυσικά κανείς δεν εισπράττει εισιτήριο ενώ και ο Clemente δεν είναι ακριβώς ειδήμων στο θέμα, αφού όταν τον ρώτησα το πότε χρονολογείται μου απάντησε "είναι πολύ παλιά". Προφανώς είναι από την προ-Ινκα εποχή, άλλωστε μιλάμε για στρογγυλές κατασκευές, με έντονη χροιά από Chachapoyas, για τους οποίους θα μιλήσουμε αργότερα. "Πόσο παλιά είναι βρε Clemente;" ξαναρώτησα ο αισιόδοξος για να εισπράξω ένα κατατοπιστικό "Οουουουου, πολύυυυυυ παλιά" με την απίθανη βουνίσια, σχεδόν ρουμελιώτικη προφορά του Clemente, που συνεχώς μασουλάει φύλλα κόκας, ενώ τα γυαλάκια, το περίεργο βλέμμα και η σιωπωλή καρφωτή ματιά με κάνουν να πιστεύω πως αν τον έβλεπα σε κανένα πάρκο του Αμαρουσίου με καμπαρντίνα θα τον περνούσα για επιδειξία. Συνεχίσαμε το τρεκ μας περνώντας αυτή τη φορά ανάμεσα από άγριες φράουλες, κάτι ξεχασμένα αγροκτήματα, με τα παπούτσια να κινούνται ανάμεσα σε άμμο, χώμα και σβουνιές. Το Molinete φαίνεται ατέλειωτο, αν το καθαρίσουν θα γίνει φοβερό αξιοθέατο.
Άρχισε να σκοτεινιάζει και να ψιχαλίζει, αλλά η ομορφιά του τοπίου και ο ενθουσιασμός για τα αρχαία που είδαμε και γι' αυτά που έπονται είναι τέτοιος που η Άνγια χορεύει... Χατζηγιάννη (@Krekouzas έχεις και βίντεο...), ενώ η ομάδα έχει δέσει πολύ καλά. Επιτέλους πετύχαμε και τον πρώτο μας ντόπιο, ένα ζευγάρι κτηνοτρόφων σε μια πλαγιά, με την κυρία να έχει ταράξει στις ξυλιές μια αγελάδα και το σκύλο της, ενώ μια άλλη αγελάδα είναι φιμωμένη σαν το Hannibal Lector. Πληρώσαμε κάτι λιγότερο από ένα ευρώ εις ένδειξη καλής θέλησης στον κύριο του οποίου το χωράφι διασχίσαμε, το οποίο είναι ενδεικτικό του πόσο ανεξερέυνητο είναι αυτό το κομμάτι του Περού: ολόκληροι αρχαιολογικοί χώροι εξακολουθουν να βρίσκονται μέσα σε ιδιωτικές εκτάσεις!
Μετά από αρκετή ώρα βρεθήκαμε αντιμέτωποι με τείχη, καλυμμένα κι αυτά από οργιώδη βλάστηση, που σε συνδυασμό με το ότι βρίσκονται πάνω σε λόφο με οδηγούν στο συμπέρασμα πως πρόκειται για οχυρό. Δεν είναι ξεκάθαρο αν οι τεράστιες κατασκευές είναι σπίτια, αποθήκες ή κάτι άλλο, αλλά με τον ήλιο να ξανακάνει την εμφάνισή του συνεχίσαμε υπερπηδώντας πλίνθινες μάντρες, σε μια εκ των οποίων κουτρουβάλησε ο Κώστας χαμογελώντας (δεν πτοείται από τίποτε) για να φτάσουμε επιτέλους στην Congona. Απίστευτο θέαμα, 85 κτίρια καλυμμένα από τη βλάστηση, κυριολεκτικά χαμένα ανάμεσα σε ένα δάσος. Αν καθαρίζονταν λίγο θα αναδεικνύονταν πολύ εύκολα, θα μιλούσαμε πανεύκολα για το νέο Kuelap, αλλά αυτό είναι το Περού, ικανό να σε εκπλήσσει σε κάθε γωνιά του.
Έκπληξη ήταν και το ότι ξαφνικά ξεπετάχτηκε μέσα από τα δέντρα και ο ιδιοκτήτης της περιοχής και κατ' επέκταση και του αρχαιολογικού χώρου, ένας συμπαθής κύριος που πάντως ανέδυε μια περίεργη οσμή, ονόματι Onesio, ο οποίος αφού εισέπραξε κάτι ψιλά επειδή βρισκόμαστε στα χωράφια του, ούτε λίγο ούτε πολύ μας ανακοίνωσε πως... ο αρχαιολογικός χώρος πωλείται έναντι 400.000€ μαζί με τα 60 εκτάρια γης βέβαια. Όχι ότι θα είναι ο πρώτος αρχαιολογικός χώρος στη χώρα ου θα ανήκει σε ιδιώτη, αλλά είχε ενδιαφέρον ότι είχε βρεθεί μάλιστα και μια κυρία από το Βέλγιο που είχε δείξει ενδιαφέρον αλλά δεν εμφανίστηκε. Ο Onesio είχε απογοητευτεί: το κράτος δεν κάνει δρόμους (εκτός κι αν πρόκειται να καταλήξουν στη γαλακτοκομική επιχείρηση του δημάρχου όπως μάθαμε), η αρχαιολογική υπηρεσία δεν ασχολήθηκε (πού να προλάβει κι αυτή με τόσα αρχαία στη χώρα και σε απίθανα μέρη μάλιστα), ο ίδιος δεν μπορεί ούτε τις εκτάσεις του να φροντίσει, πόσο μάλλον να προσελκύσει τουρισμό και είναι και μιας Α ηλικίας, αλλά δεν ήθελε να το πουλήσει και τσάμπα. Πέρασαν από το μυαλό μου πολλές επενδυτικές σκέψεις για να προωθήσω σε φίλους που έχουν τα χρήματα και τη διάθεση, για παράδειγμα ένα eco-hotel με δυνατότητες για τρεκ και ολόκληρη πόλη των Chachapoyas δε θα ήταν άσχημη ιδέα, αλλά επειδή κάθε φορά που ανοίγω ένα λογιστικό βιβλίο κλείνει ένα σπίτι, είπα να το αφήσω για κανέναν άλλον.
Ο Onesio ήθελε να μας συνοδεύσει μέχρι τη Leimebamba, μας προσέφερε και δωρεάν δυο άλογα και κατευθυνθήκαμε προς τα κει περνώντας από διαφορετικά τοπία αυτή τη φορά, μέχρι που βρήκαμε τον οδηγό μας. Του είπαμε να μας αφήσει για λίγο στο τοπικό μουσείο, το οποίο αποδείχθηκε αξιολογότατο και διέθετε από quipaqayoq μέχρι εξαιρετικά υφαντά, αν και το highlight ήταν οι φοβερές μούμιες που βρέθηκαν στη Λίμνη με τους Κόνδορες, τις οποίες όμως για να δεις έπρεπε να ανακαλύψεις πού βρισκόταν ο διακόπτης του ρεύματος, τον οποίο εγώ ανακάλυψα, όχι όμως και οι υπόλοιποι. Κατά τα λοιπά, τα quipus (αυτά τα αντικείμενα σαν άρπες που χρησιμοποιούσαν οι Ίνκας για κομπιουτεράκια και καταγραφή προϊόντων, αριθμών, ακόμη και ιστοριών ανάλογα με τα χρώματα και τους κόμπους των νημάτων) ήταν φοβερά, υπήρχε μια έκθεση για τους gruinguitos (τους μυστηριωδώς λευκούς ανθρώπους που ζουν από αρχαιοτάτων χρόνων σε κάποιες περιοχές των Άνδεων) και μια εξαιρετική παρουσίαση για τους τάφους και τα κτερίσματα της Chachapoyas στην οποία σκοπεύαμε να πάμε ήδη το βράδυ και να τη χρησιμοποιήσουμε ως βάση για τις επόμενες αναζητήσεις μας.
Απέναντι από το εξαιρετικό μουσείο υπήρχε ένα alternative cafe (άτσα η Leimebamba!), αν και η οργανική του σοκολάτα ήταν απογοήτευση. Έπρεπε να αποφασίσουμε πού θα πάμε και τι θα κάνουμε, η Άνγια σκεφτόταν να κάνει κράτηση σε ένα πολυτελές lodge στους καταρράκτες Gocta, αλλά τελικά δε βρήκε διαθεσιμότητα και την πείσαμε να έρθει μαζί μας στην Chachapoyas. Πήραμε λοιπόν το ταξί και φύγαμε, παρότι μια φίλη της Άνγια της είχε πει πως η πόλη είναι απαίσια και δεν αξίζει τον κόπο.
Μετά από λίγες ώρες πανέμορφης διαδρομής φτάσαμε. Η είσοδος της πόλης ήταν επιεικώς απαράδεκτη, αλλά αυτό ισχύει για πολλές πόλεις του Περού, με μισοτελειωμένα γιαπιά, λάσπη και σκουπίδια, είχε βρέξει κιόλας και έδινε μια εικόνα χάους, αλλά μπάινοντας στο ιστορικό κέντρο αναφωνήσαμε "wow", αντικρύζοντας τα κατάλευκα αποικιακά κτίρια και τον ατέλειωτο πεζόδρομο με τις κεραμιδοσκεπές, γεμάτο από κόσμο. Πόσο κακόγουστη μπορεί να είναι μια φίλη της Άνγιας για να μην της αρέσει αυτή η πόλη; Βρήκαμε στα σβέλτα ένα τρίκλινο σε ένα φτηνούτσικο hostel και κατευθυνθήκαμε σε ένα καταπληκτικό γκουρμεδάκι με πολύ ωραία διακόσμηση κι εξαιρετική παρουσίαση πιάτων. Για την επομένη βρήκαμε ένα μικρό τοπικό πρακτορείο και κλείσαμε με 13€ ημερήσια εκδρομή για τους καταρράκτες Gocta. Έχω δει τόσους και τόσους καταρράκτες στη ζωή μου, οπότε δεν είχα και ιδιαίτερες απαιτήσεις, δε φαντάστηκα να ενθουσιαστώ και πολύ. Έτσι νόμιζα τουλάχιστον...
Ξεκινήσαμε το περπάτημα, σε επικλινές καταπράσινο τερέν, δε χόρταινε το μάτι μου. Σε κάμποσα λεπτά φτάσαμε στον πρώτο αρχαιολογικό χώρο, ονόματι Molinete. Επρόκειτο για μεγάλες ολοστρόγγυλες πέτρινες κατασκευές, καλυμμένες από δέντρα, τροπική βλάστηση και σκοινιά του Ταρζάν. Αρχικά μου έδωσαν την εντύπωση πως ήταν διάσπαρτα κτίρια, ενδεχομένως αποθήκες, αλλά όταν αρχίσαμε να κουτουλάμε από το ένα κτίριο στο άλλο συνειδητοποιήσαμε πως πρόκειται για ολόκληρη πόλη, εντελώς καλυμμένη από τη φύση. Ολόκληρη πόλη, τέτοιου μεγέθους με μπόλικα κτίρια, εν μέσω πανέμορφης φύσης και δεν τη γνωρίζει κανείς, δεν υπάρχει ούε μια ταμπέλα, καμία υποδομή για να την επισκεφθεί κανείς (ούτε καν χωμάτινο μονοπάτι), φυσικά κανείς δεν εισπράττει εισιτήριο ενώ και ο Clemente δεν είναι ακριβώς ειδήμων στο θέμα, αφού όταν τον ρώτησα το πότε χρονολογείται μου απάντησε "είναι πολύ παλιά". Προφανώς είναι από την προ-Ινκα εποχή, άλλωστε μιλάμε για στρογγυλές κατασκευές, με έντονη χροιά από Chachapoyas, για τους οποίους θα μιλήσουμε αργότερα. "Πόσο παλιά είναι βρε Clemente;" ξαναρώτησα ο αισιόδοξος για να εισπράξω ένα κατατοπιστικό "Οουουουου, πολύυυυυυ παλιά" με την απίθανη βουνίσια, σχεδόν ρουμελιώτικη προφορά του Clemente, που συνεχώς μασουλάει φύλλα κόκας, ενώ τα γυαλάκια, το περίεργο βλέμμα και η σιωπωλή καρφωτή ματιά με κάνουν να πιστεύω πως αν τον έβλεπα σε κανένα πάρκο του Αμαρουσίου με καμπαρντίνα θα τον περνούσα για επιδειξία. Συνεχίσαμε το τρεκ μας περνώντας αυτή τη φορά ανάμεσα από άγριες φράουλες, κάτι ξεχασμένα αγροκτήματα, με τα παπούτσια να κινούνται ανάμεσα σε άμμο, χώμα και σβουνιές. Το Molinete φαίνεται ατέλειωτο, αν το καθαρίσουν θα γίνει φοβερό αξιοθέατο.
Άρχισε να σκοτεινιάζει και να ψιχαλίζει, αλλά η ομορφιά του τοπίου και ο ενθουσιασμός για τα αρχαία που είδαμε και γι' αυτά που έπονται είναι τέτοιος που η Άνγια χορεύει... Χατζηγιάννη (@Krekouzas έχεις και βίντεο...), ενώ η ομάδα έχει δέσει πολύ καλά. Επιτέλους πετύχαμε και τον πρώτο μας ντόπιο, ένα ζευγάρι κτηνοτρόφων σε μια πλαγιά, με την κυρία να έχει ταράξει στις ξυλιές μια αγελάδα και το σκύλο της, ενώ μια άλλη αγελάδα είναι φιμωμένη σαν το Hannibal Lector. Πληρώσαμε κάτι λιγότερο από ένα ευρώ εις ένδειξη καλής θέλησης στον κύριο του οποίου το χωράφι διασχίσαμε, το οποίο είναι ενδεικτικό του πόσο ανεξερέυνητο είναι αυτό το κομμάτι του Περού: ολόκληροι αρχαιολογικοί χώροι εξακολουθουν να βρίσκονται μέσα σε ιδιωτικές εκτάσεις!
Μετά από αρκετή ώρα βρεθήκαμε αντιμέτωποι με τείχη, καλυμμένα κι αυτά από οργιώδη βλάστηση, που σε συνδυασμό με το ότι βρίσκονται πάνω σε λόφο με οδηγούν στο συμπέρασμα πως πρόκειται για οχυρό. Δεν είναι ξεκάθαρο αν οι τεράστιες κατασκευές είναι σπίτια, αποθήκες ή κάτι άλλο, αλλά με τον ήλιο να ξανακάνει την εμφάνισή του συνεχίσαμε υπερπηδώντας πλίνθινες μάντρες, σε μια εκ των οποίων κουτρουβάλησε ο Κώστας χαμογελώντας (δεν πτοείται από τίποτε) για να φτάσουμε επιτέλους στην Congona. Απίστευτο θέαμα, 85 κτίρια καλυμμένα από τη βλάστηση, κυριολεκτικά χαμένα ανάμεσα σε ένα δάσος. Αν καθαρίζονταν λίγο θα αναδεικνύονταν πολύ εύκολα, θα μιλούσαμε πανεύκολα για το νέο Kuelap, αλλά αυτό είναι το Περού, ικανό να σε εκπλήσσει σε κάθε γωνιά του.
Έκπληξη ήταν και το ότι ξαφνικά ξεπετάχτηκε μέσα από τα δέντρα και ο ιδιοκτήτης της περιοχής και κατ' επέκταση και του αρχαιολογικού χώρου, ένας συμπαθής κύριος που πάντως ανέδυε μια περίεργη οσμή, ονόματι Onesio, ο οποίος αφού εισέπραξε κάτι ψιλά επειδή βρισκόμαστε στα χωράφια του, ούτε λίγο ούτε πολύ μας ανακοίνωσε πως... ο αρχαιολογικός χώρος πωλείται έναντι 400.000€ μαζί με τα 60 εκτάρια γης βέβαια. Όχι ότι θα είναι ο πρώτος αρχαιολογικός χώρος στη χώρα ου θα ανήκει σε ιδιώτη, αλλά είχε ενδιαφέρον ότι είχε βρεθεί μάλιστα και μια κυρία από το Βέλγιο που είχε δείξει ενδιαφέρον αλλά δεν εμφανίστηκε. Ο Onesio είχε απογοητευτεί: το κράτος δεν κάνει δρόμους (εκτός κι αν πρόκειται να καταλήξουν στη γαλακτοκομική επιχείρηση του δημάρχου όπως μάθαμε), η αρχαιολογική υπηρεσία δεν ασχολήθηκε (πού να προλάβει κι αυτή με τόσα αρχαία στη χώρα και σε απίθανα μέρη μάλιστα), ο ίδιος δεν μπορεί ούτε τις εκτάσεις του να φροντίσει, πόσο μάλλον να προσελκύσει τουρισμό και είναι και μιας Α ηλικίας, αλλά δεν ήθελε να το πουλήσει και τσάμπα. Πέρασαν από το μυαλό μου πολλές επενδυτικές σκέψεις για να προωθήσω σε φίλους που έχουν τα χρήματα και τη διάθεση, για παράδειγμα ένα eco-hotel με δυνατότητες για τρεκ και ολόκληρη πόλη των Chachapoyas δε θα ήταν άσχημη ιδέα, αλλά επειδή κάθε φορά που ανοίγω ένα λογιστικό βιβλίο κλείνει ένα σπίτι, είπα να το αφήσω για κανέναν άλλον.
Ο Onesio ήθελε να μας συνοδεύσει μέχρι τη Leimebamba, μας προσέφερε και δωρεάν δυο άλογα και κατευθυνθήκαμε προς τα κει περνώντας από διαφορετικά τοπία αυτή τη φορά, μέχρι που βρήκαμε τον οδηγό μας. Του είπαμε να μας αφήσει για λίγο στο τοπικό μουσείο, το οποίο αποδείχθηκε αξιολογότατο και διέθετε από quipaqayoq μέχρι εξαιρετικά υφαντά, αν και το highlight ήταν οι φοβερές μούμιες που βρέθηκαν στη Λίμνη με τους Κόνδορες, τις οποίες όμως για να δεις έπρεπε να ανακαλύψεις πού βρισκόταν ο διακόπτης του ρεύματος, τον οποίο εγώ ανακάλυψα, όχι όμως και οι υπόλοιποι. Κατά τα λοιπά, τα quipus (αυτά τα αντικείμενα σαν άρπες που χρησιμοποιούσαν οι Ίνκας για κομπιουτεράκια και καταγραφή προϊόντων, αριθμών, ακόμη και ιστοριών ανάλογα με τα χρώματα και τους κόμπους των νημάτων) ήταν φοβερά, υπήρχε μια έκθεση για τους gruinguitos (τους μυστηριωδώς λευκούς ανθρώπους που ζουν από αρχαιοτάτων χρόνων σε κάποιες περιοχές των Άνδεων) και μια εξαιρετική παρουσίαση για τους τάφους και τα κτερίσματα της Chachapoyas στην οποία σκοπεύαμε να πάμε ήδη το βράδυ και να τη χρησιμοποιήσουμε ως βάση για τις επόμενες αναζητήσεις μας.
Απέναντι από το εξαιρετικό μουσείο υπήρχε ένα alternative cafe (άτσα η Leimebamba!), αν και η οργανική του σοκολάτα ήταν απογοήτευση. Έπρεπε να αποφασίσουμε πού θα πάμε και τι θα κάνουμε, η Άνγια σκεφτόταν να κάνει κράτηση σε ένα πολυτελές lodge στους καταρράκτες Gocta, αλλά τελικά δε βρήκε διαθεσιμότητα και την πείσαμε να έρθει μαζί μας στην Chachapoyas. Πήραμε λοιπόν το ταξί και φύγαμε, παρότι μια φίλη της Άνγια της είχε πει πως η πόλη είναι απαίσια και δεν αξίζει τον κόπο.
Μετά από λίγες ώρες πανέμορφης διαδρομής φτάσαμε. Η είσοδος της πόλης ήταν επιεικώς απαράδεκτη, αλλά αυτό ισχύει για πολλές πόλεις του Περού, με μισοτελειωμένα γιαπιά, λάσπη και σκουπίδια, είχε βρέξει κιόλας και έδινε μια εικόνα χάους, αλλά μπάινοντας στο ιστορικό κέντρο αναφωνήσαμε "wow", αντικρύζοντας τα κατάλευκα αποικιακά κτίρια και τον ατέλειωτο πεζόδρομο με τις κεραμιδοσκεπές, γεμάτο από κόσμο. Πόσο κακόγουστη μπορεί να είναι μια φίλη της Άνγιας για να μην της αρέσει αυτή η πόλη; Βρήκαμε στα σβέλτα ένα τρίκλινο σε ένα φτηνούτσικο hostel και κατευθυνθήκαμε σε ένα καταπληκτικό γκουρμεδάκι με πολύ ωραία διακόσμηση κι εξαιρετική παρουσίαση πιάτων. Για την επομένη βρήκαμε ένα μικρό τοπικό πρακτορείο και κλείσαμε με 13€ ημερήσια εκδρομή για τους καταρράκτες Gocta. Έχω δει τόσους και τόσους καταρράκτες στη ζωή μου, οπότε δεν είχα και ιδιαίτερες απαιτήσεις, δε φαντάστηκα να ενθουσιαστώ και πολύ. Έτσι νόμιζα τουλάχιστον...