Yorgos
Member
- Μηνύματα
- 10.218
- Likes
- 55.379
- Επόμενο Ταξίδι
- Nipon-Αλάσκα-Yellowstone
- Ταξίδι-Όνειρο
- Περού τότε, τώρα, πάντα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Σχεδιασμός
- Προσδοκίες
- Βόρειο Περού
- Photos Βόρειο Περού
- Βόρειο Περού II
- Photos Βόρειο Περού II
- Βόρειο Περού III
- Photos Βόρειο Περού III
- Βόρειο Περού IV
- Photos Βόρειο Περού IV
- Cuelap
- Photos Cuelap
- Βόρειο Περού V
- Photos Βόρειο Περού V
- Βόρειο Περού VI
- Photos Β.Περου by Krekouzas
- Αξιολόγηση 1ου μέρους – Βόρειο Περού
- Τreks σε χαμένες πόλεις, Κούσκο κ περίχωρα
- Photos Cuzco
- Trek Περού
- Photos Trek Περού
- Trek Περού II
- Photos Trek Περού II
- Τρέκ Περού ΙΙΙ
- Photos Τρέκ Περού ΙΙΙ
- Τρέκ Περού ΙV
- Photos Τρέκ Περού ΙV
- Τρέκ Περού V
- Photos Τρέκ Περού V
- Μάτσου Πίτσου
- Photos Μάτσου Πίτσου
- Cuzco II
- Photos Cuzco II
- Choquequirao Τρεκ
- Choquequirao Τρεκ ΙΙ
- Photos Choquequirao Τρεκ ΙΙ
- Choquequirao Τρεκ ΙIΙ
- Photos Choquequirao Τρεκ ΙIΙ
- Rainbow Mountain
- Photos Rainbow Mountain
- Αξιολόγηση 2ου μέρους
- Top 5 by krekouzas
- The White Rock
- Βολιβία - Λίμνη Τιτικάκα
- Photos Βολιβία - Λίμνη Τιτικάκα
- Διαδρομή προς Iskanwaya
- Photos Διαδρομή προς Iskanwaya
- Iskanwaya
- Photos Iskanwaya
- Salar De Uyuni
- Photos Salar De Uyuni
- Laguna Colorada
- Photos Laguna Colorada
- Εθνικό Πάρκο Avaroa
- Photos Εθνικό Πάρκο Avaroa
- Διαδρομή Προς Tupiza
- Photos Διαδρομή προς Tupiza
- Potosi-Sucre
- Photos Potosi-Sucre
- Santa Cruz
- Photos Santa Cruz
- Top 5 Bolivia by Krekouzas
- Samaipata - Vallegrande
- Photos Samaipata - Vallegrande
- Βολιβιανά ΑΤΜs
- Misiones
- Photos Misiones
- Santa Cruz la Vieja
- Photos Santa Cruz la Vieja
- Torata
- Photos Torata
- Αξιολόγηση Βολιβία
- Κεντρικές Άνδεις
- Photos Κεντρικές Άνδεις
- Kεντρικές Άνδεις ΙΙ
- Photos Kεντρικές Άνδεις ΙΙ
- Vilcashuaman
- Photos Vilcashuaman
- Quinua-Lima
- Photos Quinua-Lima
- Αξιολόγηση 4ου μέρους
- Ushuaia
- Κρουαζιέρα Ανταρκτική
- Κρουαζιέρα Ανταρκτική ΙΙ
- Ανταρκτική
- Photos Ανταρκτική
- Ανταρκτική ΙΙ
- Photos Ανταρκτική ΙΙ
- Ανταρκτική ΙIΙ
- Photos Ανταρκτική ΙIΙ
- Ανταρκτική ΙV
- Photos Ανταρκτική ΙV
- Ανταρκτική V
- Photos Ανταρκτική V
- Ανταρκτική VI
- Photos Ανταρκτική VI
- Back to Ushuaia
- Last Day Ushuaia
- Αξιολόγηση Ανταρκτική
- Σαντιάγκο
- Σαν Πεδρο Ατακάμα
- Photos Σαν Πεδρο Ατακάμα
- Σαν Πεδρο Ατακάμα II
- Σαν Πεδρο Ατακάμα III
- Σαν Πεδρο Ατακάμα IV
- Επιστροφή στο Σαντιάγκο
- Perito Moreno
- Photos Perito Moreno
- Torres del Paine
- Photos Torres del Paine
- Latam
- Παταγονία
- Photos Παταγονία
- Παταγονία ΙΙ
- Παταγονία ΙΙI
- Παταγονία ΙV
- Photos Παταγονία ΙV
- Οινογνωσία
- Βίνια Ντελ Μαρ - Βαλπαραϊσο
- Αξιολόγηση Χιλής
- Βαθμολογία - Αποτίμηση
- Τοπ 15 Εικόνων
Η ανατολή του ηλίου στη λίμνη Τιτικάκα ήταν φοβερή. Το ίδιο και η πρωινή μου διάρροια, αλλά δεν τρέχει και τίποτε(εκτός από το ασταμάτητο καζανάκι). Ξυπνήσαμε νωρίς ώστε να προλάβουμε και το τοπικό αρχαιολογικό μουσείο το οποίο μας είπαν πως άνοιγε στις 7, αλλά τελικώς δεν ίσχυε, τσάμπα ξυπνήσαμε τόσο νωρίς, αν κι έτσι κι αλλιώς φαινόταν σε εικόνα διάλυσης απ’ όσο μπορέσαμε να διακρίνουμε από τα στην καλύτερη κατασκονισμένα και στη χειρότερη σπασμένα τζάμια του.
Αποφασίσαμε να πάρουμε το καραβάκι για το νότιο κομμάτι του νησιού, όπου και διαπιστώσαμε πως δεν προλαβαίναμε να φτάσουμε στο Yumani, αλλιώς θα χάναμε το λεωφορείο των 10.30 για τη Λα Πας, όπου έπρεπε να φτάσουμε σύντομα ώστε να πάμε στο Iskanwaya και να προλάβουμε να επιστρέψουμε στην πρωτεύουσα 1-2 μέρες αργότερα για να παραλάβουμε την Άνγια που θα ερχόταν αεροπορικώς, μεγάλη η χάρη της. Έτσι φάγαμε ένα σαντουιτσάκι στο λιμάνι και μετά από ένα περίπλου με μια επιπλέουσα παντόφλα καταλήξαμε με ένα λεωφορείο της κακιάς ώρας στη Λα Πας και συγκεκριμένα στη γειτονιά των νεκροταφείων, όπου ρωτώντας μάθαμε ότι όντως υπάρχει μια εταιρεία ονόματι ΤΡΙ που φεύγει γι’ αυτό το μακρινό Iskanwaya τις Τρίτες στις 4 το πρωί (!) και μάλλον κι άλλη μία που φεύγει τις Δευτέρες, δηλαδή αύριο. Δυστυχώς το τουριστικό γραφείο της –πολύ ενδιαφέρουσας- γειτονιάς των νεκροταφείων ήταν κλειστό (Κυριακή γαρ) και κανείς άλλος δεν ήξερε πως ΔΙΑΟΛΟ θα φτάναμε σε αυτό το Iskanwaya, που κάθε μέρα που περνούσε φαινόταν όλο και πιο «χαμένη» πόλη (που’ σαι @James με τα googlemaps σου να μας χαρείς).
Η είσοδος πάντως στη Λα Πας οδικώς από το προάστιο του El Alto είναι εξαιρετικά εντυπωσιακή, όπου το φοβερό χιονισμένο Illimani εμφανίζεται ανάμεσα σε άθλιες πολυκατοικίες και τα καλώδια του νεότατου τελεφερίκ που εδώ και ένα χρόνο επιτέλους προσφέρει ανθρώπινη πρόσβαση –και νέες δυνατότητες μεταφοράς και εργασίας- στους κατοίκους μιας εκ των πιο διαβόητων γειτονιών νοτιαμερικάνικων πρωτευουσών. Κάναμε τη βολτίτσα μας στη Λα Πας περιφερόμενοι με τους σάκους μας στις υπαίθριες αγορές, τα καταστήματα χειρομαντείας και ...κοκαμαντείας, θαυμάζοντας τα ομοιώματα κρεμασμένων κλεφτών με σημειώματα «εδώ κρεμάμε και καίμε όποιον κλέβει την πραμάτεια μας» (και το εννοούν, η αυτοδικία στα υψίπεδα των Άνδεων είναι σοβαρή υπόθεση), μέχρι που είδαμε ένα- ο Θεός να το κάνει - γήπεδο-όπου διεξαγόταν τοπικό ματς ποδοσφαίρου και είπαμε να το τιμήσουμε με την παρουσίας μας (που’ σαι @10900km να μας θαυμάσεις). Το γήπεδο ήταν γεματο μεθυσμένους αλλά ο φωτεινός πίνακας περιέργως λειτουργούσε, οπότε μάθαμε πως η τοπική ομάδα απέσπασε ένα τιμητικό 1-1 από τη φιλοξενούμενη του Desaguadero (μιλάμε για συνοριακή πόλη, φανταστείτε κάτι σαν το Διδυμότειχο), αντί να φάει τρία όπως θα όφειλε βάσει της εικόνας του ματς. Γελάσαμε αρκετά με κάποιους παίκτες με εντυπωσιακές μπυροκοιλιές και κινήσαμε για το ξενοδοχείο που είχε κλείσει ο Κρεκούζας, το οποίο δε βρήκαμε ποτέ, οπότε καταλήξαμε σε ένα άλλο με τα μισά λεφτά, κανένα πρόβλημα.
Την επόμενη μέρα θα ξυπνούσαμε στις 3 ώστε να πάρουμε εκείνο το λεωφορείο που ελπίζαμε πως θα υπήρχε, οπότε απολαύσαμε ένα θεϊκό ζεστό ντους (στην Τιτικάκα δεν υπήρχε η αντίστοιχη δυνατότητα) κι είπαμε να πάμε μια βολτίτσα στο κέντρο της Λα Πας. Ήμασταν δίπλα στο San Francisco, οπότε αρκετά κεντρικά ώστε να κινηθούμε με τα πόδια και να δούμε τους γνωστούς υπάιθριους κωμικούς με αστεία επιπέδοου Σεφερλή και βγάλε (τα μισά τελείωναν με κλανιές και τα άλλα μισά με κάποιον άνδρα να εμφανίζεται με περούκα και φούστα), τους δρόμους γεμάτους από κόσμο, μια μεθυσμένη που μου την έπεσε αποκαλώντας με «παίδαρο» (με μέτρο το αλκοόλ παιδιά, προκαλεί τύφλωση) την οποία απέφυγα με μια επιδέξια τρίπλα και καταλήξαμε στην plaza Murillo όπου ένας μοναχικός Κινέζος έπαιζε όπερα με ένα είδος άρπας. Από εκεί η οδός Jaen, το πιο ιστορικό δρομάκι αυτής της πολύ υποτιμημένης πρωτεύουσας που δε φαίνεται να αλλάζει με την πάροδο των δεκαετιών, είναι ζήτημα πέντε λεπτών για να βρούμε ένα καταπληκτικό μπαράκι με το όνομα Chopperia, ένα πραγματικό θησαυρό από αντίκες, για να μη σας πω ότι μέχρι και η μπαργούμαν βλεπόταν. Βγάλαμε φωτογραφίες δίπλα στο ομοίωμα στου ψηλότερου Βολιβιανού όλων των εποχών ύψους 2.40 και παραγγείλαμε δυο αξιοπρεπέστατες πίτσες από τις οποίες φαγώθηκε μόνο η μία, αφού του Κρεκούζα ως συνήθως ήρθε με ρίγανη παρότι είχε ζητήσει το αντίθετο, οπότε και τη χάρισε σε μια γλυκύτατη υπαίθρια πωλήτρια χαρτομάντηλων απέξω, που μας χάρισε ένα εκπληκτικό χαμόγελο για την καλή μας πράξη της ημέρας (της νύχτας τέλος πάντων).
Ο ύπνος μας διήρκησε μόλις 3 ώρες, λόγω της μετάβασης μας σε αυτό το Iskanwaya… ή έτσι νομίζαμε. Εμείς μπορεί να ήμασταν στην ώρα μας μέσα στο απίστευτο κρύο στις 3.10 στη γειτονιά των νεκροταφείων, ανάμεσα σε μεθυσμένους, αλλά το λεωφορείο δεν το βρίσκαμε πουθενά. Συνεχίσαμε την αναζήτηση σε μια γειτονιά όπου οι πάντες μέσα στο μισοσκόταδο ουρούσαν υπαιθρίως, ένας τυφλός την έπεφτε σε μια υπάιθρια σουβλατζού που μαγείρευε σουβλάκια από δεν ξέρω τι πρώτη ύλη (παιδάκια;; ) ανάμεσα σε ντόπιους που κατουρούσαν κι εμείς το μόνο λεωφορείο που βλέπαμε πήγαινε για το Charazani, που δεν μας έκανε. Οι οδηγοί πάντως επέμεναν ότι για να φτάσουμε στο ευλογημένο Iskanwaya και τον ενδιάμεσο σταθμό του χωριουδάκι Aucapata θα έπρεπε να περιμένουμε μέχρι τις 6 για να έρθει το σχετικό λεωφορείο, οπότε σκοτώσαμε δυόμιση ώρες σε ένα παρακμιακό μαγαζί που σέρβιρε δυο προϊόντα: ένα φουσκωμένο ψωμί που θα ήθελε να μοιάζει σε καλτσόνε αλλά πρακτικά ήταν σαν αποτυχημένη γκαστρωμένη τυρόπιτα χρώματος προφυλακτικί (κατά το κεραμιδί, βυσσινί κλπ είναι και το χρώμα των προφυλακτικών) κι ένα μωβ ποτό που θα ήθελε να είναι βυσσινάδα αλλά μάλλον σε αναβράζον κουστούμι της ιστορικής Φρουτοπίας έφερνε, σε υγρή μορφή. Παράγγειλα κι από τα δύο αλλά τόλμησα να φάω μόνο το ψωμάκι, που ήταν αξιοπρεπές, σε αντίθεση με τη ντεμέκ ταινία που πρόβαλλε το κατάστημα όπου ένας Ρώσος κατάδικος σάπιζε στο ξύλο σε ένα τουρνουά κρατουμένων στη Γεωργία τους πάντες και προσπάθησε να το σκάσει χτίζοντας μια συγκινητική φιλία με έναν Αμερικανό συνκατάδικο εν μέσω πολλής σφαλιάρας, καρπαζιάς και φάπας σε άλλους κατάδικους, δεσμοφύλακες και περαστικούς σε τοπία τόσο σχετικά με τη Γεωργία όσο και το φοξ τροτ με τη Μογγολία. Υπέστη το ψωμάκι, την ταινία, αλλά το φωσφορίζον αφέψημα αποδείχθηκε too much για την αφεντιά μου. Ομοία τύχη είχε και η απόπειρα να φτάσουμε στην Aucapata εκείνη την ημέρα, αφού τελικώς η δεύτερη εταιρεία αποδείχθηκε ότι πηγαίνει στην Aucapata μόνο όποτε της καπνίσει και τη συγκεκριμένη μέρα ήταν άκαπνη: θα έπρεπε να ξανάρθουμε στην Οδό Σουβλατζήδων, Ουρώντων και Χαζοταινιών ξανά την επομένη, πάλι στις 3.
Δε βαριέσαι, συμβαίνουν αυτά, άλλωστε αυτό το Iskanwaya πρέπει να το αξίζει, σκέφτηκα. Επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο κατά τις 6.30, κατάκοποι οπότε και πέσαμε ξεροί μέχρι τις 12, μετά ιντερνετίσαμε μέχρι τις 4, ο Κρεκούζας διαπίστωσε τις χαρές της ακτάσχετης διάρροιας ενώ συνδεόταν στα σόσιαλ μύδια από τρεις διαφορετικές συσκευές και τελικά αποφασίσαμε να πάμε άλλη μια βόλτα στην αγαημένη Λα Πας. Απ ‘ο,τι φαίνεται πάντως τη χρειαζόμασταν μια έξτρα ελεύθερη ημέρα και η πόλη σίγουρα τη δικαιούται: μπορεί να μην έχει τα τρομερά αξιοθέατα, ωστόσο φάγαμε σε ένα κατάστημα-αντίκα, περπατήσαμε όλο το Prado με τα πόδια, πέσαμε πάνω σε ένα casting Βολιβιανών μοντέλων (η μια ασχημότερη από την άλλη κι όλες μαζί χειρότερες κι απ’την πρώτη σύζυγο του Τσε, τη Hilda Gadea, γκουγκλάρετε και θα με καταλάβετε) και περάσαμε ένα απόγευμα απολαβάνοντας μια πόλη ολοζώντανη, αυθεντική, αντιτουριστική και ινιδάνικη. Αύριο όμως βρέξει-χιονίσει θα φτάναμε στο Iskanwaya, τη μυστηριώδη χαμένη πόλη τηw Βολιβίας, δε μας σταματούσε κανείς...
Αποφασίσαμε να πάρουμε το καραβάκι για το νότιο κομμάτι του νησιού, όπου και διαπιστώσαμε πως δεν προλαβαίναμε να φτάσουμε στο Yumani, αλλιώς θα χάναμε το λεωφορείο των 10.30 για τη Λα Πας, όπου έπρεπε να φτάσουμε σύντομα ώστε να πάμε στο Iskanwaya και να προλάβουμε να επιστρέψουμε στην πρωτεύουσα 1-2 μέρες αργότερα για να παραλάβουμε την Άνγια που θα ερχόταν αεροπορικώς, μεγάλη η χάρη της. Έτσι φάγαμε ένα σαντουιτσάκι στο λιμάνι και μετά από ένα περίπλου με μια επιπλέουσα παντόφλα καταλήξαμε με ένα λεωφορείο της κακιάς ώρας στη Λα Πας και συγκεκριμένα στη γειτονιά των νεκροταφείων, όπου ρωτώντας μάθαμε ότι όντως υπάρχει μια εταιρεία ονόματι ΤΡΙ που φεύγει γι’ αυτό το μακρινό Iskanwaya τις Τρίτες στις 4 το πρωί (!) και μάλλον κι άλλη μία που φεύγει τις Δευτέρες, δηλαδή αύριο. Δυστυχώς το τουριστικό γραφείο της –πολύ ενδιαφέρουσας- γειτονιάς των νεκροταφείων ήταν κλειστό (Κυριακή γαρ) και κανείς άλλος δεν ήξερε πως ΔΙΑΟΛΟ θα φτάναμε σε αυτό το Iskanwaya, που κάθε μέρα που περνούσε φαινόταν όλο και πιο «χαμένη» πόλη (που’ σαι @James με τα googlemaps σου να μας χαρείς).
Η είσοδος πάντως στη Λα Πας οδικώς από το προάστιο του El Alto είναι εξαιρετικά εντυπωσιακή, όπου το φοβερό χιονισμένο Illimani εμφανίζεται ανάμεσα σε άθλιες πολυκατοικίες και τα καλώδια του νεότατου τελεφερίκ που εδώ και ένα χρόνο επιτέλους προσφέρει ανθρώπινη πρόσβαση –και νέες δυνατότητες μεταφοράς και εργασίας- στους κατοίκους μιας εκ των πιο διαβόητων γειτονιών νοτιαμερικάνικων πρωτευουσών. Κάναμε τη βολτίτσα μας στη Λα Πας περιφερόμενοι με τους σάκους μας στις υπαίθριες αγορές, τα καταστήματα χειρομαντείας και ...κοκαμαντείας, θαυμάζοντας τα ομοιώματα κρεμασμένων κλεφτών με σημειώματα «εδώ κρεμάμε και καίμε όποιον κλέβει την πραμάτεια μας» (και το εννοούν, η αυτοδικία στα υψίπεδα των Άνδεων είναι σοβαρή υπόθεση), μέχρι που είδαμε ένα- ο Θεός να το κάνει - γήπεδο-όπου διεξαγόταν τοπικό ματς ποδοσφαίρου και είπαμε να το τιμήσουμε με την παρουσίας μας (που’ σαι @10900km να μας θαυμάσεις). Το γήπεδο ήταν γεματο μεθυσμένους αλλά ο φωτεινός πίνακας περιέργως λειτουργούσε, οπότε μάθαμε πως η τοπική ομάδα απέσπασε ένα τιμητικό 1-1 από τη φιλοξενούμενη του Desaguadero (μιλάμε για συνοριακή πόλη, φανταστείτε κάτι σαν το Διδυμότειχο), αντί να φάει τρία όπως θα όφειλε βάσει της εικόνας του ματς. Γελάσαμε αρκετά με κάποιους παίκτες με εντυπωσιακές μπυροκοιλιές και κινήσαμε για το ξενοδοχείο που είχε κλείσει ο Κρεκούζας, το οποίο δε βρήκαμε ποτέ, οπότε καταλήξαμε σε ένα άλλο με τα μισά λεφτά, κανένα πρόβλημα.
Την επόμενη μέρα θα ξυπνούσαμε στις 3 ώστε να πάρουμε εκείνο το λεωφορείο που ελπίζαμε πως θα υπήρχε, οπότε απολαύσαμε ένα θεϊκό ζεστό ντους (στην Τιτικάκα δεν υπήρχε η αντίστοιχη δυνατότητα) κι είπαμε να πάμε μια βολτίτσα στο κέντρο της Λα Πας. Ήμασταν δίπλα στο San Francisco, οπότε αρκετά κεντρικά ώστε να κινηθούμε με τα πόδια και να δούμε τους γνωστούς υπάιθριους κωμικούς με αστεία επιπέδοου Σεφερλή και βγάλε (τα μισά τελείωναν με κλανιές και τα άλλα μισά με κάποιον άνδρα να εμφανίζεται με περούκα και φούστα), τους δρόμους γεμάτους από κόσμο, μια μεθυσμένη που μου την έπεσε αποκαλώντας με «παίδαρο» (με μέτρο το αλκοόλ παιδιά, προκαλεί τύφλωση) την οποία απέφυγα με μια επιδέξια τρίπλα και καταλήξαμε στην plaza Murillo όπου ένας μοναχικός Κινέζος έπαιζε όπερα με ένα είδος άρπας. Από εκεί η οδός Jaen, το πιο ιστορικό δρομάκι αυτής της πολύ υποτιμημένης πρωτεύουσας που δε φαίνεται να αλλάζει με την πάροδο των δεκαετιών, είναι ζήτημα πέντε λεπτών για να βρούμε ένα καταπληκτικό μπαράκι με το όνομα Chopperia, ένα πραγματικό θησαυρό από αντίκες, για να μη σας πω ότι μέχρι και η μπαργούμαν βλεπόταν. Βγάλαμε φωτογραφίες δίπλα στο ομοίωμα στου ψηλότερου Βολιβιανού όλων των εποχών ύψους 2.40 και παραγγείλαμε δυο αξιοπρεπέστατες πίτσες από τις οποίες φαγώθηκε μόνο η μία, αφού του Κρεκούζα ως συνήθως ήρθε με ρίγανη παρότι είχε ζητήσει το αντίθετο, οπότε και τη χάρισε σε μια γλυκύτατη υπαίθρια πωλήτρια χαρτομάντηλων απέξω, που μας χάρισε ένα εκπληκτικό χαμόγελο για την καλή μας πράξη της ημέρας (της νύχτας τέλος πάντων).
Ο ύπνος μας διήρκησε μόλις 3 ώρες, λόγω της μετάβασης μας σε αυτό το Iskanwaya… ή έτσι νομίζαμε. Εμείς μπορεί να ήμασταν στην ώρα μας μέσα στο απίστευτο κρύο στις 3.10 στη γειτονιά των νεκροταφείων, ανάμεσα σε μεθυσμένους, αλλά το λεωφορείο δεν το βρίσκαμε πουθενά. Συνεχίσαμε την αναζήτηση σε μια γειτονιά όπου οι πάντες μέσα στο μισοσκόταδο ουρούσαν υπαιθρίως, ένας τυφλός την έπεφτε σε μια υπάιθρια σουβλατζού που μαγείρευε σουβλάκια από δεν ξέρω τι πρώτη ύλη (παιδάκια;; ) ανάμεσα σε ντόπιους που κατουρούσαν κι εμείς το μόνο λεωφορείο που βλέπαμε πήγαινε για το Charazani, που δεν μας έκανε. Οι οδηγοί πάντως επέμεναν ότι για να φτάσουμε στο ευλογημένο Iskanwaya και τον ενδιάμεσο σταθμό του χωριουδάκι Aucapata θα έπρεπε να περιμένουμε μέχρι τις 6 για να έρθει το σχετικό λεωφορείο, οπότε σκοτώσαμε δυόμιση ώρες σε ένα παρακμιακό μαγαζί που σέρβιρε δυο προϊόντα: ένα φουσκωμένο ψωμί που θα ήθελε να μοιάζει σε καλτσόνε αλλά πρακτικά ήταν σαν αποτυχημένη γκαστρωμένη τυρόπιτα χρώματος προφυλακτικί (κατά το κεραμιδί, βυσσινί κλπ είναι και το χρώμα των προφυλακτικών) κι ένα μωβ ποτό που θα ήθελε να είναι βυσσινάδα αλλά μάλλον σε αναβράζον κουστούμι της ιστορικής Φρουτοπίας έφερνε, σε υγρή μορφή. Παράγγειλα κι από τα δύο αλλά τόλμησα να φάω μόνο το ψωμάκι, που ήταν αξιοπρεπές, σε αντίθεση με τη ντεμέκ ταινία που πρόβαλλε το κατάστημα όπου ένας Ρώσος κατάδικος σάπιζε στο ξύλο σε ένα τουρνουά κρατουμένων στη Γεωργία τους πάντες και προσπάθησε να το σκάσει χτίζοντας μια συγκινητική φιλία με έναν Αμερικανό συνκατάδικο εν μέσω πολλής σφαλιάρας, καρπαζιάς και φάπας σε άλλους κατάδικους, δεσμοφύλακες και περαστικούς σε τοπία τόσο σχετικά με τη Γεωργία όσο και το φοξ τροτ με τη Μογγολία. Υπέστη το ψωμάκι, την ταινία, αλλά το φωσφορίζον αφέψημα αποδείχθηκε too much για την αφεντιά μου. Ομοία τύχη είχε και η απόπειρα να φτάσουμε στην Aucapata εκείνη την ημέρα, αφού τελικώς η δεύτερη εταιρεία αποδείχθηκε ότι πηγαίνει στην Aucapata μόνο όποτε της καπνίσει και τη συγκεκριμένη μέρα ήταν άκαπνη: θα έπρεπε να ξανάρθουμε στην Οδό Σουβλατζήδων, Ουρώντων και Χαζοταινιών ξανά την επομένη, πάλι στις 3.
Δε βαριέσαι, συμβαίνουν αυτά, άλλωστε αυτό το Iskanwaya πρέπει να το αξίζει, σκέφτηκα. Επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο κατά τις 6.30, κατάκοποι οπότε και πέσαμε ξεροί μέχρι τις 12, μετά ιντερνετίσαμε μέχρι τις 4, ο Κρεκούζας διαπίστωσε τις χαρές της ακτάσχετης διάρροιας ενώ συνδεόταν στα σόσιαλ μύδια από τρεις διαφορετικές συσκευές και τελικά αποφασίσαμε να πάμε άλλη μια βόλτα στην αγαημένη Λα Πας. Απ ‘ο,τι φαίνεται πάντως τη χρειαζόμασταν μια έξτρα ελεύθερη ημέρα και η πόλη σίγουρα τη δικαιούται: μπορεί να μην έχει τα τρομερά αξιοθέατα, ωστόσο φάγαμε σε ένα κατάστημα-αντίκα, περπατήσαμε όλο το Prado με τα πόδια, πέσαμε πάνω σε ένα casting Βολιβιανών μοντέλων (η μια ασχημότερη από την άλλη κι όλες μαζί χειρότερες κι απ’την πρώτη σύζυγο του Τσε, τη Hilda Gadea, γκουγκλάρετε και θα με καταλάβετε) και περάσαμε ένα απόγευμα απολαβάνοντας μια πόλη ολοζώντανη, αυθεντική, αντιτουριστική και ινιδάνικη. Αύριο όμως βρέξει-χιονίσει θα φτάναμε στο Iskanwaya, τη μυστηριώδη χαμένη πόλη τηw Βολιβίας, δε μας σταματούσε κανείς...