Yorgos
Member
- Μηνύματα
- 10.218
- Likes
- 55.379
- Επόμενο Ταξίδι
- Nipon-Αλάσκα-Yellowstone
- Ταξίδι-Όνειρο
- Περού τότε, τώρα, πάντα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Σχεδιασμός
- Προσδοκίες
- Βόρειο Περού
- Photos Βόρειο Περού
- Βόρειο Περού II
- Photos Βόρειο Περού II
- Βόρειο Περού III
- Photos Βόρειο Περού III
- Βόρειο Περού IV
- Photos Βόρειο Περού IV
- Cuelap
- Photos Cuelap
- Βόρειο Περού V
- Photos Βόρειο Περού V
- Βόρειο Περού VI
- Photos Β.Περου by Krekouzas
- Αξιολόγηση 1ου μέρους – Βόρειο Περού
- Τreks σε χαμένες πόλεις, Κούσκο κ περίχωρα
- Photos Cuzco
- Trek Περού
- Photos Trek Περού
- Trek Περού II
- Photos Trek Περού II
- Τρέκ Περού ΙΙΙ
- Photos Τρέκ Περού ΙΙΙ
- Τρέκ Περού ΙV
- Photos Τρέκ Περού ΙV
- Τρέκ Περού V
- Photos Τρέκ Περού V
- Μάτσου Πίτσου
- Photos Μάτσου Πίτσου
- Cuzco II
- Photos Cuzco II
- Choquequirao Τρεκ
- Choquequirao Τρεκ ΙΙ
- Photos Choquequirao Τρεκ ΙΙ
- Choquequirao Τρεκ ΙIΙ
- Photos Choquequirao Τρεκ ΙIΙ
- Rainbow Mountain
- Photos Rainbow Mountain
- Αξιολόγηση 2ου μέρους
- Top 5 by krekouzas
- The White Rock
- Βολιβία - Λίμνη Τιτικάκα
- Photos Βολιβία - Λίμνη Τιτικάκα
- Διαδρομή προς Iskanwaya
- Photos Διαδρομή προς Iskanwaya
- Iskanwaya
- Photos Iskanwaya
- Salar De Uyuni
- Photos Salar De Uyuni
- Laguna Colorada
- Photos Laguna Colorada
- Εθνικό Πάρκο Avaroa
- Photos Εθνικό Πάρκο Avaroa
- Διαδρομή Προς Tupiza
- Photos Διαδρομή προς Tupiza
- Potosi-Sucre
- Photos Potosi-Sucre
- Santa Cruz
- Photos Santa Cruz
- Top 5 Bolivia by Krekouzas
- Samaipata - Vallegrande
- Photos Samaipata - Vallegrande
- Βολιβιανά ΑΤΜs
- Misiones
- Photos Misiones
- Santa Cruz la Vieja
- Photos Santa Cruz la Vieja
- Torata
- Photos Torata
- Αξιολόγηση Βολιβία
- Κεντρικές Άνδεις
- Photos Κεντρικές Άνδεις
- Kεντρικές Άνδεις ΙΙ
- Photos Kεντρικές Άνδεις ΙΙ
- Vilcashuaman
- Photos Vilcashuaman
- Quinua-Lima
- Photos Quinua-Lima
- Αξιολόγηση 4ου μέρους
- Ushuaia
- Κρουαζιέρα Ανταρκτική
- Κρουαζιέρα Ανταρκτική ΙΙ
- Ανταρκτική
- Photos Ανταρκτική
- Ανταρκτική ΙΙ
- Photos Ανταρκτική ΙΙ
- Ανταρκτική ΙIΙ
- Photos Ανταρκτική ΙIΙ
- Ανταρκτική ΙV
- Photos Ανταρκτική ΙV
- Ανταρκτική V
- Photos Ανταρκτική V
- Ανταρκτική VI
- Photos Ανταρκτική VI
- Back to Ushuaia
- Last Day Ushuaia
- Αξιολόγηση Ανταρκτική
- Σαντιάγκο
- Σαν Πεδρο Ατακάμα
- Photos Σαν Πεδρο Ατακάμα
- Σαν Πεδρο Ατακάμα II
- Σαν Πεδρο Ατακάμα III
- Σαν Πεδρο Ατακάμα IV
- Επιστροφή στο Σαντιάγκο
- Perito Moreno
- Photos Perito Moreno
- Torres del Paine
- Photos Torres del Paine
- Latam
- Παταγονία
- Photos Παταγονία
- Παταγονία ΙΙ
- Παταγονία ΙΙI
- Παταγονία ΙV
- Photos Παταγονία ΙV
- Οινογνωσία
- Βίνια Ντελ Μαρ - Βαλπαραϊσο
- Αξιολόγηση Χιλής
- Βαθμολογία - Αποτίμηση
- Τοπ 15 Εικόνων
H εκκλησία το πρωί ήταν λιγότερο εντυπωσιακη, αλλά με εντυπωσίασε που υπήρχε ένα έστω μικρό γραφείο τουριστικών πληροφοριών όπου οι άνθρωποι ήξεραν τι τους γινόταν (οι υπόλοιποι κάτοικοι δε φάνηκε να γνωρίζουν αν υπάρχουν λεωφορεία, τι ώρα περνάνε από πού έρχονται και προς τα πού πάνε, ούτε και τους πολυενδιέφερε) και με πληροφορησαν πως το minivan που πηγαίνει στο Chochis, το χωριό με μια από τις πιο ενδιαφέρουσες εκκλησίες, φεύγει στις 11 και η επιστροφή είναι... αργά το βράδυ.
Τι να κάνουμε, αυτή η επιλογή υπάρχει, αυτήν θα πάρουμε. Πρόλαβα να φάω ένα πρωινό με ζεστή σοκολάτα και δυο empanadas στην πλατεία και με ένα mototaxi μετέβη στο σταθμό λεωφορείων για να αγοράσω το εισιτήριό μου για το trufi (έτσι λέγονται τα βανάκια εδώ και μου φαίνεται αρκετά γούτσου-γούτσου η λέξη). Ο σταθμός ολοκαίνουριος και το οδόστρωμα ομοίως, μόλις οκτώ μηνών και τα δύο, viva Evo. Στη διαδρομή πάντως δεν είδα παρά μόνο δύο αμάξια, πριν φτάσουμε στο Chochis, γνωστό στη Λατινική Αμερική για μια από τις μεγαλύτερες φυσικές καταστροφές όταν τόνοι λάσπης και νερού έθαψαν κοινότητες ολόκληρες το 1979 μετά από ρεκόρ βροχόπτωσης. Η τραγωδία αυτή είναι που ενέπνευσε τους ξυλοτεχνίτες της περιοχής να φιλοτεχνήσουν τον ιδιαίτερο ναό που ήθελα να επισκεφθώ.
Το trufi με άφησε στη μέση του πουθενά, με μπόλικη βλάστηση τριγύρω κι ένα εντονότατα πορφυρό κοκκινόχωμα να μονοπωλεί το έδαφος. Ο καιρός ήταν άψογος και προσπάθησα, πριν ψάξω για την εκκλησία με τα ξυλόγλυπτα, να εξασφαλίσω την επιστροφή μου, αλλά στο γραφειάκι με τα trufis δεν υπήρχε κανείς. Περπάτησα προς αυτό που φάνηκε να είναι η κεντρική πλατεία σε ένα χωριό μικρό, με όμορφες κεραμιδοσκεπές, χαμηλά σπιτάκια με ανοικτές πόρτες και παράθυρα, ελάχιστα μικρά μπακάλικα με λιγοστά προϊόντα, ενώ κοιτώντας μέσα στα σπίτια διαπίστωνες ότι από τις οικιακές συσκευές μέχρι τα χειροποίητα ταλαιπωρημένα έπιπλα, ο χρόνος είχε σταματήσει σε άλλη δεκαετία.
Η εκκλησία της πλατείας φαινόταν μάλλον αδιάφορη απέξω και αποδείχθηκε και κλειστή, οπότε είπα να ρωτήσω έναν από τους λίγους περαστικούς πού βρίσκεται εκείνη με τα ξυλόγλυπτα. «Μισή ωρίτσα από εδώ», είπε ο ένας, μιάμιση ο άλλος, 40’ ο παραδίπλα, τέλος πάντων δε βιαζόμουν κιόλας στην πορεία μου προς την έξοδο του χωριού προς ένα τεράστιο βράχο που μου υπέδειξαν. Το χωριό διέθετε γήπεδο ποδοσφαιρου με στραβά δοκάρια και πολλές αγελάδες να βόσκουν σε αυτό, ενώ οι διπλανές μπασκέτες στέκονταν μελαγχολικά κάτω από την υγρή ζέστη. Κατευθυνόμενος προς το βράχο, στην έξοδο του χωριού, διέκρινα μερικά όμορφα σπίτια κι όλοι ήταν πρόθυμοι να με βεβαιώσουν πως ακολουθούσα το σωστό μονοπάτι.
Σύντομα έγινε σαφές πως το santuario που αναζητούσα ήταν κτισμένο πάνω ή μέσα σε εκείνον τον περίεργο κόκκινο βράχο που ξεπρόβαλλε σαν πέος από την καταπράσινη βλάστηση, κάτω από τον καταγάλανο ουρανό, ενώ στη διαδρομή υπήρχαν σκαλισμένα τα 12 πάθη του Ιησού (ήταν τόσα; Είμαι και άσχετος) σε κάτι μικροκατασκευές που θυμίζουν τα εκκλησάκια που βλέπει κανείς στις ελληνικές οδούς να θυμίζουν τα θυματα των τροχαίων ατυχημάτων.
Έφτασα επιτέλους στην εκκλησία, μούσκεμα από την τροπική υγρασία, αλλά τουλάχιστον τη βρήκα ανοιχτή. Δεν ξέρω αν περίμενα εγώ λανθασμένα ένα περίτεχνο ξύλινο retablo (ιερό), αλλά τέτοιο πράγμα δεν υπήρχε. Αυτό που υπήρχε και ήταν περίτεχνο ήταν οι σκαλιστές ξύλινες κολώνες και πόρτες, πραγματικά έργα τέχνης, με μπόλικο ινδιάνικο αλλά και τροπικό στοιχείο, αφού απεικονιζόταν η χλωρίδα και πανίδα της περιοχής. Το πραγματικό αξιοθέατο ωστόσο βρισκόταν πέριξ της εκκλησίας, εξωτερικά: μια αλληλουχία από ξυλόγλυπτους πίνακες όπου εξιστορούταν η ιστορία της τραγωδίας: αρχικά οι ασταμάτητες βροχές (με τους πιστούς να αναρωτιούνται αν η θεομηνία θα σημάνει το τέλος του κόσμου), μετά οι τόνοι λάσπης που διέλυσαν τη γέφυρα από την οποία περνάει το τραίνο με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους οι επιβάτες κι αργότερα ένα τεράστιο κύμα λάσπης που κάλυψε όλο το χωριό, με τους κατοίκους να ανεβαίνουν στις σκεπές τους για να γλιτώσουν και την πόλη να εξαφανίζεται. Ακόμη και το νεκροταφείο συνεθλίβη από το βάρος της λάσπης, που παρέσυρε τα μνήματα και τα οστά των νεκρών.
Όσο παραστατική και καλλιτεχνικά εντυπωσιακή κι αν ήταν η αναπαράσταση, τα συνοδευτικά σχόλια σε κάθε ξυλογραφία με εκνεύριζαν όλο και παραπάνω: για παράδειγμα ενώ η φυσική καταστροφή δεν ερμηνεύεται ως θεομηνία, η άφιξη των ελικοπτέρων με τους διασώστες μεταφράστηκε ως «θεία παρέμβαση» που την έστειλε ο Ιησούς. Εσείς αν έπρεπε να ερμηνεύσετε ένα από τα δύο περιστατικά ως θεϊκή παρέμβαση θα επιλέγατε το φυσικό φαινόμενο ή τα ελικόπτερα;
Τέλος πάντων, για να μην εκνευριστώ περεταίρω με την εκκλησιαστική λογική (ποιος ήρθε; ) που όταν σκοτώνονται χιλιάδες είναι από ανθρώπινη υπαιτιότητα (κάποια αμαρτία κάναμε) κι όταν σώζονται δυο τρεις «τους έσωσε ο Θεός, έγινε θαύμα:» (οι υπόλοιποι που πέθαναν στο πηγάδι κατούρησαν; ), εστίασα στον υπόλοιπο εξωτερικό χώρο με τα πανέμορφα ξυλόγλυπτα. Στη μιάμιση ώρα που έμεινα εκεί, μόλις μια οικογένεια επισκέφθηκε το χώρο για ένα πεντάλεπτο, εντελώς μόνος ήμουν κι είπα να ανέβω και στο βράχο, μιας που το μονοπατάκι φαινόταν σχετικά βατό. Η θέα του Chochis στο βάθος, πνιγμένο από την καταπράσινη βλάστηση με αποζημίωσε, ενω κάποιος είχε κάνει και μια απεικόνιση με τις υπόλοιπες «μαριανικές εκκλησίες» ανά τον κόσμο. Όχι ότι κατάλαβα τι διαφορά έχουν από τις άλλες εκκλησίες, αλλά καλά να είναι οι άνθρωποι.
Επέστρεψα στο Chochis όπου είδα ένα λεωφορείο να κάνει στάση στην κεντρική πλατεία και μπήκα. Πόσο τυχερός! Ήταν το μόνο λεωφορείο που θα περνούσε σήμερα και το πέτυχα από σπόντα, αφού είχε καθυστέρηση και η στάση έγινε για να αφοδεύσει ο οδηγός, οπότε γλίτωσα την εξάωρη αναμονή σε ένα χωριό που δεν είχε καν εστιατόριο και στα μπακάλικα του οποίου το μόνο τρόφιμο που βρήκα ήταν ληγμένα γαριδάκια κι ένα λιωμένο πρωινό που πριν από κάποια χρόνια πρέπει να ήταν γκοφρέτα.
Πίσω στο San Jose επισκέφθηκα το ναό, σεμια γωνιά του οποίου μια κοπελίτσα έκανε πρόβα το βιολί της, σε μια μάλλον μεσαιωνική σκηνή. Ο ναός μάλλον απογοητευτκός ήταν, ό,τι άξιζε ήταν η εξωτερική πέτρινη πρόσοψη, έλπιζα στις επόμενες misiones να είναι πιο αξιόλογες οι εκκλησίες. Το χωριό πάντως μου φάνηκε όμορφο, έφαγα μια milanesa (σνίτσελ) για δείπνο, πληροφορούμενος πως το εστιατόριο του ηρωικού Γάλλου που είχε αποφασίσει να εγκατασταθεί εκεί είχε κλείσει. Η μονότονη γαστρονομική μου περιπέτεια στην ανατολική Βολιβία (milanesa και πάλι milanesa, φουλ της milanesaς) μόλις είχε ξεκινήσει.
Ως καλός χριστιανός πάντως, πριν πέσω για ύπνο, πέρασα από τη νυχτερινή λειτουργία. Ελάχιστος ο κόσμος, αλλά η ιστορία του μέρους ξεχείλιζε και είχε μια όμορφη γαλήνη.
Τι να κάνουμε, αυτή η επιλογή υπάρχει, αυτήν θα πάρουμε. Πρόλαβα να φάω ένα πρωινό με ζεστή σοκολάτα και δυο empanadas στην πλατεία και με ένα mototaxi μετέβη στο σταθμό λεωφορείων για να αγοράσω το εισιτήριό μου για το trufi (έτσι λέγονται τα βανάκια εδώ και μου φαίνεται αρκετά γούτσου-γούτσου η λέξη). Ο σταθμός ολοκαίνουριος και το οδόστρωμα ομοίως, μόλις οκτώ μηνών και τα δύο, viva Evo. Στη διαδρομή πάντως δεν είδα παρά μόνο δύο αμάξια, πριν φτάσουμε στο Chochis, γνωστό στη Λατινική Αμερική για μια από τις μεγαλύτερες φυσικές καταστροφές όταν τόνοι λάσπης και νερού έθαψαν κοινότητες ολόκληρες το 1979 μετά από ρεκόρ βροχόπτωσης. Η τραγωδία αυτή είναι που ενέπνευσε τους ξυλοτεχνίτες της περιοχής να φιλοτεχνήσουν τον ιδιαίτερο ναό που ήθελα να επισκεφθώ.
Το trufi με άφησε στη μέση του πουθενά, με μπόλικη βλάστηση τριγύρω κι ένα εντονότατα πορφυρό κοκκινόχωμα να μονοπωλεί το έδαφος. Ο καιρός ήταν άψογος και προσπάθησα, πριν ψάξω για την εκκλησία με τα ξυλόγλυπτα, να εξασφαλίσω την επιστροφή μου, αλλά στο γραφειάκι με τα trufis δεν υπήρχε κανείς. Περπάτησα προς αυτό που φάνηκε να είναι η κεντρική πλατεία σε ένα χωριό μικρό, με όμορφες κεραμιδοσκεπές, χαμηλά σπιτάκια με ανοικτές πόρτες και παράθυρα, ελάχιστα μικρά μπακάλικα με λιγοστά προϊόντα, ενώ κοιτώντας μέσα στα σπίτια διαπίστωνες ότι από τις οικιακές συσκευές μέχρι τα χειροποίητα ταλαιπωρημένα έπιπλα, ο χρόνος είχε σταματήσει σε άλλη δεκαετία.
Η εκκλησία της πλατείας φαινόταν μάλλον αδιάφορη απέξω και αποδείχθηκε και κλειστή, οπότε είπα να ρωτήσω έναν από τους λίγους περαστικούς πού βρίσκεται εκείνη με τα ξυλόγλυπτα. «Μισή ωρίτσα από εδώ», είπε ο ένας, μιάμιση ο άλλος, 40’ ο παραδίπλα, τέλος πάντων δε βιαζόμουν κιόλας στην πορεία μου προς την έξοδο του χωριού προς ένα τεράστιο βράχο που μου υπέδειξαν. Το χωριό διέθετε γήπεδο ποδοσφαιρου με στραβά δοκάρια και πολλές αγελάδες να βόσκουν σε αυτό, ενώ οι διπλανές μπασκέτες στέκονταν μελαγχολικά κάτω από την υγρή ζέστη. Κατευθυνόμενος προς το βράχο, στην έξοδο του χωριού, διέκρινα μερικά όμορφα σπίτια κι όλοι ήταν πρόθυμοι να με βεβαιώσουν πως ακολουθούσα το σωστό μονοπάτι.
Σύντομα έγινε σαφές πως το santuario που αναζητούσα ήταν κτισμένο πάνω ή μέσα σε εκείνον τον περίεργο κόκκινο βράχο που ξεπρόβαλλε σαν πέος από την καταπράσινη βλάστηση, κάτω από τον καταγάλανο ουρανό, ενώ στη διαδρομή υπήρχαν σκαλισμένα τα 12 πάθη του Ιησού (ήταν τόσα; Είμαι και άσχετος) σε κάτι μικροκατασκευές που θυμίζουν τα εκκλησάκια που βλέπει κανείς στις ελληνικές οδούς να θυμίζουν τα θυματα των τροχαίων ατυχημάτων.
Έφτασα επιτέλους στην εκκλησία, μούσκεμα από την τροπική υγρασία, αλλά τουλάχιστον τη βρήκα ανοιχτή. Δεν ξέρω αν περίμενα εγώ λανθασμένα ένα περίτεχνο ξύλινο retablo (ιερό), αλλά τέτοιο πράγμα δεν υπήρχε. Αυτό που υπήρχε και ήταν περίτεχνο ήταν οι σκαλιστές ξύλινες κολώνες και πόρτες, πραγματικά έργα τέχνης, με μπόλικο ινδιάνικο αλλά και τροπικό στοιχείο, αφού απεικονιζόταν η χλωρίδα και πανίδα της περιοχής. Το πραγματικό αξιοθέατο ωστόσο βρισκόταν πέριξ της εκκλησίας, εξωτερικά: μια αλληλουχία από ξυλόγλυπτους πίνακες όπου εξιστορούταν η ιστορία της τραγωδίας: αρχικά οι ασταμάτητες βροχές (με τους πιστούς να αναρωτιούνται αν η θεομηνία θα σημάνει το τέλος του κόσμου), μετά οι τόνοι λάσπης που διέλυσαν τη γέφυρα από την οποία περνάει το τραίνο με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους οι επιβάτες κι αργότερα ένα τεράστιο κύμα λάσπης που κάλυψε όλο το χωριό, με τους κατοίκους να ανεβαίνουν στις σκεπές τους για να γλιτώσουν και την πόλη να εξαφανίζεται. Ακόμη και το νεκροταφείο συνεθλίβη από το βάρος της λάσπης, που παρέσυρε τα μνήματα και τα οστά των νεκρών.
Όσο παραστατική και καλλιτεχνικά εντυπωσιακή κι αν ήταν η αναπαράσταση, τα συνοδευτικά σχόλια σε κάθε ξυλογραφία με εκνεύριζαν όλο και παραπάνω: για παράδειγμα ενώ η φυσική καταστροφή δεν ερμηνεύεται ως θεομηνία, η άφιξη των ελικοπτέρων με τους διασώστες μεταφράστηκε ως «θεία παρέμβαση» που την έστειλε ο Ιησούς. Εσείς αν έπρεπε να ερμηνεύσετε ένα από τα δύο περιστατικά ως θεϊκή παρέμβαση θα επιλέγατε το φυσικό φαινόμενο ή τα ελικόπτερα;
Τέλος πάντων, για να μην εκνευριστώ περεταίρω με την εκκλησιαστική λογική (ποιος ήρθε; ) που όταν σκοτώνονται χιλιάδες είναι από ανθρώπινη υπαιτιότητα (κάποια αμαρτία κάναμε) κι όταν σώζονται δυο τρεις «τους έσωσε ο Θεός, έγινε θαύμα:» (οι υπόλοιποι που πέθαναν στο πηγάδι κατούρησαν; ), εστίασα στον υπόλοιπο εξωτερικό χώρο με τα πανέμορφα ξυλόγλυπτα. Στη μιάμιση ώρα που έμεινα εκεί, μόλις μια οικογένεια επισκέφθηκε το χώρο για ένα πεντάλεπτο, εντελώς μόνος ήμουν κι είπα να ανέβω και στο βράχο, μιας που το μονοπατάκι φαινόταν σχετικά βατό. Η θέα του Chochis στο βάθος, πνιγμένο από την καταπράσινη βλάστηση με αποζημίωσε, ενω κάποιος είχε κάνει και μια απεικόνιση με τις υπόλοιπες «μαριανικές εκκλησίες» ανά τον κόσμο. Όχι ότι κατάλαβα τι διαφορά έχουν από τις άλλες εκκλησίες, αλλά καλά να είναι οι άνθρωποι.
Επέστρεψα στο Chochis όπου είδα ένα λεωφορείο να κάνει στάση στην κεντρική πλατεία και μπήκα. Πόσο τυχερός! Ήταν το μόνο λεωφορείο που θα περνούσε σήμερα και το πέτυχα από σπόντα, αφού είχε καθυστέρηση και η στάση έγινε για να αφοδεύσει ο οδηγός, οπότε γλίτωσα την εξάωρη αναμονή σε ένα χωριό που δεν είχε καν εστιατόριο και στα μπακάλικα του οποίου το μόνο τρόφιμο που βρήκα ήταν ληγμένα γαριδάκια κι ένα λιωμένο πρωινό που πριν από κάποια χρόνια πρέπει να ήταν γκοφρέτα.
Πίσω στο San Jose επισκέφθηκα το ναό, σεμια γωνιά του οποίου μια κοπελίτσα έκανε πρόβα το βιολί της, σε μια μάλλον μεσαιωνική σκηνή. Ο ναός μάλλον απογοητευτκός ήταν, ό,τι άξιζε ήταν η εξωτερική πέτρινη πρόσοψη, έλπιζα στις επόμενες misiones να είναι πιο αξιόλογες οι εκκλησίες. Το χωριό πάντως μου φάνηκε όμορφο, έφαγα μια milanesa (σνίτσελ) για δείπνο, πληροφορούμενος πως το εστιατόριο του ηρωικού Γάλλου που είχε αποφασίσει να εγκατασταθεί εκεί είχε κλείσει. Η μονότονη γαστρονομική μου περιπέτεια στην ανατολική Βολιβία (milanesa και πάλι milanesa, φουλ της milanesaς) μόλις είχε ξεκινήσει.
Ως καλός χριστιανός πάντως, πριν πέσω για ύπνο, πέρασα από τη νυχτερινή λειτουργία. Ελάχιστος ο κόσμος, αλλά η ιστορία του μέρους ξεχείλιζε και είχε μια όμορφη γαλήνη.