taver
Member
- Μηνύματα
- 12.691
- Likes
- 30.254
- Ταξίδι-Όνειρο
- Iles Kerguelen
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Προγραμματισμός
- Μετάβαση
- Βουδισμός
- Νεπάλ
- Το σύγχρονο Νεπάλ
- Κατμαντού, πρώτες εικόνες
- Βόρεια παλιά πόλη
- Κέντρο παλιάς πόλης
- Πλατεία Durbar
- Πλατεία Durbar ΙΙ
- Νότια παλιά Πόλη
- Tegu
- Boudhha
- Ταξίδι για το Μπουτάν
- Μπουτάν – Αρχαία Ιστορία
- Μπουτάν - Η νέα εποχή
- Το Μπουτάν και οι Βρετανοί
- Το Βασίλειο του Μπουτάν
- Σύγχρονο Μπουτάν
- Η οικονομία και οι σχέσεις με την Κίνα
- Πρώτες εικόνες
- Dzong
- Τοξοβολία
- Αγορές
- Βόλτες στο Thimphu
- Κι άλλες βόλτες
- Λίγο ακόμα Thimphu
- Dochula
- Ο Divine Madman
- Ο Ναός του Divine Madman
- Η παλιά πρωτεύουσα
- Μέσα στο Dzong
- Η κοιλάδα
- Ο δρόμος για το Paro
- Paro
- Μουσεία στο Paro
- Πέριξ της πόλης
- Ξενοδοχείο
- Ανάβαση στη Φωλιά του Τίγρη
- Κάθοδος
- Paro II
- Επιστροφή στο Kathmandu
- Patan (βόρεια)
- Patan (συνέχεια)
- Patan Durbar
- Patan (νότια)
- Υπόλοιπα Patan
- Εμπορικό Κατμαντού
- Pashupatinath
- Pashupatinath (συνέχεια)
- Boudhha
- Bhaktapur
- Bhaktapur Durbar
- Bhaktapur Durbar (συνέχεια)
- Bisket Jatra
- Πρωινή βόλτα
- Πρωϊνή βόλτα (συνέχεια)
- Tachupal
- Κέντρο Bhaktapur
- Durbar again
- Αεροπλάνα
- Στο δρόμο για το Θιβέτ
- Το Θιβέτ
- Η εποχή των Δαλάι Λάμα
- Κινεζική κατοχή και ανεξαρτησία
- Κομμουνισμός
- Παραλογισμοί
- Σύγχρονη εποχή
- Πρώτες βόλτες στη Λάσα
- Kora
- Drepung
- Drepung (συνέχεια)
- Sera
- Κέντρο
- Γειτονιές
- Βραδινές εξορμήσεις
- Ποτάλα
- Yaowangshan
- Κέντρο
- Μπροστά από την Potala
- Χιλιόμετρα
- Λίμνες
- Διαβάσεις
- Gyangze
- Shigatse
- Προς το Everest
- Εθνικός δρυμός
- Everest
- Διανυκτέρευση
- Ο δρόμος για την έξοδο
- Λίμνες και βουνά
- Ο ορεινός δρόμος για το Κεντρικό Νεπάλ
- Ο πεδινός δρόμος για το Κατμαντού
- Swayambhunath
- Τελευταίες βόλτες
- Επιστροφή στη βάση
- Οικονομικός απολογισμός
- Μετά το ταξίδι
Κεφάλαιο 65: Η εποχή των Δαλάι Λάμα
Το 1374, ο νεαρός Lobsang, που αργότερα έγινε γνωστός με το όνομα Tsongkhapa ξεκίνησε από το σπίτι του κοντά στο Kokonor στο Amdo για το κεντρικό Θιβέτ, όπου εκπαιδεύτηκε σε όλες τις μεγάλες σχολές του Θιβετιανού Βουδισμού. Όταν έφτασε στην ηλικία των 25, είχε ήδη τη φήμη του δασκάλου και του συγγραφέα.
Ο Tsongkhapa ίδρυσε ένα μοναστήρι στο Ganden, κοντά στη Λάσα, όπου ολοκλήρωσε τις σκέψεις του, μένοντας έξω από τα πολιτικά παιχνίδια, και ακολουθώντας το δρόμο της αγνότητας και της μοναστικής πειθαρχίας. Αν και μάλλον δε σκόπευε να ιδρύσει μια ακόμα σχολή του Βουδισμού, οι διδασκαλίες του προσέλκυσαν πολλούς ακόλουθους, που είδαν με καλό μάτι την επιστροφή του στις αυθεντικές διδασκαλίες του Atisha, αντί για τις ως τότε κυρίαρχες σχολές Sakya και Kagyu. Το όνομα της νέας σχολής που δημιουργήθηκε, ήταν Gelug (Ηθική), και σήμερα παραμένει η μεγαλύτερη σχολή στο Θιβέτ, και είναι γνωστή κι ως η σχολή με τα Κίτρινα καπέλα.
Όταν λέμε σχολή, δεν εννοούμε άλλη θρησκεία, όμως. Δογματικά, οι Βουδιστικές σχολές δε διαφοροποιούνται καθόλου. Οι διαφοροποιήσεις τους έχουν να κάνουν όχι με το θεό, αλλά με τις λατρευτικές μεθόδους, το «δρόμο» δηλαδή που θα οδηγήσει τον πιστό στο δρόμο του θεού. Κάτι ανάλογο με τους Φραγκισκανούς και τους Βενεδικτίνους μοναχούς στον καθολικισμό.
To 12o αιώνα, ο πρώτος Karmapa εισήγαγε την έννοια της μετεμψύχωσης, που σιγά σιγά υιοθετήθηκε από όλες τις σχολές. Για όλες λοιπόν τις σχολές του Βουδισμού, από τότε και μετά, η ζωή είναι ένας ατέρμονος κύκλος μετεμψυχώσεων. Η ζωή δεν αρχίζει με τη γέννηση και λήγει με το θάνατο – αντίθετα, συνεχίζει μέσα από κάποιο άλλο σώμα κάθε φορά. Μεταφραζόμενο λοιπόν αυτό στους Θρησκευτικούς ηγέτες, σημαίνει ότι όταν ο ηγέτης πεθαίνει, η ζωή του δεν τελείωσε, απλά αυτός μετενσαρκώθηκε σε ένα νέο σώμα. Είναι καθήκον των μοναχών να ερμηνεύσουν τα σημάδια που είχε αφήσει πίσω του ο ηγέτης που πέθανε, και με βάση αυτά να βρουν το σώμα στο οποίο μετενσαρκώθηκε, σε κάποιο μωράκι που γεννιέται, και να το βοηθήσουν να μεγαλώσει, ώστε να επιστρέψει και πάλι στη θέση του ως ηγέτης. Το πρόβλημα φυσικά με όλο αυτό, είναι ότι για δυο δεκαετίες πάνω κάτω μετά το θάνατο του κάθε ηγέτη, η σχολή του παραμένει ουσιαστικά χωρίς κάποιον στο τιμόνι της.
Κατά την περίοδο που στην ηγεσία της σχολής Gelug βρισκόταν ο τρίτος μετεμψυχωμένος αρχηγός της, ο Sonam Gyatso (1543 – 1588), οι Μογγόλοι άρχισαν να ενδιαφέρονται γι αυτή. Επανέλαβαν και πάλι τα ίδια που είχαν κάνει και με τη σχολή Sakya το 13ο αιώνα, και κάλεσαν το Sonam Gyatso σε συνάντηση με τον Altyn Khan κοντά στο Kokonor, το 1578. Στη συνάντηση, ο Sonam Gyatso έγινε πνευματικός ηγέτης όλης της αυτοκρατορίας και κοσμικός ηγέτης του Θιβέτ, και έλαβε τον τίτλο του Dalai («ωκεανός», εννοώντας «Ωκεανός Σοφίας»). Ο τίτλος αποδόθηκε αναδρομικά και στους δυο προηγούμενους ηγέτες της σχολής, κάνοντας τον Tsongkhapa ουσιαστικά τον πρώτο Δαλάι Λάμα και τον Sonam Gyatso τον τρίτο.
Η σχέση της σχολής με τους Μογγόλους, που ξαφνικά τους μετέτρεψε και σε κοσμικούς άρχοντες, δεν άρεσε καθόλου στους βασιλείς της περιοχής Tsang (γύρω από τη σημερινή δεύτερη μεγάλη πόλη του Θιβέτ, τη Shigatse), οι οποίοι έφτασαν να επιτεθούν στα μοναστήρια Drepung και Sera και να ρίξουν τη χώρα σε ένα εμφύλιο πόλεμο. Από το 1565, ανακήρυξαν εαυτούς κοσμικούς ηγέτες όλου του Θιβέτ, με πρωτεύουσα τη Shigatse, και τον ηγέτη του Tsurphu, ενός μοναστηριού του Karmapa, υπό-σχολής του Kagyu, ως πνευματικό ηγέτη. Ο τέταρτος Δαλάι Λάμα, χωρίς κοσμικές εξουσίες, ήταν μάλιστα Μογγόλος, και εντελώς συμπτωματικά δισέγγονος του Altyn Khan, αλλά αναγκάστηκε να φύγει από το Θιβέτ και πέθανε στην εξορία σε ηλικία μόλις 25 ετών, το 1616.
Ο πέμπτος Δαλάι Λάμα ανακαλύφθηκε σύντομα μετά, και το μωράκι μεταφέρθηκε στη Λάσα συνοδεία Μογγόλων. Η συνεχιζόμενη ανάμιξη των Μογγόλων στα θέματα του Θιβέτ, ενίσχυε και τη σχολή Gelug. H διαφορά με την προηγούμενη δυνατή σχέση των Μογγόλων με τη σχολή Sakya, ήταν ο Δαλάι Λάμα, σε αντιδιαστολή με τον ηγέτη τη Sakya, είχε την ευχέρεια να βρίσκεται στο Θιβέτ και να ασκεί τα καθήκοντά του από κει. Με την υποστήριξη των Μογγόλων, το 1656 το Θιβέτ είχε ειρηνευτεί, οι βασιλιάδες του Tsang είχαν φονευτεί, και τα μοναστήρια του Karmapa κλείσει. Ο Δαλάι Λάμα ήταν πνευματικός και κοσμικός ηγέτης μιας περιοχής που κάλυπτε όλο σχεδόν το οροπέδιο, από το όρος Kailash στα δυτικά ως το Kham στα ανατολικά, και είχε διαλέξει τη Λάσα ως νέα πρωτεύουσα του κράτους του.
Ο Δάσκαλός του, Lobsang Chökyi Gyaltsen, αναβαθμίστηκε σε μετεμψύχωση του Amitābha, ενός αστρικού Βούδα, και πήρε τον τίτλο του τέταρτου Panchen Lama, για να τοποθετηθεί ως ηγέτης στο μοναστήρι Tashi Lhunpo της Shigatse, της ως τότε πρωτεύουσας. Ο ρόλος αποδόθηκε αναδρομικά και σε τρείς προηγούμενες μετεμψυχώσεις, και από τότε θα ήταν ο δεύτερος ισχυρότερος πνευματικά (όχι κοσμικά όμως) ρόλος στο Θιβετιανό Βουδισμό. Ένα από τα καθήκοντά του, θα ήταν η επιλογή του μωρού στο οποίο μετεμψυχωνόταν κάθε φορά ο Δαλάι Λάμα.
Ο Δαλάι Λάμα ήταν πλέον κάτι σα βασιλιάς. Και σα βασιλιάς, χρειαζόταν και το παλάτι του. Στις μέρες του, δημιουργήθηκε κι αυτό: Η Potala (Ποτάλα) είναι σήμερα το πλέον φωνογραφημένο και μεγάλο αξιοθέατο του Θιβέτ, και μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς από την UNESCO. Εκτός από το να κτίσει το παλάτι, βέβαια, ο Πέμπτος Δαλάι Λάμα έχει μείνει στην ιστορία ως ο «Μεγάλος Πέμπτος Δαλάι Λάμα», καθώς ξεκίνησε μια νέα εποχή για το Θιβέτ, γεμάτη μεγαλεία. Πολλά από τα σημαντικά βουδιστικά μοναστήρια, κατασκευάστηκαν εκείνη την εποχή, με ποιο σημαντικό το Labrang στα ανατολικά όρια του οροπεδίου (στη σημερινή επαρχία Gansu). Μέχρι και στο Πεκίνο έκτισε μοναστήρια: Το Κίτρινο μοναστήρι (Xihuang) του Πεκίνου κτίστηκε προς τιμήν του για μια επίσημη επίσκεψη που έκανε. Παράλληλα, μια αποστολή από Ιησουίτες ιεραπόστολους ήρθε στο Θιβέτ από τη Goa της Ινδίας.
Οι αδυναμίες της διαδοχής με το σύστημα της μετενσάρκωσης φάνηκαν όταν πέθανε ο πέμπτος Δαλάι Λάμα, το 1682. Η Θιβετιανή κυβέρνηση έπρεπε να βρει την επόμενη μετενσάρκωση, και μετά να περιμένει 18 χρόνια για να ενηλικιωθεί. Η ισχυρή προσωπικότητα του Πέμπτου Δαλάι Λάμα έπαιζε σημαντικό ρόλο στην ενότητα του πρόσφατα ενωμένου Θιβέτ, και γι’ αυτό ο αντιβασιλέας αποφάσισε να αποκρύψει το θάνατο του ηγέτη, ανακοινώνοντας ότι ο ηγέτης είχε μπει σε μια μακρά περίοδο διαλογισμού (10 χρόνια και κάτι). Το μυστικό βγήκε στη φόρα το 1695, τη χρονιά που ολοκληρώθηκε και η κατασκευή της Potala, και τότε έχρισαν βιαστικά ως έκτο Δαλάι Λάμα ένα αγόρι που το διάλεξε ο αντιβασιλέας μόνος του, το οποίο είχε γεννηθεί το 1683.
Το δωδεκάχρονο αγόρι, ο Tsangyang Gyatso αποδείχθηκε εξαιρετικά κακή επιλογή για τη θέση. Για να το πούμε κομψά, ήταν αντισυμβατικός περαν του φυσιολογικού. Ήταν μακρυμάλλης, αισθησιακός, και του άρεσαν οι ερωτικοί στίχοι. Σύντομα έδειξε ότι ενδιαφερόταν περισσότερο για το κρασί και τις γυναίκες, παρά για το διαλογισμό και τη μελέτη. Δεν πήρε τον όρκο του ως μοναχός, και συχνά ξετρύπωνε τα βράδια από το παλάτι για να κάνει χαμό στα πανδοχεία και τα μπορδέλα της Λάσα, με το ψευδώνυμο Norsang Wangpo. Ένας ιησουίτης μοναχός που βρισκόταν στο Θιβέτ, τον περιέγραψε ως άσωτο νέο και εξαιρετικά στερημένο. Σημείωσε μάλιστα πως «κανένα όμορφο άτομο οποιουδήποτε φύλλου δεν ήταν ασφαλές από την αχαλίνωτη ακολασία του».
Ο φιλόδοξος Μογγόλος πρίγκηπας Lhabzang Khan τα έμαθε όλα αυτά, και αποφάσισε ότι πολύ χαριστικά είχαν φερθεί οι Μογγόλοι στο Θιβέτ. Έπρεπε να επέμβει, αλλά πριν το κάνει, γύρεψε τη συγκατάθεση του Κινέζου Αυτοκράτορα Kangxi, του δεύτερου από τη δυναστεία των Qing. Αφού την έλαβε, καθώς ο Kangxi είχε νιώσει προσβεβλημένος που του είχαν κρύψει το θάνατο του πέμπτου Δαλάι Λάμα, εισέβαλλε στο Θιβέτ το 1706, και τελείωσε τον έκτο Δαλάι Λάμα (οι φήμες διίστανται ως προς το αν τον τελείωσε και σωματικά). Ο έβδομος Δαλάι Λάμα, παραδόξως όμως, βρέθηκε με βάση ένα ποίημα που είχε γράψει ο έκτος.
Το 1374, ο νεαρός Lobsang, που αργότερα έγινε γνωστός με το όνομα Tsongkhapa ξεκίνησε από το σπίτι του κοντά στο Kokonor στο Amdo για το κεντρικό Θιβέτ, όπου εκπαιδεύτηκε σε όλες τις μεγάλες σχολές του Θιβετιανού Βουδισμού. Όταν έφτασε στην ηλικία των 25, είχε ήδη τη φήμη του δασκάλου και του συγγραφέα.
Ο Tsongkhapa ίδρυσε ένα μοναστήρι στο Ganden, κοντά στη Λάσα, όπου ολοκλήρωσε τις σκέψεις του, μένοντας έξω από τα πολιτικά παιχνίδια, και ακολουθώντας το δρόμο της αγνότητας και της μοναστικής πειθαρχίας. Αν και μάλλον δε σκόπευε να ιδρύσει μια ακόμα σχολή του Βουδισμού, οι διδασκαλίες του προσέλκυσαν πολλούς ακόλουθους, που είδαν με καλό μάτι την επιστροφή του στις αυθεντικές διδασκαλίες του Atisha, αντί για τις ως τότε κυρίαρχες σχολές Sakya και Kagyu. Το όνομα της νέας σχολής που δημιουργήθηκε, ήταν Gelug (Ηθική), και σήμερα παραμένει η μεγαλύτερη σχολή στο Θιβέτ, και είναι γνωστή κι ως η σχολή με τα Κίτρινα καπέλα.
Όταν λέμε σχολή, δεν εννοούμε άλλη θρησκεία, όμως. Δογματικά, οι Βουδιστικές σχολές δε διαφοροποιούνται καθόλου. Οι διαφοροποιήσεις τους έχουν να κάνουν όχι με το θεό, αλλά με τις λατρευτικές μεθόδους, το «δρόμο» δηλαδή που θα οδηγήσει τον πιστό στο δρόμο του θεού. Κάτι ανάλογο με τους Φραγκισκανούς και τους Βενεδικτίνους μοναχούς στον καθολικισμό.
To 12o αιώνα, ο πρώτος Karmapa εισήγαγε την έννοια της μετεμψύχωσης, που σιγά σιγά υιοθετήθηκε από όλες τις σχολές. Για όλες λοιπόν τις σχολές του Βουδισμού, από τότε και μετά, η ζωή είναι ένας ατέρμονος κύκλος μετεμψυχώσεων. Η ζωή δεν αρχίζει με τη γέννηση και λήγει με το θάνατο – αντίθετα, συνεχίζει μέσα από κάποιο άλλο σώμα κάθε φορά. Μεταφραζόμενο λοιπόν αυτό στους Θρησκευτικούς ηγέτες, σημαίνει ότι όταν ο ηγέτης πεθαίνει, η ζωή του δεν τελείωσε, απλά αυτός μετενσαρκώθηκε σε ένα νέο σώμα. Είναι καθήκον των μοναχών να ερμηνεύσουν τα σημάδια που είχε αφήσει πίσω του ο ηγέτης που πέθανε, και με βάση αυτά να βρουν το σώμα στο οποίο μετενσαρκώθηκε, σε κάποιο μωράκι που γεννιέται, και να το βοηθήσουν να μεγαλώσει, ώστε να επιστρέψει και πάλι στη θέση του ως ηγέτης. Το πρόβλημα φυσικά με όλο αυτό, είναι ότι για δυο δεκαετίες πάνω κάτω μετά το θάνατο του κάθε ηγέτη, η σχολή του παραμένει ουσιαστικά χωρίς κάποιον στο τιμόνι της.
Κατά την περίοδο που στην ηγεσία της σχολής Gelug βρισκόταν ο τρίτος μετεμψυχωμένος αρχηγός της, ο Sonam Gyatso (1543 – 1588), οι Μογγόλοι άρχισαν να ενδιαφέρονται γι αυτή. Επανέλαβαν και πάλι τα ίδια που είχαν κάνει και με τη σχολή Sakya το 13ο αιώνα, και κάλεσαν το Sonam Gyatso σε συνάντηση με τον Altyn Khan κοντά στο Kokonor, το 1578. Στη συνάντηση, ο Sonam Gyatso έγινε πνευματικός ηγέτης όλης της αυτοκρατορίας και κοσμικός ηγέτης του Θιβέτ, και έλαβε τον τίτλο του Dalai («ωκεανός», εννοώντας «Ωκεανός Σοφίας»). Ο τίτλος αποδόθηκε αναδρομικά και στους δυο προηγούμενους ηγέτες της σχολής, κάνοντας τον Tsongkhapa ουσιαστικά τον πρώτο Δαλάι Λάμα και τον Sonam Gyatso τον τρίτο.
Η σχέση της σχολής με τους Μογγόλους, που ξαφνικά τους μετέτρεψε και σε κοσμικούς άρχοντες, δεν άρεσε καθόλου στους βασιλείς της περιοχής Tsang (γύρω από τη σημερινή δεύτερη μεγάλη πόλη του Θιβέτ, τη Shigatse), οι οποίοι έφτασαν να επιτεθούν στα μοναστήρια Drepung και Sera και να ρίξουν τη χώρα σε ένα εμφύλιο πόλεμο. Από το 1565, ανακήρυξαν εαυτούς κοσμικούς ηγέτες όλου του Θιβέτ, με πρωτεύουσα τη Shigatse, και τον ηγέτη του Tsurphu, ενός μοναστηριού του Karmapa, υπό-σχολής του Kagyu, ως πνευματικό ηγέτη. Ο τέταρτος Δαλάι Λάμα, χωρίς κοσμικές εξουσίες, ήταν μάλιστα Μογγόλος, και εντελώς συμπτωματικά δισέγγονος του Altyn Khan, αλλά αναγκάστηκε να φύγει από το Θιβέτ και πέθανε στην εξορία σε ηλικία μόλις 25 ετών, το 1616.
Ο πέμπτος Δαλάι Λάμα ανακαλύφθηκε σύντομα μετά, και το μωράκι μεταφέρθηκε στη Λάσα συνοδεία Μογγόλων. Η συνεχιζόμενη ανάμιξη των Μογγόλων στα θέματα του Θιβέτ, ενίσχυε και τη σχολή Gelug. H διαφορά με την προηγούμενη δυνατή σχέση των Μογγόλων με τη σχολή Sakya, ήταν ο Δαλάι Λάμα, σε αντιδιαστολή με τον ηγέτη τη Sakya, είχε την ευχέρεια να βρίσκεται στο Θιβέτ και να ασκεί τα καθήκοντά του από κει. Με την υποστήριξη των Μογγόλων, το 1656 το Θιβέτ είχε ειρηνευτεί, οι βασιλιάδες του Tsang είχαν φονευτεί, και τα μοναστήρια του Karmapa κλείσει. Ο Δαλάι Λάμα ήταν πνευματικός και κοσμικός ηγέτης μιας περιοχής που κάλυπτε όλο σχεδόν το οροπέδιο, από το όρος Kailash στα δυτικά ως το Kham στα ανατολικά, και είχε διαλέξει τη Λάσα ως νέα πρωτεύουσα του κράτους του.
Ο Δάσκαλός του, Lobsang Chökyi Gyaltsen, αναβαθμίστηκε σε μετεμψύχωση του Amitābha, ενός αστρικού Βούδα, και πήρε τον τίτλο του τέταρτου Panchen Lama, για να τοποθετηθεί ως ηγέτης στο μοναστήρι Tashi Lhunpo της Shigatse, της ως τότε πρωτεύουσας. Ο ρόλος αποδόθηκε αναδρομικά και σε τρείς προηγούμενες μετεμψυχώσεις, και από τότε θα ήταν ο δεύτερος ισχυρότερος πνευματικά (όχι κοσμικά όμως) ρόλος στο Θιβετιανό Βουδισμό. Ένα από τα καθήκοντά του, θα ήταν η επιλογή του μωρού στο οποίο μετεμψυχωνόταν κάθε φορά ο Δαλάι Λάμα.
Ο Δαλάι Λάμα ήταν πλέον κάτι σα βασιλιάς. Και σα βασιλιάς, χρειαζόταν και το παλάτι του. Στις μέρες του, δημιουργήθηκε κι αυτό: Η Potala (Ποτάλα) είναι σήμερα το πλέον φωνογραφημένο και μεγάλο αξιοθέατο του Θιβέτ, και μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς από την UNESCO. Εκτός από το να κτίσει το παλάτι, βέβαια, ο Πέμπτος Δαλάι Λάμα έχει μείνει στην ιστορία ως ο «Μεγάλος Πέμπτος Δαλάι Λάμα», καθώς ξεκίνησε μια νέα εποχή για το Θιβέτ, γεμάτη μεγαλεία. Πολλά από τα σημαντικά βουδιστικά μοναστήρια, κατασκευάστηκαν εκείνη την εποχή, με ποιο σημαντικό το Labrang στα ανατολικά όρια του οροπεδίου (στη σημερινή επαρχία Gansu). Μέχρι και στο Πεκίνο έκτισε μοναστήρια: Το Κίτρινο μοναστήρι (Xihuang) του Πεκίνου κτίστηκε προς τιμήν του για μια επίσημη επίσκεψη που έκανε. Παράλληλα, μια αποστολή από Ιησουίτες ιεραπόστολους ήρθε στο Θιβέτ από τη Goa της Ινδίας.
Οι αδυναμίες της διαδοχής με το σύστημα της μετενσάρκωσης φάνηκαν όταν πέθανε ο πέμπτος Δαλάι Λάμα, το 1682. Η Θιβετιανή κυβέρνηση έπρεπε να βρει την επόμενη μετενσάρκωση, και μετά να περιμένει 18 χρόνια για να ενηλικιωθεί. Η ισχυρή προσωπικότητα του Πέμπτου Δαλάι Λάμα έπαιζε σημαντικό ρόλο στην ενότητα του πρόσφατα ενωμένου Θιβέτ, και γι’ αυτό ο αντιβασιλέας αποφάσισε να αποκρύψει το θάνατο του ηγέτη, ανακοινώνοντας ότι ο ηγέτης είχε μπει σε μια μακρά περίοδο διαλογισμού (10 χρόνια και κάτι). Το μυστικό βγήκε στη φόρα το 1695, τη χρονιά που ολοκληρώθηκε και η κατασκευή της Potala, και τότε έχρισαν βιαστικά ως έκτο Δαλάι Λάμα ένα αγόρι που το διάλεξε ο αντιβασιλέας μόνος του, το οποίο είχε γεννηθεί το 1683.
Το δωδεκάχρονο αγόρι, ο Tsangyang Gyatso αποδείχθηκε εξαιρετικά κακή επιλογή για τη θέση. Για να το πούμε κομψά, ήταν αντισυμβατικός περαν του φυσιολογικού. Ήταν μακρυμάλλης, αισθησιακός, και του άρεσαν οι ερωτικοί στίχοι. Σύντομα έδειξε ότι ενδιαφερόταν περισσότερο για το κρασί και τις γυναίκες, παρά για το διαλογισμό και τη μελέτη. Δεν πήρε τον όρκο του ως μοναχός, και συχνά ξετρύπωνε τα βράδια από το παλάτι για να κάνει χαμό στα πανδοχεία και τα μπορδέλα της Λάσα, με το ψευδώνυμο Norsang Wangpo. Ένας ιησουίτης μοναχός που βρισκόταν στο Θιβέτ, τον περιέγραψε ως άσωτο νέο και εξαιρετικά στερημένο. Σημείωσε μάλιστα πως «κανένα όμορφο άτομο οποιουδήποτε φύλλου δεν ήταν ασφαλές από την αχαλίνωτη ακολασία του».
Ο φιλόδοξος Μογγόλος πρίγκηπας Lhabzang Khan τα έμαθε όλα αυτά, και αποφάσισε ότι πολύ χαριστικά είχαν φερθεί οι Μογγόλοι στο Θιβέτ. Έπρεπε να επέμβει, αλλά πριν το κάνει, γύρεψε τη συγκατάθεση του Κινέζου Αυτοκράτορα Kangxi, του δεύτερου από τη δυναστεία των Qing. Αφού την έλαβε, καθώς ο Kangxi είχε νιώσει προσβεβλημένος που του είχαν κρύψει το θάνατο του πέμπτου Δαλάι Λάμα, εισέβαλλε στο Θιβέτ το 1706, και τελείωσε τον έκτο Δαλάι Λάμα (οι φήμες διίστανται ως προς το αν τον τελείωσε και σωματικά). Ο έβδομος Δαλάι Λάμα, παραδόξως όμως, βρέθηκε με βάση ένα ποίημα που είχε γράψει ο έκτος.
Last edited: