taver
Member
- Μηνύματα
- 12.691
- Likes
- 30.254
- Ταξίδι-Όνειρο
- Iles Kerguelen
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Προγραμματισμός
- Μετάβαση
- Βουδισμός
- Νεπάλ
- Το σύγχρονο Νεπάλ
- Κατμαντού, πρώτες εικόνες
- Βόρεια παλιά πόλη
- Κέντρο παλιάς πόλης
- Πλατεία Durbar
- Πλατεία Durbar ΙΙ
- Νότια παλιά Πόλη
- Tegu
- Boudhha
- Ταξίδι για το Μπουτάν
- Μπουτάν – Αρχαία Ιστορία
- Μπουτάν - Η νέα εποχή
- Το Μπουτάν και οι Βρετανοί
- Το Βασίλειο του Μπουτάν
- Σύγχρονο Μπουτάν
- Η οικονομία και οι σχέσεις με την Κίνα
- Πρώτες εικόνες
- Dzong
- Τοξοβολία
- Αγορές
- Βόλτες στο Thimphu
- Κι άλλες βόλτες
- Λίγο ακόμα Thimphu
- Dochula
- Ο Divine Madman
- Ο Ναός του Divine Madman
- Η παλιά πρωτεύουσα
- Μέσα στο Dzong
- Η κοιλάδα
- Ο δρόμος για το Paro
- Paro
- Μουσεία στο Paro
- Πέριξ της πόλης
- Ξενοδοχείο
- Ανάβαση στη Φωλιά του Τίγρη
- Κάθοδος
- Paro II
- Επιστροφή στο Kathmandu
- Patan (βόρεια)
- Patan (συνέχεια)
- Patan Durbar
- Patan (νότια)
- Υπόλοιπα Patan
- Εμπορικό Κατμαντού
- Pashupatinath
- Pashupatinath (συνέχεια)
- Boudhha
- Bhaktapur
- Bhaktapur Durbar
- Bhaktapur Durbar (συνέχεια)
- Bisket Jatra
- Πρωινή βόλτα
- Πρωϊνή βόλτα (συνέχεια)
- Tachupal
- Κέντρο Bhaktapur
- Durbar again
- Αεροπλάνα
- Στο δρόμο για το Θιβέτ
- Το Θιβέτ
- Η εποχή των Δαλάι Λάμα
- Κινεζική κατοχή και ανεξαρτησία
- Κομμουνισμός
- Παραλογισμοί
- Σύγχρονη εποχή
- Πρώτες βόλτες στη Λάσα
- Kora
- Drepung
- Drepung (συνέχεια)
- Sera
- Κέντρο
- Γειτονιές
- Βραδινές εξορμήσεις
- Ποτάλα
- Yaowangshan
- Κέντρο
- Μπροστά από την Potala
- Χιλιόμετρα
- Λίμνες
- Διαβάσεις
- Gyangze
- Shigatse
- Προς το Everest
- Εθνικός δρυμός
- Everest
- Διανυκτέρευση
- Ο δρόμος για την έξοδο
- Λίμνες και βουνά
- Ο ορεινός δρόμος για το Κεντρικό Νεπάλ
- Ο πεδινός δρόμος για το Κατμαντού
- Swayambhunath
- Τελευταίες βόλτες
- Επιστροφή στη βάση
- Οικονομικός απολογισμός
- Μετά το ταξίδι
Κεφάλαιο 68: Παραλογισμοί
Οι Κινέζοι προχώρησαν παραπέρα την κατάπνιξη της αντίστασης, αναλαμβάνοντας τον έλεγχο όλων των συνοριακών περασμάτων ανάμεσα στο Θιβέτ και την Ινδία, και αφοπλίζοντας τους αντάρτες Khampa που είχαν βοηθήσει το Δαλάι Λάμα να δραπετεύσει. Όπως το έθεταν, απελευθέρωναν το Θιβέτ από τις αντιδραστικές δυνάμεις, απελευθέρωναν τους δουλοπάροικους από το ζυγό της μοναστικής καταπίεσης, και έφερναν μια νέα δίκαια σοσιαλιστική κοινωνία. Είτε αυτό άρεσε στους Θιβετιανούς, είτε όχι.
Το επόμενο βήμα ήταν να καταργήσουν την κυβέρνηση του Θιβέτ και αναδιέταξαν τη Θιβετιανή κοινωνία σύμφωνα με τις Μαρξιστικές αρχές τους. Οι μοναχοί και η αριστοκρατία στάλθηκαν για εργασία σε ταπεινές δουλειές, και υπέστησαν βίαιες «συνεδρίες αυτοκριτικής», δηλαδή δημόσιου εξευτελισμού και βασανιστηρίων, τις «thamzing», που ενίοτε οδηγούσαν και στο θάνατο.
Επόμενος στόχος, ήταν τα Θιβετιανά «φεουδαρχικά» μοναστήρια και ναοί. Πρώτα απαγορεύτηκε στους Θιβετιανούς να δωρίζουν τρόφιμα στα μοναστήρια, και πολλοί μοναχοί αναγκάστηκαν να υποστούν thamzing, να βγάλουν τα «ράσα» τους, και να παντρευτούν. Τα πλούτη των μοναστηριών αφαιρέθηκαν, και πανάρχαιες βουδιστικές γραφές είτε κάηκαν είτε χρησιμοποιήθηκαν ως χαρτί τουαλέτας. Η καταστροφή της Μοναστικής παράδοσης είχε πάρει μαζικές διαστάσεις. Το 1959, στο Θιβέτ υπήρχαν κάπου 2000 ως 2500 μοναστήρια. Το 1962, είχαν απομείνει μόλις 70.
Η Κίνα του Μάο είχε αποφασίσει να παρέμβει και στη γεωργία. Στα πλαίσια του οικονομικού «Great Leap Forward», αποφάσισαν να αντικαταστήσουν τις καλλιέργειες στο Θιβέτ, και αντί για το παραδοσιακό κριθάρι, που ήταν κατάλληλο για τα υψόμετρα αυτά, οι αγρότες αναγκάστηκαν, παρά τις διαμαρτυρίες τους, να καλλιεργήσουν ρύζι και σιτάρι. Φυσικά, είχαν δίκιο, και στο Θιβέτ επικράτησε λιμός το 1961. Μέχρι το τέλος εκείνης της χρονιάς, 70.000 Θιβετιανοί είχαν λιμοκτονήσει.
Ακόμα και ο κινεζόφιλος Panchen Lama άρχισε να διαμαρτύρεται. Το Σεπτέμβρη του 1961 έστειλε μια αναφορά 70.000 χαρακτήρων στο Μάο για τις κακουχίες του λαού του, και έκανε το λάθος να ζητήσει, μεταξύ άλλων, και θρησκευτικές ελευθερίες για τους Θιβετιανούς, και το σταμάτημα της καταστροφής των μοναστηριών. Κατέληξε κι αυτός εξαφανισμένος σε μια φυλακή υψίστης ασφαλείας, όπου έμεινε 14 χρόνια, όπως και πολλοί ακόμα.
Αλλά η καταστροφή δεν είχε τελειώσει. Κάτι που ξεκίνησε ως διαμάχη του Μάο με το Lio Sahoqi το 1965, κατέληξε τον Αύγουστο του 1966 σε αυτό που ονομάστηκε «Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση», ένα αναρχικό κίνημα που θα τάραζε συθέμελα την Κίνα, και μαζί της και το Θιβέτ. Η χώρα πέρασε ουσιαστικά στον έλεγχο αντιμαχόμενων όχλων Κόκκινων Φρουρών, με αμέτρητους νεκρούς. Τα πράγματα όμως για το Θιβέτ ήταν ακόμα χειρότερα.
Οι πρώτοι κόκκινοι φρουροί έφτασαν στη Λάσα τον Ιούλιο του 1966, και δυο μήνες αργότερα, με τη βοήθεια νεαρών που είχαν κατηχηθεί στην Κομμουνιστική Κίνα εισέβαλαν στο Jokhang με καταστροφική μανία, σπάζοντας αγάλματα και καίγοντας ιερές εικόνες. Ήταν η αρχή μιας πολύ μεγάλης κλίμακας καταστροφής, όπου περιέλαβε κάθε θρησκευτικό μνημείο στο Θιβέτ. Το πνεύμα της ήταν η καταστροφή των τεσσάρων «παλαιών»: Της παλαιάς σκέψης, της παλαιάς κουλτούρας, των παλιών συνηθειών και των παλαιών ηθών και εθίμων. Εικόνες του προέδρου Μάο τοποθετήθηκαν με γύψο πάνω από τα αγάλματα του Βούδα, και οι βουδιστικές επιγραφές αντικαταστάθηκαν από κομμουνιστικά σλόγκαν. Ακόμα και ο ίδιος ο Βούδας κατηγορήθηκε ως «αντιδραστικός»….
Οι αγρότες πάλι, αναγκάστηκαν να ενταχθούν σε κολεκτίβες, και λάμβαναν εντολές για το τι θα καλλιεργήσουν και πότε. Όποιος διαφωνούσε, συλλαμβανόταν και στελνόταν για thamzing. Οι Θιβετιανοί έπρεπε επίσης να αποκηρύξουν το Δαλάι Λάμα ως παράσιτο και προδότη. Παράλληλα, οι εξεγέρσεις που υποδαύλιζε η CIA συνεχίζονταν ως το 1975, οπότε και έκλεισε το τελευταίο αντάρτικο στρατόπεδο που υποστήριζαν, στο Mustang του Νεπάλ.
Όταν πλέον πέθανε ο Μάο το 1976, ακόμα και οι Κινέζοι είχαν αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι τα πράγματα στο Θιβέτ είχαν πάρει λάθος δρόμο. Ο διάδοχος που είχε επιλέξει ο Μαο, ο Hua Guofeng, αποφάσισε να απαλύνει τη στάση της κυβέρνησης απέναντι στο Θιβέτ, και να επιτρέψει την αναβίωση των Θιβετιανών εθίμων και περιορισμένων θρησκευτικών ελευθεριών. Στα μέσα του 1977 η Κίνα ανακοίνωσε ότι θα καλωσόριζε την επιστροφή του Δαλάι Λάμα και των προσφύγων που στο μεταξύ είχαν αποδράσει στις τριγύρω χώρες, ενώ απελευθέρωσαν και τον Panchen Lama.
Στο μεταξύ ο Δαλάι Λάμα είχε εγκατασταθεί στην Ινδία, και είχε οργανώσει εξόριστη κυβέρνηση για το Θιβέτ, σε σύγχρονα πλέον πρότυπα. Η πρόταση της Κίνας τους βρήκε επιφυλακτικούς, και ο Δαλάι Λάμα ζήτησε να προηγηθεί μια αποστολή τους στο Θιβέτ με σκοπό να εκτιμήσει την κατάσταση, πριν επιστρέψει. Παραδόξως, οι Κινέζοι το δέχτηκαν. Όπως έγραψε στην αυτοβιογραφία του ο Δαλάι Λάμα, οι Κινέζοι μάλλον πίστευαν ειλικρινά ότι η αποστολή θα τα έβρισκε όλα ρόδινα στο Θιβέτ. Το ακριβώς αντίθετο συνέβη: Η αποστολή βρήκε τόσο κακή την κατάσταση, που ο Δαλάι Λάμα αποφάσισε να μην δημοσιεύσει το πόρισμα. Ακολούθησαν όμως δυο ακόμα αποστολές. Τα – αμφισβητήσιμα – στοιχεία τους μιλάνε για 1.2 εκατομμύρια θανάτους Θιβετιανών (ένας στους έξι), την καταστροφή 6254 μοναστηριών (μαζί και με τα γυναικεία, που είναι γενικά μικρότερα και χαμηλότερης τάξης, και υπάγονται σε κάποιο κανονικό μοναστήρι), για 100.000 σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και για εκτεταμένη αποψίλωση των δασών.
Η διοίκηση του Hua Guofeng στην Κίνα δεν έμελλε να κρατήσει πολύ. Σύντομα, στην ηγεσία της χώρας ανέβηκε ο Deng Xiaoping. O τελευταίος, το 1980 έστειλε κι αυτός μια διερευνητική αποστολή στο Θιβέτ, που συνέπεσε με την επίσκεψη των Θιβετιανών. Και τα συμπεράσματά τους, μολονότι δεν ήταν τόσο μαύρα όσο των Θιβετιανών, έδιναν κι αυτά μια πολύ άσχημη εικόνα για την κατάσταση στο Θιβέτ. Καταστρώθηκε ένα σχέδιο έξι σημείων για τη βελτίωση της διαβίωσης των κατοίκων και των ελευθεριών τους, οι φόροι μειώθηκαν για δυο χρόνια, και επιτράπηκαν περιορισμένες ιδιωτικές επιχειρήσεις. Το Jokhang στο κέντρο της Λάσα άνοιξε για δυο μέρες το μήνα το 1978, και η Potala ακολούθησε το 1980. Όμως το 1983, οι συνομιλίες της εξόριστης κυβέρνησης με τους Κινέζους κατέρρευσαν, καθώς οι τελευταίοι δήλωναν ότι το Θιβέτ αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της Κίνας, και ότι ο Δαλάι Λάμα θα τοποθετούνταν σε δουλειά γραφείου όταν επέστρεφε.
Όπως και η υπόλοιπη Κίνα, ως τα μέσα της δεκαετίας του 1980 το Θιβέτ είχε αλλάξει ρότα, και θα ακολουθούσε πλέον ένα δρόμο με συγκριτικά αυξημένες προσωπικές και κοινωνικές ελευθερίες, αλλά και απολυταρχική μονοκομματική εξουσία. Τα μέσα της δεκαετίας του 1980, οπότε και αποκαταστάθηκαν οι θρησκευτικές ελευθερίες, βρήκαν 45 μοναστήρια να λειτουργούν σε όλο το Θιβέτ, με περιορισμένο όμως αριθμό μοναχών, κάτι που συνεχίζεται ως σήμερα. Ως τότε, κανένας κομμουνιστής ηγέτης της Κίνας δεν είχε επισκεφθεί το Θιβέτ.
Παράλληλα, η καταδίωξη των προσκυνημάτων σταμάτησε. Εικόνες του Δαλάι Λάμα έκαναν δειλά-δειλά την εμφάνισή τους στους δρόμους της Λάσα, και οι συνομιλίες με τους εξόριστους συνεχίστηκαν, με περιορισμένα αποτελέσματα όμως, καθώς η Κινεζική πολιτική είχε ως προτεραιότητα να κάνει το Θιβέτ την πρώτη γραμμή της πάταξης των αποσχιστικών κινημάτων, μια πολιτική που συνεχίζεται ως σήμερα. Το 1986 επιτράπηκαν για πρώτη φορά τουρίστες στο Θιβέτ, κάτι που σύντομα εντάθηκε πολύ, καθώς πολλοί δυτικοί ήθελαν να δουν από πρώτο χέρι τα αποτελέσματα της Κινεζικής διακυβέρνησης του Θιβέτ.
Οι Κινέζοι προχώρησαν παραπέρα την κατάπνιξη της αντίστασης, αναλαμβάνοντας τον έλεγχο όλων των συνοριακών περασμάτων ανάμεσα στο Θιβέτ και την Ινδία, και αφοπλίζοντας τους αντάρτες Khampa που είχαν βοηθήσει το Δαλάι Λάμα να δραπετεύσει. Όπως το έθεταν, απελευθέρωναν το Θιβέτ από τις αντιδραστικές δυνάμεις, απελευθέρωναν τους δουλοπάροικους από το ζυγό της μοναστικής καταπίεσης, και έφερναν μια νέα δίκαια σοσιαλιστική κοινωνία. Είτε αυτό άρεσε στους Θιβετιανούς, είτε όχι.
Το επόμενο βήμα ήταν να καταργήσουν την κυβέρνηση του Θιβέτ και αναδιέταξαν τη Θιβετιανή κοινωνία σύμφωνα με τις Μαρξιστικές αρχές τους. Οι μοναχοί και η αριστοκρατία στάλθηκαν για εργασία σε ταπεινές δουλειές, και υπέστησαν βίαιες «συνεδρίες αυτοκριτικής», δηλαδή δημόσιου εξευτελισμού και βασανιστηρίων, τις «thamzing», που ενίοτε οδηγούσαν και στο θάνατο.
Επόμενος στόχος, ήταν τα Θιβετιανά «φεουδαρχικά» μοναστήρια και ναοί. Πρώτα απαγορεύτηκε στους Θιβετιανούς να δωρίζουν τρόφιμα στα μοναστήρια, και πολλοί μοναχοί αναγκάστηκαν να υποστούν thamzing, να βγάλουν τα «ράσα» τους, και να παντρευτούν. Τα πλούτη των μοναστηριών αφαιρέθηκαν, και πανάρχαιες βουδιστικές γραφές είτε κάηκαν είτε χρησιμοποιήθηκαν ως χαρτί τουαλέτας. Η καταστροφή της Μοναστικής παράδοσης είχε πάρει μαζικές διαστάσεις. Το 1959, στο Θιβέτ υπήρχαν κάπου 2000 ως 2500 μοναστήρια. Το 1962, είχαν απομείνει μόλις 70.
Η Κίνα του Μάο είχε αποφασίσει να παρέμβει και στη γεωργία. Στα πλαίσια του οικονομικού «Great Leap Forward», αποφάσισαν να αντικαταστήσουν τις καλλιέργειες στο Θιβέτ, και αντί για το παραδοσιακό κριθάρι, που ήταν κατάλληλο για τα υψόμετρα αυτά, οι αγρότες αναγκάστηκαν, παρά τις διαμαρτυρίες τους, να καλλιεργήσουν ρύζι και σιτάρι. Φυσικά, είχαν δίκιο, και στο Θιβέτ επικράτησε λιμός το 1961. Μέχρι το τέλος εκείνης της χρονιάς, 70.000 Θιβετιανοί είχαν λιμοκτονήσει.
Ακόμα και ο κινεζόφιλος Panchen Lama άρχισε να διαμαρτύρεται. Το Σεπτέμβρη του 1961 έστειλε μια αναφορά 70.000 χαρακτήρων στο Μάο για τις κακουχίες του λαού του, και έκανε το λάθος να ζητήσει, μεταξύ άλλων, και θρησκευτικές ελευθερίες για τους Θιβετιανούς, και το σταμάτημα της καταστροφής των μοναστηριών. Κατέληξε κι αυτός εξαφανισμένος σε μια φυλακή υψίστης ασφαλείας, όπου έμεινε 14 χρόνια, όπως και πολλοί ακόμα.
Αλλά η καταστροφή δεν είχε τελειώσει. Κάτι που ξεκίνησε ως διαμάχη του Μάο με το Lio Sahoqi το 1965, κατέληξε τον Αύγουστο του 1966 σε αυτό που ονομάστηκε «Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση», ένα αναρχικό κίνημα που θα τάραζε συθέμελα την Κίνα, και μαζί της και το Θιβέτ. Η χώρα πέρασε ουσιαστικά στον έλεγχο αντιμαχόμενων όχλων Κόκκινων Φρουρών, με αμέτρητους νεκρούς. Τα πράγματα όμως για το Θιβέτ ήταν ακόμα χειρότερα.
Οι πρώτοι κόκκινοι φρουροί έφτασαν στη Λάσα τον Ιούλιο του 1966, και δυο μήνες αργότερα, με τη βοήθεια νεαρών που είχαν κατηχηθεί στην Κομμουνιστική Κίνα εισέβαλαν στο Jokhang με καταστροφική μανία, σπάζοντας αγάλματα και καίγοντας ιερές εικόνες. Ήταν η αρχή μιας πολύ μεγάλης κλίμακας καταστροφής, όπου περιέλαβε κάθε θρησκευτικό μνημείο στο Θιβέτ. Το πνεύμα της ήταν η καταστροφή των τεσσάρων «παλαιών»: Της παλαιάς σκέψης, της παλαιάς κουλτούρας, των παλιών συνηθειών και των παλαιών ηθών και εθίμων. Εικόνες του προέδρου Μάο τοποθετήθηκαν με γύψο πάνω από τα αγάλματα του Βούδα, και οι βουδιστικές επιγραφές αντικαταστάθηκαν από κομμουνιστικά σλόγκαν. Ακόμα και ο ίδιος ο Βούδας κατηγορήθηκε ως «αντιδραστικός»….
Οι αγρότες πάλι, αναγκάστηκαν να ενταχθούν σε κολεκτίβες, και λάμβαναν εντολές για το τι θα καλλιεργήσουν και πότε. Όποιος διαφωνούσε, συλλαμβανόταν και στελνόταν για thamzing. Οι Θιβετιανοί έπρεπε επίσης να αποκηρύξουν το Δαλάι Λάμα ως παράσιτο και προδότη. Παράλληλα, οι εξεγέρσεις που υποδαύλιζε η CIA συνεχίζονταν ως το 1975, οπότε και έκλεισε το τελευταίο αντάρτικο στρατόπεδο που υποστήριζαν, στο Mustang του Νεπάλ.
Όταν πλέον πέθανε ο Μάο το 1976, ακόμα και οι Κινέζοι είχαν αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι τα πράγματα στο Θιβέτ είχαν πάρει λάθος δρόμο. Ο διάδοχος που είχε επιλέξει ο Μαο, ο Hua Guofeng, αποφάσισε να απαλύνει τη στάση της κυβέρνησης απέναντι στο Θιβέτ, και να επιτρέψει την αναβίωση των Θιβετιανών εθίμων και περιορισμένων θρησκευτικών ελευθεριών. Στα μέσα του 1977 η Κίνα ανακοίνωσε ότι θα καλωσόριζε την επιστροφή του Δαλάι Λάμα και των προσφύγων που στο μεταξύ είχαν αποδράσει στις τριγύρω χώρες, ενώ απελευθέρωσαν και τον Panchen Lama.
Στο μεταξύ ο Δαλάι Λάμα είχε εγκατασταθεί στην Ινδία, και είχε οργανώσει εξόριστη κυβέρνηση για το Θιβέτ, σε σύγχρονα πλέον πρότυπα. Η πρόταση της Κίνας τους βρήκε επιφυλακτικούς, και ο Δαλάι Λάμα ζήτησε να προηγηθεί μια αποστολή τους στο Θιβέτ με σκοπό να εκτιμήσει την κατάσταση, πριν επιστρέψει. Παραδόξως, οι Κινέζοι το δέχτηκαν. Όπως έγραψε στην αυτοβιογραφία του ο Δαλάι Λάμα, οι Κινέζοι μάλλον πίστευαν ειλικρινά ότι η αποστολή θα τα έβρισκε όλα ρόδινα στο Θιβέτ. Το ακριβώς αντίθετο συνέβη: Η αποστολή βρήκε τόσο κακή την κατάσταση, που ο Δαλάι Λάμα αποφάσισε να μην δημοσιεύσει το πόρισμα. Ακολούθησαν όμως δυο ακόμα αποστολές. Τα – αμφισβητήσιμα – στοιχεία τους μιλάνε για 1.2 εκατομμύρια θανάτους Θιβετιανών (ένας στους έξι), την καταστροφή 6254 μοναστηριών (μαζί και με τα γυναικεία, που είναι γενικά μικρότερα και χαμηλότερης τάξης, και υπάγονται σε κάποιο κανονικό μοναστήρι), για 100.000 σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και για εκτεταμένη αποψίλωση των δασών.
Η διοίκηση του Hua Guofeng στην Κίνα δεν έμελλε να κρατήσει πολύ. Σύντομα, στην ηγεσία της χώρας ανέβηκε ο Deng Xiaoping. O τελευταίος, το 1980 έστειλε κι αυτός μια διερευνητική αποστολή στο Θιβέτ, που συνέπεσε με την επίσκεψη των Θιβετιανών. Και τα συμπεράσματά τους, μολονότι δεν ήταν τόσο μαύρα όσο των Θιβετιανών, έδιναν κι αυτά μια πολύ άσχημη εικόνα για την κατάσταση στο Θιβέτ. Καταστρώθηκε ένα σχέδιο έξι σημείων για τη βελτίωση της διαβίωσης των κατοίκων και των ελευθεριών τους, οι φόροι μειώθηκαν για δυο χρόνια, και επιτράπηκαν περιορισμένες ιδιωτικές επιχειρήσεις. Το Jokhang στο κέντρο της Λάσα άνοιξε για δυο μέρες το μήνα το 1978, και η Potala ακολούθησε το 1980. Όμως το 1983, οι συνομιλίες της εξόριστης κυβέρνησης με τους Κινέζους κατέρρευσαν, καθώς οι τελευταίοι δήλωναν ότι το Θιβέτ αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της Κίνας, και ότι ο Δαλάι Λάμα θα τοποθετούνταν σε δουλειά γραφείου όταν επέστρεφε.
Όπως και η υπόλοιπη Κίνα, ως τα μέσα της δεκαετίας του 1980 το Θιβέτ είχε αλλάξει ρότα, και θα ακολουθούσε πλέον ένα δρόμο με συγκριτικά αυξημένες προσωπικές και κοινωνικές ελευθερίες, αλλά και απολυταρχική μονοκομματική εξουσία. Τα μέσα της δεκαετίας του 1980, οπότε και αποκαταστάθηκαν οι θρησκευτικές ελευθερίες, βρήκαν 45 μοναστήρια να λειτουργούν σε όλο το Θιβέτ, με περιορισμένο όμως αριθμό μοναχών, κάτι που συνεχίζεται ως σήμερα. Ως τότε, κανένας κομμουνιστής ηγέτης της Κίνας δεν είχε επισκεφθεί το Θιβέτ.
Παράλληλα, η καταδίωξη των προσκυνημάτων σταμάτησε. Εικόνες του Δαλάι Λάμα έκαναν δειλά-δειλά την εμφάνισή τους στους δρόμους της Λάσα, και οι συνομιλίες με τους εξόριστους συνεχίστηκαν, με περιορισμένα αποτελέσματα όμως, καθώς η Κινεζική πολιτική είχε ως προτεραιότητα να κάνει το Θιβέτ την πρώτη γραμμή της πάταξης των αποσχιστικών κινημάτων, μια πολιτική που συνεχίζεται ως σήμερα. Το 1986 επιτράπηκαν για πρώτη φορά τουρίστες στο Θιβέτ, κάτι που σύντομα εντάθηκε πολύ, καθώς πολλοί δυτικοί ήθελαν να δουν από πρώτο χέρι τα αποτελέσματα της Κινεζικής διακυβέρνησης του Θιβέτ.
Last edited: